… κι ας ξεκινήσω από την “The BYG Deal, Art - Rock - Revolution” (2009) της βρετανικής Finders Keepers, ένα CD (νομίζω και 2LP) με επιλογές από τον κατάλογο της γαλλικής εταιρίας. Από τα πιο ενδιαφέροντα labels της εποχής, η BYG των Fernand Boruso, Jean-Luc Young και Jean Georgakarakos έπαιξε σε κάθε χώρο του μουσικού επιστητού δίνοντας διέξοδο σε μερικά από τα δυνατότερα ονόματα, που παρεπιδημούσαν στα late sities-early seventies στο Παρίσι (Γάλλοι, Αμερικανοί, Βρετανοί, Γερμανοί και φυσικά, θα το πω, Έλληνες…). Ο Andy Votel (ιδιοκτήτης της Finders Keepers, συλλέκτης και DJ – έχει εμφανισθεί και στην Αθήνα), που έχει επιμεληθεί τη συλλογή κατέβαλε φιλότιμη προσπάθεια να συμπεριλάβει μέσα σε 78 λεπτά το (αισθητικό) σύνολο του rock (βασικά) καταλόγου της εταιρίας. Η λιγότερο rock επιλογή αφορά προφανώς στους Art Ensemble of Chicago (αν και το δικό τους track, ως “Rock out”, είναι το πιο… rock απ’ όλα). Και το λέω τούτο, επειδή απουσιάζουν από το άλμπουμ οι Archie Shepp, Lee Morgan, Yusef Lateef, Don Cherry, Sun Ra και όλοι οι υπόλοιποι jazz masters, που είδαν ηχογραφήσεις τους στο label. Λογικό, θα μου πείτε, αφού από τον τίτλο ήδη (“Art - Rock - Revolution”) ψιλο-καταλαβαίνουμε το πλαίσιο. Έτσι λοιπόν από το compilation του Votel δεν απουσιάζουν ούτε οι Alice, ούτε οι Gong, ούτε οι Coeur Magique, ούτε και οι Ame Son, τέσσερα δηλαδή από τα καλύτερα prog-rock γκρουπ, που έδωσαν καίριες εγγραφές του στην BYG. Δεν απουσιάζουν επίσης folk, ή prog-folk προσωπικότητες όπως η Brigitte Fontaine, ο Areski, η Valerie Lagrange (με το απίθανο “Si ma chanson pouvait”), ψυχεδελο-τζαζίστες όπως οι Joachim και Rolf Kuhn, ιδιαιτερότητες όπως οι Francois Wertheimer, Jacques Barsamian και Paul Semama και βεβαίως δεν απουσιάζουν οι εκπρόσωποι της ελληνικής παροικίας Alpha Beta και Inter-Groupie Psychotherapeutic Elastic Band. Στους πρώτους, όπως έχω ξαναγράψει, κυριαρχεί η φιγούρα του Βαγγέλη Παπαθανασίου. Το “Astral abuse”, που ανθολογείται στη συλλογή, το υπογράφουν οι Βίλμα Λαδοπούλου, Βαγγέλης Παπαθανασίου και Αργύρης Κουλούρης κι είναι ένα space-psych κομψοτέχνημα, αρκούντως προχωρημένο. Στους δεύτερους ισχυρή είναι η παρουσία του Αργύρη Κουλούρη (από τους Έλληνες Sky Rockets, Minis, Juniors, Cinquetti, Συγκρότημα Βαγγέλη Παπαθανασίου, Aphrodite’s Child…), ο οποίος υπογράφει το flip-side του single “Floating/ Coloured butterfly”. Στη συλλογή τής Finders Keepers ανθολογείται το “Floating”, που θυμίζει… early Vangelis (εκτός από… John Lennon/ Yoko Ono).#
Και αν για την BYG τα πράγματα είναι γενικώς γνωστά από παλιά, για την κολομβιάνικη μουσική τα τελευταία, κυρίως, χρόνια η ανασκαφή πηγαίνει κάπως πιο βαθιά (υπό την έννοια ότι έχει ήδη… παγκοσμιοποιηθεί ένα κομμάτι του σύγχρονου, μετά το ’60, ήχου της χώρας, το καταγραμμένο, βασικά, από την Discos Fuentes). Όμως, η συλλογή “Palenque Palenque: Champeta, Criolla & Afro Roots in Colombia, 1975-91” [Soundway, 2010] έχει διαφορετική στόχευση, αφού καταπιάνεται με τον afro ήχο της Κολομβίας (που είναι ένας από τους πλέον ισχυρούς στη Λατινική Αμερική) και ο οποίος ήκμασε, στα συγκεκριμένα χρονικά πλαίσια, στην καραϊβική ακτή της. Οι compilers, το αφεντικό της Soundway Miles Clere και ο film maker, παραγωγός και ιδιοκτήτης της Palenque Records (η οποία από το 1996 στηρίζει την τοπική champeta) Lucas Silva, φτιάχνουν μία συλλογή-φωτιά, afrocolombian-latin-funk (ας το μεταφράσω έτσι), προτείνοντας σπάνιας δύναμης κομμάτια. Πρώτα τη τάξει τα “Pim pom” από Wganda Kenya, “Dejala corre” από Banda Los Hijos de La Nina Luz, “Quiero a mi gente” από Aberlado Carbono y su Conjunto, αν και δύσκολα εντοπίζεις εδώ κάτι μέτριο.#
Και πάμε στο ανήκουστο… Ο τίτλος της συλλογής “The Sound of Siam: Leftfield Luk-Thung, Jazz and Molam from Thailand 1964-1975” [Soundway] δηλώνει τα πρώτα απαραίτητα. Μουσικές από την Ταϊλάνδη της δεκαετίας 1964-1975, μουσικές που συνδυάζουν τις τοπικές ηχητικές και στιχουργικές-θεματικές παραδόσεις, με κάποιες δυτικές επιρροές που μπορεί να ξεκινούν από το beat, το surf και το garage, για να φθάσουν μέχρι το funk και την jazz. Το χορό έχω την εντύπωση πως τον είχε ανοίξει πριν από κάποια χρόνια (2004) η σουηδική Subliminal Sounds, με τα τέσσερα νούμερα της σειράς “Thai Beat a Go-Go”, για να συνεχιστεί το πράγμα και από άλλα labels, αλλά και από την… αφρικανική Soundway πέρυσι. Το 66λεπτο άλμπουμ εννοείται πως ακούγεται με άνεση, ενταγμένο απολύτως μέσα σ’ ένα exotica κλίμα, που αντανακλά, προφανώς, την καλοπέραση ενός τμήματος του ταϊλανδέζικου πληθυσμού· κόσμος που κατέκλυζε την πρωτεύουσα Bangong, και που βρέθηκε δίπλα, κοντά, στην πρώτη τουριστική ανάπτυξη. Τα ονόματα που ανθολογούνται, όπως αντιλαμβάνεστε, είναι παντελώς άγνωστα, γεγονός που εξασφαλίζει το εκπληκτικό της ακρόασης. Και πράγματι, αφού κάθε κομμάτι φαντάζει εντελώς διαφορετικό από το προηγούμενό του, με απροσδιόριστα φωνητικά, παράξενα παιξίματα (από γνωστά και άγνωστα όργανα), παράξενους συνδυασμούς, εξώκοσμη ατμόσφαιρα (προσωπικώς δεν μπορώ να αντιληφθώ πως ακριβώς διασκέδαζαν οι Ταϊλανδοί – αν διασκέδαζαν δηλαδή – μ’ αυτού του τύπου τα κομμάτια). Χαρακτηριστικότερο όλων; Ίσως το “Nom samai mai” από κάποιον Saknatee Srichiangmai που ξεκινά με wah-wah κιθάρες, συνεχίζει με σόλο φωνή σαν ν’ ακούς ψαλμωδία, για να εξελιχθεί προς ένα psych-jazz στυλ, που φέρνει στη μνήμη κάτι από ethiopiques (με τη φωνή να συνοδεύει σχεδόν σε όλη τη σύνθεση). Γενικώς, με τα ethiopiques υπάρχουν κάποιες κοινές ατμόσφαιρες (ακούω το “Mae jom ka lon” από τον Dao Bandon, το “Pen jung dai” από τους-τον Sanae Petchaboon), κάτι που δεν γνωρίζω αν αιτιολογείται (θα είναι απίθανο), έστω και σε κάποιο μικρό βαθμό. Αφήνω δε το “Diew sor diew caan” από τους Thong Huad & Kunp’an, που θυμίζει… πεντοζάλη και το “Uay porn tahan chaydan” από την Sodsri Rungsang, που μας πάει όλο ίσια στην… Ήπειρο της πεντατονίας. Απίστευτα πράγματα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου