Μπορεί να μην έχω δει (ακόμη) την τελευταία ταινία τού Jerzy Skolimowski “Essential Killing” ή «Ο Θάνατός σου, Η Ζωή μου» (προβάλλεται και τώρα σε μερικές αίθουσες), όμως τα φιλμ που έκαναν περισσότερο γνωστόν τον πολωνό σκηνοθέτη στην Ελλάδα ήταν κυρίως εκείνα από τη δεκαετία του ’80 («Το Πλοίο των Παρανόμων», «Στο Φως του Φεγγαριού», «Η Επιτυχία Είναι η Καλύτερη Εκδίκηση»), αν και κανείς δεν μπορεί να παραβλέψει την απόκοσμη «Κραυγή» (1978) με τους Alan Bates και Susannah York και φυσικά με τη μουσική των Michael Rutherford-Tony Banks (ex-Genesis) και Rupert Hine (ex-Quantum Jump και άλλα τινά). Πάντως, για να είμαστε ακριβείς, το κεντρικότερο τμήμα του έργου τού Skolimowski βρίσκεται σκορπισμένο στα χρόνια του ’60. Είναι εκείνο που τον έκανε παγκοσμίως γνωστό, εκείνο που του εξασφάλισε διακριτή θέση στις κινηματογραφικές ανθολογίες, εκείνο που του έδωσε την αξία που σήμερα κατέχει, ως ένας από τους πρωτεργάτες του ευρωπαϊκού νέου κύματος, με προσφορά όχι μικρότερης αξίας από εκείνη του συμπατριώτη του Polanski.Ο Skolimowski βούτηξε στα βαθιά νερά της Τέχνης, όπως διαβάζουμε στο βιβλίο Jerzy Skolimowski (εκδ. Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, 2000) ερχόμενος πρώτα-πρώτα σ’ επαφή με την jazz, καιρό πριν ασχοληθεί με την ποίηση και αργότερα με τη σκηνοθεσία. Αφορμή η γνωριμία του με τον Krzysztof Komeda (1931-1969) ήδη από το 1956. Ο «πρώτος θαυμαστής του σεξτέτου Komeda» θα μπει στο γκρουπ ως υπεύθυνος φωτισμού και σκηνογράφος, θα ταξιδέψει μαζί του σε όλη την Πολωνία, θα λάβει μέρος στις εκδηλώσεις (παρέλαση κ.λπ.) που πλαισίωσαν το Φεστιβάλ του Sopot, το 1956, ενώ όταν θα συνεργασθεί για πρώτη φορά απ’ ευθείας με τον συμπατριώτη του πιανίστα για τις ανάγκες της ταινίας «Φράγμα» το 1966, ο τελευταίος θα φυλάξει για το φίλο του μερικές από τις ωραιότερες μουσικές του. Αντιγράφω τη λεζάντα, από το βιβλίο του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Το Σεξτέτο Komeda (πρώτος δεξιά) κουβαλά το φέρετρο με τη μουσική του σοσιαλισμού [sic], στο πρώτο Φεστιβάλ Τζαζ στην Πολωνία, το 1956. Αριστερά, μόλις που διακρίνεται ο Skolimowski. Δεν ξέρω ποια ακριβώς «μουσική του σοσιαλισμού» θάφτηκε στο Sopot (οι άνθρωποι φαίνεται πως είχαν οργανώσει ένα είδος παρέλασης, κάπως σαν τις jazz funerals της Νέας Ορλεάνης), εκείνο όμως που ξέρω είναι πως ο «σοσιαλισμός» δεν είχε απολύτως κανένα πρόβλημα να στηρίξει το φεστιβάλ του Sopot (όλα τα κατοπινά χρόνια), τυπώνοντας πάραυτα σε 10ιντσο LP το Komeda Sextet, από το “Jazz Festival Sopot 1956” [Muza L0084].
Ο ίδιος ο Skolimowski περιγράφει αυτή τη σχέση (τα αποσπάσματα των συνεντεύξεων προέρχονται από το ίδιο βιβλίο): «Αναπτύξαμε μαζί μια πολύ ενδιαφέρουσα μορφή συνεργασίας. Μ’ άλλα λόγια, παρ’ όλο που έλεγε ότι τ’ αυτιά μου τα’ χε πατήσει ελέφαντας, όταν καθόμασταν δίπλα-δίπλα και βλέπαμε την ταινία, μου ζητούσε να κάνω τους ήχους, που θα ’θελα ν’ ακούσω στη μουσική κάθε σκηνής. Κι εγώ, έβαζα ήχους – πότε απαλούς, πότε έντονους. Αυτό του έδινε να καταλάβει τι είχα στο μυαλό μου, δημιουργώντας του αποκλειστικά τονικές εμπνεύσεις. Ήταν μία πολύ όμορφη μέθοδος συνεργασίας που, στη συνέχεια, δεν την επιχείρησα με κανέναν άλλο».
Skolimowski και Komeda θα συνεργασθούν εκ νέου στην «Αναχώρηση» (Le Depart), ένα εξαιρετικό φιλμ βελγικής παραγωγής με πρωταγωνιστή τον Jean-Pierre Leaud, το οποίον και θα βραβευθεί, το 1967 στο Βερολίνο, με την Χρυσή Άρκτο. Η ταινία είναι δομημένη με βάση τους «ελεύθερους» κανόνες της jazz της εποχής. Τόσο οι σεκάνς όσο και τα επιμέρους πλάνα ακολουθούν την απρόβλεπτη αλληλουχία των μουσικών θεμάτων (συμμετέχουν οι Don Cherry τρομπέτα, Louis Fuentes τρομπόνι, Gato Barbieri, Jacques Pelzer σαξόφωνα, Eddie Louis, Rene Utreger πιάνο, Philip Catherine κιθάρες, Jean-Francois Jenny-Clark μπάσο, Jacques Shoro ντραμς, όπως και η Christiane Legrand που τραγουδά), με τη μουσική να ξεχειλίζει απ’ άκρη σ’ άκρη σ’ όλη την έκταση του φιλμ. Όπως είχε πει ο Skolimowski: «Δε σκέφτομαι ποτέ σύμβολα όταν κάνω μια ταινία. Όλα αναδύονται συγκεκριμένα και αυθόρμητα, και δεν υπονοούν τίποτα. Το πάθος για τα αυτοκίνητα, παραδείγματος χάριν, είναι κάτι εντελώς φυσιολογικό για έναν εικοσάχρονο νέο. Ο ήρωας που ερμηνεύει ο Jean-Pierre Leaud στην Αναχώρηση διακατέχεται από μι έμμονη ιδέα με τα αυτοκίνητα, αλλά, τελικά, έχει μ’ αυτά μια πολύ συγκεκριμένη σχέση. Τα χρησιμοποιεί σαν μηχανές· δεν τα φιλάει, ούτε τα αγκαλιάζει. Κι εγώ αγαπώ τα αυτοκίνητα, αλλά εκείνα δεν αγαπούν εμένα. Είναι μια ταινία όχι σοβαρή, πάνω σ’ ένα σοβαρό θέμα. Ήθελα να κάνω μια ταινία πάνω στην αντίφαση ανάμεσα στα πράγματα που κάνει κάποιος, και σ’ αυτά που θα ήθελε να κάνει· μ’ άλλα λόγια, ανάμεσα στη δουλειά που κάνει ο ήρωάς μου (κομμωτής), και στ’ όνειρό του ν’ νικήσει σ’ ένα ράλι. Θέλησα να γεφυρώσω αυτά τα δύο ακραία σημεία. Στο τέλος της ταινίας ο Jean-Pierre Leaud συνειδητοποιεί ότι όλες οι φαντασιώσεις του γύρω απ’ τ’ αυτοκίνητα είναι παιδικές. Έχει μάθει να διακρίνει ανάμεσα σ’ αυτό που είναι ουσιαστικό, και σ’ αυτό που δεν είναι· δηλαδή έχει ενηλικιωθεί. Γι’ αυτό και άφησα να καεί το φιλμ: δεν είχα πια τίποτα να πω (σ.σ. αναφέρεται στα τελευταία δευτερόλεπτα). Η Αναχώρηση είναι ένα πείραμα που κάναμε με τον Krzysztof σε σχέση με την ποσότητα μουσικής που μπορεί να χωρέσει σε μια ταινία – και νομίζω ότι εν προκειμένω το παρακάναμε». Τo soundtrack θα εκδοθεί για πρώτη φορά ολόκληρο το 1999 και μάλιστα σε βινύλιο από μια ιαπωνική εταιρία.
Komeda/ Skolimowski θα βρεθούν μαζί για τελευταία φορά στο “Rece do Gory” (Ψηλά τα Χέρια), το 1967. Φιλμ επιλεγμένο για το φεστιβάλ της Βενετίας περιθωριοποιήθηκε από τις πολωνικές αρχές και απαγορεύτηκε για 14 ολόκληρα χρόνια. Άγνωστο για μένα, αν βρίσκεται κάπου δισκογραφημένη η μουσική του. Όπως λέει κι ο Skolimowski: «Το Ψηλά τα Χέρια είναι σίγουρα η καλύτερη ταινία μου. Το λένε όλοι όσοι την έχουν δει. Ήμουν ελεύθερος να την κάνω όπως ακριβώς την ήθελα. Κανένας δεν επιθεώρησε τα γυρίσματα της κάθε μέρας και κανένας δεν με παρεμπόδισε σε τίποτα. Γι’ αυτό και έμεινα έκπληκτος όταν μπλοκαρίστηκε από τη λογοκρισία».
Το 1970 ο Skolimowski θα γυρίσει άλλη μία σημαδιακή ταινία, τη γερμανο-αμερικανική παραγωγή “Deep End”. Πρόκειται για ένα μοναδικής ατμόσφαιρας ερωτικό δράμα, στο οποίο πρωταγωνιστούσαν οι Jane Asher (το αμόρε του Paul McCartney) και Diana Dors, αλλά κυρίως ο έφηβος (τότε) John Moulder-Brown, με το “But I might die tonight” του Cat Stevens στους τίτλους αρχής (υπάρχει στο “Tea for the Tillerman”) και ακόμη με το magnum opus του krautrock το “Mother Sky” των Can να κοσμεί την ηχητική μπάντα. Την ταινία την είχα δει πριν από μια δεκαετία στο Τριανόν, αν και κάπου διάβασα πως θα ξαναπαιχτεί το φθινόπωρο (προφανώς με αφορμή το «Ο Θάνατός σου, Η Ζωή μου»).
Εδώ, μια δισκογραφία Skolimowski-Komeda…
1. Le Depart – 7” EP, FR. Philips M 437.376E – 1967
2. The Complete Recordings of Krzysztof Komeda Vol.11, Film Music – CD. POL. Polonia CD 109 – 1997 (περιέχει 31 λεπτά μουσικής από το «Φράγμα»)
3. Le Depart – LP, JAP. Volcano/ Culture Publishers GPJ8-1032 – 1999
4. Le Depart/ Bariera – CD, PID – 2010
κι εδώ το τραγούδι με την Christiane Legrand…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου