«Στην αφετηρία όλων των διαλογικών αφηγήσεων (των “θεατρικών έργων”) που γράφω υπάρχει η ίδια εμμονή: ο κοινός θάνατος μέσα σε αυτό που θαμπά και ασαφώς ονομάζουμε “αγάπη” – ο χαμός διά της αγάπης, εξαιτίας της αγάπης. Στο ZYKLON οι δύο ήρωες βρίσκονται μέσα στο σκοτάδι, σε μία πεποιημένη μήτρα, στην κάψουλα ενός παιχνιδιού roller coaster όπου προστατεύονται από βραχίονα ασφαλείας.(…)
Δύο άνθρωποι του σήμερα αποφασίζουν, θαρρείς αναδρομικά, να πεθάνουν στο Άουσβιτς του 1943. “Μα πως είναι δυνατόν αυτό;” θα ρωτήσει κανείς – “αφού η Ιστορία έχει συντελεστεί;”. Για αυτό κατέφυγα στο θέατρο, στην θεατρική συνθήκη της αναπαράστασης – που συνάμα, ωστόσο, είναι και ζωή. Με ενδιέφερε πάρα πολύ η έξοδος από τον προσωπικό χώρο στον ιστορικό χρόνο: πλέον δεν είμαστε προστατευμένοι στην κάψουλά μας, δεν έχουμε πια βραχίονα ασφαλείας – είμαστε μέσα στον θάλαμο αερίων του Άουσβιτς.
Υπάρχει το ηθικό (ή ηθικιστικό) ερώτημα αν δικαιούμαστε να κάνουμε τέχνη με το Ολοκαύτωμα. Δικαιούμαστε να κάνουμε τέχνη με οτιδήποτε – οποιαδήποτε άλλη εκδοχή θα ήταν μια θλιβερή παραίτηση υπέρ της θεολογίας. Είναι βέβαια εξαιρετικά δύσκολο να βρεθείς ως συγγραφέας με το θέμα του Ολοκαυτώματος στα χέρια και να μην σε καταπιεί σαν μαύρη τρύπα: το Ολοκαύτωμα παράγει περισσότερη υλική αλήθεια από όσην ερμηνεία μπορούν να σηκώσουν οι αφηγήσεις μας. Αλλά καθώς γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Θεσσαλονίκη, δεν μπορούσα να σκεφτώ οποιαδήποτε άλλη εκδοχή επαφής με τους αφανισμένους Εβραίους συμπολίτες μου.(…) Και καθώς μεγαλώνω το αίτημα τούτης της επαφής γυρίζει στο μυαλό μου όλο και πιο επίμονα – σχεδόν ως ψύχωση».
Αν και διαφωνώ
εντελώς με την αντίληψη πως δικαιούμαστε να κάνουμε τέχνη με οτιδήποτε και
κυρίως με οποιονδήποτε τρόπο –αυτό το «με οποιονδήποτε τρόπο» με τρομάζει, κάτι
που δεν το εδράζω, φυσικά, σε θεολογικές αντιλήψεις, αλλά σε ευρύτερες ηθικές-φιλοσοφικές–
θέλω να πω πως η μουσική, από τη φύσης της, θα έχει πάντα τη δυνατότητα να
κινείται στους δικούς της δρόμους. Η γλώσσα της διατηρεί και θα διατηρεί εφ’
όρου ζωής τη δική της αυτονομία, ενώ και ο… ευγενικός τη λόγος δεν θα γίνει
ποτέ, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, κανονιστικός, ακόμη και στις περιπτώσεις
εκείνες που θα κληθεί να συνεργαστεί με τις άλλες Τέχνες (κατά τη διάρκεια μιας
θεατρικής ή κινηματογραφικής παράστασης κ.λπ.).
Βεβαίως, επί του προκειμένου, το ζήτημα είναι πως εγώ
προσωπικώς δεν έχω δει το συγκεκριμένο έργο, ώστε να μπορώ να κρίνω το… αν ο
τρόπος που συνεργάζονται οι Τέχνες στο “Zyklon”, άρα και η μουσική, εξυπηρετεί τον γενικότερο
προβληματισμό του συγγραφέα και του σκηνοθέτη – ο οποίος προβληματισμός, εξ
όσων διάβασα στο net,
δεν νομίζω να εμπίπτει σε κάποια κατηγορία ή υποκατηγορία του ηθικώς μεμπτού. Γιατί,
δηλαδή, να μην υπάρχουν έργα τέχνης που να σχετίζονται με το Ολοκαύτωμα; Δεν θα
πρέπει αυτό να αποκλειστεί εκ των προτέρων. Αν κάτι θα πρέπει να αποκλειστεί
(όχι από κάποια επιτροπή λογοκρισίας, αλλά από καθέναν μας ξεχωριστά) είναι η
πιθανότητα η «Τέχνη» (τότε σε εισαγωγικά) να υποδαυλίζει το μίσος, τη βεβήλωση
της μνήμης ή άλλα τιποτένια ιδεολογήματα.
Εκείνο που πρέπει να πω, αναφορικώς με τη μουσική, είναι πως
η παρουσία του Μυλωνάκη στο “Zyklon”
δεν θα ανατρέψει την εικόνα που έχουν οι φίλοι των Your Hand in Mine για
τις μουσικές του (τους). Τα δέκα θέματα, μικρής σχετικώς διάρκειας, που
παρουσιάζονται στο CD εντάσσονται όλα σ’ εκείνο το… electro δωματίου (σύνθια,
προγραμματισμός, εφφέ, αλλά και βιολί, βιόλα, τσέλο, πιάνο και τα λοιπά),
οικοδομώντας μια μουσική μνήμης, απώλειας και θλίψης, που συνάδει (υποθέτω) με
τα γενικότερα ζητήματα που θέτει το έργο. Οι συνδυασμοί είναι αποδοτικότατοι
εννοώ, και θέματα όπως «Το στρατόπεδο», «Ο θάλαμος αερίων» ή «Η απελπισία των
ματιών σου» εμπεριέχουν στοιχεία όλης εκείνης της διαβρωτικής έγχορδης electronica, που μας είναι
οικεία από την μεγάλη εποχή της 4AD (This Mortal Coil,
Dead Can Dance και
τα σχετικά).
Πολύ ωραίο το minimal κλείσιμο («Κεντρικό θέμα Ζυκλόν»)
με την κεντροευρωπαϊκή μελαγχολία του να βαδίζει στα χνάρια του καλύτερου Wim Mertens.
Επαφή: www.manosmilonakismusic.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου