Όπως είχα γράψει και παλαιότερα (7/5/2014),
με αφορμή το πρώτο άλμπουμ των Θεσσαλονικέων Mother Turtle: «Δεν είναι
πολλές οι progressive rock
προτάσεις που έχουν διατυπωθεί στην Ελλάδα μέσα στα χρόνια. Ξεκινώντας από τα
70s και φθάνοντας μέχρι τις μέρες μας μπορεί ν’
αθροίσουμε 20-30 δίσκους. Το progressive rock απαιτεί, περισσότερο από άλλες ροκ οντότητες,
πολύ καλούς και εκπαιδευμένους μουσικούς. Φυσικά, οι πολύ καλοί και
εκπαιδευμένοι μουσικοί μπορεί να παράγουν αδιάφορους και εντελώς τεχνοκρατικούς
δίσκους, και άρα να μην συγκρίνονται, όσον αφορά στο αίσθημα, με την μουσική
ενός γκρουπ της γειτονιάς που μπορεί να παίζει garage-punk… όμως progressive rock χωρίς μουσικάρες δεν νοείται». Άρα, και όσον αφορά στους Mother Turtle, έχουμε ένα πρώτο
σοβαρό κρατούμενο. Οι άνθρωποι… Κώστας Κωνσταντινίδης κιθάρες, φωνή, midi, Γιώργος Μπαλτάς
ντραμς, φωνητικά, Γιώργος Θεοδωρόπουλος keyboards, Γιώργος Φιλοπέλου μπάσο, Μπάμπης Προδρομίδης
σαξόφωνο, φλάουτο, Αλέξης Κιουρντζιάδης βιολί χειρίζονται τα όργανά τους με
κλειστά μάτια – κάτι που διαπιστώνεται εξ αρχής.
Έπειτα, στο χώρο του art-rock, γιατί αυτό είναι το progressive των Mother Turtle, το progressive των Genesis, των VdGG και των Curved Air (και άλλων πολλών φυσικά) εκείνο που καταξιώνει ένα συγκρότημα είναι η
σωστή διαχείριση του χρόνου, στα μεγάλης διάρκειας tracks. Κι εδώ, στο “II” [Private, 2017], υπάρχει ένα 20λεπτο κατ’ αρχάς κομμάτι,
το “Walpurgi flame”,
που δείχνει τις αληθινά μεγάλες δυνατότητες του γκρουπ.
Οι Mother Turtle θέλω να πω γεμίζουν
κάθε δευτερόλεπτο του 20λεπτου με τη σφριγηλή παρουσία τους, που συνίσταται,
χονδρικώς, στα θαυμάσια μελωδικά passages, στις έξοχες κιμπορντικές και κιθαριστικές
ενορχηστρώσεις, στις δραματικές εν τέλει κορυφώσεις, στους καλούς
φιλοσοφικούς/ υπαρξιακούς στίχους, στην πολύ ωραία παρέμβαση του «δύσκολου»
σαξοφώνου και του ακόμη πιο «δύσκολου» βιολιού, και επίσης στα σχετικώς καλά φωνητικά
(το πιο αδύναμο σημείο των Mother Turtle, που χρήζει μεγαλύτερης προσοχής – αν και,
προσωπικώς, αναγνωρίζω τις εγγενείς δυσκολίες σ’ αυτό τον τομέα).
Εξ ίσου καλή, δηλαδή
πλήρη εντύπωση μού δημιούργησε και το έσχατο track του CD “The art of ending a revolution”, γερά χωμένο μέσα στις αργές μελωδικές αλλαγές
και στον άψογο δημιουργικό ρόλο του σαξοφώνου, με τα πλήκτρα (πίσω) και τις
κιθάρες (μπροστά) να κάνουν επίσης τέλεια δουλειά.
Το λέω, επειδή το
πιστεύω. Οι Mother Turtle, αν φροντίσουν περισσότερο τα φωνητικά τους
επενδύοντας ταυτοχρόνως στα της παραγωγής θ’ αγγίξουν το «δέκα».
Ωραιότατη κριτική! Θα συμφωνήσω απόλυτα σε όλα. Πραγματικά μιλάμε για μία μπάντα-διαμάντι που αξίζει να ακουστεί σε όσο το δυνατόν περισσότερα αυτιά.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜία μικρή φιλική διόρθωση: στο τέλος του άρθρου σας γράφετε Mother Earth, προφανέστατα χτύπησε ο δαίμων του τυπογραφείου απλά θεώρησα συνετό να το επισημάνω (ωραιότατη μπάντα κι ετούτοι βέβαια!)
Να είστε καλά.
Ευχαριστώ πολύ.
ΔιαγραφήΔιορθώθηκε.