Κυριακή 11 Απριλίου 2010

GIL MELLE της Ανδρομέδας…

Για τον Gil Melle (1931-2004), το επώνυμο του οποίου προφέρεται Μελάι και όχι Μελέ, πρωτοέμαθα στα μέσα της δεκαετίας του ’80, όταν έπεσε στα χέρια μου η δεύτερη έκδοση του βιβλίου τού Σάκη Παπαδημητρίου «Θέματα και Πρόσωπα της Σύγχρονης Τζαζ (1950-1970)» (εκδ. αυτοσχεδιασμός, Θεσσαλονίκη, 1979). Εκεί, ο Παπαδημητρίου αφιερώνει ένα κεφάλαιο τριών σελίδων στο θέμα «Ηλεκτρονική και τζαζ», εξετάζοντας ειδικότερα την περίπτωση του Gil Melle. Διαβάζοντας το βιβλίο, τότε, είχα παρακινηθεί κι είχα βρει, καμιά δεκαριά χρόνια αργότερα, το… κλασικό άλμπουμ “Tome VI”, που είχε εκδόσει ο Gil Melle στην Verve προς το τέλος του ’67 με αρχές του ’68, το οποίο και άκουσα, δίχως να μου προξενήσει κάποιαν ιδιαίτερη εντύπωση. Συμφωνούσα, δηλαδή, μέσες-άκρες, με τον Παπαδημητρίου, ο οποίος σημείωνε στο βιβλίο του: «Η πρώτη προσπάθεια για ζωντανή live ηλεκτρονική τζαζ έγινε από τον Τζιλ Μελέ το χειμώνα του 1966 στην Καλιφόρνια. Πρώτος δίσκος το “Tome VI” [Verve V6-8744] του ίδιου με το κουαρτέτο του The Jazz Electronauts, που αποτελείται από τον ίδιο στο σοπράνο σαξόφωνο, και ακόμη πιάνο, μπάσο και τύμπανα, δηλαδή μια πολύ συνηθισμένη μορφή συγκροτήματος τζαζ. Η διαφορά είναι ότι κάθε μουσικός χειρίζεται, ταυτόχρονα ή κατά διαστήματα, διάφορα ηλεκτρονικά μηχανήματα. Ο Τζιλ Μελέ σχεδίασε και έφτιαξε ο ίδιος τα πέντε νέα ηλεκτρονικά όργανα που τα βάφτισε με διάφορα ονόματα: electar, envelope, doomsday machine, tome VI (σ.σ. αυτό ήταν το ‘πειραγμένο’ σοπράνο του) , effects generator. Ο Μελέ σημειώνει ότι όλα αυτά τα ηλεκτρονικά όργανα είναι ανεξάρτητα, δηλαδή παράγουν δικούς τους ήχους, έχουν δικές τους αυτοτελείς φωνές και δε χρειάζεται να προσαρμοστούν σε κανένα συμβατικό μουσικό όργανο.(…) Το κουαρτέτο παίζει εκείνη τη στιγμή όλα τα ηλεκτρονικά όργανα, και στο δίσκο ακούγονται όπως όταν εμφανίζονται σε ακροατήριο, αποφεύγοντας τα πολλά κανάλια και τα πολλά στρώματα εγγραφών.(…). Δυστυχώς η μουσική του δίσκου σαν τζαζ δεν είναι τίποτα το ιδιαίτερο (σ.σ. σίγουρα ως electronic λέει περισσότερα). Ο Μελέ είναι απόηχος του Κολτρέιν στο σοπράνο σαξόφωνο, ο Φόρεστ Γουέστμπρουκ στο πιάνο προδίνεται από την κλασική του παιδεία, ο Μπενφαράλ Μάθιους στο μπάσο έχει αρκετά καλές στιγμές και τελικά μόνο ο Φρεντ Σόφλετ στα τύμπανα φαίνεται πιο εξοικειωμένος με τη σύγχρονη τζαζ. Δεν είναι δυνατό να προσδιοριστεί από το δίσκο η πηγή των ηλεκτρονικών ήχων και να φανεί ποιος (μουσικός) δημιουργεί ποιον (ήχο). Μια γενική παρατήρηση μόνο: αν και συμμετέχουν πέντε νέα ηλεκτρονικά όργανα, που υποτίθεται πως έχουν μεγάλες δυνατότητες, η μουσική που βγαίνει δεν προσφέρει την έκπληξη του νεόκοπου, όσο τουλάχιστο θα περίμενε κανείς (σ.σ. όταν είχε προϋπάρξει το ‘Forbidden Planet’ των Louis και Bebe Barron, το ‘Tome VI’ έμοιαζε με… οδοντόκρεμα)». Παρά ταύτα, απ’ ό,τι φαίνεται, και μέσα σε λίγα χρόνια (2-3 δηλαδή) είχε διανυθεί πολύ μεγάλο διάστημα. Ομολογώ πως δεν είχα ακούσει το soundtrack της ταινίας του Robert Wise “The Andromeda Strain”, που είχε βγει στην Kapp [KRS 5513] το 1971. Tα παιδιά που διαβάζουν το blog, ο Νικόλας και ο Άγγελος, ήταν εκείνα που με παρακίνησαν να το κάνω. Και το έκανα με μεγάλη χαρά (την ταινία θα τη δω αργότερα), αφού και τα παιδιά πριμοδοτούσαν όσο δεν πάει άλλο, κι εγώ τον Gil Melle τον ήξερα (είχα κάποιο δίσκο του δηλαδή), θέλοντας να επεκτείνω την… παλιά μου γνωριμία.Το “The Andromeda Strain” δεν είχε καμμία σχέση με το “Tome VI”. Δεν επρόκειτο δηλαδή για κάποιο είδος τζαζεμένης electronica, αλλά για ένα (σχεδόν) καθαρό electro έργο – λέω σχεδόν, γιατί σίγουρα ακούγονται στο άλμπουμ πιάνο στο “Wildfire”, κρουστά στο “Desert trip”, κοντραμπάσο στο “Strobe crystal green”, πιθανώς και άλλα όργανα – το οποίο εμφανίζει ένα χαρακτήρα κομματάκι σπάνιο, για αμερικανικό έργο της εποχής. Εντάξει, πολλά εφέ μπορεί να θυμίζουν και psych σχήματα της περιόδου, που πειραματίζονταν με τις γεννήτριες (τους Wazoo, ας πούμε, του George Katsakis - πρέπει να το ξανακούσω αυτό το άλμπουμ - α ρε πατρίδα…), όμως, εδώ, είναι σίγουρο πως ακούγονται concrete ήχοι (ήδη από το πρώτο track “Wildfire”), αλλά κι ένα γενικότερο μανιπουλάρισμα, που μας πάει πιο πίσω στο χρόνο, στον Xenakis και τον Stockhausen. Πολύ δυνατό LP. Τις ευχαριστίες μου, λοιπόν, στον Νικόλα Χατζηγιάννη και τον Φανταστκό Ήχο που με προέτρεψαν να το ακούσω.

2 σχόλια:

  1. "Andromeda Strain", μοναδική μίξη musique concrete, ξεσπασμάτων λευκού και ροζ θορύβου και μίξης ηλεκτρονικών και ακουστικών οργάνων (κοντραμπάσσου, πιάνου, κρουστών). Αυτό που μου άρέσει περισσότερο από το έταιρο ηλεκτρονικό soundtrack του "Forbidden Planet", είναι ότι ο Melle δουλεύει με εξοπλισμό των αρχών της 10ετίας του 70, έχοντας σαν αποτέλεσμα ένα μεστότερο και "βαθύτερο" ήχο, απομακρυσμένο από τη kitsch χροιά του "Πλανήτη".

    Για την ιστορία, η πρώτη έκδοση της Kapp σε εξαγωνικό die-cut εξώφυλλο έγινε σε 10.000 αντίτυπα. Έξαντλήθηκαν σχετικά γρήγορα και ο Melle πίεσε την εταιρεία για μια δεύτερη έκδοση, η οποία πραγματοποιήθηκε ένα χρόνο αργότερα σε κανικά, αυτή τη φορά, τετράγωνα εξώφυλλα. Αποτέλεσμα ήταν να υπάρξει περιορισμένο αγοραστικό ενδιαφέρον για το κανονικό packaging και η μητρική δισκογραφική MCA να χάσει πλέον κάθε ενδιαφέρον για τη προώθηση του LP.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Thanks για τα στοιχεία Σπύρο. Πάντως, δεν θα το αποκαλούσα kitsch soundtrack το "Forbidden Planet". Την ταινία ναι, αλλά το soundtrack γιατί; Μιλάμε εξάλλου για μια δουλειά που ακούστηκε το '56 (αν θυμάμαι καλά), και πριν απ' αυτήν ελάχιστα ανάλογα πράγματα είχαν υπάρξει. Βασικά, οι cine-θερεμίνες των Dr. Samuel J. Hoffman και Harry Revel από τα forties... ή, πιθανώς, και κάτι ακόμη...

    ΑπάντησηΔιαγραφή