Μαζί με το βασιλικό ποτίζεται κι η γλάστρα; Αν πιστέψουμε στην παροιμία, τότε στα καλλιτεχνικά 50χρονα της Joan Baez – που άλλοι τα γιόρτασαν πέρυσι και άλλοι θα τα γιορτάσουν εφέτος – θα έπρεπε, λογικώς, να βρεθούν και λίγες λέξεις για τον Έλληνα Ted Alevizos, τον άνθρωπο που στάθηκε δίπλα της στα πρώτα χρόνια της καριέρας της (1959), και με τον οποίον ηχογράφησε το πρώτο άλμπουμ με τ’ όνομά της στο εξώφυλλο. Αμ δε...
Ας πω, πάντως, απ' την αρχή πως δεν είχα κατά νου ένα άμεσο κείμενο για τον Ted Alevizos, πολλώ δε μάλλον για τα 50χρονα της Baez. Την αφορμή μού την παρείχε ένα άρθρο του Γιάννη Πετρίδη στην Βιβλιοθήκη της Ελευθεροτυπίας (7/8/2009) υπό τον τίτλο «Joan Baez, 50 χρόνια τραγουδά για την κοινωνική ισότητα», το οποίον είχα διαβάσει στις καλοκαιρινές διακοπές, τον περασμένον Αύγουστο. Κατάλαβα, για άλλη μια φορά, ανεξαρτήτως από το ποιος γράφει τι – ο Γιάννης Πετρίδης, είναι ο Γιάννης Πετρίδης ok – ότι η έρευνα εις βάθος θα είναι, πάντα, κάτι που θ’ αναζητείται. Μία από τα ίδια δηλαδή, κι έξω απ’ την πόρτα... Δεν παραξενεύτηκα λοιπόν, όταν μέσα σ’ ένα κείμενο χιλίων ή και παραπάνω λέξεων, στο οποίο ανακυκλώνονταν τα γνωστά τοις πάσι, δεν βρέθηκαν ούτε δύο, έστω, για την απλή αναφορά τού ονόματος αυτού του πολύ αξιόλογου έλληνα δημιουργού, που σχετιζόταν άμεσα με το θέμα. Πρώτη φορά έγραψα για τον Ted Alevizos στο Jazz & Τζαζ τεύχος 63 (Ιούνιος 1998), στο κείμενο «Φάκελος folk στον αέρα». Λίγο καιρό πριν είχα βρει σ’ ένα παλιατζίδικο στο Μετς, πίσω από το Παναθηναϊκό Στάδιο, και τα τρία προσωπικά LP που ηχογράφησε ο Alevizos στα sixties, στις εταιρίες Tradition, Prestige και Pathways of Sound (ίσως κάποιος γνωστός ή συγγενής του να τα είχε «σκοτώσει»), συνδυάζοντας εκείνη την ανακάλυψή μου με το LP των Clancy Brothers και του Tommy Makem “The Rising of the Moon”, που είχε πρωτοκυκλοφορήσει και αυτό στην Tradition το ’59 και το οποίο είχε τότε (1998) επανεκδοθεί. Τον επόμενο μήνα ο Κώστας Αρβανίτης ανέφερε τον Ted Alevizos σ’ ένα κείμενό του στο περιοδικό ZOO (τ.10, 7-8/1998) ως έναν «πρωτοπόρο του acid», για ένα επανέλθει ο ίδιος, με περισσότερα στοιχεία, στο τεύχος 17 του ZOO (9/1999), εντάσσοντας τον Ted Alevizos στην ευρύτερη folk σκηνή της Νέας Αγγλίας. Αυτές είναι όλες κι όλες οι αναφορές που γνώριζα και γνωρίζω στην ελληνική – δεν νομίζω να υπάρχουν άλλες – και αν κάτι έρχεται να προστεθεί στα προηγούμενα, μετά από μια δεκαετία και πλέον είναι, κυρίως, η εύρεση και η ακρόαση του πολύ σπάνιου άλμπουμ Folksingers ’Round Harvard Square, που ηχογράφησαν από κοινού η Joan Baez, ο Bill Wood και ο Ted Alevizos, για λογαριασμό της εταιρίας Veritas, τον Μάιο του 1959. Ας ανακεφαλαιώσω... Με βάση ένα σύντομο βιογραφικό που υπάρχει στο οπισθόφυλλο του άλμπουμ της Tradition “Songs of Greece” (νωρίς το 1960), μαθαίνουμε πως ο Theodore “Ted” Alevizos γεννήθηκε στο Milwaukee, από γονείς που κατάγονταν από τη Νότια Πελοπόννησο. Με σπουδές στο Marquette University, στο Juilliard School of Music, αλλά και με master από το Columbia University θα διακριθεί όχι μόνο για την τενόρο φωνή του, μα και ως folk ερμηνευτής. Το 1957 τον βρίσκει προϊστάμενο στην Widener Library, στο Harvard, τη Βιβλιοθήκη δηλαδή στην οποία θ’ ανακαλύψει τη συλλογή του Greek Folklore, ανακαλώντας στη μνήμη του τραγούδια, τα οποία άκουγε, από μικρός, στο σπίτι του. Γύρω στο ’58 πρέπει να έμαθε να παίζει κιθάρα, παρουσιάζοντας αυτά ακριβώς τα ελληνικά τραγούδια στoν WBZ-TV (τηλεοπτικός σταθμός της Βοστόνης), στο Ballad Room επίσης στη Βοστόνη, στο radio show του Oscar Brand στη Νέα Υόρκη, όπως και σε διάφορα άλλα στέκια της Νέας Αγγλίας. Προφανώς, σε κάποια απ’ αυτά τα στέκια ο Alevizos γνώρισε την Joan Baez, η οποία από το 1958 ζούσε κάπου στο Belmont (προάστιο της Βοστόνης) με την οικογένειά της. Στην αυτοβιογραφία της, που έχει κυκλοφορήσει και στην ελληνική ως «Και μια φωνή να τραγουδάω» (εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 1988), η Baez θυμάται:
«Ο Πήτερ (σ.σ. Robinson), ένας φίλος της οικογένειας, προσφέρθηκε να μου κάνει το μάνατζερ και κανονίσαμε μια ηχογράφηση στο κελάρι του σπιτιού ενός άλλου φίλου (σ.σ. του Stephen Fassett). Πήγα εκεί να φτιάξουμε ένα άλμπουμ με τον Μπιλ Γουντ (σ.σ. πατέρας του Chris Wood, του μπασίστα των Medeski Martin & Wood) και τον Τεντ Αλεβίζο. Ο Μπιλ ήταν μηχανικός, απόφοιτος του Χάρβαρντ, κι είχε μια εκπομπή με μουσική φολκ στο ραδιοφωνικό σταθμό του πανεπιστημίου. Ο Τεντ Αλεβίζος τραγουδούσε ελληνικά τραγούδια κι είχε ένα εκπληκτικό τέμπρο στη φωνή του· είχε σπουδάσει φωνητική κι ήταν συντηρητικός. Κυκλοφορούσε ένα κουτσομπολιό, ότι ο Τεντ είχε δοκιμάσει ένα καινούριο ναρκωτικό, το LSD, ότι είχε χάσει τελείως το μυαλό του μετά απ’ αυτό κι είχαν περάσει βδομάδες μέχρι να συνειδητοποιήσει ότι ξαναγύρισε στη γη. Τραγουδήσαμε μερικά σόλο, μερικά ντουέτα και για το φινάλε τη δική μας μοναδική και εξαιρετική διασκευή του ‘When I’m dead and buried, don’t weep after me’. Το άλμπουμ βαφτίστηκε Folksingers ’Round Harvard Square. Πολλά χρόνια αργότερα ένας παραγωγός ξαναηχογράφησε το δίσκο, τού’φτιαξε καινούριο εξώφυλλο και τον ονόμασε ‘The Best of Joan Baez” (σ.σ. αναφέρεται στο LP της Squire, που κυκλοφόρησε το 1963). Με τρόπο μαγικό κατάφερε ακόμα και τη μονοφωνική ηχογράφηση να την κάνει στερεοφωνική και διαφήμιζε το δίσκο με το σλόγκαν: ‘η πιο συναρπαστική φολκ τραγουδίστρια της Αμερικής’. Τον έβγαλε στην αγορά μόλις εγώ ετοιμαζόμουν να κυκλοφορήσω το δίσκο μου εκείνης της χρονιάς. Έπρεπε να πάμε στα δικαστήρια, για να σταματήσουμε την παραγωγή και τη διάθεσή του».
Το άλμπουμ της Veritas, παρότι έχει κάνει διάφορες επανεκδόσεις (και όχι μόνο στη Squire) ως το πραγματικό πρώτο της Baez, πριν δηλαδή από το επίσημο στην Vanguard (11/1960), στην original έκδοσή του είναι σπάνιο και ιδιαίτερης αξίας (και δεν εννοώ χρηματικής). Και τούτο, γιατί περιέχει 18 τραγούδια συνολικώς, τα περισσότερα από οποιαδήποτε άλλη έκδοση. (Είναι προφανές πως, τα μετέπειτα χρόνια, επειδή το εμπορικό κύκλωμα ενδιαφερόταν μόνο για την Baez και όχι για τον Bill Wood ή τον Ted Alevizos, τα τραγούδια των τελευταίων περικόπτονταν, αφήνοντας έτσι να εννοηθεί πως επρόκειτο για ένα προσωπικό LP της Baez και όχι για μια τριπλή συνεργασία).
(λεπτομέρεια από το back cover του LP της Veritas)
Έτσι λοιπόν σ’ εκείνο το δίσκο, που κυκλοφόρησε σε περιορισμένα αντίτυπα το 1960, και κατά πάσα πιθανότητα μετά από το άλμπουμ του Alevizos στην Tradition – γίνεται λόγος στο back cover, ήδη, για ηχογραφήσεις του με greek folk songs – ακούγονταν: 6 τραγούδια με την Joan Baez, 3 με την Baez σε ντούο με τον Bill Wood, 4 με τον Bill Wood, 4 με τον Ted Alevizos και ένα, το “Don’t weep after me”, και με τους τρεις μαζί (για το οποίο κάνει λόγο και η Baez, στο απόσπασμα από την αυτοβιογραφία της). Αξίζει να σημειώσω, εδώ, την τεράστια επιρροή που άσκησε ο Alevizos, εκείνα τα πρώιμα χρόνια, στη νεαρή folksinger. Όχι μόνο με την ευρύτητα του ρεπερτορίου του, όσο, κυρίως, με τη φωνή του. Στο βιβλίο τού David Hajdu “Positively 4th Street” (εκδ. North Point Press, New York 2002) διαβάζουμε το προφανές πως ο Ted Alevizos, εξείχε τόσο πολύ, ως φωνή, ώστε σχεδόν κάλυπτε την Joan. Ο Hajdu, μάλιστα, είχε εντοπίσει τον Alevizos, ο οποίος θυμόταν:
«Τραγουδούσαμε ένα κομμάτι μαζί στο τέλος του δίσκου, έχοντας εγώ, κατά κάποιο τρόπο, το ρόλο του leader. Η Joan είχε αναστατωθεί, επειδή συνήθιζε να λέει πως είχα την πιο μεγαλοπρεπή φωνή που είχε ποτέ ακούσει. Συνήθως με ρωτούσε πώς κατάφερνα και τραγουδούσα έτσι. ‘Θέλω κι εγώ να τραγουδήσω όπως εσύ. Πώς μπορώ να το κάνω;’ και τέτοια. Της έλεγα πως έχω κάνει μαθήματα για να το καταφέρω, και τότε μου απαντούσε ‘α όχι – όχι, όχι’».
Και συμπληρώνει ο Hajdu:
«Όσο και να είχε σκανδαλιστεί από τον τρόπο που τραγουδούσε ο Alevizos, ο φόβος και η ανασφάλεια υπερκάλυπταν την περιέργειά της».
Εκείνο που λέει η Baez στην αυτοβιογραφία της περί του «εκπληκτικού τέμπρο» του Alevizos το διαπιστώνει κανείς ακούγοντας το συγκλονιστικό – το κάνει ο ίδιος δηλαδή συγκλονιστικό – “Rejected lover”· ερμηνεία που μπορεί να συγκριθεί μόνον με τα αριστουργήματα της Odetta από την ίδια περίοδο. Τα άλλα τρία τραγούδια είναι το “Walie Walie”, το “Astrapsen” (τραγουδισμένο στη γλώσσα μας!) και το “Lass from the low country” (το έχουν πει η Odetta, η Nina Simone, η Joan Baez και διάφοροι άλλοι και άλλες), το οποίον ο Alevizos το απογειώνει.
Μοιάζει να είπα τη μαγική λέξη; Ο Alevizos, ως μέλος της κοινότητας του Harvard ήδη από το 1957, φαίνεται πως είχε δοκιμάσει LSD καιρό πριν τον Timothy Leary και τους υπόλοιπους μύστες των sixties· ο οποίος Leary μπήκε λέκτορας στο Πανεπιστήμιο το 1959 και μέχρι τον Αύγουστο του ’60, όταν πρωτογεύτηκε magic mushrooms στην Cuernavaca, δεν είχε καπνίσει ούτε μαριχουάνα. Eξάλλου, όπως γράφουν και οι Martin A. Lee & Bruce Shlain στο βιβλίο τους “The Complete Social History of LSD: The CIA, the Sixties, and Beyond” (εκδ. Grove Press, New York 1992) «φοιτητές και καθηγητές τού Harvard είχαν, από χρόνια, ρόλου ‘ινδικών χοιριδίων’ για τη CIA και τον Στρατό, όσον αφορά στις επιδράσεις από τη χρήση LSD». Από το ίδιο βιβλίο μαθαίνουμε, επίσης, πως το LSD μπήκε στο Harvard το 1949, όταν οι δόκτορες Rinkel και Hyde οργάνωσαν ένα είδος σεμιναρίου στο Boston Psychopathic Institute, που συνεργαζόταν με το Πανεπιστήμιο, προσφέροντας acid σε 100 εθελοντές, και μελετώντας τη συμπεριφορά τους. Μετά απ’ όλα τούτα δεν μου φαίνεται και τόσο συντηρητικός ο Έλληνας. Απεναντίας μου φαίνεται αρκούντως προχωρημένος... αν και ποιος ξέρει τι ακριβώς εννοούσε η Baez. Και κάτι ακόμη για το LP τής Veritas. Πότε πρωτοεκδόθηκε και πότε μπήκε το αυτοκόλλητο “This is the historic album featuring the original first recordings of America’s most exciting folk singer, The Best of Joan Baez” στην πάνω δεξιά μεριά του εξωφύλλου; Σίγουρα βγήκε το 1960, επειδή αυτό αναγράφεται στο οπισθόφυλλο, και κατά πάσα πιθανότητα πριν από την εμφάνιση της Baez στο Newport Folk Festival, τον Ιούνιο εκείνης της χρονιάς. Αλλιώς θα γινόταν λόγος γι’ αυτό, όπως γίνεται λόγος για την εμφάνισή της στο πρώτο Newport Folk Festival τον Ιούλιο του ’59. Το αυτοκόλλητο δε πρέπει να μπήκε μετά τον Δεκέμβριο του ’63, όταν ο Lemuel Marshall Wells ο ιδιοκτήτης της Veritas – πιθανώς και με τη συγκατάθεση της Baez – αποφάσισε να χτυπήσει την πειρατική έκδοση της Squire, που πουλούσε σαν τρελή, τυπώνοντας εξώφυλλα και δίσκους (αν δεν είχε ήδη κάποιους στην αποθήκη του), αντιγράφοντας ακόμη και το motto της.
Και ο Alevizos; Το 1960 ήταν, ως φαίνεται, η χρονιά του, καθότι, τότε, κυκλοφόρησαν στις ΗΠΑ τρία άλμπουμ με τ’ όνομά του στο εξώφυλλο. Το πρώτο ήταν εκείνο στην Tradition, υπό τον τίτλο “Songs of Greece”. Πρόκειται για μια συλλογή 15 τραγουδιών, πολύ γνωστών και αγαπημένων στο ευρύτερο ελληνικό κοινό, τα οποία ο Alevizos ερμηνεύει μ’ έναν εντελώς προσωπικό τρόπο· τον βοηθά η σπάνια φωνή του και φυσικά το γεγονός ότι νοιώθει, βαθειά, όσα τραγουδάει. Το “Mia voskopoula agapisa” κοντράρει στη μνήμη μου την μελιστάλακτη, αλλά σε κάθε περίπτωση εξαιρετική εκδοχή τού Δημήτρη Ζάχου, ενώ μέσα από τη “Misirlou” του (εννοώ το φωνητικό της μέρος), βλέπω να καταφθάνει η διπλοπενιά τού Dick Dale στη Fender Stratocaster του, δύο χρόνια αργότερα. Το άλμπουμ πρέπει να έκανε, σε κύκλους έστω, μεγάλη εντύπωση στην εποχή του, αλλιώς δεν εξηγείται το γεγονός πως μετά από επτά χρόνια, κάποιοι, ακόμη το θυμόντουσαν. Όλοι ξέρετε το “Greek Cooking”, το άλμπουμ που ηχογράφησε ο σαξοφωνίστας Phil Woods με τον Ιορδάνη Τσομίδη στην Impulse! στις αρχές του ’67. Εκεί υπάρχει ένα κείμενο ενός από τους πιο σημαντικούς τζαζ μουσικανθρώπους του 20ου αιώνα του Nat Hentoff (ζει και σήμερα, στα 85 του), στο οποίο αναπαράγεται ένα μέρος του κειμένου τού Ted Alevizos, που πρωτογράφτηκε για το “Songs of Greece”. Σημειώνει ο Hentoff:
«Όπως ο Ted Alevizos, ένας επιδέξιος ερμηνευτής ελληνικών φολκ τραγουδιών, το έχει θέσει: ‘Ταλαιπωρημένοι από τους πολέμους, τη φτώχεια και την καταπίεση οι Έλληνες διατήρησαν το πνεύμα να εκφράσουν τον εαυτό τους μέσα από το τραγούδι και την ποίηση. Ήταν μια έκφραση ανθρώπων ερωτευμένων με τη ζωή, με τη φύση, με τον ίδιο τον έρωτα’».
Αξίζει, επίσης, να πω πως τον Alevizos συνόδευε στη δεύτερη κιθάρα ο Rolf Cahn, ένας από τους ανθρώπους που «έστησαν» τη φολκ σκηνή (και όχι μόνο στην Ανατολική Ακτή). Έγραφα, σχετικώς, στο τεύχος 63:
«Ο Cahn ήταν από τους ανθρώπους που στήριξαν όσο λίγοι τo αναπτυσσόμενο είδος των protest songs. Μάλιστα, όταν επισκέφθηκε τη Μινεάπολη στα τέλη του 1960, ο μόνος που δεν παρακολούθησε τα μαθήματά του στην κιθάρα ήταν ο Bob Dylan, γιατί όπως μαρτυρά και ο Anthony Scaduto στο βιβλίο του ‘Bob Dylan, An intimate biography, εκδ. New American Library, New Jersey 1971’, ο νεαρός τότε κιθαρίστας έδειχνε μεγαλύτερο ενδιαφέρον στο να μαζεύει τραγούδια από ’δω κι από ’κει παρά να βελτιώνεται τεχνικώς...».
Για τον Cahn όμως απαιτείται ξεχωριστό άρθρο. Αν μου δoθεί η αφορμή... Για το “Folksingers ’Round Harvard Square” των Baez, Wood, Alevizos τα είπαμε. Το τρίτο LP, και δεύτερο προσωπικό, τού Ted Alevizos κυκλοφόρησε στο τέλος του 1960 ή το αργότερο στις αρχές του ’61 από την Prestige International (και όχι το 1963, όπως είχα γράψει, έστω και με ερωτηματικό, στο τεύχος 63 του Jazz & Τζαζ), και είχε τίτλο “Greek Folksongs sung by Theodore Alevizos”. Περιείχε 19 τραγούδια, σε 13 εκ των οποίων έπαιζε δεύτερη κιθάρα πάλι ο Rolf Cahn, ενώ σε δύο τραγουδούσε η σύζυγος Susan Alevizos. Από την ίδια πληροφορούμαστε πως το ζευγάρι είχε επισκεφθεί την Ελλάδα, μαθαίνοντας τραγούδια επί τόπου και όχι μόνον από τις Βιβλιοθήκες ή μέσω των αναμνήσεων των μεταναστών. Στο συνδυασμό και των τριών στοιχείων πιθανώς να οφείλεται η ιδιαιτερότητα των αποδόσεων. Σμυρνέικα, ροδίτικα, καρπαθιώτικα, θρακιώτικα, αλλά και από τα Ιόνια Νησιά ή την Καπαδοκία ανάμεσα και η «Ψαροπούλα» του Μπαγιαντέρα, όλα τραγουδισμένα, στη γλώσσα μας εννοείται, και με αμόλυντη όσο και ξέχειλη συγκίνηση.
Η επόμενη δισκογραφική εμφάνιση του Ted Alevizos δεν πρέπει να συμβαίνει πριν το 1968/69, αν και δεν αποκλείω εντελώς να υπάρχει κάτι ανάμεσα – παρότι έχω το νου μου την τελευταία δεκαετία. Μάλιστα, αυτή συνδυάστηκε με την έκδοση ενός βιβλίου, τον Δεκέμβριο του ’68, υπό τον τίτλο “Folk Songs of Greece” και τον υπότιτλο “Work songs, love songs, dances, historical ballads, singing games, lullabies, holiday songs – 52 songs in Greek and English compiled, arranged and translated by Susan and Ted Alevizos” [Oak Publications]. Το LP τώρα είχε τίτλο “Greek Folksongs sung by Ted Alevizos” και είχε τυπωθεί στην Pathways of Sound, που είχε την έδρα της στο Cambridge της Μασαχουσέτης. Η εταιρία τύπωνε, βασικά, δίσκους για παιδιά, ενώ καλλιτεχνικός της διευθυντής ήταν ο Eric Von Schmidt (1931-2007), ένας από τους πιο αναγνωρισμένους folkist των sixties. Η ιστορία του και οι εμπειρίες του απαιτούν βιβλίο. Ευτυχώς το έγραψε ο ίδιος μαζί με το φίλο του Jim Rooney το 1979 (επανατύπωση από το 1994), το έχω στη βιβλιοθήκη μου, και κάποια στιγμή ίσως... μεταφέρω κομμάτια του (θα υπάρξουν αφορμές).
Ο Von Schmidt φιλοτέχνησε και το ωραίο, ελληνικότατο εξώφυλλο τού άλμπουμ, στο οποίο περιλαμβάνονταν μερικά από τα άσματα των προηγούμενων δίσκων, κάποιοι χοροί, αλλά και ορισμένα παιδικά (“Nato to daktilidi”, “Kalanda”, “Den pernas kira Maria”). Εν αντιθέσει με τα προηγούμενα LP εδώ δεν ακούγονταν μόνο κιθάρες, αλλά και μαντολίνο (ο αδελφός Jim Alevizos), φλάουτο (o καθηγητής στο Harvard σε θέματα Κοινωνικής Τεχνολογίας Emmanuel G. Mesthene), καθώς και το σαντούρι της Suzan Alevizos. Όπως γράφει η ίδια, είχε διδαχθεί τα μυστικά του από τον Νάξιο Γιάννη Τζόβενο, αδελφό του μεγάλου σαντουριέρη του ρεμπέτικου Κώστα Τζόβενου. Εδώ, οι πολλές πληροφορίες σταματούν. Σκοτάδι καλύπτει τα πάντα, σε σχέση με τις μουσικές δραστηριότητες του Alevizos, τουλάχιστον μέχρι το 2000, όταν κυκλοφόρησε ένα CD με χριστουγεννιάτικους ύμνους, κι άλλο ένα με πασχαλινούς το 2002, κάτω από το όνομά του. (Τα CD έχουν πάρει εγκωμιαστικές κριτικές και εντοπίζονται στο internet). Επιχείρησα όμως να βρω τον ίδιον τον Alevizos μέσω κάποιων e-mails που βρήκα στο διαδίκτυο, αλλά κατέστη αδύνατον. Ελπίζω να ζει (αν ναι, πρέπει να είναι πάνω από 80), γιατί και γύρω απ’ αυτό το θέμα έχω αντικρουόμενες πληροφορίες· κοινώς, δεν μπορώ να βγάλω άκρη. Σίγουρα, την ευκαιρία την έχασα πριν από 12 χρόνια σ’ εκείνο το παλιατζίδικο στο Μετς. Δεν ενδιαφέρθηκα, τότε, να ρωτήσω τον μαγαζάτορα από ποιον είχε αγοράσει τους δίσκους. Τώρα είν’ αργά. Ούτε παλιατζίδικο υπάρχει, ούτε παλιατζής. Νομίζω, ούτε Μετς... Δισκογραφία
1. Songs of Greece – USA. Tradition TLP1037 – early 1960 (as Theodore Alevizos)
–. Songs of Greece – AUS. Astor GGS 1252 – 1960 (as Theodore Alevizos - πρόκειται για αυστραλέζικη έκδοση)
2. Folksingers ’Round Harvard Square – USA. Veritas XTV-62202 – mid 1960 (as Joan Baez, Bill Wood, Ted Alevizos)
3. Greek Folksongs Sung by Theodore Alevizos – USA. Prestige International INT 13024 – 1960 ή ’61
4. Greek Folksongs Sung by Ted Alevizos – USA. Pathways of Sound POS 1041 – 1968/69
5. A Greek Byzantine Christmas – USA. Gnision TA 1451 – 2000
6. A Greek Byzantine Easter – USA. Gnision TA 6518 – 2002
(Το κείμενο το έγραψα τον προηγούμενο Αύγουστο και πρωτοδημοσιεύτηκε στο 201 τεύχος του Jazz & Τζαζ τον Δεκέμβριο που μας πέρασε)
Ας πω, πάντως, απ' την αρχή πως δεν είχα κατά νου ένα άμεσο κείμενο για τον Ted Alevizos, πολλώ δε μάλλον για τα 50χρονα της Baez. Την αφορμή μού την παρείχε ένα άρθρο του Γιάννη Πετρίδη στην Βιβλιοθήκη της Ελευθεροτυπίας (7/8/2009) υπό τον τίτλο «Joan Baez, 50 χρόνια τραγουδά για την κοινωνική ισότητα», το οποίον είχα διαβάσει στις καλοκαιρινές διακοπές, τον περασμένον Αύγουστο. Κατάλαβα, για άλλη μια φορά, ανεξαρτήτως από το ποιος γράφει τι – ο Γιάννης Πετρίδης, είναι ο Γιάννης Πετρίδης ok – ότι η έρευνα εις βάθος θα είναι, πάντα, κάτι που θ’ αναζητείται. Μία από τα ίδια δηλαδή, κι έξω απ’ την πόρτα... Δεν παραξενεύτηκα λοιπόν, όταν μέσα σ’ ένα κείμενο χιλίων ή και παραπάνω λέξεων, στο οποίο ανακυκλώνονταν τα γνωστά τοις πάσι, δεν βρέθηκαν ούτε δύο, έστω, για την απλή αναφορά τού ονόματος αυτού του πολύ αξιόλογου έλληνα δημιουργού, που σχετιζόταν άμεσα με το θέμα. Πρώτη φορά έγραψα για τον Ted Alevizos στο Jazz & Τζαζ τεύχος 63 (Ιούνιος 1998), στο κείμενο «Φάκελος folk στον αέρα». Λίγο καιρό πριν είχα βρει σ’ ένα παλιατζίδικο στο Μετς, πίσω από το Παναθηναϊκό Στάδιο, και τα τρία προσωπικά LP που ηχογράφησε ο Alevizos στα sixties, στις εταιρίες Tradition, Prestige και Pathways of Sound (ίσως κάποιος γνωστός ή συγγενής του να τα είχε «σκοτώσει»), συνδυάζοντας εκείνη την ανακάλυψή μου με το LP των Clancy Brothers και του Tommy Makem “The Rising of the Moon”, που είχε πρωτοκυκλοφορήσει και αυτό στην Tradition το ’59 και το οποίο είχε τότε (1998) επανεκδοθεί. Τον επόμενο μήνα ο Κώστας Αρβανίτης ανέφερε τον Ted Alevizos σ’ ένα κείμενό του στο περιοδικό ZOO (τ.10, 7-8/1998) ως έναν «πρωτοπόρο του acid», για ένα επανέλθει ο ίδιος, με περισσότερα στοιχεία, στο τεύχος 17 του ZOO (9/1999), εντάσσοντας τον Ted Alevizos στην ευρύτερη folk σκηνή της Νέας Αγγλίας. Αυτές είναι όλες κι όλες οι αναφορές που γνώριζα και γνωρίζω στην ελληνική – δεν νομίζω να υπάρχουν άλλες – και αν κάτι έρχεται να προστεθεί στα προηγούμενα, μετά από μια δεκαετία και πλέον είναι, κυρίως, η εύρεση και η ακρόαση του πολύ σπάνιου άλμπουμ Folksingers ’Round Harvard Square, που ηχογράφησαν από κοινού η Joan Baez, ο Bill Wood και ο Ted Alevizos, για λογαριασμό της εταιρίας Veritas, τον Μάιο του 1959. Ας ανακεφαλαιώσω... Με βάση ένα σύντομο βιογραφικό που υπάρχει στο οπισθόφυλλο του άλμπουμ της Tradition “Songs of Greece” (νωρίς το 1960), μαθαίνουμε πως ο Theodore “Ted” Alevizos γεννήθηκε στο Milwaukee, από γονείς που κατάγονταν από τη Νότια Πελοπόννησο. Με σπουδές στο Marquette University, στο Juilliard School of Music, αλλά και με master από το Columbia University θα διακριθεί όχι μόνο για την τενόρο φωνή του, μα και ως folk ερμηνευτής. Το 1957 τον βρίσκει προϊστάμενο στην Widener Library, στο Harvard, τη Βιβλιοθήκη δηλαδή στην οποία θ’ ανακαλύψει τη συλλογή του Greek Folklore, ανακαλώντας στη μνήμη του τραγούδια, τα οποία άκουγε, από μικρός, στο σπίτι του. Γύρω στο ’58 πρέπει να έμαθε να παίζει κιθάρα, παρουσιάζοντας αυτά ακριβώς τα ελληνικά τραγούδια στoν WBZ-TV (τηλεοπτικός σταθμός της Βοστόνης), στο Ballad Room επίσης στη Βοστόνη, στο radio show του Oscar Brand στη Νέα Υόρκη, όπως και σε διάφορα άλλα στέκια της Νέας Αγγλίας. Προφανώς, σε κάποια απ’ αυτά τα στέκια ο Alevizos γνώρισε την Joan Baez, η οποία από το 1958 ζούσε κάπου στο Belmont (προάστιο της Βοστόνης) με την οικογένειά της. Στην αυτοβιογραφία της, που έχει κυκλοφορήσει και στην ελληνική ως «Και μια φωνή να τραγουδάω» (εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 1988), η Baez θυμάται:
«Ο Πήτερ (σ.σ. Robinson), ένας φίλος της οικογένειας, προσφέρθηκε να μου κάνει το μάνατζερ και κανονίσαμε μια ηχογράφηση στο κελάρι του σπιτιού ενός άλλου φίλου (σ.σ. του Stephen Fassett). Πήγα εκεί να φτιάξουμε ένα άλμπουμ με τον Μπιλ Γουντ (σ.σ. πατέρας του Chris Wood, του μπασίστα των Medeski Martin & Wood) και τον Τεντ Αλεβίζο. Ο Μπιλ ήταν μηχανικός, απόφοιτος του Χάρβαρντ, κι είχε μια εκπομπή με μουσική φολκ στο ραδιοφωνικό σταθμό του πανεπιστημίου. Ο Τεντ Αλεβίζος τραγουδούσε ελληνικά τραγούδια κι είχε ένα εκπληκτικό τέμπρο στη φωνή του· είχε σπουδάσει φωνητική κι ήταν συντηρητικός. Κυκλοφορούσε ένα κουτσομπολιό, ότι ο Τεντ είχε δοκιμάσει ένα καινούριο ναρκωτικό, το LSD, ότι είχε χάσει τελείως το μυαλό του μετά απ’ αυτό κι είχαν περάσει βδομάδες μέχρι να συνειδητοποιήσει ότι ξαναγύρισε στη γη. Τραγουδήσαμε μερικά σόλο, μερικά ντουέτα και για το φινάλε τη δική μας μοναδική και εξαιρετική διασκευή του ‘When I’m dead and buried, don’t weep after me’. Το άλμπουμ βαφτίστηκε Folksingers ’Round Harvard Square. Πολλά χρόνια αργότερα ένας παραγωγός ξαναηχογράφησε το δίσκο, τού’φτιαξε καινούριο εξώφυλλο και τον ονόμασε ‘The Best of Joan Baez” (σ.σ. αναφέρεται στο LP της Squire, που κυκλοφόρησε το 1963). Με τρόπο μαγικό κατάφερε ακόμα και τη μονοφωνική ηχογράφηση να την κάνει στερεοφωνική και διαφήμιζε το δίσκο με το σλόγκαν: ‘η πιο συναρπαστική φολκ τραγουδίστρια της Αμερικής’. Τον έβγαλε στην αγορά μόλις εγώ ετοιμαζόμουν να κυκλοφορήσω το δίσκο μου εκείνης της χρονιάς. Έπρεπε να πάμε στα δικαστήρια, για να σταματήσουμε την παραγωγή και τη διάθεσή του».
Το άλμπουμ της Veritas, παρότι έχει κάνει διάφορες επανεκδόσεις (και όχι μόνο στη Squire) ως το πραγματικό πρώτο της Baez, πριν δηλαδή από το επίσημο στην Vanguard (11/1960), στην original έκδοσή του είναι σπάνιο και ιδιαίτερης αξίας (και δεν εννοώ χρηματικής). Και τούτο, γιατί περιέχει 18 τραγούδια συνολικώς, τα περισσότερα από οποιαδήποτε άλλη έκδοση. (Είναι προφανές πως, τα μετέπειτα χρόνια, επειδή το εμπορικό κύκλωμα ενδιαφερόταν μόνο για την Baez και όχι για τον Bill Wood ή τον Ted Alevizos, τα τραγούδια των τελευταίων περικόπτονταν, αφήνοντας έτσι να εννοηθεί πως επρόκειτο για ένα προσωπικό LP της Baez και όχι για μια τριπλή συνεργασία).
(λεπτομέρεια από το back cover του LP της Veritas)
Έτσι λοιπόν σ’ εκείνο το δίσκο, που κυκλοφόρησε σε περιορισμένα αντίτυπα το 1960, και κατά πάσα πιθανότητα μετά από το άλμπουμ του Alevizos στην Tradition – γίνεται λόγος στο back cover, ήδη, για ηχογραφήσεις του με greek folk songs – ακούγονταν: 6 τραγούδια με την Joan Baez, 3 με την Baez σε ντούο με τον Bill Wood, 4 με τον Bill Wood, 4 με τον Ted Alevizos και ένα, το “Don’t weep after me”, και με τους τρεις μαζί (για το οποίο κάνει λόγο και η Baez, στο απόσπασμα από την αυτοβιογραφία της). Αξίζει να σημειώσω, εδώ, την τεράστια επιρροή που άσκησε ο Alevizos, εκείνα τα πρώιμα χρόνια, στη νεαρή folksinger. Όχι μόνο με την ευρύτητα του ρεπερτορίου του, όσο, κυρίως, με τη φωνή του. Στο βιβλίο τού David Hajdu “Positively 4th Street” (εκδ. North Point Press, New York 2002) διαβάζουμε το προφανές πως ο Ted Alevizos, εξείχε τόσο πολύ, ως φωνή, ώστε σχεδόν κάλυπτε την Joan. Ο Hajdu, μάλιστα, είχε εντοπίσει τον Alevizos, ο οποίος θυμόταν:
«Τραγουδούσαμε ένα κομμάτι μαζί στο τέλος του δίσκου, έχοντας εγώ, κατά κάποιο τρόπο, το ρόλο του leader. Η Joan είχε αναστατωθεί, επειδή συνήθιζε να λέει πως είχα την πιο μεγαλοπρεπή φωνή που είχε ποτέ ακούσει. Συνήθως με ρωτούσε πώς κατάφερνα και τραγουδούσα έτσι. ‘Θέλω κι εγώ να τραγουδήσω όπως εσύ. Πώς μπορώ να το κάνω;’ και τέτοια. Της έλεγα πως έχω κάνει μαθήματα για να το καταφέρω, και τότε μου απαντούσε ‘α όχι – όχι, όχι’».
Και συμπληρώνει ο Hajdu:
«Όσο και να είχε σκανδαλιστεί από τον τρόπο που τραγουδούσε ο Alevizos, ο φόβος και η ανασφάλεια υπερκάλυπταν την περιέργειά της».
Εκείνο που λέει η Baez στην αυτοβιογραφία της περί του «εκπληκτικού τέμπρο» του Alevizos το διαπιστώνει κανείς ακούγοντας το συγκλονιστικό – το κάνει ο ίδιος δηλαδή συγκλονιστικό – “Rejected lover”· ερμηνεία που μπορεί να συγκριθεί μόνον με τα αριστουργήματα της Odetta από την ίδια περίοδο. Τα άλλα τρία τραγούδια είναι το “Walie Walie”, το “Astrapsen” (τραγουδισμένο στη γλώσσα μας!) και το “Lass from the low country” (το έχουν πει η Odetta, η Nina Simone, η Joan Baez και διάφοροι άλλοι και άλλες), το οποίον ο Alevizos το απογειώνει.
Μοιάζει να είπα τη μαγική λέξη; Ο Alevizos, ως μέλος της κοινότητας του Harvard ήδη από το 1957, φαίνεται πως είχε δοκιμάσει LSD καιρό πριν τον Timothy Leary και τους υπόλοιπους μύστες των sixties· ο οποίος Leary μπήκε λέκτορας στο Πανεπιστήμιο το 1959 και μέχρι τον Αύγουστο του ’60, όταν πρωτογεύτηκε magic mushrooms στην Cuernavaca, δεν είχε καπνίσει ούτε μαριχουάνα. Eξάλλου, όπως γράφουν και οι Martin A. Lee & Bruce Shlain στο βιβλίο τους “The Complete Social History of LSD: The CIA, the Sixties, and Beyond” (εκδ. Grove Press, New York 1992) «φοιτητές και καθηγητές τού Harvard είχαν, από χρόνια, ρόλου ‘ινδικών χοιριδίων’ για τη CIA και τον Στρατό, όσον αφορά στις επιδράσεις από τη χρήση LSD». Από το ίδιο βιβλίο μαθαίνουμε, επίσης, πως το LSD μπήκε στο Harvard το 1949, όταν οι δόκτορες Rinkel και Hyde οργάνωσαν ένα είδος σεμιναρίου στο Boston Psychopathic Institute, που συνεργαζόταν με το Πανεπιστήμιο, προσφέροντας acid σε 100 εθελοντές, και μελετώντας τη συμπεριφορά τους. Μετά απ’ όλα τούτα δεν μου φαίνεται και τόσο συντηρητικός ο Έλληνας. Απεναντίας μου φαίνεται αρκούντως προχωρημένος... αν και ποιος ξέρει τι ακριβώς εννοούσε η Baez. Και κάτι ακόμη για το LP τής Veritas. Πότε πρωτοεκδόθηκε και πότε μπήκε το αυτοκόλλητο “This is the historic album featuring the original first recordings of America’s most exciting folk singer, The Best of Joan Baez” στην πάνω δεξιά μεριά του εξωφύλλου; Σίγουρα βγήκε το 1960, επειδή αυτό αναγράφεται στο οπισθόφυλλο, και κατά πάσα πιθανότητα πριν από την εμφάνιση της Baez στο Newport Folk Festival, τον Ιούνιο εκείνης της χρονιάς. Αλλιώς θα γινόταν λόγος γι’ αυτό, όπως γίνεται λόγος για την εμφάνισή της στο πρώτο Newport Folk Festival τον Ιούλιο του ’59. Το αυτοκόλλητο δε πρέπει να μπήκε μετά τον Δεκέμβριο του ’63, όταν ο Lemuel Marshall Wells ο ιδιοκτήτης της Veritas – πιθανώς και με τη συγκατάθεση της Baez – αποφάσισε να χτυπήσει την πειρατική έκδοση της Squire, που πουλούσε σαν τρελή, τυπώνοντας εξώφυλλα και δίσκους (αν δεν είχε ήδη κάποιους στην αποθήκη του), αντιγράφοντας ακόμη και το motto της.
Και ο Alevizos; Το 1960 ήταν, ως φαίνεται, η χρονιά του, καθότι, τότε, κυκλοφόρησαν στις ΗΠΑ τρία άλμπουμ με τ’ όνομά του στο εξώφυλλο. Το πρώτο ήταν εκείνο στην Tradition, υπό τον τίτλο “Songs of Greece”. Πρόκειται για μια συλλογή 15 τραγουδιών, πολύ γνωστών και αγαπημένων στο ευρύτερο ελληνικό κοινό, τα οποία ο Alevizos ερμηνεύει μ’ έναν εντελώς προσωπικό τρόπο· τον βοηθά η σπάνια φωνή του και φυσικά το γεγονός ότι νοιώθει, βαθειά, όσα τραγουδάει. Το “Mia voskopoula agapisa” κοντράρει στη μνήμη μου την μελιστάλακτη, αλλά σε κάθε περίπτωση εξαιρετική εκδοχή τού Δημήτρη Ζάχου, ενώ μέσα από τη “Misirlou” του (εννοώ το φωνητικό της μέρος), βλέπω να καταφθάνει η διπλοπενιά τού Dick Dale στη Fender Stratocaster του, δύο χρόνια αργότερα. Το άλμπουμ πρέπει να έκανε, σε κύκλους έστω, μεγάλη εντύπωση στην εποχή του, αλλιώς δεν εξηγείται το γεγονός πως μετά από επτά χρόνια, κάποιοι, ακόμη το θυμόντουσαν. Όλοι ξέρετε το “Greek Cooking”, το άλμπουμ που ηχογράφησε ο σαξοφωνίστας Phil Woods με τον Ιορδάνη Τσομίδη στην Impulse! στις αρχές του ’67. Εκεί υπάρχει ένα κείμενο ενός από τους πιο σημαντικούς τζαζ μουσικανθρώπους του 20ου αιώνα του Nat Hentoff (ζει και σήμερα, στα 85 του), στο οποίο αναπαράγεται ένα μέρος του κειμένου τού Ted Alevizos, που πρωτογράφτηκε για το “Songs of Greece”. Σημειώνει ο Hentoff:
«Όπως ο Ted Alevizos, ένας επιδέξιος ερμηνευτής ελληνικών φολκ τραγουδιών, το έχει θέσει: ‘Ταλαιπωρημένοι από τους πολέμους, τη φτώχεια και την καταπίεση οι Έλληνες διατήρησαν το πνεύμα να εκφράσουν τον εαυτό τους μέσα από το τραγούδι και την ποίηση. Ήταν μια έκφραση ανθρώπων ερωτευμένων με τη ζωή, με τη φύση, με τον ίδιο τον έρωτα’».
Αξίζει, επίσης, να πω πως τον Alevizos συνόδευε στη δεύτερη κιθάρα ο Rolf Cahn, ένας από τους ανθρώπους που «έστησαν» τη φολκ σκηνή (και όχι μόνο στην Ανατολική Ακτή). Έγραφα, σχετικώς, στο τεύχος 63:
«Ο Cahn ήταν από τους ανθρώπους που στήριξαν όσο λίγοι τo αναπτυσσόμενο είδος των protest songs. Μάλιστα, όταν επισκέφθηκε τη Μινεάπολη στα τέλη του 1960, ο μόνος που δεν παρακολούθησε τα μαθήματά του στην κιθάρα ήταν ο Bob Dylan, γιατί όπως μαρτυρά και ο Anthony Scaduto στο βιβλίο του ‘Bob Dylan, An intimate biography, εκδ. New American Library, New Jersey 1971’, ο νεαρός τότε κιθαρίστας έδειχνε μεγαλύτερο ενδιαφέρον στο να μαζεύει τραγούδια από ’δω κι από ’κει παρά να βελτιώνεται τεχνικώς...».
Για τον Cahn όμως απαιτείται ξεχωριστό άρθρο. Αν μου δoθεί η αφορμή... Για το “Folksingers ’Round Harvard Square” των Baez, Wood, Alevizos τα είπαμε. Το τρίτο LP, και δεύτερο προσωπικό, τού Ted Alevizos κυκλοφόρησε στο τέλος του 1960 ή το αργότερο στις αρχές του ’61 από την Prestige International (και όχι το 1963, όπως είχα γράψει, έστω και με ερωτηματικό, στο τεύχος 63 του Jazz & Τζαζ), και είχε τίτλο “Greek Folksongs sung by Theodore Alevizos”. Περιείχε 19 τραγούδια, σε 13 εκ των οποίων έπαιζε δεύτερη κιθάρα πάλι ο Rolf Cahn, ενώ σε δύο τραγουδούσε η σύζυγος Susan Alevizos. Από την ίδια πληροφορούμαστε πως το ζευγάρι είχε επισκεφθεί την Ελλάδα, μαθαίνοντας τραγούδια επί τόπου και όχι μόνον από τις Βιβλιοθήκες ή μέσω των αναμνήσεων των μεταναστών. Στο συνδυασμό και των τριών στοιχείων πιθανώς να οφείλεται η ιδιαιτερότητα των αποδόσεων. Σμυρνέικα, ροδίτικα, καρπαθιώτικα, θρακιώτικα, αλλά και από τα Ιόνια Νησιά ή την Καπαδοκία ανάμεσα και η «Ψαροπούλα» του Μπαγιαντέρα, όλα τραγουδισμένα, στη γλώσσα μας εννοείται, και με αμόλυντη όσο και ξέχειλη συγκίνηση.
Η επόμενη δισκογραφική εμφάνιση του Ted Alevizos δεν πρέπει να συμβαίνει πριν το 1968/69, αν και δεν αποκλείω εντελώς να υπάρχει κάτι ανάμεσα – παρότι έχω το νου μου την τελευταία δεκαετία. Μάλιστα, αυτή συνδυάστηκε με την έκδοση ενός βιβλίου, τον Δεκέμβριο του ’68, υπό τον τίτλο “Folk Songs of Greece” και τον υπότιτλο “Work songs, love songs, dances, historical ballads, singing games, lullabies, holiday songs – 52 songs in Greek and English compiled, arranged and translated by Susan and Ted Alevizos” [Oak Publications]. Το LP τώρα είχε τίτλο “Greek Folksongs sung by Ted Alevizos” και είχε τυπωθεί στην Pathways of Sound, που είχε την έδρα της στο Cambridge της Μασαχουσέτης. Η εταιρία τύπωνε, βασικά, δίσκους για παιδιά, ενώ καλλιτεχνικός της διευθυντής ήταν ο Eric Von Schmidt (1931-2007), ένας από τους πιο αναγνωρισμένους folkist των sixties. Η ιστορία του και οι εμπειρίες του απαιτούν βιβλίο. Ευτυχώς το έγραψε ο ίδιος μαζί με το φίλο του Jim Rooney το 1979 (επανατύπωση από το 1994), το έχω στη βιβλιοθήκη μου, και κάποια στιγμή ίσως... μεταφέρω κομμάτια του (θα υπάρξουν αφορμές).
Ο Von Schmidt φιλοτέχνησε και το ωραίο, ελληνικότατο εξώφυλλο τού άλμπουμ, στο οποίο περιλαμβάνονταν μερικά από τα άσματα των προηγούμενων δίσκων, κάποιοι χοροί, αλλά και ορισμένα παιδικά (“Nato to daktilidi”, “Kalanda”, “Den pernas kira Maria”). Εν αντιθέσει με τα προηγούμενα LP εδώ δεν ακούγονταν μόνο κιθάρες, αλλά και μαντολίνο (ο αδελφός Jim Alevizos), φλάουτο (o καθηγητής στο Harvard σε θέματα Κοινωνικής Τεχνολογίας Emmanuel G. Mesthene), καθώς και το σαντούρι της Suzan Alevizos. Όπως γράφει η ίδια, είχε διδαχθεί τα μυστικά του από τον Νάξιο Γιάννη Τζόβενο, αδελφό του μεγάλου σαντουριέρη του ρεμπέτικου Κώστα Τζόβενου. Εδώ, οι πολλές πληροφορίες σταματούν. Σκοτάδι καλύπτει τα πάντα, σε σχέση με τις μουσικές δραστηριότητες του Alevizos, τουλάχιστον μέχρι το 2000, όταν κυκλοφόρησε ένα CD με χριστουγεννιάτικους ύμνους, κι άλλο ένα με πασχαλινούς το 2002, κάτω από το όνομά του. (Τα CD έχουν πάρει εγκωμιαστικές κριτικές και εντοπίζονται στο internet). Επιχείρησα όμως να βρω τον ίδιον τον Alevizos μέσω κάποιων e-mails που βρήκα στο διαδίκτυο, αλλά κατέστη αδύνατον. Ελπίζω να ζει (αν ναι, πρέπει να είναι πάνω από 80), γιατί και γύρω απ’ αυτό το θέμα έχω αντικρουόμενες πληροφορίες· κοινώς, δεν μπορώ να βγάλω άκρη. Σίγουρα, την ευκαιρία την έχασα πριν από 12 χρόνια σ’ εκείνο το παλιατζίδικο στο Μετς. Δεν ενδιαφέρθηκα, τότε, να ρωτήσω τον μαγαζάτορα από ποιον είχε αγοράσει τους δίσκους. Τώρα είν’ αργά. Ούτε παλιατζίδικο υπάρχει, ούτε παλιατζής. Νομίζω, ούτε Μετς... Δισκογραφία
1. Songs of Greece – USA. Tradition TLP1037 – early 1960 (as Theodore Alevizos)
–. Songs of Greece – AUS. Astor GGS 1252 – 1960 (as Theodore Alevizos - πρόκειται για αυστραλέζικη έκδοση)
2. Folksingers ’Round Harvard Square – USA. Veritas XTV-62202 – mid 1960 (as Joan Baez, Bill Wood, Ted Alevizos)
3. Greek Folksongs Sung by Theodore Alevizos – USA. Prestige International INT 13024 – 1960 ή ’61
4. Greek Folksongs Sung by Ted Alevizos – USA. Pathways of Sound POS 1041 – 1968/69
5. A Greek Byzantine Christmas – USA. Gnision TA 1451 – 2000
6. A Greek Byzantine Easter – USA. Gnision TA 6518 – 2002
(Το κείμενο το έγραψα τον προηγούμενο Αύγουστο και πρωτοδημοσιεύτηκε στο 201 τεύχος του Jazz & Τζαζ τον Δεκέμβριο που μας πέρασε)
Φώντα, βρήκα σήμερα το blog σου κατά τύχη και ενθουσιάστηκα με το περιεχόμενο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο άρθρο σου για τον Αλεβίζο είναι άκρως ενημερωτικό. Έμαθα πολλά που δεν ήξερα και θυμήθηκα άλλα γνωστά.
Επίτρεψέ μου να προσθέσω μια σημαντική πληροφορία, η οποία δίνει και την απάντηση στην ερώτησή σου αν ζει σήμερα και τι ηλικία έχει ο Αλεβίζος.
Δυστυχώς, Φώντα, ο Θεόδωρος "Τεντ" Αλεβίζος, μας άφησε χρόνους. Απεβίωσε σε ηλικία 83 ετών, από νεφρική ανεπάρκεια, τον περασμένο Οκτώβριο. Αιωνία του η μνήμη και ζωή σε λόγου μας!
Παραθέτω τη νεκρολογία που δημοσιεύθηκε στην Boston Globe στις 2 Δεκ. 2009 (η οποία δεν αναφέρει ούτε λέξη για την ενασχολησή του με τη μουσική). Ενδιαφέρον έχει η επιθυμία (του;) για δωρεές στην μνήμη του στη σχολή Julliard, στην οποία εσπούδασε.
Theodore G. "Ted" Alevizos
ALEVIZOS, Theodore G. "Ted" Age 83, died on October 30, 2009 of renal failure. A man of great intellect and wit, he leaves his wife Susan, three sons, several grandchildren and his sister, Stella. Ted is a WWII Veteran, a musician, librarian, attorney, law professor, and mentor to thousands of students. Donations may be made to Nathan Adelson Hospice, Las Vegas, NV or The Julliard School, New York.
Πηγή:
http://www.legacy.com/obituaries/bostonglobe/obituary.aspx?n=theodore-g-alevizos-ted&pid=136771397
Φιλικά
Ι.Ν. Αρβανίτης
Ευχαριστώ πολύ για την πληροφορία, αγαπητέ φίλε. Την εποχή που πέθενε ο άνθρωπος έστελνα τα τελευταία e-mail... Μπορούμε έτσι να πούμε πως γεννήθηκε το 1926 και πως την εποχή που ηχογραφούσε το άλμπουμ με την Baez (1959) ήταν 33 ετών. Αρκετά μεγάλος, δηλαδή, για να τον βλέπει ένα 18χρονο κορίτσι ως πρότυπο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι πάλι σ' ευχαριστώ.
φωντα βρηκα το greek folksongs του 68 γυρω στα 15 ευρω,το προτεινεις?
ΑπάντησηΔιαγραφήΜε ρωτάς, προφανώς, για την τιμή του.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕίναι το πιο δυσεύρετο από τα τρία sixties LP του, οπότε ok.
οχι για την τιμη του μονο.μουσικά ειναι καλό?
ΑπάντησηΔιαγραφήΑν σου αρέσουν τα δύο πρώτα, τότε θα σου αρέσει και αυτό.
ΑπάντησηΔιαγραφήΓειά σου Φώντα, ψάχνοντας στο δίκτυο για τον Ted ALevizo, έπεσα πάνω στον μικρό αυτόν επικήδειο : http://kraftsussman.com/tribute/details/48/Theodore-Alevizos/obituary.html
ΑπάντησηΔιαγραφήΑναφέρει πως ο ίδιος και η γυναίκα του είναι υπεύθυνοι για <> από την Ελλάδα του soundtrack του Z. Λες να ισχύει ?
Σπύρος
Είναι πολύ ενδιαφέροντα αυτά που διάβασα. Ευχαριστώ.
ΔιαγραφήΘα προσπαθήσω μήπως βρω και κάποιο ακόμη στοιχείο από άλλη πηγή...