HYPERCOLOR: Hypercolor [Tzadik, 2014]
Το βασικό rock trio,
με τις όποιες επιμέρους αισθητικές διαφοροποιήσεις του, θα είναι πάντα ζωντανό,
έτοιμο να ανακαλύψει ή και να ξανα-ανακαλύψει νέους ή ξεχασμένους δρόμους.
Τούτο φανερώνεται εκ νέου καθώς φθάνουν στ’ αυτιά μας οι ήχοι των Hypercolor, ενός
νεοϋορκέζικου στη βάση του γκρουπ, αποτελούμενο από σπουδαίες μονάδες. Ήτοι,
τον κιθαρίστα Eyal Maoz,
για τον οποίον έχω γράψει και παλαιότερα (3/1/2010) με αφορμή το άλμπουμ του “Hope and Destruction” [Tzadik, 2009], τον μπασίστα James Ilgenfritz (έχει παίξει με Anthony Braxton, John Zorn, Elliott Sharp και
πολλούς άλλους) και τον ντράμερ Lukas Ligeti
(γιός του György Ligeti και συνεργάτης των Henry Kaiser, Raoul Björkenheim, Gary Lucas, Jim O’Rourke, John Zorn κ.ά.).
Στο πρώτο αυτό φερώνυμο άλμπουμ τους οι Hypercolor στρέφονται
γύρω από δύο βασικούς άξονες… και άλλους πολλούς, αλλά λιγότερο βασικούς.
Έχουμε δηλαδή, κυρίως, ένα κλασικό trio που ροκάρει σ’ ένα στυλ no wave (άκου τους Material).
Αυτό είναι φανερό τόσο από τα σκληρά κιθαριστικά rock passages, όσο και από τα
«βαθιά» φάνκικα παιξίματα του μπάσου και των ντραμς, που μετατρέπουν τις
ποικίλες ethnic αναφορές (klezmer,
afro κ.λπ.)
σε καταιγιστικές ρυθμικές ακολουθίες. Φυσικά, μέσα σε όλα τούτα δεν γίνεται να μην
ανιχνεύεται η jazz και
βεβαίως το αυτοσχεδιαστικό πνεύμα, που παρέχει στην ηχογράφηση το διαρκές
αναζωογονητικό στοιχείο. Δέκα tracks,
με άλλα λόγια, που σε κερδίζουν αμέσως με την ευφράδεια, αλλά και την
συνθετότητά τους –ένα διαρκές μελωδικό και ρυθμικό «πήγαινε-έλα», που μπορεί να
εμφανίζει τόπους-τόπους ένα φλερτ με το complex progressive περιβάλλον
των Yes ή των Gentle Giant π.χ.–
και που, την ίδια στιγμή, αποτελούν διαβατήρια για πιο «σκοτεινές» και
περιπετειώδεις διαδρομές.
Μένω στo
“Ernesto, do you have a cotton box”, που μοιάζει μέσα στην
4λεπτη διάρκειά του μ’ ένα μακρύ στο χρόνο «κλείσιμο», στο… μεταλλικό “Palace”, στο… early 80s punk-funk “Squeaks” και βεβαίως στο full-prog
11λεπτο “Little brother”
– απίστευτο «προοδευτικό» κομμάτι (άνευ πλήκτρων) βγαλμένο από τρία άτομα!
RUDRESH MAHANTHAPPA: Bird Calls [ACT Music +
Vision, 2015]
Ο Rudresh Mahanthappa
είναι ένας από τους σημαντικότερους αλτίστες, σήμερα, στο jazz circuit. Αυτό έχει
διακριβωθεί τόσο από τα παλιά άλμπουμ του στην αμερικανική Pi Recordings, όσο
και από τα πιο πρόσφατα στη γερμανική ACT Music + Vision
– τo “Samdhi” από το 2011, ας πούμε, ή το “Gamak” του 2013. Στο πιο
πρόσφατο LP/CD του “Bird Calls” ο Mahanthappa πατάει φρένο στην εξερεύνηση
της «κλασικής ινδικής μουσικής» και στον τρόπο επικοινωνίας της με την σύγχρονη
jazz, γυρίζοντας πίσω
στις ρίζες και αποτίνοντας φόρο τιμής στον «δάσκαλό» του Charlie Parker. (Τo “Bird” του τίτλου είναι, φυσικά, ο Parker).
Έχοντας δίπλα του τον τρομπετίστα Adam O'Farrill (γιος του πιανίστα Arturo O'Farrill και
εγγονός του μεγάλου Chico O'Farrill – συνεργάτης του Bird και τα λοιπά), τον
πιανίστα Matt Mitchell,
τον κοντραμπασίστα François Moutin και τον ντράμερ Rudy Royston, ο Mahanthappa προβαίνει σε μια… ανακατασκευή των συνθέσεων του Parker, δείχνοντας πώς, με ποιον τρόπο, εκείνες
οι… 70χρονες μουσικές, θα μπορούσε ν’ αποκτήσουν ένα «άλλο» καινούριο πρόσωπο.
Φυσικά, οι παλιοί θα αντιδράσουν. Και θα πουν το… ολόσωστο, πως… οι μουσικές
του Parker είναι εκείνες
που είναι, και πως δεν χρειάζεται κανενός είδους λίφτιν, ώστε να είναι
ταιριαστές στο τώρα. Ποιος θα διαφωνήσει; Μόνο που ο Mahanthappa δεν διασκευάζει, δεν επανεκτελεί, δεν
επιχρωματίζει. Αφορμάται από κλασικές δημιουργίες του Bird (“Donna Lee”, “Relaxin’ at the Camarillo”, “Parker’s mood”, “Anthropology” κ.λπ.), παίρνει δηλαδή τα βασικά συστατικά
των μουσικών του (τα στοιχειώδη ακόρντα) και πάνω σ’ αυτά ξεδιπλώνει έναν
καινούριο ενίοτε μελωδικό και αρμονικό σχεδιασμό, δημιουργώντας κάτι άλλο –
κάτι καινούριο και πρωτάκουστο.
Άλλοτε πάλι μπορεί
να αφήνει απείραχτες τις μελωδίες, προσδίδοντας άλλες «δικές του» διαθέσεις.
Εμφανίζεται δηλαδή ο Mahanthappa (μπορεί να κάνει κάτι τέτοιο!) σαν το… πνεύμα του Parker, το οποίο, όντας αθάνατο, οδηγεί τον ίδιον
και την μπάντα προς άλλες διαδρομές. Για παράδειγμα στο “Talin in thinking” (που είναι βασισμένο στο “Parker’s mood”), o Mahanthappa διατηρεί την ίδια μελωδική γραμμή, δίνοντας
όμως στη σύνθεσή του μία βαθιά μελετημένη μελαγχολική χροιά (εκπληκτικό track), ενώ στο “On the DL” (αναφορά, φυσικά, στο “Donna Lee”) o… γεννημένος στην Τεργέστη από ινδούς γονείς σαξοφωνίστας διαμελίζει
την αρχική μελωδία, εισάγοντας μία εντελώς προσωπική (μελωδική) ανάγνωση,
έχοντας δίπλα του τον δικό του… Miles (τον Adam O'Farrill).
Το ξέρω, ορισμένοι μπορεί να μιλήσουν για «ασέβειες». Πριν
όμως… πατάξουν τον Mahanthappa θα πρέπει ν’ αφουγκραστούν…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου