Κατ’ αρχάς να πω πως εμένα ο όρος «έντεχνο» μου αρέσει – και
τον χρησιμοποιώ. Φυσικά, ένας τέτοιος όρος δεν υπονοεί πως τα καλά τραγούδια
διαχωρίζονται σε «έντεχνα» και «άτεχνα» (αν και «άτεχνα», δηλαδή κακά τραγούδια
υπάρχουν), αλλά πως ορισμένα τραγούδια έχουν «κάτι» που τα συνδέει μ’ ένα πολύ
συγκεκριμένο… έντεχνο είδος. Εκείνο το «χατζιδακικό» – που ήταν και το μόνο που
επιβίωσε, επί της ουσίας, από τα sixties και τα seventies. Θέλω να πω πως δεν επιβίωσε
ούτε το θεοδωρακικό τραγούδι, ούτε το τραγούδι του Ξαρχάκου, ούτε του Λοΐζου,
ούτε του Μαρκόπουλου, ούτε… ούτε… ούτε… Πείτε μου έναν συνθέτη που να επιμένει,
σήμερα, σ’ αυτού του τύπου τα άσματα – κάποιον, τέλος πάντων, που να γράφει με
τον τρόπο του Μούτση ή του Κουγιουμτζή. Δεν υπάρχει… Το περιωπής νταλκαδιάρικο,
λαϊκοσουξέ τραγούδι των nineties
(Μάλαμας, Θ. Παπακωνσταντίνου, Θαλασσινός κ.λπ.) εμένα δεν μου αρέσει να το λέω
«έντεχνο» (το βλέπω περισσότερο σαν μια μετεξέλιξη του τραγουδιού των
Ξυδάκη-Ρασούλη), όπως δεν θα πω «έντεχνους» τους Κατσιμιχαίους ή τον Μαχαιρίτσα
(αυτούς θα τους κατατάξω στους τραγουδοποιούς, στους singers-songwriters όπως τους λένε και οι
Αγγλοαμερικάνοι). Όλα αυτά μπορεί να φαίνονται κάπως ανούσια, όμως είναι
χρήσιμα όταν θέλουμε να συνεννοηθούμε. Οι λέξεις θέλω να πω, οι όροι, δεν είναι
αμελητέες ποσότητες, και πρέπει, όσο είναι εφικτό, όταν τις/τους χρησιμοποιούμε
να ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Με αυτά κατά νου λέω πως «Τα Θεατρικά»
του νέου συνθέτη Σταύρου Σταυρίδη είναι ένα «έντεχνο» άλμπουμ, που σημαίνει πως
υπάρχει διάσπαρτη μια «χατζιδακική» αίσθηση, χωρίς, πάντως, να αποσιωπούνται
άλλα επιμέρους στοιχεία από έτερες τραγουδιστικές σχολές.
«Τα Θεατρικά» [Μετρονόμος, 2014] είναι ένα CD με concept – έτσι το θέλει ο δημιουργός του.
Αν και το πιο πιθανό είναι να μην εκληφθεί ως τέτοιο, από κάποιον που μπορεί ν’
ακούει τα τραγούδια, δίχως ταυτοχρόνως να ξεφυλλίζει το σχετικό βιβλιαράκι. Ο
Σταυρίδης συνοδεύει τα λόγια των τραγουδιών του με μικρά κείμενα, που παρέχουν
και μία ταυτόχρονη θεατρική ανάγνωση – και τούτο παρά το γεγονός πως οι
συνθέσεις του είναι τόσο δουλεμένες και αυτάρκεις, ώστε να μπορεί να υπάρχουν
και πέραν αυτών (των πρόσθετων κειμένων).
Το γεγονός, λοιπόν, πως έχουμε έναν άνθρωπο που γράφει τόσο
εμπνευσμένες μουσικές και τόσο ταιριαστά, πάνω σ’ αυτές, λόγια, είναι ένα πρώτο
δεδομένο που δεν πρέπει να μας αφήσει ασυγκίνητους. Και ναι, ακούγονται
σπουδαία τραγούδια στα «Θεατρικά», προσμετρώντας ένα-ένα την πορεία προς το…
ολοκληρωμένο. Ελληνικά τραγούδια, εννοώ, ενορχηστρωμένα για κιθάρες, μαντολίνα,
ακορντεόν, διάφορα πνευστά, βιολί, βιολοντσέλο, που αμέσως, με την πρώτη κιόλας
ακρόαση, αποκαλύπτουν την αμεσότητά τους. Πέντε φωνές (όχι από τις πολύ γνωστές
– προσόν κι αυτό) και ακόμη εκείνη του συνθέτη-στιχουργού, που έχουν το χάρισμα
να ακούγονται σαν «μία», αποτελούν το καταλληλότερο μέσο, ώστε τα τραγούδια να περάσουν
στον κόσμο.
Τι να πρωτοδιαλέξει κανείς από ’δω! Είναι τέτοια η
πληθωρικότητα του Σταυρίδη, που δεν τον εμποδίζει να «παίξει» ακόμη και με το
«Χάρτινο το φεγγαράκι» (Χατζιδάκις – Γκάτσος), δίνοντας ένα δικό του… ανάλογο
(«Το φεγγάρι στην ποδιά») με τις φωνές των Δημήτρη Κωνσταντίνου και Σοφίας
Αβραμίδου, ενώ αλλού σπάει τα κοντέρ με το φοβερό «Τσάμικος με λυμένα σχοινιά»
(ένα από τα ωραιότερα «έντεχνα» τσάμικα της δισκογραφίας μας με τη φωνή της
Ντίνας Γιακουμάκου – κουβέντα που δεν παραγνωρίζει ούτε τον Χατζιδάκι, ούτε τον
Κουγιουμτζή των αντίστοιχων δικών τους).
Παρότι, λοιπόν, δεν υπάρχει μέτριο ή αδιάφορο κομμάτι στο άλμπουμ
δεν μπορώ να μην επισημάνω, ακόμη, το «Θεατρικόν» (αποδίδει ο ίδιος ο
συνθέτης), «Τα χρωματιστά» με τον πάντα σπουδαίο Θοδωρή Βουτσικάκη, «Το τσίρκο»
(με τον συνθέτη και χορωδία) και το (σχεδόν) έσχατο βαλσάκι «Αυθαίρετο».
Ένα ουσιαστικό «έντεχνο» άλμπουμ λοιπόν, ενός
πρωτοεμφανιζόμενου δημιουργού, που αξίζει ν’ ανακαλύψετε.
Επαφή: www.metronomos.gr
βρηκα αυτο . ισως το βρειτε ενδιαφερον (σχετικα με οσα γραφετε)
ΑπάντησηΔιαγραφήhttps://www.youtube.com/watch?v=po3ysYv2EYE
Δ.Φ.
Πολύ ωραια δουλεια.Απιστευτη .Δεν το χορταινω.«Τα χρωματιστά και το «Αυθαίρετο» τα καλυτερα μου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕντάξει, αλλά τι σχέση έχει ο Θ. Παπακωνσταντίνου με το ... «νταλκαδιάρικο, λαϊκοσουξέ»;
ΑπάντησηΔιαγραφήΌχι ότι είναι κακό να είσαι λαϊκός (σπουδαίο πράγμα) ή νταλκαδιάρης (αν είναι πετυχημένο γιατί όχι) αλλά τουλάχιστον ο Θ. δεν είναι ούτε το ένα, ούτε το άλλο. Διανοητικός και σκεπτικιάρης, παρά λαϊκός και νταλκαδιάρης.
Και τι σουξέ είναι αυτό, που το ακούς μόνο από 2-3 ειδικά ραδιόφωνα;
Ο Μάλαμας και ο Θαλασσινός ίσως, αλλά και αυτοί ξώφαλτσα.
Αν έλεγες τον Παπάζογλου ή κάνα Περίδη μπορεί να ταίριαζε περισσότερο ως προς το λαϊκό και το σουξέ του πράγματος, αλλά και πάλι «λαϊκοσουξέ και νταλκαδιάρικο» άλλο καταλαβαίνει ο κόσμος, από αυτά που ακούς με 3-4 ουίσκια στα μπουζούκια, κάνα Καρρά, κάνα Ζαφείρη Μελά, κάνα Διονυσίου...
Νίκος
Νομίζω πως το έδεσα σωστά. Έγραψα για το…. «περιωπής νταλκαδιάρικο, λαϊκοσουξέ τραγούδι των nineties» και όχι σκέτο «νταλκαδιάρικο λαϊκοσουξέ».
ΔιαγραφήΜε τα ίδια-άλλα λόγια γράφω δηλαδή… για το υψηλά ιστάμενο λαϊκοσουξέ τραγούδι των nineties (όχι για Μελάδες και Καρράδες).
Και όσον αφορά στον Θ. Παπακωνσταντίνου εννοούσα κάποια τραγούδια του με την Μελίνα Κανά, πριν τον «Βραχνό Προφήτη» δηλαδή.
Και Παπάζογλου φυσικά και κανας Περίδης ανάμεσα, όπως σωστά προσθέτεις…
«Τι σχέση έχουν τα δικά μας τραγούδια με τις άχρωμες, άγευστες και άοσμες θεματολογίες του Ξυδάκη, με τους μικροαστικούς νταλκάδες του Πορτοκάλογλου, με τον ρηχό λυρισμό του Αλκίνοου Ιωαννίδη και τις μπουρδολογίες π.χ. του Φάμελου;»
ΑπάντησηΔιαγραφήΧάρης Κατσιμίχας, Athens Voice, 17 Μαρτίου 2010