Για πρώτη φορά άκουσα το όνομα του Mick Softley (γενν. το 1941), όταν είχα διαβάσει στις αρχές του ’80 κάποιους στίχους του στο περιοδικό Μουσική, μεταφρασμένους από τον Κώστα Αρβανίτη. Αργότερα, περί τα μέσα του ’80 άκουσα το τραγούδι του “Time machine” (1970), που περιλαμβανόταν στην καλή συλλογή “Rock Buster” [UK. CBS PR 48/49, 1970] με επιλογές από Soft Machine, Trees, Gary Farr, Black Widow, Skid Row κ.ά. (στο εξώφυλλο εικονιζόταν ο Arnold Schwarzeneggger - έτσι τον είχαν γράψει με τρία "g"!), ενώ την ίδιαν εποχή τον «γνώριζα» μέσα από τη συνεργασία του με τον Donovan. Από τον Donovan, που ήταν 5 χρόνια μικρότερός του, είχα πρωτακούσει το δικό του αντιπολεμικό “The war drags on” (υπήρχε στο “Universal Soldier” EP από τον Αύγουστο του ’65, όπως και στη φερώνυμη συλλογή της Marble Arch, που είχε βγεί δύο χρόνια αργότερα), αλλά και το “Goldwatch blues” (υπήρχε στο παρθενικό LP του Σκωτσέζου “What’s Bin Did and What’s Bin Hid”). Softley και Donovan πρέπει να γνωρίστηκαν περί το 1965, ή και λίγο νωρίτερα, σε κάποιο club, ή μάλλον pub, του Hertfordshire, στο Peahen ή το Cock, στην πόλη St. Albans. (Τούτο λέει, εμμέσως πλην σαφώς, ο Nigel Cross στο booklet μιας επανέκδοσης του πρώτου άλμπουμ τού Softley, στη Hux, την οποίαν αναφέρω και πιο κάτω). Το 1994 στο βιβλίο του Κώστα Αρβανίτη «Ανθολογία Rock Ποίησης» [εκδ. Πρίσμα] ξαναδιάβασα τους στίχους από το “War drags on” οι οποίοι είχαν ως εξής:
Κι ο πόλεμος παρατείνεται
Θα σας πω την ιστορία ενός στρατιώτη που τον λέγαν Νταν
Πήγε να πολεμήσει τον ωραίο πόλεμο στο Νότιο Βιετνάμ
Πήγε να πολεμήσει για ειρήνη, ελευθερία κι όλ’ αυτά
Πήγε να πολεμήσει για ισότητα, ελπίδα, πάμε
Κι ο πόλεμος παρατείνεται
Βρέθηκε μπλεγμένος σε μια θάλασσα από αίμα κι από κόκκαλα
εκατομμύρια δίχως πρόσωπα, δίχως ελπίδα, δίχως σπίτια
και τα όπλα βροντούσαν καθώς σκόνη έκαναν τα κόκκαλα
που η σάρκα από καιρό τα είχε εγκαταλείψει, όπως κι οι άνθρωποι τα σπίτια
κι ο πόλεμος παρατείνεται.
Βρίσκονται ’κει μόνο για να προσπαθήσουν να ελευθερώσουν το λαό
αλλά ο τρόπος που το κάνουν, δε μου φαίνεται ότι γίνεται γι’ αυτό.
Μόνο περισσότερη αιματοχυσία και δάκρυα και δυστυχία
που γι’ αυτά η φτωχή ετούτη χώρα είναι γνωστή την τελευταία εικοσαετία
κι ο πόλεμος παρατείνεται.
Την περασμένη νύχτα ο φουκαράς ο Νταν είδε τον εφιάλτη, φαίνεται,
που μέσα στα όνειρά του έρχεται κι επανέρχεται
Πόλεις γεμάτες κόσμο, να καίγεται να φωνάζει να παραληρεί
και πάνω απ’ τα κεφάλια τους σαν μανιτάρι ένα τεράστιο σύννεφο πορτοκαλί
και δεν υπάρχει πια πόλεμος, γιατί δεν υπάρχει πια κόσμος
τρέχουν τα δάκρυα ποτάμι, ναι, πέφτω κλαίγοντας στο χώμα. Δεν είχα ακούσει όμως, μέχρι το 2003 που κυκλοφόρησε σε CD (από την Hux όπως προείπα) το πρώτο άλμπουμ του Mick Softley “Songs for Swingin’ Survivors” [UK. Columbia 33SX 1781] από το φθινόπωρο του 1965, ένα από τα πιο ουσιαστικά ηχογραφήματα που έδωσε η Βρετανία εκείνων των χρόνων. Ο Softley ήταν ταξιδεμένος (γύρναγε στην Ισπανία και τη Γαλλία ήδη από τα late fifties), διαβασμένος (όχι από παπά...) και πολιτικοποιημένος δημιουργός, ενώ έμαθε πολλά, όπως ο ίδιος λέει στο booklet τού CD, δίπλα στον Alex Campbell (ακόμη ένας μουσικός του british folk, που βρέθηκε κάτω από την επίδραση του σημαντικού, αλλά μάλλον υποτιμημένου από το σινάφι, Σκωτσέζου).
Ο Softley ήξερε να γράφει τραγούδια με περιεχόμενο, όπως τα «Αφού τελειώσει ο Τρίτος Παγκόσμιος (ή πώς έμαθα να ζω, χωρίς τον εαυτό μου)» και «Ο πόλεμος παρατείνεται», διασκευάζοντας με το δικό του, θα τον χαρακτήριζα οξύ και αγέρωχο, τρόπο το κλασικό “Strange fruit”. Τo άλμπουμ, που περιλαμβάνει οκτώ πρωτότυπα και τρεις διασκευές, είναι χαρακτηριστικό μιας τάσης κι ενός μη... βρετανικού κλίματος (τη εξαιρέσει του Donovan, του μακαρίτη Jackson C. Frank, που ήταν Αμερικανός αλλά έδρασε στη Βρετανία, και κάποιων ολίγων, ίσως, ακόμη), που εξακολουθεί εντόνως να εκπέμπει.
Το “Time machine”, που ανέφερα στην αρχή κι είναι ένα αγαπημένo μου από χρόνια τραγούδι, προέρχεται από το δεύτερο LP τού Mick Softley, που είχε τίτλο “Sunrise” [CBS, 1970]. Συμμετείχαν δε σ' αυτό ο κιθαρίστας Barry Clarke από τους Trees, οι Jerry Donahue, Pat Donaldson, Gerry Conway από τους Fotheringay, o Lyn Dobson, η Leslie Duncan κ.ά. Ευκαιρία, λοιπόν, να το θυμηθούμε...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου