Για τους Azymuth (Jose Roberto Bertrami πλήκτρα, Ivan “Mamao” Conti ντραμς, κιθάρα, Alex
Malheiros μπάσο, κιθάρα) αξίζει να
πει κανείς πολλά… αν κι εγώ
θα πω λίγα. Πρόκειται, απλώς, για ένα από τα σημαντικότερα συγκροτήματα της
βραζιλιάνικης σκηνής, ένα τρίο με τεράστια ιστορία (το ξεκίνημά τους χάνεται στα sixties) και κυρίως με την πρόνοια να εμφανίσει πριν 35+ χρόνια έναν
ήχο (μια μοναδική συνύπαρξη ηλεκτρικής jazz α λα Herbie Hancock, soul-funk και αφιονισμένης samba), που θεωρήθηκε ως κάτι άλλο στην
εποχή του… για να θεωρείται ως κάτι το ανεπανάληπτο σήμερα. Είναι πάμπολλα τα
γκρουπ της σύγχρονης electro-jazz, που διασκευάζουν, ριμιξάρουν
ή συνθέτουν κατά τα αζιμούθια πρότυπα, κερδίζοντας δόξα και χρήμα. Οι ίδιοι
οι Azymuth, μονίμως σε
κίνηση και πάντα σε δράση (έχουν εμφανιστεί και στην Αθήνα κανα-δυο φορές),
αντιλαμβάνονται την αγάπη των επιγόνων και ευλογούν κάθε προσπάθεια που μπορεί
να δημιουργήσει νέα δεδομένα.
Είναι λιγάκι δύσκολο να εντοπιστεί η αρχή των Azymuth. Οι πληροφορίες στο
δίκτυο είναι συγκεχυμένες (ακόμη και στα βραζιλιάνικα sites), αν και ως τριπλέτα υπήρχαν
σίγουρα πριν το ’69 όταν συμμετείχαν, ως Apolo IV, στο soundtrack
της τηλεοπτικής σειράς Veu de Noiva [και
δίσκος με τα στοιχεία: Philips
765.102], όπου απέδιδαν μία σύνθεση του Marcos Valle υπό τον τίτλο… “Azimuth”. Η πρώτη ολοκληρωμένη δουλειά
τους είναι κατά πάσα πιθανότητα το άλμπουμ “Encontro” [Equipe EQC
847] από το 1970, όταν κάτω από το όνομα Projecto III και σε συνεργασία με τον κιθαρίστα Frederico M. De Oliveira, έδωσαν απλώς ένα
δείγμα του τι επρόκειτο να ακολουθήσει. Το “Encontro” που είναι πολύ σπάνιο στην αρχική του έκδοση, το
ξανατύπωσε η Whatmusic.com το
2002 κι έτσι μπόρεσα κι εγώ να απολαύσω μία από τις πιο groovy-psych εκδοχές του
“Summertime” και ακόμη
το lush-funky “Arabian nights”, όπως και το “Mustang
côr de sangue” του Marcos Valle, που το είχε
συμπεριλάβει και ο ίδιος ο συνθέτης του, ένα χρόνο νωρίτερα, στο φερώνυμο
άλμπουμ.
Προστατευόμενοι του Valle κατά κάποιον τρόπο, οι Azymuth παρουσιάζονται για
πρώτη φορά με τ’ όνομά τους, ως Conjunto
Azimüth, στο soundtrack
“O Fabuloso Fittipaldi” [Philips 6349.068, 1973] (το “i” θα αντικατασταθεί από το “y” μετά το 1977, ώστε να μην
τους μπερδεύει ο κόσμος πιθανώς με τους Βρετανούς Azimuth που ηχογραφούσαν στην ECM), όταν οι αδελφοί Marcos και
Paulo Sergio Valle σκόραραν
σ’ ένα άλμπουμ φόρο τιμής στον διάσημο βραζιλιάνο πιλότο της Formula 1 Emerson Fittipaldi.
Επίσης φαίνεται πως συμμετείχαν στη συλλογή “Samba Acima do Normal” [Tapecar TC
016, 1973], ενώ και ως Group Seleção
(οι τρεις βασικοί συν την τραγουδίστρια Fabiola) κατορθώνουν να ηχογραφήσουν κι ένα 45άρι για την Polydor [2249.008] το 1972.
Το 1975 ήταν όμως εκείνη η χρονιά που θα τους έκανε μεγάλες
φίρμες στην πατρίδα τους, αφού το παρθενικό τους 4-track EP [Polydor 2249.037] χρησιμοποιήθηκε σε μια
σαπουνόπερα(!) της εποχής, πράγμα το οποίον εξασφάλιζε άμεση αναγνωρισιμότητα.
Τότε ήταν όταν κυκλοφόρησε και το πρώτο κανονικό τους άλμπουμ, που είχε ως
τίτλο το όνομά τους [Som Livre
410.6003], ένα άπιαστο βραζιλιάνικο jazz-funk,
που επρόκειτο να γράψει ιστορία. Από εδώ πιάνω το νήμα μέσω της βρετανικής Far Out…
Το “Azimüth” LP
δεν είχε κυκλοφορήσει εκτός Βραζιλίας λένε οι πληροφορίες, έτσι, αν δεν διέθετε
κάποιος ένα σεβαστό ποσό (πάνω από 100 ευρώ) δύσκολα θα μπορούσε να το βρει και
να το ακούσει. Τούτα όμως μέχρι το 2007, όταν η Far Out επανεξέδωσε
εκείνο το κλασικό άλμπουμ σε LP
[FARO 117LP] και σε διπλό CD, λύνοντας το πρόβλημα. Και
γιατί διπλό; Γιατί περιείχε την κανονική ηχογράφηση του γκρουπ, αλλά κι ένα
δώρο με remixes σχεδόν όλων των θεμάτων του πρωταρχικού άλμπουμ από σύγχρονα
ονόματα. Ο τίτλος του: “Azymuth Re Mastered 2 CD Set” [Far
Out FARO 117CD]. Προέχουν λίγα λόγια αρχικώς για το original…
Τρία στοιχεία κάνουν εντύπωση στην περίπτωση των Azymuth (τους γράφω πλέον με “y”), ο συνδυασμός των οποίων
αποτέλεσε το σήμα κατατεθέν τους. Πρώτον, η φαζαριστή κιθάρα του Malheiros με το sixties άρωμα,
τα διαστημικά funky vibes
του Bertrami και ακόμη
η ιδιαίτερη καλή τους σχέση με το easy-listening – ένα εντελώς απενοχοποιημένο μουσικό στυλ στη Βραζιλία. Το
άλμπουμ είχε σχετικώς μεγάλη διάρκεια (για LP), σχεδόν 43 λεπτά, περιέχοντας δέκα tracks (3λεπτα, 4λεπτα, 5λεπτα, 7λεπτα),
τα οποία έδιναν την ευκαιρία στο γκρουπ να αναπτύξει τις ιδέες του, όλες
προσαρμοσμένες προς την κατεύθυνση μιας μουσικής με φιλικό πρόσωπο ικανή να
ξεσηκώνει δίχως παρελκόμενα. Με υλικό πρωτότυπο και σχεδόν όλο συντεθιμένο από
τον Bertrami, οι Azymuth χτυπάνε διάνα με όλα
τα κομμάτια, ξεκινώντας από το slow
“Linha
do horizonte”
(επιτυχία στη Βραζιλία), περνώντας στα περισσότερο space-funky “Melo dos dois bicudos”
και “Estrada dos deuces”,
πριν κλείσουν με τον δυναμίτη “Periscopio”,
δημιουργώντας έναν ήχο που κάλλιστα θα μπορούσε να είχε παραχθεί σήμερα στο τελειότερο
στούντιο. Έτσι, μοιάζει λογικό ένα τόσο hip άκουσμα να προκαλεί δονήσεις και στη νεότερη σκηνή, με τα
διάφορα ντανσοσχήματα και τους DJs
να σκύβουν στο πρωτότυπο υλικό, επεκτείνοντάς το αναλόγως προς ποικίλες
κατευθύνσεις.
Αν και τα πράγματα στρέφονται γύρω από απλές ιδέες –τόνωση
κάποιων beats, προσθαφαιρέσεις
ατμοσφαιρών, επιλογή ρυθμικών μοτίβων
και από ’κει και πέρα μινιμαλιστική διαχείριση– σπανίως μπορείς να συναντήσεις,
στο δεύτερο CD, κάτι που να κοντράρει το πρωτότυπο. Εξάλλου, δεν είναι ο στόχος τού remix αυτός. Ακούω ευχαρίστως
τους Harmonic 33, τον Mark Robertson, τον Mr Beatnick, τον Volcov και όλους τους
υπολοίπους, μα αν πρέπει κάπου να σταθώ, τότε δύο μόνον ονόματα οφείλω να
σημειώσω. Recloose και Kirk De Giorgio. Ο πρώτος, ένας DJ που έχει τα υψηλά
διαπιστευτήρια του Carl Craig,
πράττει κάτι παραπάνω από ένα ευχάριστο καθήκον στο “Estrada dos deuces”, ενώ ο δεύτερος στο
κατ’ αποκοπήν “Seems like this”
σκαρώνει ένα killer ντανσικό, με εκστατικά vibes.
Όμως η Far Out
έχει στο ρόστερ της αρκετά CD
(και LP) των Azymuth, αφού η εταιρεία,
μέσω του ιδιοκτήτη της Joe Davis,
πρωτοστάτησε στην επαναφορά του γκρουπ στο δισκογραφικό προσκήνιο. Τρία απ’
αυτά τα άλμπουμ έχω τώρα στα χέρια μου και σας λέω μία γνώμη.
Το “Partido Novo”
[Far Out FARO 063CD] του 2002 εμφανίζει βεβαίως την κλασική
line-up (Bertrami, Malheiros Conti),
προστίθεται όμως κι ένα τέταρτο μέλος ο κομπιουτεράς Roc Hunter, ο οποίος συνεισφέρει
όσο να ’ναι στην αζιμούθια χορευτική – ο 00s ήχος δεν είναι αποκλειστικώς
στηριγμένος στα παιξίματα, όσο, κυρίως, στην διευθέτηση μιας nu-jazz εκφραστικής. Το μπάσο, το ηλεκτρικό
πιάνο, τα κρουστά και εν μέρει τα scat vocals έχουν κυρίαρχο ρόλο στην
ηχογράφηση, η οποία αφορά… στην εποχή της. Το νωχελικό “Classic times” ξεχωρίζει.
Απεναντίας το “Brazilian Soul” [Far Out FARO 091CD, 2004] είναι ένα άλμπουμ το οποίον
παρ’ ότι στηρίζεται σε καινούριο υλικό, στην ουσία καταγράφει, σε συμπύκνωση,
τις τρεις μεγάλες περιόδους στην καριέρα των Azymuth. Την πρώτη εποχή, όταν το γκρουπ συνεργαζόταν με
τραγουδιστές δημιουργώντας μερικές από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του (εδώ
ερμηνεύουν οι Emilio Santiago,
Roberto Menescal
και Fabiola), τη
δεύτερη εποχή, εκεί στα late seventies με τις εγγραφές στην Milestone και την κρουστή αντεπίθεση (εδώ
οι περκασιονίστες Cidinho Moreira και Dom Chacal
πιάνουν δουλειά) και την τρίτη, από τα μέσα των nineties μέχρι σήμερα, με τον
περισσότερο electro ήχο
τού Roc Hunter.
Όλα «συνεργάζονται» όπως πρέπει σ’ ένα άλμπουμ που διαρκεί 77 λεπτά και το
οποίον πιθανώς (πιθανώς λέω) ν’ αποτελεί την σημαντικότερη κατάθεση των Azymuth την τελευταία
δεκαετία.
To “Butterfly”
[Far Out FARO 134 CD, 2008] ξεκινά με το φερώνυμο κομμάτι
τού Herbie Hancock
(από το “Thrust” του
’74) αποδεικνύοντας το διαχρονικό πάθος, ναι, των Βραζιλιάνων για το χανκοκικό electro, φανερώνοντας προσέτι
τη δύναμη του γκρουπ στην οικειοποίηση ενός classic, εντάσσοντάς το στο ευρύτερο easy πλάνο (τα lush strings των
Rio Strings κάνουν
τέλεια δουλειά). Βεβαίως, με κομμάτια όπως το “Avenida Rio Branco” (μαγικό, το πώς
εξελίσσεται από μία σαξοφωνάτη elevator music σ’ ένα εντυπωσιακό electro groovy-funk, πριν μεταπέσει και πάλι, για να ξανασηκωθεί με μοχλό μια batucada) ή το “New dawn” (με τις κιθάρες του Arthur Verocai να φέρνουν κάτι από “Pretzel Logic”), οι Azymuth δείχνουν
χαρακτήρα. Προσωπικώς έχω την αίσθηση –και λέω κάτι που δεν μου αρέσει, ούτε
ως... ευφυολόγημα– πως οι φίλοι μας ήταν και παραμένουν οι «Steely Dan της
Βραζιλίας», μεταφέροντας, χονδρικώς, το pop/jazz/electro των
ευφάνταστων Αμερικανών στα δικά τους μέτρα. Και στο έσχατο “Butterfly” εκείνο που αντιλαμβάνονται
όσοι τους αγαπούν είναι πως παρουσιάζονται συνεπέστεροι από ποτέ· από τότε που
πάτησαν πόδι στη Far Out
εννοώ.
μια απορια που με απασχολει χρόνια φωντα-ασχετη με το θέμα-
ΑπάντησηΔιαγραφήτην δισκαρα των spirit twelve dreams of..την θεωρεις ψυχεδελεια?
ευχαριστω
Ι.Τζονσον
Απολύτως. Καταπληκτικό, περιπετειώδες ανακάτωμα rock, folk, jazz, blues ακόμη και soul στοιχείων βγαλμένο προς τα έξω με την ξεχωριστή «κολπατζίδικη» παραγωγή του David Briggs.
ΑπάντησηΔιαγραφήσωστος
ΑπάντησηΔιαγραφήΙ.Τζόνσον
πάρτε αυτόν τον δυναμίτη
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://www.youtube.com/watch?v=LYyVwfYkQOI
κώστας παπ.
Μου αρέσει αυτό το «τεμπέλικο», σίγουρο στυλ που έχουν.
ΑπάντησηΔιαγραφήαξια αναφορας ειναι η συνεργασια του madlib (otis jackson jr) με τον mamao σαν jackson conti:
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://www.discogs.com/artist/Jackson+Conti
το sujinho ειναι δισκαρος, φονικος.
http://www.discogs.com/Jackson-Conti-Sujinho/master/129514
Γεια σου μελ
ΑπάντησηΔιαγραφήΣυμφωνώ για το “Sujinho”. Εξαιρετικό. Εν τω μεταξύ οι συνεργασίες των μελών των Azymuth είναι άπειρες.
Γκρουπάρα!!Για κάποιο λόγο ποτε δεν εκτιμήθηκαν απο τους δισκοπώλες της πόλης και ετσι ακόμα κ σήμερα βρίσκεις τα πάντα στη ξεφτίλα...
ΑπάντησηΔιαγραφήΤους είχα δει live στο Αν πριν απο 10 χρόνια περίπου,τη πρώτη μέρα πρέπει να ηταν στην αίθουσα μπορει και 12 άτομα.Συναυλία με παραγγελιές κανονικά.Στο διάλειμμα πουλάγαν κάποιες απο τις πρόσφατες ηχογραφήσεις τους σε cd,μαζι και ενα live ψιλοbootleg προς 10 ευρώ.Τά πήραμε όλα (κυριολεκτικά),χορέψαμε με μια απίστευτη instrumental διασκεή του "What's Going On",τάπιαμε και φύγαμε.Νάναι καλά οι άνθρωποι...
Δυστυχώς Φ.Ν. δεν τους έχω δει live. Θυμάμαι πως όταν έπαιξαν στο Αν (πρέπει να ήταν το 2004) ήμουν εκτός Αθηνών, ενώ και πέρυσι που έπαιξαν στον Πειραιά, από κακή εκτίμηση μάλλον, αδιαφόρησα. Καλά να πάθω. Την τρίτη φορά δεν θα μου ξεφύγουν. Αν υπάρξει τρίτη…
ΑπάντησηΔιαγραφήΌσον αφορά στους δίσκους τους ειδικώς εκείνοι της Milestone είναι τζάμπα.