Τετάρτη 26 Δεκεμβρίου 2012

τζαζολογώντας

Jazz από το Puerto Rico; Εννοώ jazz γραμμένη-ερμηνευμένη από πορτορικανό μουσικό και επιπλέον ηχογραφημένη σε πορτορικανικό στούντιο και με τον παίκτη –τον κιθαριστή Gabriel Vicéns–, να ποζάρει με φόντο τοπίο της πατρίδας του; Εντάξει, δεν είναι απίθανο, αλλά δεν είναι και το πλέον συνηθισμένο. Ο Vicéns ντεμπουτάρει λοιπόν μ’ ένα φισκαρισμένο προσωπικό CD, που έχει τίτλοPoint In Time[Private Pressing, 2012] και που περιλαμβάνει δώδεκα δικές του συνθέσεις, διαρκώντας σχεδόν 80 λεπτά!
Με καλές σπουδές στο Berklee και το Music Conservatory of Puerto Rico και ακόμη φίλος με πολλούς διάσημους συμπατριώτες του (όπως τους σαξοφωνίστες David Sánchez και Miguel Zenón ή τον ιστορικό κοντραμπασίστα Eddie Gómez), ο Vicéns κατορθώνει αρχικώς (αν και νέος) να δημιουργήσει ένα άλμπουμ με «συμμετοχές», άρα και με εξασφαλισμένα top παιξίματα. Έτσι λοιπόν στο “Point In Time” παίρνουν μέρος ο τενορίστας David Sánchez και ο μπασίστας Eddie Gómez, συν μία τετράδα νεότερων παικτών (ο αλτίστας Jonathan Suazo, ο πιανίστας Eduardo Zayas, ο ντράμερ Vladimir Coronel, αλλά και ένας από τους πιο αναγνωρισμένους μπασίστες της νεότερης γενιάς, ο Αυστραλός Matt Clohesy), συμβάλλοντας, απαξάπαντες, στη δημιουργία ενός πληθωρικού CD, το οποίο διακρίνεται για το λεπτολογημένο πνεύμα του. Ορισμένες από τις συνθέσεις του Vicéns (τέσσερις στον αριθμό – ήτοι οκτώ από τα δώδεκα κομμάτια) έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό. Αποτελούνται από δύο μέρη, με το πρώτο να είναι κάπως σαν εισαγωγή και με το δεύτερο να προβάλλει την ανάπτυξη των θεμάτων με τους προσήκοντες αυτοσχεδιασμούς. Φερ’ ειπείν το “Intro to la diferencia/ La diferencia” ξεκινά με ήπιο παίξιμο από τον Zayas στο πιάνο, για να «μπει» σταδιακώς ο Vicéns παίζοντας σε χαλαρές ταχύτητες. Τελικώς, το “La diferencia” εξελίσσεται σ’ ένα mid-tempo και κάπως nostalgic track, με τον αλτίστα Suazo να κυριαρχεί στην αρχή και τον Vicéns να αυτοσχεδιάζει εν συνεχεία, με… γεροντική στόφα. Στην “Intro to cuardo/ Cuadro” το τενόρο του David Sánchez είναι στα πάνω του (με ήχο πυκνό και μεστό), με την κιθάρα να δρα περιγραφικώς και το rhythm section (Eddie Gómez, Vladimir Coronel) να κατευθύνει με μαεστρία τις αλλαγές στα tempi. Τo κομψό συνθετικό ύφος τού Vicéns είναι παρόν και στο “Intro to frame of mind/ Frame of mind”, όπως είναι παρούσες και οι μεταστροφές του κλίματος, σε μια σύνθεση που αλλάζει προσωπεία τρεις και τέσσερις φορές στη διάρκειά της. ΤoIntro to el camino/ El camino” στηρίζεται στο μπάσο του Gómez. Μόνο του ανοίγει τη σύνθεση, πρωταγωνιστώντας στην πορεία είτε μέσω της cool συνοδείας, είτε μέσα από εκρηκτικά γεμίσματα. Η ρυθμική γραμμή μπορεί να είναι λατίνικη, η κιθάρα όμως του Vicéns και το πιάνο του Zayas πηγαίνουν το κομμάτι σε πιο contemporary πλαίσια. Από τις υπόλοιπες τέσσερις συνθέσεις θα ξεχώριζα την έσχατη “The world in my view” με τους Zayas, Sánchez και Vicéns να επενδύουν σε ωραία soli, σ’ ένα περισσότερο bop, εδώ, περιβάλλον. Άψογο άλμπουμ.
Το να φτιάξεις ένα άξιο, σύγχρονο, jazz popular τραγουδιστικό CD δεν χρειάζονται πολλά. Μία καλή φωνή (άλλο τίποτα), μερικοί καλοί μουσικοί (κι εδώ «άλλο τίποτα») και βεβαίως μία σωστή επιλογή ρεπερτορίου ενός κάποιου ύφους, ώστε το πράγμα να κάθεται χωρίς πολλά-πολλά. Φαίνονται όλα εύκολα κι απλά, έτσι όπως τα γράφω και τα περιγράφω, αλλά τελικώς δεν είναι. Στην περίπτωση όμως του Volando[Feral Flight Productions, 2012] και της Anna Estrada η «ευκολία» είναι γεγονός, αν κρίνω ακόμη και από μία πρώτη (πρόχειρη) ακρόαση… Μία σωστή mezzo τραγουδίστρια  και με κάπως «ανεβασμένες» μπάσες περιοχές («ώριμη» όπως θα λέγαμε), η Anna Estrada μπορεί να μην είναι η μεγάλη φωνή, είναι όμως μια ερμηνεύτρια με ξεχωριστή επιτυχία στην Bay Area του San Francisco, ούσα και ηθοποιός στα νειάτα της στο θέατρο και την τηλεόραση. Έτσι, έχοντας δίπλα της έναν παραγωγό λάτρη της βραζιλιάνικης και γενικότερα της latin μουσικής (Ray Scott) η Estrada εντάσσει στο ρεπερτόριο της και “Mais que nada” (για το “Mas que nada” του Jorge Ben πρόκειται) και “Paciencia” (Lenine & Falcão) και “É preciso perdoar” (Torreão de Costa & Luz) και “Cuando vuelva a tu lado” (María Méndez Grever) –ένα τραγούδι που ως “What a diff'rence a day made” διέτρεξε μεγάλη αγγλόφωνη διαδρομή– συμπληρώνοντας με “Wild is the wind”, Beatles (“Happiness is a warm gun/I want you”), Cole Porter και Fred Neil (“Everybodys talking”)… Το αποτέλεσμα είναι εξαιρετικώς ευχάριστο· κάτι που θα πρέπει να αποδοθεί και στην δυνατή ορχήστρα, που βρίσκεται στο πλευρό της τραγουδίστριας (διάφοροι μουσικοί που χειρίζονται κιθάρες, πιάνο, rhodes, μπάσο, ντραμς, κρουστά, ακορντεόν, όργανο, βιμπράφωνο, μαρίμπα, τενόρο, τρομπόνι και φλάουτο).
Επαφή: www.annaestrada.net
Πιανίστας από το San Diego είναι ο Danny Green και το A Thousand Ways Home [Tapestry, 2012] είναι το δεύτερο CD του. Έχοντας δίπλα του βασικά το ρυθμικό του τμήμα, τον κοντραμπασίστα Justin Grinnell, τον ντράμερ Julien Cantelm, αλλά και τον σαξοφωνίστα Tripp Sprague, ο Green –τη βοηθεία έξι ακόμη μουσικών, που συμμετέχουν ανά περίπτωση σε διάφορα κομμάτια– περιπλανιέται σ’ ένα δικό του latin και βραζιλιάνικο ρεπερτόριο, προτείνοντας ένα 67λεπτο άλμπουμ, που κυλά με χαρακτηριστική άνεση. Συνθέσεις μεστές, με μελωδικά προτερήματα και συγκρατημένα soli, φαίνεται πως πιάνουν κορυφή στις πιο νωχελικές στιγμές τους (“Over too soon”) εκεί όπου το μαντολίνο της Eva Scow κερδίζει αμέσως τις εντυπώσεις. Φυσικά, από ένα jazz-latin-brazilian άλμπουμ δεν θα μπορούσε να απουσιάζει το τραγούδι (Claudia Villela), όπως και οι κιθάρες (Chico Pinheiro, Peter Sprague, Dusty Brough)· και πράγματι στις συνθέσεις εκείνες στις οποίες εμφανίζονται –όπως, ας πούμε, στην έσχατη “Running out of time”– το αποτέλεσμα μας μεταφέρει κάτι από το μαγικό πνεύμα της latin και brazilian jazz αλλοτινών καιρών. Όταν μάλιστα αυτός ο συνδυασμός εμπεριέχει και dawg jazz ηχοχρώματα το πράγμα αγγίζει το απολύτως νοσταλγικό και ευχάριστο.
Επαφή: www.caprirecords.com
Γεννημένος πριν 33 χρόνια στο Phoenix της Arizona, ο πιανίστας Ezra Weiss είναι ένα ανερχόμενο «αστέρι» (με την έννοια που δίνουν οι Αμερικανοί στον χαρακτηρισμό, όταν κάποιος επιλέγεται φερ’ ειπείν από τα Critics Poll του Down Beat). Από το 2002 στη Νέα Υόρκη και με τα άλμπουμ να διαδέχονται το ένα το άλλο (“Five A.M. Strut” το 2003, “ Persephone” το 2005, “Get Happy” το 2007, “Alice in Wonderland” το 2009, “The Shirley Horn Suite” το 2011), ο Ezra Weiss δεν έχει παύσει, αυτήν την δεκαετία που δραστηριοποιείται στο jazz circuit, να δοκιμάζει καινούρια πράγματα, μετρώντας τις δυνάμεις του σε πολλαπλά επίπεδα. Στο παρόν 54λεπτο Our Path to This Moment [Roark, 2012] συνεργάζεται με την Rob Scheps Big Band τού σαξοφωνίστα Rob Scheps, ένα 17μελές σύνολο που μετατρέπεται σε 19μελές, σε κάποια tracks, με τις προσθήκες του Weiss στο πιάνο και του τρομπετίστα Greg Gisbert (έχει εμφανιστεί με τις μπάντες των Buddy Rich, Mel Lewis και Gil Evans). Με πέντε πρωτότυπα κομμάτια (συνθέσεις του Weiss) και δύο διασκευές (η μία στο στάνταρντ “Its you or no one” των Jule Styne/Sammy Cahn και η άλλη στο spiritual Wayfering stranger”) το άλμπουμ αντανακλά τις απόψεις του Weiss για έναν πολυεπίπεδο «μπιγκ-μπαντικό» ήχο, μέσα από τον οποίον αναδεικνύεται το πάθος του για τις πλούσιες «πνευστές» ενορχηστρώσεις και τις ρυθμικές εναλλαγές –στις οποίες, ενίοτε, συμβάλλουν τρεις κρουστοί παίκτες (ειδικώς στο “Wayfaring stranger” η συμβολή τους είναι αποφασιστική, αναδεικνύοντας το κομμάτι στο κορυφαίο τού άλμπουμ). Απλό, όμορφο και ουσιαστικό CD, με την… αγάπη τού Ezra Weiss για την ορχήστρα (και τους μουσικούς της) να τίθεται πάνω απ’ όλα.
Επαφή: www.ezraweiss.com
Ο ντράμερ-συνθέτης Devin Gray μπορεί να είναι μόλις 28 ετών, έχει όμως τη δύναμη ή την άνεση αν θέλετε να έχει δίπλα του, σ’ αυτό το ντεμπούτο του ως leader, παίκτες πρώτης κλάσης, όπως τον μπασίστα Michael Formanek (γνωστός από τα προσωπικά άλμπουμ του στην ECM, την Enja και αλλαχού), τον τρομπετίστα Dave Ballou (με εννέα άλμπουμ στην κατοχή του ως leader ή co-leader και με συνεργασίες με τους Gunther Schuller, Andrew Hill, Maria Schneider…) και τον τενορίστα Ellery Eskelin (συνεργάτης των Joey Baron, Marc Ribot, Grassy Knoll…). Το αποτέλεσμα τής συνεργασίας τους καταγράφεται στο 55λεπτο CD Dirigo Rataplan[Skirl, 2012], το οποίον περιέχει οκτώ συνθέσεις του Gray, οι οποίες ανασκαλεύουν διαδρομές όχι μόνο της σύγχρονης jazz, αλλά και της σύγχρονης μουσικής γενικότερα. Το τι εννοείται με το «γενικότερα» μπορούμε να το αντιληφθούμε ακούγοντας φερ’ ειπείν το “Prospect park in the dark”, μία ιδιότροπη σύνθεση –ένας συνδυασμός «ελεύθερης» jazz και (πνευστών) ηχοχρωμάτων δωματίου– αφιερωμένη στον Charles Ives. Η improv αντίληψη πάντως είναι, και γενικώς και ειδικώς, πανταχού παρούσα στην ηχογράφηση. Στο εισαγωγικό “Quadrophonically” είναι προφανείς οι αναφορές σ’ έναν τύπο spiritual jazz (κοντά σ’ εκείνον των Ed Blackwell/Don Cherry), ενώ σε track όπως το “Cancel the cancel” καταγράφεται ένας όχι και τόσο τυπικός συνδυασμός καθορισμένων ρυθμικών δομών και… δυσανάλογης σολιστικής ελευθερίας. Αλλού πάλι (“Down time”) η αρχική παρουσία της τρομπέτας και του τενόρου προσδίδει μια σίγουρη bop αίσθηση, με το blues στοιχείο να κυριαρχεί, ενώ σε συνθέσεις όπως η “Otaku” το ρέον ρυθμικό τμήμα των Formanek/Gray μάς οδηγεί σε αυθόρμητες, εν γένει, καταστάσεις. Στιβαρό άλμπουμ, το “Dirigo Rataplan” επιβεβαιώνει τη σημασία της… ενδοεπικοινωνίας των παικτών και της προσαρμοστικότητάς τους στα ιστορικά διδάγματα του improv παρελθόντος.
Επαφή: www.skirlrecords.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου