Τον τελευταίο καιρό ακούω ξανά και ξανά μερικά τραγούδια του
Κώστα Χατζή. Δεν ξέρω γιατί. Αλλά μπορεί και να ξέρω… Δεν έχει σημασία... Ο
Χατζής αποτέλεσε έναν από τους πρώτους μουσικούς μου ήρωες. Τον άκουγα πολύ
όταν πήγαινα στη Δευτέρα Γυμνασίου, προς τα τέλη των seventies, λίγο πριν ανακαλύψω τον
Σαββόπουλο. (Από τον Χατζή εξάλλου είχα πρωτακούσει το «Μη μιλάς άλλο γι’
αγάπη», καιρό πριν αγοράσω το «Φορτηγό»). Δεν μπορώ να θυμηθώ ποιος μου σύστησε
τον Χατζή. Σπάω το κεφάλι μου δηλαδή. Να τον είχα ακούσει στο ραδιόφωνο; Δεν
νομίζω. Να τον είχα δει στην τηλεόραση; Αποκλείεται. Μάλλον πρέπει να τον
άκουγε ένας παλαιός μου γείτονας, γύρω στα 30 τότε, ο οποίος δεν ζει πια. Θα τον
εύρισκα και θα τον ρωτούσα, σήμερα, μήπως γούσταρε Χατζή στα νειάτα του… Έτσι,
για να μου έφευγε η απορία. Μέσα σ’ ένα χρόνο, κατά βάση στο… σχολικόν έτος
1978-79, πρέπει να είχα αγοράσει, και ακούσει, καμμιά δεκαριά κασέτες του
Χατζή, ενώ τον είχα δει και live
(από τις πρώτες συναυλίες που είχα παρακολουθήσει). Μιλάμε για τέτοιο
«κόλλημα».
Οι αγορές, από το καλοκαιρινό χαρτζιλίκι των μικροδουλειών της
εποχής, αφορούσαν σε τρία είδη κασετών. Κασέτες σφραγισμένες, των εταιρειών, με Dolby B και έγχρωμα εξώφυλλα (κόστιζαν γύρω στα δύο κατοστάρικα), κασέτες πειρατικές με
έγχρωμα ή ασπρόμαυρα εξώφυλλα μέτριας ή κακής ποιότητας (στα μισά λεφτά – γύρω
στο κατοστάρικο δηλαδή) και κασέτες «άδειες», 60άρες ή 90άρες, που τις «γέμιζα»
στα δισκάδικα, συνήθως με τα διπλά και τα τριπλά άλμπουμ του Χατζή, που δεν ήταν πάντα εύκολο να τ’ αγοράσω «έτοιμα». Για βινύλια δεν το συζητώ. Δεν είχα
εξάλλου και πικάπ. Παρεμπιπτόντως, το πρώτο βινύλιο του Χατζή που αγόρασα
ποτέ, κάποια στιγμή στη δεκαετία του ’80 και το οποίον εξακολουθεί να υπάρχει
στη δισκοθήκη μου, ήταν το 2LP «Πέτρα και
Φως» [Philips, 1971]. Ακόμη
νομίζω πως η πρώτη πλευρά είναι μία από τις ωραιότερες που έχει ηχογραφήσει
ποτέ ο τσιγγάνος τραγουδοποιός.
«Χτύπησα» το ονοματεπώνυμο «Κώστας Χατζής» στο Δισκορυχείον
και βρήκα κάτι που είχα γράψει πριν λίγα χρόνια με αφορμή μια κριτική για τo μεταγενέστερο
άλμπουμ του «Αντιθέσεις» (18/2/2010): «Σέβομαι
τον Κώστα Χατζή. Την 50χρονη ιστορία του, την πίστη του σ’ αυτό που κάνει, το
στόχο του, που τον υπηρετεί με το ίδιο πάθος, ανεξαρτήτως συγκυριών. Το 2LP “Θυμηθείτε μαζί μου, 18 χρόνια Κώστας
Χατζής/ Χατζής ’79” (1979) είναι ένα από τα πρώτα άλμπουμ που αγόρασα (σε
κασέτα) –εννοώ το πλήρωσα με δικά μου λεφτά– κι ακόμα τ’ ακούω. Εννοώ, μπορώ να
το ακούσω».
Όντως. Και αναφέρομαι κυρίως στο δεύτερο LP, το «Χατζής ’79», που περιελάμβανε στούντιο τραγούδια ενορχηστρωμένα jazzy από τον Κώστα Κλάββα, στο γνωστό κοινωνικό έως και καταγγελτικό στιχουργικό προφίλ, μέσω του οποίου είχε ήδη καταξιωθεί ο καλλιτέχνης. Τραγούδια σαν τα «Στάσου που πας», «Τζακ, Ιγκόρ, Μεχμέτ, Αλμπέρτο», «Αρουραίοι της νύχτας» σε στίχους της Σώτιας Τσώτου («Μια νέα τάξη με πλουτοκράτες και δυνατούς/ μας κοροϊδεύει με συναυλίες για τους φτωχούς/ αχ Μπόμπι Ντίλαν, να κλαίω μ’ έκαναν κάποτε οι στίχοι σου/ τώρα αυτοκράτορα σ’ έχουνε κάνει οι ανθρακωρύχοι σου») και ίσως ένα-δυο ακόμη… To «Θυμηθείτε μαζί μου, 18 χρόνια Κώστας Χατζής/ Χατζής ’79» [Philips, 1979] το είχα αγοράσει σε πειρατική κασέτα και πλέον δεν το έχω. Επειδή θέλω, τώρα, ν’ ακούσω το «Τζακ, Ιγκόρ…» (τραγούδι που δεν υπάρχει στο YouTube), θα το αγοράσω σε 2LP μόλις το βρω μπροστά μου.
Όντως. Και αναφέρομαι κυρίως στο δεύτερο LP, το «Χατζής ’79», που περιελάμβανε στούντιο τραγούδια ενορχηστρωμένα jazzy από τον Κώστα Κλάββα, στο γνωστό κοινωνικό έως και καταγγελτικό στιχουργικό προφίλ, μέσω του οποίου είχε ήδη καταξιωθεί ο καλλιτέχνης. Τραγούδια σαν τα «Στάσου που πας», «Τζακ, Ιγκόρ, Μεχμέτ, Αλμπέρτο», «Αρουραίοι της νύχτας» σε στίχους της Σώτιας Τσώτου («Μια νέα τάξη με πλουτοκράτες και δυνατούς/ μας κοροϊδεύει με συναυλίες για τους φτωχούς/ αχ Μπόμπι Ντίλαν, να κλαίω μ’ έκαναν κάποτε οι στίχοι σου/ τώρα αυτοκράτορα σ’ έχουνε κάνει οι ανθρακωρύχοι σου») και ίσως ένα-δυο ακόμη… To «Θυμηθείτε μαζί μου, 18 χρόνια Κώστας Χατζής/ Χατζής ’79» [Philips, 1979] το είχα αγοράσει σε πειρατική κασέτα και πλέον δεν το έχω. Επειδή θέλω, τώρα, ν’ ακούσω το «Τζακ, Ιγκόρ…» (τραγούδι που δεν υπάρχει στο YouTube), θα το αγοράσω σε 2LP μόλις το βρω μπροστά μου.
Άλλα άλμπουμ του Χατζή, τα οποία είχα αντιγραμμένα σε
κασέτες ήταν το «Ανθρώπινα Συστήματα» [Philips, 1977], που μου άρεσε στην αρχή του («Ποτέ δεν θα
μάθεις»), αλλά δεν είχα καταφέρει να τ’ ακούσω έως το τέλος και βεβαίως το
«Ρεσιτάλ» [Philips,
1976] με την Μαρινέλλα («Σπουδαίοι άνθρωποι αλλά…», «Η αγάπη όλα τα υπομένει»
και άλλα τινά). Σε πειρατική κασέτα είχα ένα άλμπουμ με τον… ανύπαρκτο τίτλο
«Σε ανάμνηση – Είναι απλό», που περιείχε τραγούδια από το 3LP «Ελπίδα-Δάκης
στου Κώστα Χατζή» [Philips,
1977], ενώ από τις κασέτες εταιρειών που είχα αγοράσει (όσο μπορώ να θυμηθώ,
γιατί τις περισσότερες δεν τις έχω πλέον) ανάμεσά τους ήταν σίγουρα η «Αναγέννησις
Αλόννησος» [Philips,
1968] με το πολύ καλό «Με τη σιωπή στην άκρη των ματιών» και βεβαίως τα γνωστότερα
«Δεν βαρυέσαι αδελφέ» και «Ο Στρατής» και ακόμη το τριπλό(;) LP, που είχε χωρέσει σε διπλή κασέτα, «Ο
Γιός της Άνοιξης» [Philips,
1974]. Μάλιστα, η δεύτερη πλευρά τής δεύτερης κασέτας (δεν ξέρω πως είναι
κατανεμημένα τα τραγούδια στο 3LP)
είναι μία από τις ωραιότερες πλευρές με τραγούδια του Κώστα Χατζή, που έχω ποτέ
ακούσει. Αυτό το λέω τώρα (δεν το έλεγα τότε). Μου αρέσει δηλαδή όσο και η side A του «Πέτρα και Φως»…
Η πλευρά ξεκινά λίγο χαλαρά στο γνωστό live στυλ του
Χατζή, φωνή-κιθάρα-χειροκροτήματα (ακούγονται τα τραγούδια «Οι πόνοι πάντα πόνοι», «Η
ζωή είναι σωστή», «Εχθές συνάντησα ένα φίλο»), αλλά γρήγορα «πέφτουν» τα
καλύτερα («Ταξίδεψα, ταξίδεψα» σε στίχους Γιοβάννας, «Μήπως σας το’χω ξαναπεί»
σε στίχους Σώτιας Τσώτου και «Στο διεθνές το μαγαζί» στίχοι Γ.
Παπανικολόπουλος), πριν ξεσπάσει η… ηλεκτρική καταιγίδα (για τα μέτρα του Χατζή,
μην παρεξηγηθώ) με το groovy
«Είμαι ένας μουσικός» σε στίχους Στέλιου Μάγερ (το τραγούδι υπάρχει στο YouTube – το ακούμε παρακάτω) και όλα τα υπόλοιπα («Ο
αναπτήρας», το κλασικό «Εμείς οι ταπεινοί» σε στίχους Σ. Τσώτου και «Η κλωτσιά
και το χαρτί» σε στίχους Ηλία Λυμπερόπουλου).
Πολλοί (ανάμεσα και ορισμένοι φίλοι) θεωρούν το συνθετικό
προφίλ του Κώστα Χατζή προφανές και άνευ εκπλήξεων, ενώ και για τη στιχουργική
του έχουν την γνώμη πως παραείναι απλοϊκή, έως και λαϊκιστική ορισμένες φορές
(κάποιος μου το έχει πει κι αυτό), παρότι όλοι τους αναγνωρίζουν μια
γνησιότητα. Εδώ, υπάρχει μιαν αντίφαση. Ένας λαϊκιστής υποκρίνεται τον λαϊκό,
όταν κάποιος είναι γνήσιος πώς είναι δυνατόν να υποκρίνεται; Αφήνω δε το
γεγονός πως εμένα δεν μ’ ενοχλεί εκ των προτέρων (εκ των προτέρων λέω) ο
λαϊκισμός. Στις συζητήσεις μας, και γενικώς στο κοινωνικό μας φέρεσθαι, σπέρματα
λαϊκισμού χρειάζονται· ιδίως όταν έχουμε απέναντί μας ασεβείς κοσμοπολίτες…
Ο Κώστας Χατζής δεν είχε ποτέ άμεση σχέση με το ροκ, αν και
σε διάφορους δίσκους του ροκ ηχοχρώματα ακούγονταν εδώ κι εκεί (είπα για τα
άλμπουμ του «Πέτρα και Φως» από το 1971 και «Ο Γιός της Άνοιξης» από το 1974). Γενικά θα έλεγα πως ο Χατζής ήταν
πάντα ένας ακατάτακτος τραγουδοποιός, εντελώς μοναδικός σε όλο το ελληνικό
τραγούδι, από το ’60 και μετά. Κανένας δεν του μοιάζει και κανένας δεν πλησίασε
ποτέ εκείνο που έφτιαξε και άπλωσε μέσα στις δεκαετίες. Από τη στιγμή, λοιπόν, που δεν μπορεί να τον διεκδικήσει
κανένας... μπορούν να τον διεκδικήσουν όλοι. Και οι νεοκυματικοί, και οι
«έντεχνοι» και οι πιο ποπ (εξάλλου έχει συνεργαστεί με την Ελπίδα, τον Δάκη και
άλλους ποπ καλλιτέχνες), ενώ με τον δίσκο του «Ουαί!» θα μπορούσε να τον
διεκδικήσει ακόμη και το ροκ (και με την ευρεία και με την στενή έννοια).
Κατ’ αρχάς ο Χατζής ήταν τότε, το 1973, ιδιαιτέρως δημοφιλής στη νεολαία και τους φοιτητές. Είχε δημιουργηθεί γύρω του η βεβαιότητα ενός κατατρεγμένου καλλιτέχνη, μοναχικού, που τον τοποθετούσε, λόγω χρώματος ή και θρησκευτικών πεποιθήσεων, κάπως στο περιθώριο. Σπανιότατα τον έβλεπες τότε στην τιβί, στα εξώφυλλα των περιοδικών κ.λπ. Ήταν κάπως σαν αποσυνάγωγος ο Χατζής, και αυτό το εκτιμούσαν άνθρωποι, που ένοιωθαν κι αυτοί το δικό τους στρίμωγμα (για τους δικούς τους λόγους, πολιτικούς, κοινωνικούς, θρησκευτικούς, ακόμη και ερωτικούς).
Τα τραγούδια του, περαιτέρω, ήταν γεμάτα με κοινωνικά μηνύματα (αντιπολεμικά και άλλα), τα οποία μπορούσε να «παίξουν» σε πολλά επίπεδα –ακόμη και αντιδικτατορικά–, ενώ δεν πρέπει να μας διαφεύγει πως σύνθημα «Ουαί!» (έστω και λανθασμένα γραμμένο, ως «Ουέ!») υπήρχε και σε πανό του Πολυτεχνείου.
Τρία τουλάχιστον τραγούδια από το «Ουαί!» μοιάζει να σχετίζονται με τη δολοφονία του στρατιώτη, αντιρρησία συνείδησης και μάρτυρα του Ιεχωβά, Βασίλη Καραφάτσα, ο οποίος θα βρισκόταν νεκρός τον Ιούνιο του ’71, σε μια σιδηροδρομική γέφυρα του ποταμού Πηνειού, κάπου κοντά στα Τρίκαλα. Η επίσημη εκδοχή «μιλούσε» για αυτοκτονία, αλλά κατά πάσα πιθανότητα ο στρατιώτης είχε υποκύψει λόγω βασανιστηρίων (επειδή αρνιόταν να πάρει όπλο). Η υπόθεση είχε γίνει ευρύτερα γνωστή και ο Χατζής, ευαισθητοποιημένος ων, δεν γινόταν να σιωπήσει (αν και χωρίς να κατονομάζει, εννοείται). Ο κόσμος, που τον παρακολουθούσε, τα αντιλαμβανόταν αυτά και μπορούσε να τα εκτιμήσει.
Το «Ουαί!» ήταν διπλό LP, και ήταν ζωντανά ηχογραφημένο στο Σκορπιό, στο στέκι, τότε, του Κώστα Χατζή, στην Πλάκα, με τον πρώτο δίσκο να είναι ακουστικός (ο Χατζής και η κιθάρα του) και με τον δεύτερο να περιλαμβάνει κι άλλα όργανα (ντραμς, ηλεκτρική κιθάρα, πιάνο, φλάουτο). Τα πιο ροκ τραγούδια του «Ουαί!», που κυκλοφορεί την άνοιξη του ’73, ήταν τα «Μάθε να μη βαρυγκομάς», «Ένας Γερμανός και μια Εβραία» (γνωστό), «Απ’ τ’ αεροπλάνο» (γνωστότατο), «Αχ και να ήμουν ποιητής», το επίσης γνωστό «Περιστρεφόμαστε» και πάνω απ’ όλα το blues «Έχουν δίκιο για τα χέρια μου», που δεν είχε ακουστεί τότε και θα περνούσε απαρατήρητο.
Κατ’ αρχάς ο Χατζής ήταν τότε, το 1973, ιδιαιτέρως δημοφιλής στη νεολαία και τους φοιτητές. Είχε δημιουργηθεί γύρω του η βεβαιότητα ενός κατατρεγμένου καλλιτέχνη, μοναχικού, που τον τοποθετούσε, λόγω χρώματος ή και θρησκευτικών πεποιθήσεων, κάπως στο περιθώριο. Σπανιότατα τον έβλεπες τότε στην τιβί, στα εξώφυλλα των περιοδικών κ.λπ. Ήταν κάπως σαν αποσυνάγωγος ο Χατζής, και αυτό το εκτιμούσαν άνθρωποι, που ένοιωθαν κι αυτοί το δικό τους στρίμωγμα (για τους δικούς τους λόγους, πολιτικούς, κοινωνικούς, θρησκευτικούς, ακόμη και ερωτικούς).
Τα τραγούδια του, περαιτέρω, ήταν γεμάτα με κοινωνικά μηνύματα (αντιπολεμικά και άλλα), τα οποία μπορούσε να «παίξουν» σε πολλά επίπεδα –ακόμη και αντιδικτατορικά–, ενώ δεν πρέπει να μας διαφεύγει πως σύνθημα «Ουαί!» (έστω και λανθασμένα γραμμένο, ως «Ουέ!») υπήρχε και σε πανό του Πολυτεχνείου.
Τρία τουλάχιστον τραγούδια από το «Ουαί!» μοιάζει να σχετίζονται με τη δολοφονία του στρατιώτη, αντιρρησία συνείδησης και μάρτυρα του Ιεχωβά, Βασίλη Καραφάτσα, ο οποίος θα βρισκόταν νεκρός τον Ιούνιο του ’71, σε μια σιδηροδρομική γέφυρα του ποταμού Πηνειού, κάπου κοντά στα Τρίκαλα. Η επίσημη εκδοχή «μιλούσε» για αυτοκτονία, αλλά κατά πάσα πιθανότητα ο στρατιώτης είχε υποκύψει λόγω βασανιστηρίων (επειδή αρνιόταν να πάρει όπλο). Η υπόθεση είχε γίνει ευρύτερα γνωστή και ο Χατζής, ευαισθητοποιημένος ων, δεν γινόταν να σιωπήσει (αν και χωρίς να κατονομάζει, εννοείται). Ο κόσμος, που τον παρακολουθούσε, τα αντιλαμβανόταν αυτά και μπορούσε να τα εκτιμήσει.
Το «Ουαί!» ήταν διπλό LP, και ήταν ζωντανά ηχογραφημένο στο Σκορπιό, στο στέκι, τότε, του Κώστα Χατζή, στην Πλάκα, με τον πρώτο δίσκο να είναι ακουστικός (ο Χατζής και η κιθάρα του) και με τον δεύτερο να περιλαμβάνει κι άλλα όργανα (ντραμς, ηλεκτρική κιθάρα, πιάνο, φλάουτο). Τα πιο ροκ τραγούδια του «Ουαί!», που κυκλοφορεί την άνοιξη του ’73, ήταν τα «Μάθε να μη βαρυγκομάς», «Ένας Γερμανός και μια Εβραία» (γνωστό), «Απ’ τ’ αεροπλάνο» (γνωστότατο), «Αχ και να ήμουν ποιητής», το επίσης γνωστό «Περιστρεφόμαστε» και πάνω απ’ όλα το blues «Έχουν δίκιο για τα χέρια μου», που δεν είχε ακουστεί τότε και θα περνούσε απαρατήρητο.
Ο πατέρας μου τραγούδαγε Χατζή όταν ήμουν μικρός και με πήγαινε βόλτα. Θυμάμαι έντονα το «Όλα ανάποδα τα βλέπει» που μου είχε κάνει εντύπωση. Και αργότερα στη σχολή το «Παίρνουμε ένα δρόμο» από τι συλλογή ενός φίλου μου που γούσταρε νέο κύμα. Ποτέ δεν ασχολήθηκα με τον Χατζή αλλά τον κατατάσσω στους "one of a kind" καλλιτέχνες, κάτι σαν τον Κηλαηδόνη δηλαδή.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλό φθινόπωρο-χειμώνα!
Αλέξανδρος
Επίσης Αλέξανδρε.
Διαγραφήκαλά ρε φώντα στην εφηβεία σου χατζή άκουγες?και εκείνες τις εποχές γινόταν χαμός μουσικά-punk,new wave,progressive και rock στην ελλάδα
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο ζήτημα είναι ότι έπεσες σε φάση που δεν έχω όρεξη ούτε για πλάκα. Αλλιώς, με κάτι τέτοια σχόλια, θα το καλαμπουρίζαμε.
ΔιαγραφήΩραίο κείμενο Φώντα. Με ταξίδεψες στα παιδικά μου χρόνια. Νάσαι καλά.
ΑπάντησηΔιαγραφήΓεια σου Σπύρο. Χαίρομαι.
ΔιαγραφήΚι εγώ που γεννήθηκα στο τέλος του σχολικού έτους 1978 - 1979 έχω το ίδιο "κόλλημα", με τη διαφορά ότι θυμάμαι πολύ καλά ποιος μου έφτιαχνε όλες αυτές τις κασέτες του Χατζή...
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο "Ταξίδεψα, ταξίδεψα" απ' τον "Γιο της άνοιξης" και το "Σε τραγούδησα φίλε κι αδελφέ μου" απ' το "Ουαί!" είναι απ' τα πιο αγαπημένα μου...
Ναι, βεβαίως, και το «Ουαί!» (1973). Εκεί νομίζω πρωτακούστηκε και το «Απ’ τ’ αεροπλάνο»…
ΔιαγραφήΦωντα καλησπερα,καλως ηλθες ξανα κοντα μας.Το ουαι πιστευω οτι ηταν ισως το καλυτερο αλπμπουμ του Χατζη,το Ρεσιταλ το πιο εμπορικο.Η Ναντια Κωνσταντοπυλου ας αναφερουμε οτι γνωρισε στο πιο αστικο κοινο της εποχης το αεροπλανο(με μια πολυ πιο στυλιζαρισμενη εκτελεση).Καλο Φθινοπωρο να εχουμε,tttx62
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλώς σε βρήκα αγαπητέ. Επίσης, καλό φθινόπωρο!
ΔιαγραφήΦώντα φοβάμαι ότι με την λέξη "κοσμοπολίτης" πάει να γίνει ό,τι και με τον "κουλτουριάρη" στα 80ς. Δηλαδή, ενώ υπάρχει όντως αντικείμενο προς ειρωνεία (ο μούφα διαβασμένος/κοσμογυρισμένος), στην πραγματικότητα η λέξη κρύβει μια απέχθεια για την ουσία του σημαινόμενου - και έτσι ας πούμε το "κουλτουριάρης" και τα παράγωγά του χρησημοποιούνται πλεόν και για περιπτώσεις όπου η ειρωνεία εκθέτει τον είρωνα μάλλον, παρά τον ειρωνευόμενο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠιστεύω προς τα εκεί οδεύει και η περίπτωση του κοσμοπολίτη...
Κατά τα άλλα, ο λαϊκισμός στρέφεται και ζημιώνει πρώτα και πάνω από όλα τα λαϊκά στρώματα.
Είναι, ας πούμε, να κολακεύεις το λαό για πράγματα που δεν αξίζουν ώστε να πετύχεις άσχετους στόχους (π.χ. για να ειρωνευτείς την επίσημη θέση) ή να υπόσχεσαι στον λαό πράγματα που δεν μπορείς να κάνεις (π.χ. προσλήψεις, μισθούς κτλ) για να αποσπάσεις την πολιτική του εύνοια.
Δηλαδή, όπου και να αποσκοπεί ο λαϊκισμός, εν τέλει βλάπτει πάντα τον λαό.
ΥΓ. και εγώ μεγάλος φαν του Χατζή!
Νίκος.
Γεια σου Νίκο
ΑπάντησηΔιαγραφήΑς δεχθούμε πως δύο βασικά χαρακτηριστικά του λαϊκισμού είναι η κολακεία και η (ανεκπλήρωτη) υπόσχεση.
Η κολακεία από μόνη της φαίνεται πως δεν είναι επαρκής για να χαρακτηρίσεις κάποιον λαϊκιστή (αν και μπορεί να είναι). Για παράδειγμα, και οι νεοφιλελεύθεροι κολακεύουν την «αγορά», αλλά δεν τους λέμε λαϊκιστές (αν κι εγώ τους λέω).
Η (ανεκπλήρωτη) υπόσχεση είναι ένα σοβαρό θέμα. Όταν τα υπεσχημένα «ξεχνιούνται» ή καταπατούνται στοιχειοθετείται λαϊκισμός. Αν όμως υποσχεθείς και τηρήσεις την υπόσχεσή σου, που είναι το πρόβλημα; Θέλω να πω πως το λαϊκιστικό ύφος θα πρέπει να συνοδεύεται και από αντίστοιχες λαϊκιστικές πράξεις (κοροϊδία), αν θέλουμε να έχουμε μια σαφή εικόνα του φαινομένου.
Απεναντίας, τώρα, στον λαϊκισμό που απευθύνεται στους «αγενείς κοσμοπολίτες» εγώ δεν βλέπω, πουθενά, κανένα πρόβλημα.
Γειά σου και σε εσένα Φώντα και καλή νέα σαιζόν (το ξέχασα πριν).
ΑπάντησηΔιαγραφήΛοιπόν:
ΟΙ αγορές δεν μπορούν να κολακευτούν - η κολακεία είναι κατά βάση ένα ψυχολογικό τρικ και συνεπώς μπορεί να απευθυνθεί μόνο σε ανθρώπους, όχι στις αγορές. Άρα σωστά δεν τους λέμε λαϊκιστές, ως προς αυτό.
Κατά τα άλλα, ο λαϊκισμός μπορεί να χρησημοποιηθεί και από τους νεοφιλελέ, ας πούμε η Ρανδ λαϊκίζει φουλ (εξού και η απίστευτη επιτυχία της στις μεσαίες τάξεις των ΗΠΑ).
Χρεώνει την επιτυχία (ενός Γκεητς ας πούμε) μόνο και μόνο στις σούπερ φανταστικές του ικανότητες/ταλέντα (και ταυτίζεται με αυτόν και οποιοσδπήποτε έχει ιδρύσει μια πετυχημένη καφετέρια στο Μιλγουόκε...), χωρίς βέβαια να αναγνωρίζει ότι η επιτυχία αυτή οφείλεται και στο σύστημα σε μεγάλο βαθμό (π.χ. στους ισχυρούς θεσμούς, στις καλές υποδομές, στην διατήρηση της ειρήνης) και ότι ας πούμε στο μπάχαλο μιας Ελλάδας π.χ. ένα τόσο ικανό και ταλαντούχο άτομο χαλαρά δεν θα πετύχαινε ποτέ τίποτα.
Όσο για τις υποσχέσεις τώρα, αν τηρήσεις την υπόσχεση σου κανένα πρόβλημα - υπό ορούς κανένα πρόβλημα ακόμα και αν δεν την τηρήσεις (μπορεί να τα κάνεις όλα σωστά, αλλά ζούμε σε ένα χαοτικό σύμπαν).
Λαϊκισμός όμως είναι να υπόσχεσαι πράγματα που δεν έχεις ούτε ιδέα, ούτε σχέδιο πώς να τα πραγματοποιήσεις (ή έχεις, αλλά κινούνται στην σφαίρα των παραμυθιών ή η εφαρμογή είναι πολύ βλαβερή σε σχέση με το όφελος, πχ αυξήσεις μισθών ΔΥ με δανεικά).
Νίκος.
OK, Νίκο. Βασικά, δεν διαφωνούμε σε κάτι. Ίσως στο τελευταίο μόνο…
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ «σωστός» λαϊκιστής έχει πλήρη γνώση όσων (ψευδώς) προτείνει, δεν του καταλογίζεται «άγνοια κινδύνου». Δεν είναι κανένας χαζός. Απεναντίας, είναι μάλλον πολύ έξυπνος (βλ. Ανδρέα…). Ο χαζός που λαϊκίζει είναι περισσότερο χαζός και λιγότερο λαϊκιστής.
Καλή σεζόν και σ’ εσένα.
Πώς προέκυψε η συζήτηση περί "κοσμοπολίτη"? Πάντως η λέξη όπως -χρησιμοποιείται σήμερα στην πολιτική αντιπαράθεση- δεν περιγράφει τον διαβασμένο / κοσμογυρισμένο , αλλά μάλλον τον οπαδό του διεθνισμού των αγορών και των υπό διαμόρφωση υπερεθνικών -εν πολλοίς ανεξέλεγκτων από τις κοινωνίες για την ώρα- θεσμών.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ λαϊκισμός των φιλελέδων (στον οποίον επαφένται σχεδόν αποκλειστικά για να ελέγξουν την κοινωνία πλέον, ο οποίος είναι τερατώδης, συνεχής και ενορχηστρωμένος και θυμίζει υπερσυντηρητισμό προδικτατορικής περιόδου) έγκειται στο να καλλιεργούν φοβίες, να επαναφέρουν εμφυλιοπολεμικό κλίμα , και να δημιουργούν βλακώδη θέματα εκεί που δεν υπάρχουν (πρόσφατα τα μπέρμπερυς, οι βαλίτσες , και ο αγιασμός του τσίπρα)
Γιώργο σε βρίσκω απολύτως εύστοχο.
ΑπάντησηΔιαγραφή