Κυριακή 3 Απριλίου 2022

«Η Φόνισσα» του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη στον ελληνικό κινηματογράφο – πριν από την αριστουργηματική ταινία του Κώστα Φέρρη, έως και τις νεότερες απόπειρες

Η Χριστίνα Τσίγκου στον ρόλο της φόνισσας
Η μεγάλη ελληνίδα ηθοποιός (όπως λένε οι γραπτές μαρτυρίες όσων την είχαν παρακολουθήσει στο θέατρο) Χριστίνα Τσίγκου (1920-1973) ήταν ίσως η πρώτη που ενδιαφέρθηκε να δει στην μνημειακή νουβέλα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη «Η Φόνισσα» (1903) μία κινηματογραφική της διάσταση.
Ήδη από το 1964 είχε αρχίσει η Χ. Τσίγκου να δουλεύει πάνω σ’ αυτή την ιδέα, την οποίαν πιθανώς να υλοποιούσε –κάτω από την σκηνοθετική επιστασία του Παντελή Βούλγαρη–, αν δεν την προλάβαινε το πρόωρο τέλος της.
Όπως είχε γράψει ο ίδιος ο Π. Βούλγαρης στο περιοδικό «η Συνέχεια», στο τεύχος #4, Ιούνιος 1973, που θα κυκλοφορούσε λίγο μετά τον θάνατο της ηθοποιού:
«Το καλοκαίρι του ’66 η Χριστίνα Τσίγκου μού κουβέντιασε τις σκέψεις της, για την Φόνισσα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Αρχές του ’64 με τους φίλους της Ανδρέα Εμπειρίκο, Γιάννη Τσαρούχη, Γιώργο Μανουσάκη και Michel Saunier είχαν αρχίσει την προεργασία για το φιλμ. Φωτογραφίες χώρων. Πορτραίτα της Χριστίνας. Ένα πρώτο σχέδιο σεναρίου. Το ’68 η Χριστίνα έφυγε στο εξωτερικό. Το σχέδιο έμεινε πίσω. Στις αρχές του ’73 θελήσαμε πάλι να βρούμε τον τρόπο να προχωρήσουμε...».
Στο βιβλίο «Χριστίνα Τσίγκου / Επιστολές στη Νίκη Καραγάτση και τον Παντελή Βούλγαρη» [Μετρονόμος, 2016] καταγράφεται μία αγωνία της ηθοποιού σε σχέση με την «Φόνισσα», που σαν πρότζεκτ, φαίνεται πως την απασχολούσε συνεχώς, μέσα στο πλαίσιο της φιλικής-επαγγελματικής σχέσης της με τον Π. Βούλγαρη. Σε επιστολή της Χ. Τσίγκου προς τον σκηνοθέτη, με ημερομηνία 12 Αυγούστου 1967, διαβάζουμε:
«Ένα θέλω να σε παρακαλέσω: τον ρόλο που μου γράφεις μην του δώσεις καμιά ομοιότητα με τη φόνισσα. Θα με στενοχωρούσε πολύ όταν έρθει η ώρα να κάνω τη φόνισσα, να πουν ότι πάντα τα ίδια παίζω ή ότι μιμούμαι τον εαυτό μου».
Σε επόμενες επιστολές της η Χριστίνα Τσίγκου δείχνει να ενδιαφέρεται σφόδρα για τις φωτογραφίες της φόνισσας –μάλλον για εκείνες που ήταν τραβηγμένες από τον Ανδρέα Εμπειρίκο–, τις οποίες και αναζητούσε μετά μανίας στην Αθήνα, για λόγους περισσότερο επαγγελματικούς (ως συστατικά του βιογραφικού της, στις επαφές της με άλλους σκηνοθέτες). Τις παραλαμβάνει και ευχαριστεί τον Ιούλιο του ’71.
Η τελευταία αναφορά της Χ. Τσίγκου στην «Φόνισσα», από τις δημοσιευμένες επιστολές της στον Π. Βούλγαρη, προέρχεται από τον Φεβρουάριο του ’72. Διαβάζουμε:
«Μόλις σήμερα συνάντησα κατά τύχη στον δρόμο τη Νανό, που μου είπε ότι από καιρό είχε ένα ντοσιέ της Φόνισσας, που έπρεπε να μου το δώσει. Δήθεν, δεν ήξερε πώς να με βρει. Και μου είπε ότι τώρα το έχουν κάτι παραγωγοί. Πρώτη φορά άκουσα χτες γι’ αυτή την υπόθεση. Και εκνευρίστηκα, για την τόση ανευθυνότητα και επιπολαιότητα».
Με τον θάνατο της Χριστίνας Τσίγκου, τον Μάιο του 1973, αναιρείται, όπως γίνεται αντιληπτό, και το κινηματογραφικό πρότζεκτ της «Φόνισσας».
 
Η συνέχεια εδώ...
https://www.lifo.gr/culture/cinema/i-fonissa-toy-alexandroy-papadiamanti-ston-elliniko-kinimatografo

2 σχόλια:

  1. Εκπληκτικό άρθρο!
    Η σκηνή που προτείνεις, συγκλονιστική, έργο τέχνης, εξοντωτικά ανατριχιαστική, με την μουσική να εισβάλλει μέσα σου και να σε ταρακουνάει συθέμελα...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Από το fb...

    Andreas Theocharis
    Είχα δει και μια παράσταση της φόνισσας σε σκηνοθεσία Χατζάκη με την Κονιόρδου. Μου είχε αρέσει.

    Ferris Costas
    Πριν από μένα, είχε αναγγείλει τη Φόνισσα ο Παντελής Βούλγαρης, με τη Χριστίνα Τσίγκου. είμουνα στο Παρίσι τότε, κι έτσι δεν τόμαθα. Επίσης στη Θεσσαλονίκη, μετά την προβολή, με πλησίασε ένας νέος να μου πει πως ετοίμαζε να γυρίσει τη Φόνισσα στη Σικελία, με την Ειρήνη Παπά. Ήταν ο Δημήτρης Μαυρίκιος. Φυσικά γίναμε φίλοι. Αργότερα έμαθα πως είχε γίνει και μία απόπειρα για τηλεταινία. Δεν έμαθα τίποτ' άλλο. Πρόσφατα γράφτηκε πως θα γίνει... ένα remake, με την Καρυοφιλιά Καραμπέτη. Αυτά (για την ώρα).

    Φώντας Δισκορυχείον Τρούσας
    Γράφω στο κείμενο για Τσίγκου, όπως και για άλλες διάφορες προσπάθειες.

    Ferris Costas
    Ωραία. Τώρα το διάβασα. Σωστά όλα, μόνο θα συμπληρώσω με ένα--δύο πράγματα. Ο Λογαρίσης συνέθεσε τη μουσική στο σπίτι μου, στη Δεξαμενή, όπου είχε εγκατασταθεί με τη Ράντυ και το μωρό, μαζί με το VCS3 που αγόρασε στο Λονδίνο το 1972, κι ήμουνα παρών στην αγορά. Έπαιξε ο ίδιος τη βάση, και στο βιολί ήρθε κι έπαιξε ο Γιώργος Μαγκλάρας. Για το μόνο "μοτίβο" που του ζήτησα με συγκεκριμένο παράδειγμα, ήταν αυτό που ονόμασα το "μοτίβο της φυγής", και τούδωσα για παράδειγμα το θέμα πούχε γράψει ο Μάνος Χατζηδάκις για τον Δράκο του Κούνδουρου, και επανέλαβε στο Αμέρικα Αμέρικα, και βασιζότανε σ' έναν ρεμπέτικο "χαβά" με αέρα τζαζ. Ο Σταύρος το αφομοίωσε, κι έκανε το δικό του αντίστοιχο πολυρυθμικό μοτίβο, σε πολλές παραλλαγές. Σ' ό,τι δε αφορά τα χρωματικά εφφέ, αυτά ήταν για ν' αποδώσουν τι "ψήλωμα του νου", και έγιναν από τον Vittorio Pietra με την τεχνική του posterization, για πρώτη φορά στον κινηματογράφο. Μία τεχνική εμπνευσμένη από το 2001 του Κιούμπρικ, αλλά που ως τότε είχε χρησιμοποιηθεί μόνο στη φωτογραφία.

    ΑπάντησηΔιαγραφή