Πέμπτη 24 Ιανουαρίου 2013

URSULA BOGNER περί πλαστότητας και άλλων…

Σπανίως αναδημοσιεύω δελτία Τύπου. Όλοι αντιλαμβάνεστε το «γιατί». Υπάρχουν όμως και οι εξαιρέσεις. Άλλη μία φορά στο δισκορυχείον έχω προβάλλει ένα δελτίο Τύπου, και μία δεύτερη φορά θα το πράξω τώρα. Αφορά στο live των Andrew Pekler & Jan Jelinek Sonne=Blackbox (Voice and Tape Music by Ursula Bogner) απόψε, στις 20:30, στη KNOT Gallery. Διαβάστε και θα καταλάβετε…
H Ursula Bogner (1946-1994) έζησε μια φαινομενικά απλή αστική ζωή ως φαρμακοποιός στη Γερμανία. Παράλληλα, όμως, με την οικογενειακή της ζωή έφτιαχνε συνθέσεις ηλεκτρονικής μουσικής. Χρησιμοποιώντας tape loops, επεξεργασμένες ηχογραφήσεις φωνής και πρώιμα synthesizers εξέφρασε το πολύ ιδιαίτερο μουσικό της όραμα φτιάχνοντας συνθέσεις, που ενώ παραπατάνε ανάμεσα στην musique concrète και τον kosmische ήχο διατηρούν μιαν ανάλαφρη, παιγνιώδη (και ενίοτε χιουμοριστική) διάθεση. Η μουσική της Bogner, ρυθμική, με λιτές μελωδίες, tape collage και φουτουριστικούς ήχους φέρνει συχνά στο μυαλό τις μουσικές που ξεπήδησαν μέσα από το BBC Radiophonic Workshop. Η ανακάλυψη των χαμένων ηχογραφήσεών της από τον Jan Jelinek το 2008 (που ενθουσιασμένος έσπευσε να τις κυκλοφορήσει στην εταιρία του Faitiche) προκάλεσε ένα σωρό σχόλια σχετικά με την αυθεντικότητα τής ύπαρξης τής Ursula Bogner, καθώς και μια σειρά από άρθρα και συζητήσεις γύρω από την έννοια του «πλαστού» στη μουσική και τα media, ενώ παράλληλα διοργανώθηκαν εκθέσεις που περιελάμβαναν και τα σχέδιά της. Η τελευταία της δουλειά με τίτλο Sonne=Blackbox παρουσιάζεται πλέον ζωντανά από τους Jelinek και Pekler σε οπτικοακουστικές παραστάσεις, που στηρίζονται σε tape loops, αυτοσχεδιασμούς και λόγο.
Jan Jelinek έχει καταφέρει να δημιουργήσει έναν αναγνωρίσιμο, δικό του ήχο μέσα στην σύγχρονη ηλεκτρονική σκηνή. Με το ενδιαφέρον του να εκτείνεται από την reggae έως την library music, φαίνεται να αντλεί για τις δουλειές του από πηγές όπως η kosmische musik, η μοντέρνα electronica και το dub, ήχους τους οποίους στην πορεία τούς εντάσσει μέσα σ’ ένα λιτό πλαίσιο – εκεί όπου φαίνεται και η αγάπη του για τα επαναλαμβανόμενα μέρη, και τη μάλλον lo-fi αισθητική. Τα τελευταία χρόνια έχει αναπτύξει έντονο ενδιαφέρον για την κοινωνική διάσταση του performing, δίνοντας έμφαση σε σχήματα όπως οι Groupshow, ή το duo του με τον ιάπωνα βιμπραφωνίστα Masayoshi Fujita.
Ο Andrew Pekler έχει τη δική του διαδρομή, που με επίσης προσωπικό ύφος διαγράφει από τα τέλη της δεκαετίας του ’90. Στη μουσική του ενσωματώνει στοιχεία από την jazz, την pop, την ηλεκτρονική και την exotica, καθώς και από την modern classical. Έχει κυκλοφορήσει δουλειές του σε διάφορες ανεξάρτητες δισκογραφικές εταιρείες ανά τον κόσμο (Schoolmap, Dekorder, Kranky, Staubgold κ.ά.), ενώ συμμετέχει και στους Groupshow.
Όσον αφορά, τώρα, στην Ursula Bogner να πούμε πως η γερμανίδα φαρμακοποιός εργάστηκε στην φαρμακευτική εταιρία Schering, απέκτησε οικογένεια και, εν γένει, έζησε μια φαινομενικά ήρεμη ζωή. Φαινομενικά, όμως, μιας και αν σπάσει κάποιος την εξωτερική εικόνα μαζί με τα διάφορα στερεότυπα, θα ανακαλύψει πως η Bogner ανέπτυξε ένα ζωηρό ενδιαφέρον για την ηλεκτρονική μουσική. Αυτή η ενασχόληση φαινόταν στον περίγυρό της ως ένα ακόμα εκκεντρικό hobby, για το οποίο, όμως, η ίδια είχε τέτοιο πάθος ώστε άρχισε να συλλέγει αναλογικά synthesizers, να φτιάχνει ορισμένα δικά της κιόλας, δημιουργώντας studio ηχογραφήσεων μέσα στο σπίτι της και παρακολουθώντας σχετικά σεμινάρια από τον Herbert Eimer (ιδρυτή του Studio fur elektronische Musik). Και, βεβαίως, δημιουργώντας σειρά εξαιρετικά ζωηρών, ενδιαφερόντων, μουσικών ήχων, που την έφερναν κοντά στο πνεύμα και τις διαδικασίες που ακολουθούσαν σε ευρωπαϊκά ραδιοφωνικά studios, όταν πρωτο-επιχειρούσαν να εκμεταλλευτούν στο έπακρο τις δυνατότητες που προσέφεραν οι χώροι αυτοί, περνώντας από τις γραμμικής λογικής συμβατικές ραδιοφωνικές εκπομπές σε σύνθετα έργα αποκλειστικά φτιαγμένα για ραδιοφωνική μετάδοση, φρέσκους ηχητικούς πειραματισμούς κ.λπ. (BBC Radiophonic Workshop, Arne Nordheim…). Η Ursula Bogner δούλευε χωρίς ίχνος ακαδημαϊσμού, μα και χωρίς ιδιαίτερες αναφορές στις new-age, esoteric ανησυχίες της που περιελάμβαναν μεταξύ άλλων την μελέτη των ύστερων θεωριών του Wilhelm Reich πάνω σε εναλλακτικές θεραπευτικές μεθόδους. Ως επιπλέον απόδειξη του αντισυμβατικού της χαρακτήρα αξίζει να σημειωθεί πως, παράλληλα με τις τελευταίες ανησυχίες που σημειώσαμε παραπάνω, διατηρούσε την επιστημονική της θέση στην Schering, ενώ την ίδια στιγμή τα ενδιαφέροντά της απλώνονταν και στις περιοχές του σχεδίου και της τυπογραφίας. Τα σχέδιά της είναι απλά και όμορφα έργα που διακατέχονται από αναφορές στις θεωρίες του Reich, μα και στην μουσική της σκέψη, ενώ συχνά θυμίζουν γραφικές παρτιτούρες. Σταθερά περίεργη, και σε εγρήγορση, δεν είχε την ευκαιρία να δει τις δουλειές της τυπωμένες ενόσω ζούσε – αλλά και για χρόνια μετά τον θάνατό της εξακολουθούσαν να παραμένουν άγνωστες. Τούτο, φυσικά, μέχρι πολύ πρόσφατα, όταν και ανακαλύφθηκαν από τον Jan Jelinek, μέσω του γιού της Sebastian Bogner ύστερα από μια τυχαία συνάντηση. Εκείνος ήταν που του μίλησε για την μητέρα του, δίνοντάς του μια σειρά από αρχειακές ηχογραφήσεις της. Συνεπαρμένος ο Jelinek ξεκίνησε να παρουσιάζει σε οργανωμένες κυκλοφορίες τις δουλειές αυτές στην προσωπική του δισκογραφική εταιρία Faitiche, οι οποίες με την σειρά τους βρήκαν, επιτέλους, το κοινό τους, αφού συγκινούν πλέον ανθρώπους μιας άλλης γενιάς από εκείνης της κυρίας Bogner με διαφορετικές παραστάσεις και μεγαλύτερη ή μικρότερη σχέση με τα ραδιοφωνικά πειράματα εκείνης της εποχής.
Χμμμ… μήπως, θα έπρεπε να αναθεωρήσουμε την αρχική πρόταση αυτού του κειμένου; Υπήρξε, όντως, η Ursula Bogner; Αποτελεί, δηλαδή, ιστορική προσωπικότητα ανιχνεύσιμη σε γενεαλογικά δέντρα, οικογενειακές ιστορίες επιγόνων, επιστημονικές δημοσιεύσεις, μουσικολογικά αρχεία; Ή, έστω, σε μια τυχαία, πρόχειρη έρευνα στο internet, όπως έγραψε κι ο βρετανός μουσικός και αρθρογράφος Momus; Τα πράγματα αρχίζουν να θολώνουν, ενώ η αμφισβήτηση, στην καλύτερη περίπτωση, ή το αίσθημα πιθανής εξαπάτησης, στην χειρότερη, άρχισαν να εμφανίζονται από αρκετά νωρίς. Κατά τον ίδιο τον Jan Jelinek τέτοιες ανησυχίες οφείλονται, κατά κύριο λόγο, στις φωτογραφίες της Ursula Bogner που προκαλούν μιαν αίσθηση ξαφνιάσματος και πιθανής αναντιστοιχίας με ό,τι θα είχε κανείς στο νου του, φτάνοντας στο σημείο μερίδα του κοινού να θεωρεί πως πρόκειται για τον ίδιο τον Jelinek μεταμφιεσμένο! Μήπως, όμως, αυτό δεν είναι ένα από τα στερεότυπα που έσπαγε η ίδια η Bogner, ούσα εν ζωή; Μήπως απ’ όλο αυτό το σκεπτικό δεν θα μπορούσαμε να οδηγηθούμε και στην ιδιαιτερότητα και την αξία του ευρύτερου συστήματος που φαίνεται να απασχολούσε την ίδια, σύμφωνα με τις σημειώσεις και τις ηχογραφήσεις της; Ενός συστήματος στο οποίο συναντά κανείς μια ζωηρή ανησυχία για τις συνδέσεις μεταξύ τομέων συχνά θεωρούμενων ως μακρινών μεταξύ τους, όπως αυτός των φυσικών επιστημών κι εκείνος της μουσικής; Και, τέλος πάντων, πόση σημασία θα είχε όλο αυτό από τη στιγμή που μπορούμε ν' απολαύσουμε ένα καθαρά μουσικό αποτέλεσμα που χαρακτηρίζεται από φρεσκάδα, παρά την άμεση αναφορά του σε δουλειές σαν κι εκείνες του καινοτόμου ραδιοφωνικού εργαστηρίου του BBC;
Πρόκειται για κομμάτια λοιπόν, αρκετά σύντομης διάρκειας, που βγάζουν με αμεσότητα τη χαρά της τριβής με τα μηχανήματα και τις πιθανές αλλοιώσεις του ήχου και που την ίδια στιγμή δεν καταλήγουν σε μιαν απλή συλλογή ήχων (αν και, σίγουρα, θα μπορούσαμε να τα δούμε και σαν library recordings). Αντιθέτως, η Ursula Bogner έφτιαχνε με κέφι και διαρκή εξερεύνηση συνθέσεις με τη δική τους γοητεία, τους ελαφρά περίεργους ήχους, τις αλλοιώσεις της φωνής, τα tape loops. Και βέβαια με χιούμορ, το οποίο δείχνει να «πειράζει» το γενικότερο μουσικό κλίμα, που αν και kosmische αντίληψης είναι, πραγματικά, προσωπικής εκδοχής.

3 σχόλια:

  1. Για μένα προσωπικά είναι προφανές ότι αυτή η μουσική δεν έχει δημιουργηθεί το 70 ή το 80! Είναι ψηφιακές επεξεργασίες που απέχουν μακράν από tape κόψιμο-ράψιμο. Είναι μία περιπτωση Abu Mogard πριν τον Abu Mogard!
    Στην απίθανη περίπτωση που όντως ισχύει τότε εφήυρε όχι μόνο τις τεχνικές αλλά και την αισθητική της ηλεκτρονικής μουσικής όπως αυτή διαμορφώθηκε στα επόμενα 50 χρόνια και πρέπει να μπει το όνομα της πάνω από αυτά των Mozart και Beethoven.

    ΑπάντησηΔιαγραφή