Πριν από αρκετά χρόνια, την προ internet εποχή, όταν προσπαθούσα να εντοπίσω τις πρώτες δέκα κυκλοφορίες της βρετανικής blues ετικέτας Red Lightnin’ θυμάμαι πως είχα κολλήσει σ’ ένα νούμερο, το “006”. Δεν μπορούσα πουθενά να βρω ποιο ακριβώς ήταν αυτό, τι περιείχε, σε τι αναφερόταν... Ενώ είχα βρει, με μια σχετική ευκολία θα έλεγα, όλα τα υπόλοιπα LP, εκείνο μου ξέφευγε... Ως συνήθως συμβαίνει, ή τουλάχιστον συμβαίνει σ’ εμένα, στο «συρτάρι» μας κυκλοφορούν διάφορα ημιτελή κείμενα. Κείμενα, δηλαδή, που τα ξεκινήσαμε με όρεξη κάποια στιγμή, για να τα παρατήσουμε ξάφνου στην πορεία, είτε γιατί κουραστήκαμε, είτε γιατί κολλήσαμε, είτε γιατί προέκυψαν άλλα· καλύτερα, πήραν τη θέση τους άλλα. Συμβαίνει. Όπως συμβαίνει να επανερχόμαστε σ’ αυτά, να τα ξαναμελετάμε, να τα συμπληρώνουμε και γιατί όχι και να τα ολοκληρώνουμε.
Η Red Lightnin’ ήταν μία από εκείνες τις βρετανικές ετικέτες (άλλες ήταν η Flyright, η Python, η Revival, η Sunflower…), που έσκασαν μύτη στα τέλη του ’60, με στόχο να σκάψουν (βαθιά) στο blues υπέδαφος, ηλεκτρισμένο ή μη. Έτσι, το εν λόγω label, από το 1969 ξεκινά να ετοιμάζει έναν κατάλογο, ο οποίος μέσα σε 5 χρόνια (1974) έχει να επιδείξει δέκα – μία και μία – blues κυκλοφορίες. Άλμπουμ δηλαδή των Buddy Guy, Little Walter, John Lee Hooker, Albert Collins, Junior Wells, Walter Horton, Earl Hooker, Clarence “Gatemouth” Brown, καθώς και δύο συλλογές, την “Blues In D Natural” (με τον τρομερό Sly Williams ανάμεσα) και την… “When Girls Do It”· το νούμερο “006” δηλαδή. Ένα διπλό LP με 28 κομμάτια, γραμμένα στα αμερικανικά fifties και ιδίως sixties, από γνωστά και άγνωστα ονόματα, το οποίον επανεξέδωσε πρόπερσι η Broadside/ Cherry Red (σε CD). Compilers οι Ian Sippen και Peter Shertser, δύο ονόματα τα οποία, πιθανώς, να λένε κάτι στους φίλους τού british underground rock, αφού έκαναν παραγωγή στο “A=MH2” (1969) των Clark-Hutchinson, στο “In From The Cold” (1969) των Ashkan, αλλά και σ’ εκείνο το “Southern Comfort” (1969) των Walter “Shakey” Horton, Martin Stone, Jessie Lewis και Jerome Arnold (στο οποίο ακουγόταν και η κιθαριστική… raga “Netti-Netti”, ένα από τα κορυφαία track του british psych underground). Ό,τι κάνει τη συλλογή των Sippen και Shertser κατ’ αρχάς ξεχωριστή είναι ο τίτλος της, κι έπειτα το εξώφυλλό της. Φυσικά, και τα τραγούδια της, αλλά γι’ αυτά θα τα πούμε λίαν συντόμως. «Όταν τα κορίτσια το κάνουν» λοιπόν (είναι τίτλος τραγουδιού), κι ένα cover από τα πλέον ακατάληπτα, που θα μπορούσε κανείς να φανταστεί (και όχι μόνο για blues άλμπουμ). Κάτι εξαδάκτυλες παλάμες, κάτι περίεργες… μαθήτριες (η μία, σαν να βγαίνει από τη «Θηλυκή Ταξιαρχία της Κολάσεως» – Dyanne Thorne δηλαδή), κάτι λεσβιακές περιπτύξεις και στο κέντρο η πιο παράξενη φωτογραφία απ’ όλες, ένας μάγος(;), ένας αποικιοκράτης(;) στην Κεϋλάνη του Μεσοπολέμου(;), περιστοιχισμένος από μια κουστωδία ηλικιωμένων γυναικών. Ο βρετανικός μυστικός συμβολισμός σε όλη του την έκταση. Προσωπικώς, δεν νομίζω πως είναι τυχαίο το art-cover, αλλά άντε τώρα να εξηγήσεις το τι σημαίνει τι… Ας πάμε, λοιπόν, στα τραγούδια, εκεί όπου τα πράγματα είναι, σίγουρα, πιο ξεκάθαρα.
Ρίχνοντας μια πρώτη ματιά στα ονόματα που ανθολογούνται στη συλλογή εκείνο που παρατηρεί κανείς είναι πως τα περισσότερα είναι «άγνωστα». Αν εξαιρέσεις δηλαδή τους Junior Wells, Ike Turner, Memphis Slim, Buddy Guy, άντε και τον Magic Sam, όλοι οι υπόλοιποι ήταν «άγνωστοι» στη Βρετανία των late sixties. Καλλιτέχνες όπως οι Bobby “Guitar” Bennett, Little Oscar Stricklin, Harmonica Fats, Sam Baker, Drifting Charles, Donnie Jacobs, TV Slim, Danny Boy, Mr. Bo, Clear Waters (για τον Eddie Clearwater πρόκειται), Tender Slim, Sugar Boy Williams, ακόμη και ο Magic Slim (που τότε τον ήξεραν… πέντε συγγενείς, η μάνα του και οι γειτόνοι), ακόμη και ο Jimmy McCracklin, απασχολούσαν μόνον τους ερευνητές και τους συλλέκτες. Έτσι, μ’ εκείνη την κίνησή της η Red Lightnin’ (και με την προπέρσινη η Cherry Red), έφερνε στο προσκήνιο το βάθος μιας σκηνής, το απροστάτευτο μαύρο δυναμικό, που κλήθηκε κάποια στιγμή να μπει σ’ ένα στούντιο, καταφέρνοντας να βγάλει προς τα έξω ένα 45άρι· άντε δύο, άντε τρία…
Το “When girls do it”, με το οποίο ξεκινά η συλλογή ίσως είναι γνωστό από την εκτέλεση του Jimmy Reed (υπάρχει σ’ ένα 45άρι της Vee-Jay από το 1966), όμως αυτή εδώ από τον Bobby “Guitar” Bennett έγινε για την εταιρία World Artists (Νέα Υόρκη, 1965) και δε συγκρίνεται με καμμία, όσον αφορά στην κιθαριστική «σκληρότητα», αλλά και στον… σεξιστικό της χαρακτήρα. Το “Suicide blues” είναι ένα εξαιρετικό slow tempo blues, τραγουδισμένο με σπάνια δύναμη από τον άγνωστο Little Oscar Stricklin (rec. 1967). Απεναντίας, μια κάποια φήμη στο blues circuit έχει ο αρμονικίστας Harmonica Fats (λίγες και άξιες οι εγγραφές του), ο οποίος ακούγεται εδώ στο “How low is low” [Darcey, L.A. 1962], ενώ, όσον αφορά στον Magic Slim μπορεί σήμερα να είναι φίρμα, αλλά στο δεύτερο μισό του ’60 δεν τον γνώριζαν παρά ελάχιστοι. Όπως ελάχιστοι είχαν ακούσει τότε το ωραίο, moody τραγούδι του “Love me baby” γραμμένο για την Ja-Wes (Σικάγο, 1968). To “Sweet little angel” που απαθανάτισαν οι Robert Nighthawk και B.B. King το αποδίδει στη συλλογή μας ο Sam Baker, κομμένο και ραμμένο για την εταιρία Athens(!) από το Nashville, το 1964.
Άλλα κομμάτια που αξίζουν της προσοχής μας είναι εκείνα του Drifting Charles, από τη Louisiana. Γραμμένα για την Excello, το 1963, τα “Evil hearted woman” και “Drifting cloud” μπορεί να θυμίζουν άλλους καλλιτέχνες του label (Lonesome Sundown, Slim Harpo) όμως μετράνε. Ο T.V. Slim, το πραγματικό όνομα του οποίου ήταν Oscar Wills, γεννήθηκε στο Houston το 1916, για να πεθάνει 53 χρόνια αργότερα στο Kingman της Arizona. Η δισκογραφία του, έτσι όπως την αποτυπώνει και ο Mark Wirtz στο δίκτυο είναι εκτεταμένη (27 singles από το 1955, μέχρι το 1969). Τα δύο tracks που εδώ ακούμε, τα “My heart’s full of pain” και “Don’t knock the blues” είναι γραμμένα στο L.A. το 1968 και βγήκαν τότε για την Pzazz. Παράξενα. Το πρώτο είναι ενορχηστρωμένο με ηλεκτρικό βιολί και όργανο, ενώ το δεύτερο είναι εντελώς αφηγηματικό (ο T.V. Slim υπερασπίζεται τη μουσική με την οποία μεγάλωσε και που του έδινε κι έτρωγε). Τα δύο κομμάτια του Danny Boy, ηχογραφημένα στην Georgia το 1961, αν και είναι downhome, βγάζουν ακεραία την ηλεκτρική δύναμη της εποχής. Εν αντιθέσει δηλαδή με τα δύο του Louis “Mr.Bo” Collins [Detroit, 1966], το “I ain’t gonna suffer” και το “If trouble was money”, που είναι πιο κοντά στο electric Chicago στυλ. Και βεβαίως το “HillyBilly blues” του Clear Waters δεν θα μπορούσε παρά να θυμίζει τη διαχρονική αγάπη του “Chief”, που δεν ήταν (είναι) άλλος από τον Chuck Berry. Ο παντελώς άγνωστος Tender Slim, που ανακαλεί Jimmy Reed (ακόμη και στη φωνή), τα χώνει τόσο στο “Don’t cut out on me”, όσο και στο “I’m checkin’ up” [Herald, 1962]. Το τέλος, με τον Leon “Sugar Boy” Williams, δεν θα μπορούσε να ήταν καλύτερο. Το “Little girl” [Herald, 1960] είναι «θάνατος». Δικαίως, λέμε τώρα, μια mint κόπια φεύγει στο eBay με περισσότερο από 500 δολάρια.
(Tο κομμάτι, παρακάτω, δεν είναι το “Pop corn”, είναι το “Little girl”, και φυσικά δεν πρόκειται για... northern soul).
Η Red Lightnin’ ήταν μία από εκείνες τις βρετανικές ετικέτες (άλλες ήταν η Flyright, η Python, η Revival, η Sunflower…), που έσκασαν μύτη στα τέλη του ’60, με στόχο να σκάψουν (βαθιά) στο blues υπέδαφος, ηλεκτρισμένο ή μη. Έτσι, το εν λόγω label, από το 1969 ξεκινά να ετοιμάζει έναν κατάλογο, ο οποίος μέσα σε 5 χρόνια (1974) έχει να επιδείξει δέκα – μία και μία – blues κυκλοφορίες. Άλμπουμ δηλαδή των Buddy Guy, Little Walter, John Lee Hooker, Albert Collins, Junior Wells, Walter Horton, Earl Hooker, Clarence “Gatemouth” Brown, καθώς και δύο συλλογές, την “Blues In D Natural” (με τον τρομερό Sly Williams ανάμεσα) και την… “When Girls Do It”· το νούμερο “006” δηλαδή. Ένα διπλό LP με 28 κομμάτια, γραμμένα στα αμερικανικά fifties και ιδίως sixties, από γνωστά και άγνωστα ονόματα, το οποίον επανεξέδωσε πρόπερσι η Broadside/ Cherry Red (σε CD). Compilers οι Ian Sippen και Peter Shertser, δύο ονόματα τα οποία, πιθανώς, να λένε κάτι στους φίλους τού british underground rock, αφού έκαναν παραγωγή στο “A=MH2” (1969) των Clark-Hutchinson, στο “In From The Cold” (1969) των Ashkan, αλλά και σ’ εκείνο το “Southern Comfort” (1969) των Walter “Shakey” Horton, Martin Stone, Jessie Lewis και Jerome Arnold (στο οποίο ακουγόταν και η κιθαριστική… raga “Netti-Netti”, ένα από τα κορυφαία track του british psych underground). Ό,τι κάνει τη συλλογή των Sippen και Shertser κατ’ αρχάς ξεχωριστή είναι ο τίτλος της, κι έπειτα το εξώφυλλό της. Φυσικά, και τα τραγούδια της, αλλά γι’ αυτά θα τα πούμε λίαν συντόμως. «Όταν τα κορίτσια το κάνουν» λοιπόν (είναι τίτλος τραγουδιού), κι ένα cover από τα πλέον ακατάληπτα, που θα μπορούσε κανείς να φανταστεί (και όχι μόνο για blues άλμπουμ). Κάτι εξαδάκτυλες παλάμες, κάτι περίεργες… μαθήτριες (η μία, σαν να βγαίνει από τη «Θηλυκή Ταξιαρχία της Κολάσεως» – Dyanne Thorne δηλαδή), κάτι λεσβιακές περιπτύξεις και στο κέντρο η πιο παράξενη φωτογραφία απ’ όλες, ένας μάγος(;), ένας αποικιοκράτης(;) στην Κεϋλάνη του Μεσοπολέμου(;), περιστοιχισμένος από μια κουστωδία ηλικιωμένων γυναικών. Ο βρετανικός μυστικός συμβολισμός σε όλη του την έκταση. Προσωπικώς, δεν νομίζω πως είναι τυχαίο το art-cover, αλλά άντε τώρα να εξηγήσεις το τι σημαίνει τι… Ας πάμε, λοιπόν, στα τραγούδια, εκεί όπου τα πράγματα είναι, σίγουρα, πιο ξεκάθαρα.
Ρίχνοντας μια πρώτη ματιά στα ονόματα που ανθολογούνται στη συλλογή εκείνο που παρατηρεί κανείς είναι πως τα περισσότερα είναι «άγνωστα». Αν εξαιρέσεις δηλαδή τους Junior Wells, Ike Turner, Memphis Slim, Buddy Guy, άντε και τον Magic Sam, όλοι οι υπόλοιποι ήταν «άγνωστοι» στη Βρετανία των late sixties. Καλλιτέχνες όπως οι Bobby “Guitar” Bennett, Little Oscar Stricklin, Harmonica Fats, Sam Baker, Drifting Charles, Donnie Jacobs, TV Slim, Danny Boy, Mr. Bo, Clear Waters (για τον Eddie Clearwater πρόκειται), Tender Slim, Sugar Boy Williams, ακόμη και ο Magic Slim (που τότε τον ήξεραν… πέντε συγγενείς, η μάνα του και οι γειτόνοι), ακόμη και ο Jimmy McCracklin, απασχολούσαν μόνον τους ερευνητές και τους συλλέκτες. Έτσι, μ’ εκείνη την κίνησή της η Red Lightnin’ (και με την προπέρσινη η Cherry Red), έφερνε στο προσκήνιο το βάθος μιας σκηνής, το απροστάτευτο μαύρο δυναμικό, που κλήθηκε κάποια στιγμή να μπει σ’ ένα στούντιο, καταφέρνοντας να βγάλει προς τα έξω ένα 45άρι· άντε δύο, άντε τρία…
Το “When girls do it”, με το οποίο ξεκινά η συλλογή ίσως είναι γνωστό από την εκτέλεση του Jimmy Reed (υπάρχει σ’ ένα 45άρι της Vee-Jay από το 1966), όμως αυτή εδώ από τον Bobby “Guitar” Bennett έγινε για την εταιρία World Artists (Νέα Υόρκη, 1965) και δε συγκρίνεται με καμμία, όσον αφορά στην κιθαριστική «σκληρότητα», αλλά και στον… σεξιστικό της χαρακτήρα. Το “Suicide blues” είναι ένα εξαιρετικό slow tempo blues, τραγουδισμένο με σπάνια δύναμη από τον άγνωστο Little Oscar Stricklin (rec. 1967). Απεναντίας, μια κάποια φήμη στο blues circuit έχει ο αρμονικίστας Harmonica Fats (λίγες και άξιες οι εγγραφές του), ο οποίος ακούγεται εδώ στο “How low is low” [Darcey, L.A. 1962], ενώ, όσον αφορά στον Magic Slim μπορεί σήμερα να είναι φίρμα, αλλά στο δεύτερο μισό του ’60 δεν τον γνώριζαν παρά ελάχιστοι. Όπως ελάχιστοι είχαν ακούσει τότε το ωραίο, moody τραγούδι του “Love me baby” γραμμένο για την Ja-Wes (Σικάγο, 1968). To “Sweet little angel” που απαθανάτισαν οι Robert Nighthawk και B.B. King το αποδίδει στη συλλογή μας ο Sam Baker, κομμένο και ραμμένο για την εταιρία Athens(!) από το Nashville, το 1964.
Άλλα κομμάτια που αξίζουν της προσοχής μας είναι εκείνα του Drifting Charles, από τη Louisiana. Γραμμένα για την Excello, το 1963, τα “Evil hearted woman” και “Drifting cloud” μπορεί να θυμίζουν άλλους καλλιτέχνες του label (Lonesome Sundown, Slim Harpo) όμως μετράνε. Ο T.V. Slim, το πραγματικό όνομα του οποίου ήταν Oscar Wills, γεννήθηκε στο Houston το 1916, για να πεθάνει 53 χρόνια αργότερα στο Kingman της Arizona. Η δισκογραφία του, έτσι όπως την αποτυπώνει και ο Mark Wirtz στο δίκτυο είναι εκτεταμένη (27 singles από το 1955, μέχρι το 1969). Τα δύο tracks που εδώ ακούμε, τα “My heart’s full of pain” και “Don’t knock the blues” είναι γραμμένα στο L.A. το 1968 και βγήκαν τότε για την Pzazz. Παράξενα. Το πρώτο είναι ενορχηστρωμένο με ηλεκτρικό βιολί και όργανο, ενώ το δεύτερο είναι εντελώς αφηγηματικό (ο T.V. Slim υπερασπίζεται τη μουσική με την οποία μεγάλωσε και που του έδινε κι έτρωγε). Τα δύο κομμάτια του Danny Boy, ηχογραφημένα στην Georgia το 1961, αν και είναι downhome, βγάζουν ακεραία την ηλεκτρική δύναμη της εποχής. Εν αντιθέσει δηλαδή με τα δύο του Louis “Mr.Bo” Collins [Detroit, 1966], το “I ain’t gonna suffer” και το “If trouble was money”, που είναι πιο κοντά στο electric Chicago στυλ. Και βεβαίως το “HillyBilly blues” του Clear Waters δεν θα μπορούσε παρά να θυμίζει τη διαχρονική αγάπη του “Chief”, που δεν ήταν (είναι) άλλος από τον Chuck Berry. Ο παντελώς άγνωστος Tender Slim, που ανακαλεί Jimmy Reed (ακόμη και στη φωνή), τα χώνει τόσο στο “Don’t cut out on me”, όσο και στο “I’m checkin’ up” [Herald, 1962]. Το τέλος, με τον Leon “Sugar Boy” Williams, δεν θα μπορούσε να ήταν καλύτερο. Το “Little girl” [Herald, 1960] είναι «θάνατος». Δικαίως, λέμε τώρα, μια mint κόπια φεύγει στο eBay με περισσότερο από 500 δολάρια.
(Tο κομμάτι, παρακάτω, δεν είναι το “Pop corn”, είναι το “Little girl”, και φυσικά δεν πρόκειται για... northern soul).
Ευχαριστώ για το review Φώντα. Αν και fan του (παραδοσιακού) r&b, ο συγκεκριμένος δίσκος δεν έτυχε της προσοχής μου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΛάμπρος
...δεν ειμαι φαν του r&b ,γνωριζω ελαχισta απο soul ,ακουω κυριως extreme Metal /Hardcore/Noise/Electronica αλλα δεν μπορω παρα να υποκλιθω στην εξαιρετικα ειλικρινη (οτι και αν σημαινει αυτο)τραγουδοποιια κυριων οπως ο Sugar Boy..δεν υπαρχει περιπτωση να μπω εδω και να μη μαθω κατι!
ΑπάντησηΔιαγραφήΑυτό έχει σημασία Ioanni K., να εκτιμούμε το καλό απ’ όπου κι αν προέρχεται.
ΑπάντησηΔιαγραφήΒαλάντη, εσύ είσαι ρε φίλε; Καλά κάνεις και δίνεις αυτό το blues διαμάντι…
ΑπάντησηΔιαγραφήΠοια μπάντα Βαλάντη; Στείλε το link. Δε βλέπω τίποτα…
ΑπάντησηΔιαγραφήΤo όνομα Parthenons, εκ πρώτης, δε μου λέει κάτι. Το κομμάτι είναι πολύ καλό. Μου κάνει εντύπωση το γεγονός ότι ο τύπος σολάρει με ακουστική κιθάρα, αντί για ηλεκτρική (το βίντεο δεν ανταποκρίνεται σε ό,τι ακούγεται). Γενικώς, μου φέρνει στο νου το φοβερό “Eastern nights” των Romford Golden Sunshine Band.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚόβω το χέρι μου (μην πω τίποτε άλλο) ότι το τραγούδι είναι play back.... Δεν εχω ακούσει ποτέ και από κανεναν απο (τους πολλους την τελευταια πενταετία) μουσικούς που συναντιεμαι, για συγκρότημα PARTHENONS....
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλά, το ότι είναι playback, όπως και όλα σχεδόν (για να μην πω όλα…) τα clips του ’60, δεν υπάρχει ουδεμία αμφιβολία. Το θέμα είναι αν υπήρχε γκρουπ με το όνομα Parthenons. Πρέπει να το ψάξω κι εγώ λίγο παραπάνω, γιατί δεν έχω βρει το χρόνο ν’ ασχοληθώ.
ΑπάντησηΔιαγραφή