Ο Μετρονόμος του Θανάση Συλιβού είναι ένα καλό μουσικό
περιοδικό και γι’ αυτό το αγοράζω τακτικώς. (Πρέπει να έχω περισσότερα από τα
μισά τεύχη του). Για το τελευταίο, το υπ’ αριθμόν 46, που κυκλοφόρησε πριν λίγες
ημέρες (αυτό με τον Μάνο Λοΐζο στο εξώφυλλο) μού ζητήθηκε ένα κείμενο από τον
συντάκτη Ηρακλή Οικονόμου (ο ίδιος «τρέχει» το αξιόλoγο blog Μουσικά
Προάστια), σχετικό με το ζήτημα της «κριτικής», το οποίο θα περιλαμβανόταν
σ’ ένα ευρύτερο θέμα, που θα είχε τίτλο «Κριτική και κριτικοί». Ο Οικονόμου
είχε συντάξει ένα κατάλογο ερωτήσεων, που δεν ήταν περιοριστικός, δίνοντας τη
δυνατότητα σε μιαν ομάδα μουσικοκριτικών (Αλλαμανής, Βάκης, Βλαχογιάννη, Ζήλος,
Μαλανδρενιώτη, Μονεμβασίτης, Παπαδάκης, Τσάμπρας) να αναπτύξει τις απόψεις της.
Αναδημοσιεύω το κείμενο όπως ακριβώς το έγραψα (και όχι με τις
μικροαλλαγές με τις οποίες δημοσιεύτηκε). Είναι ορισμένες απόψεις τις οποίες
έχω διατυπώσει κατά καιρούς στο δισκορυχείον
και οι οποίες, εδώ, είναι κάπως συγκεντρωμένες…
Η μουσικοκριτική είναι ένα υποσύνολο της κριτικής και η
κριτική είναι μια διαδικασία της ανθρώπινης σκέψης. Άρα κριτική ασκεί ο καθείς
– ο καθείς που μπορεί να σκέφτεται δηλαδή (καθότι υπάρχουν και ορισμένοι που
δεν σκέφτονται, είτε γιατί δεν θέλουν, είτε γιατί βαριούνται, είτε γιατί δεν
μπορούν). Προϋπόθεση για να σκέφτεται κάποιος και περαιτέρω να κρίνει –έχοντας
συγχρόνως την απαίτηση να τον λαμβάνουν σοβαρά υπ’ όψιν τους οι άλλοι–, είναι η
ευρύτερη κουλτούρα και βασικά η μελέτη. Άνευ διαβάσματος (όχι από παπά…) δεν
πάει κανείς πουθενά.
Η κριτική έχει να κάνει με την Αισθητική, που είναι κομμάτι
της Φιλοσοφίας, αλλά έχει να κάνει και με την Κοινωνία (τουλάχιστον από την
εποχή τού Saint-Simon και μετά). Συνεπώς, η
κριτική δεν πρέπει να περιορίζεται μόνο στα αισθητικά θέματα, αλλά να επιδιώκει
να αναδείξει και τις κοινωνικές διαστάσεις του έργου Τέχνης (για να μην πω πως
οφείλει να πράττει κυρίως αυτό).
Η μουσικοκριτική/δισκοκριτική διαφέρει από την κριτική
κινηματογράφου, λογοτεχνίας ή θεάτρου στο εξής. Ένα μουσικό έργο (χωρίς λόγια)
μπορεί να μοιάζει με μια ταινία και να αντιμετωπίζεται ως «ολότητα», αλλά ένας
δίσκος με τραγούδια αποτελείται, συχνά, από διαφορετικές «ολότητες».
Προσωπικώς, τους δίσκους με τραγούδια τούς αντιμετωπίζω τις περισσότερες φορές
ως «ξεχωριστά τραγούδια» και όχι ως «δίσκους», επειδή υπάρχει ποικιλία
ακουσμάτων/ ηχοχρωμάτων, όπως και θεμάτων (κοινωνικά, ερωτικά κ.ά.). Βεβαίως,
υπάρχουν και τα λεγόμενα concept albums,
αλλά αυτά ήταν και παραμένουν μειοψηφία στη δισκογραφία. Σε κάθε περίπτωση
σημασία έχει να αναδεικνύεται (από τον κριτικό) το «όλον» και όχι το επιμέρους.
Τι να τον κάνεις έναν καλό τραγουδιστή, όταν ερμηνεύει ένα κακό τραγούδι; Τι
νόημα έχει να εκφράζεις «σωστές» κοινωνικοπολιτικές θέσεις, όταν το τραγούδι
σου είναι κακοφτιαγμένο; Πρέπει όλα να δουλεύουν ρολόι, για να αποκτά πλήρες
νόημα ένα έργο Τέχνης. Στην αντίθετη περίπτωση, μπαίνουμε στα δύσκολα. Ο
κριτικός αρχίζει να γκρινιάζει (όταν γκρινιάζει), ο καλλιτέχνης αντιδρά (όταν
αντιδρά) και τα υπόλοιπα είναι γνωστά… Η ουσία –γιατί, εδώ, εντοπίζεται μία
μεγίστη παρεξήγηση– είναι πως η κριτική σε κάθε περίπτωση αφορά στο έργο Τέχνης
(και στον καλλιτέχνη) και όχι στο αναγνωστικό κοινό (το οποίον κοινό από σπόντα
και συνεκδοχικώς διαβάζει την κριτική, λαμβάνοντάς την υπ’ όψιν του ή όχι).
Σκοπός της κριτικής, δηλαδή, δεν είναι να στείλει περισσότερους αναγνώστες στα
δισκάδικα ή τους κινηματογράφους (για ν’ αγοράσουν ένα δίσκο ή να δουν μια
ταινία), όπως νομίζουν ορισμένοι (και όπως καταντά συχνά η κριτική). Σκοπός τής
κριτικής είναι να αναδείξει ένα έργο Τέχνης που (κατά τον κριτικό) αξίζει να
αναδειχθεί, και να σταθεί απέναντι σ’ ένα άλλο, που (κατά τον κριτικό) είναι
για τα μπάζα.
Συχνά γίνεται λόγος για την «κρίση στη δισκογραφία» και τα
συναφή. Δεν το δέχομαι. Οι κρίσεις επειδή είναι μόνιμα φαινόμενα είναι
ταυτοχρόνως και άνευ ουσιαστικής σημασίας. Εκτός αν ορισμένοι συγχέουν (για
τους δικούς τους ταπεινούς λόγους) την κρίση στο οικονομικό κομμάτι της
δισκογραφίας (που είναι προφανές) με την κρίση δημιουργίας (που δεν υπάρχει).
Και το ’80 και το ’90 και το ’00 διάβαζα παντού για «κρίση». Κρίση δεν
υφίσταται. Τραγούδια γράφονται, δίσκοι βγαίνουν ή «ανεβαίνουν», την παραγωγή
εξακολουθούμε να τη γνωρίζουμε σ’ ένα πενιχρό μόνον ποσοστό της.
Παρότι φροντίζω να μην έχω πολλά-πολλά με τους καλλιτέχνες,
το έργο των οποίων αντιμετωπίζω/κρίνω (γι’ αυτό το λόγο αποφεύγω και τις
συνεντεύξεις), δεν έχω τη γνώμη πως ο κριτικός πρέπει να μοιάζει με «ασκητή».
Οφείλει πάντως να είναι προσεκτικός και να προβλέπει/αποφεύγει τις κακοτοπιές.
Γενικώς, το επάγγελμα (που διέρχεται τη δική του πολυποίκιλη κρίση – γιατί αυτή
η κρίση είναι υπαρκτή) έχει κάποιους «εσωτερικούς» κανόνες, οι οποίοι συνήθως
καταπατούνται· από τους ίδιους τους κριτικούς εννοείται.
Quiz
ΑπάντησηΔιαγραφήΠοιος μουσικοκριτικός από τους παραπάνω σε θέμα του για τα 100 καλύτερα κρυμμένα διαμάντια της ελληνικής μουσικής πρότεινε δικό του μουσικό έργο?!!!
ar.haf
Τελικά ποιος ήταν;
Διαγραφήar.haf άσε τώρα τα… πρόχειρα διαγωνίσματα και πες για ποιον πρόκειται, και που και πότε δημοσιεύτηκε η λίστα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤις πιο ενδιαφέρουσες λογοτεχνικές σελίδες περί μουσικοκριτικής και μουσικοκριτικών τις βρήκαμε στο "Paradiso" του Χοσέ Λεσάμα Λίμα. Άραγε έχετε διαβάσει την απίθανη ιστορία του μουσικοκριτικού Χουάν Λόγκο, που υπάρχει στο βιβλίο;
ΑπάντησηΔιαγραφήΤα σέβη μας!
Το βιβλίο το ξέρω Lapsus digiti, είναι κλασικό, αλλά δεν το έχω διαβάσει. Τώρα, όμως, υπάρχει σοβαρός λόγος!
ΑπάντησηΔιαγραφήΠαλια ο μετρονομος εβαζε και ενθετο με φωτογραφιες από 45αρια.
ΑπάντησηΔιαγραφήA.K.
Τα θυμάμαι τα ένθετα. Μάλλον ξέρω και ποιος έκανε την επιλογή. Πάντως αυτό το τεύχος με τον Λοΐζο δεν έχει ένθετο.
ΑπάντησηΔιαγραφή