Ορισμένα tips. Στη σελίδα 35 ο συγγραφέας υποτιμά σφόδρα το rock, πράττοντας ένα κλασικό (λόγιο αυτή τη φορά) λάθος. Επιχειρεί να δει το rock μουσικολογικά. Η σημασία του rock – και η αξία του – είναι βασικά κοινωνική, και μετά αισθητική. Τι να τις κάνω τις «μπασαβιόλες», όπως έλεγε κι ο Ζαμπέτας, όταν γειτνιάζουν με τη συντήρηση ή σαλιαρίζουν με την εξουσία; Όταν… Φυσικά, ούτε και το rock, a priori, στέκεται απέναντί τους – απέναντι στη συντήρηση και την εξουσία εννοώ. Αλλά αυτά είναι θέματα, που εξετάζονται κατά περίπτωση. Δεν σερβίρονται «έτοιμα».
Στο βιβλίο υπάρχουν λάθη. Σοβαρά και λιγότερο σοβαρά. Ενδεικτικώς: o Σταύρος Παπασταύρου (σελ.176) δεν ξεκίνησε να γράφει τραγούδια το 1978, αλλά το 1973. Μπορεί και νωρίτερα. Ο Νίκος Αντύπας (σελ.183) δεν δημιούργησε τους Socrates. Μπήκε στο γκρουπ πολύ μετά. Το άλμπουμ των Χειμερινών Κολυμβητών δεν λέγεται «Οι Δασοκτόνοι», αλλά «Οι Δακοκτόνοι» (σελ.299).
Βρίσκω υπερβολικές τις (θετικές) κρίσεις του Κώστα Μυλωνά, για αρκετούς συναδέλφους του, φερ’ ειπείν για τον Γιώργο Ανδρέου. Τα τραγούδια που έφτιαξε με τους Αλέ Ρε Τουρ, τα βρίσκω πιο ενδιαφέροντα από τα «έντεχνά» του (εξαιρώ το «Γράμμα στον κύριο Νίκο Γκάτσο», που είναι πράγματι ωραίο).Δεν γίνεται να βρίσκεις χώρο για τα Τζαβαράκια στο βιβλίο και να λησμονείς ένα από τα καλύτερα «έντεχνα» άλμπουμ της εποχής, το συγκλονιστικό «Στρατιωτικά» (1982) του Χρήστου Λεττονού. (Παραμερίζεις ακόμη και τον Leonard Cohen, καθώς τον ακούς να τραγουδά στην ελληνική το “Chelsea Hotel #2”, για να μην πω πως τον βάζεις εντελώς στην άκρη – τον Cohen – όταν ακούς το «Σαν εκδρομή»).
Στο βιβλίο καταγράφονται, κακώς για μένα, πάρα πολλοί στίχοι. Είναι αχρείαστοι. Πρώτον, γιατί είναι γνωστοί τοις πάσι. Δεύτερον, γιατί αυξάνουν τις σελίδες, ανεβάζοντας το κόστος. Τρίτον, (γιατί) δεν είναι θεμιτό να καταχωρίζονται στην «ιστορία του ελληνικού τραγουδιού» ποιήματα του Κώστα Καρυωτάκη ή του Οδυσσέα Ελύτη. Δεν έχουμε μπροστά μας αναγνωστικό του Γυμνασίου.
Για να τελειώσω, κοιτώντας την ουσία, έτσι όπως, προσωπικώς και αυστηρώς, την αντιλαμβάνομαι. Αρκετοί από τους πιο αγαπημένους μου ελληνικούς δίσκους της εποχής ή δεν καταγράφονται καθόλου (το «Πράσινο Αεράκι» του Νίκου Λαρυγγάκη, η «Μοναξιά» του Αρθούρου Αντενούτσι, οι τρεις δίσκοι του Γιώργου Μακρή, το «Κράμα» του Γιώργου Ρωμανού, όλα τα LP που έντυσε με στίχους του ο Γιώργος Θεοχάρης, η «Αναστροφή» του Λουκά Θάνου…) ή πέφτουν στα ψιλά (η «Αυταπάτη» της Ηδύλης Τσαλίκη, ο «Πόθος Διάφανος» του Πάνου Τσαπάρα, το «Να’μαστε Πάλι Εδώ Αντρέα» του Αντρέα Μικρούτσικου, το «Μόνο μια Φορά», κορυφαίο LP του Σταμάτη Κραουνάκη). Περίεργο; Εξηγήσιμο; Λογικό; Ανεπίτρεπτο;
Η ουσία είναι πως ο, καθ’ όλα μειλίχιος, Κώστας Μυλωνάς εμπιστεύτηκε περισσότερο απ' όσο θά'πρεπε τις δικές του δυνάμεις.
Υπαρχει ο Λεττονος; Ψαχνω, δεν βρισκω..
ΑπάντησηΔιαγραφήΦιλια
kala, egina eponymos tora.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕννοείς αν ζει; Δυστυχώς όχι. Κάηκε πριν απο χρόνια. Έχω φυλλάξει απόκομμα από εφημερίδα της εποχής - πρέπει να ψάξω να το βρω - ήταν πριν από καμιά 15ετία. Κάποια στιγμή θα γράψω περισσότερα...
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο άλμπουμ δεν βρίσκεται εύκολα. Ήταν ανεξάρτητη παραγωγή του Μανώλη Καβουκλή… Ρίξε πάντως μια ματιά στο Μοναστηράκι...