Δευτέρα 17 Σεπτεμβρίου 2012

RUNE GRAMMOFON λίγα λόγια

Κάθε ετικέτα που επιθυμεί οι κυκλοφορίες της (LP, CD και DVD εν προκειμένω) να ξεχωρίζουν από μακριά (πριν έλθει κάποιος κοντά, ώστε ν’ ακούσει και να δει), οφείλει κατά πρώτον να επιβάλλεται μέσω ενός ξεχωριστού design. Οι εκδόσεις της Rune Grammofon –η εταιρεία του Rune Kristoffersen, εδώ και μια 15ετία σχεδόν υποστηρίζει σημαντικότατες κυκλοφορίες από το χώρο της νορβηγικής jazz, της αυτοσχεδιαζόμενης και της ηλεκτρονικής μουσικής– είναι όλες digipak, όσον αφορά στα CD και τα DVD (τουλάχιστον οι πλέον πρόσφατες), παίζουν συχνά με τα χρώματα και τα γεωμετρικά σχέδια-σχήματα, είναι άδειες δίχως να είναι minimal, αποφεύγουν συνήθως τα πρόσωπα στο εικαστικό μέρος, διατηρώντας πάντα ένα αναγνωρίσιμο προφίλ. Η άποψη δηλαδή του σχεδιαστή Kim Hiorthøy είναι ένα πρώτο σήμα κατατεθέν. Ακολουθούν, φυσικά, οι ακροάσεις…
Οι Albatrosh είναι ένα duo, αποτελούμενο από τους νεαρούς Eyolf Dale πιάνο και André Roligheten σαξόφωνα. Έχουν κυκλοφορήσει έως σήμερα τρία άλμπουμ με το Yonkers [RCD2117, 2011], το πιο πρόσφατο, να είναι ηχογραφημένο στη Νέα Υόρκη, τον Απρίλιο της προηγούμενης χρονιάς. Οι Albatrosh αγαπούν τον αυτοσχεδιασμό· όχι τον ελεύθερο, αλλά εκείνον που συνδέεται με συγκεκριμένες συνθετικές δομές και κυρίως με προφανείς ρομαντικές κατευθύνσεις. Υπάρχει δηλαδή η nordic μελωδία, την οποία διευθετεί και φέρνει εις πέρας το τενόρο βασικά, με το πιάνο να επικεντρώνεται σ’ έναν ρυθμικό διαβρωτικό ρόλο. Βεβαίως υπάρχουν tracks όπου τα δύο όργανα συμπλέουν είτε στον ρυθμικό τομέα (“Fifths”) με τον Roligheten σε παιγνίδι (και) με τις τάπες, είτε στον μελωδικό (“Major little”), αλλά βασικά είναι η συμπλοκή τους, οι ρυθμικές ανακολουθίες, τα μελωδικά ψήγματα που αναδύονται εδώ κι εκεί και τα οποία επεκτείνονται ή κόβονται εν τω γεννάσθαι (“Linedance”), που μετατρέπουν το “Yonkers” σε μιαν improv/μελωδική περιπέτεια. Οι Albatrosh κατέκτησαν το ετήσιο βραβείο JazzIntro στο Molde Jazzfestival του 2008, αλλά και τον τίτλο της “best band” στο North Sea Jazz του 2009, δείχνοντας απλώς πως το μέλλον τους είναι… παρόν.
Οι In The Country είναι βασικά ένα piano trio αποτελούμενο εκ των Morten Qvenild πιάνο, ηλεκτρονικά, φωνητικά, Roger Arntzen κοντραμπάσο, φωνητικά, Pål Hausken ντραμς, κρουστά, ηλεκτρονικά, φωνητικά, το οποίον trio, προς χάριν των live, μετατρέπεται ενίοτε σε κουαρτέτο (με την προσθήκη του Andreas Mjøs βιμπράφωνο, κιθάρες). Το γκρουπ σχηματίστηκε στο Όσλο το 2003, έχει βραβευθεί εντός κι εκτός Νορβηγίας, έχει κυκλοφορήσει έως σήμερα τέσσερα άλμπουμ, το “This Was The Pace Of My Heartbeat” (2004), το “Losing Stones, Collecting Bones” (2006), το “Witheout” (2009) –άπαντα στην Rune Grammofon–, με το έσχατο να έχει τίτλο Sounds and Sights [RCD2113, 2011], εμφανιζόμενο τόσο σε CD-DVD, όσο και σε 2LP-DVD. Βασικά, εδώ έχουμε να κάνουμε με ζωντανές εγγραφές από το Kongsberg και το Όσλο, οι οποίες και μας αποκαλύπτουν τις βαθύτερες (αισθητικές) επιδιώξεις του σχήματος. Οι In the Country είναι ένα κουαρτέτο, που επιχειρεί να ενώσει σ’ ένα σώμα την παγερή ατμόσφαιρα της nordic jazz με την ντελικάτη δυναμική του neo-progressive. Σίγουρα ο ήχος τους θα μπορούσε να παραπέμπει στους e.s.t. π.χ., αλλά διαφοροποιείται από εκείνον και λόγω της περισσότερο rock αντίληψης (στα… εξωστρεφή μέρη), αλλά και της εμμονής τους, κάποιες φορές, είτε σε μία jazz εντελώς χαμηλών τόνων, σχεδόν ανεπαίσθητης, που γειτνιάζει με τη σιωπή, είτε στην ηχητική… αναμπουμπούλα και το θόρυβο. Ο μελωδικός διάκοσμος είναι η κυρίαρχη συνιστώσα των συνθέσεων των In the Country, κάτι το οποίον είναι ολοφάνερο σε κάθε track του “Sounds…”, όπως ας πούμε στο 16λεπτο “Kung home”, εκεί όπου όλα τα προαναφερθέντα παρατάσσονται με την ακρίβεια του διαβήτη. Πολύ ωραία, «δική τους» κι η version στοBrothers in armsτων Dire Straits. Στο “Sights…” το DVD που συνοδεύει την έκδοση σκηνοθετημένο από κάποιον Claus Arthur Breda-Gulbrandsen το συγκρότημα συλλαμβάνεται «ζωντανό» σε συνθέσεις του CD, αλλά τούτο είναι μόνο λεπτομέρεια. Ο Νορβηγός σκηνοθετεί, δημιουργώντας ένα δικό του έργο, με πλάνα της φύσης και των χώρων, σε άσπρο-μαύρο, τα οποία σε συνδυασμό με τα οπτικά… ονειρικά εφφέ (πολλαπλές εκθέσεις, φωτοσκιάσεις, «δομικές» ανωμαλίες) δίνουν στην ταινία του μια ποιητική διάσταση.
Το Light [RDV2112, 2011] των Spunk (Maja Solveig Kjelstrup Ratkje φωνή, ηλεκτρονικά, Kristin Andersen τρομπέτα, Hild Sofie Tafjord γαλλικό κόρνο, ηλεκτρονικά, Lene Grenager τσέλο) είναι DVD, στηριγμένο στο… live at Henie Onstad Art Centre (μουσείο Τέχνης λίγο έξω από το Όσλο), την 23/8/2008. Η μουσική του νορβηγικού κουαρτέτου –εν αντιθέσει με την παράσταση, που είναι τυπικώς κινηματογραφημένη– είναι ό,τι θ’ αποκαλούσαμε «δύσκολη»· ένα electro-improv περιβάλλον, που σπάει κάπως από τους… τσαφ-τσαφ μελωδισμούς της τρομπέτας ή του κόρνου. Έχω μάλιστα την αίσθηση πως εξ αιτίας της θέασης γίνεται (η μουσική) ακόμη «δυσκολότερη», λόγω του ότι ο ήχος δεν είναι σε πρώτο πλάνο, με την εικόνα να κυριεύει τις αισθήσεις. Επειδή το εφάρμοσα λοιπόν… Το “Light” είναι περισσότερο λειτουργικό, αν το αποκόψεις από το οπτικό του μέρος. Θ’ ανακαλύψεις τότε ένα άψογο συγκρότημα, που παράγει «έναν» noise γενικώς ήχο, ώρες-ώρες στη γραμμή των ιστορικών σχημάτων του είδους (AMM, Nihilist Spasm Band κ.λπ.) δίχως όμως να ταυτίζεται με αυτά.
Εντελώς διαφορετική περίπτωση εκείνη του Hedvig Mollestad Trio, που ντεμπουτάρει στην Rune Grammofon με το Shoot!” [RCD2115, 2011], ένα ροκάδικο γενικώς CD για κιθάρα (η Hedvig Mollestad), μπάσο (η Ellen Brekken) και φυσικά ντραμς (ο Ivar Loe Bjørnstad). Σκληρό rock-trio λοιπόν, που πατάει γερά στους πατέρες του είδους (τους δωρικούς Cream και τους… κορινθιακούς Experience), δίχως να παραβλέπει πάντως την jazz ή έστω την fusion παράδοση. Η… βινυλιακή διάρκεια των 39 λεπτών (εξάλλου το “Shoot!” κυκλοφορεί και σε LP), το ωραίο κιθαριστικό feeling τής Mollestad με τα απανωτά riffs και τον καθαρό εν γένει ήχο, το κοντραμπάσο (και όχι bass-guitar) της Brekken που παράγει ωραίες «περπατητές» γραμμές (το να παίζεις σαν τον Jack Bruce με όρθιο μπάσο έχει μια σημασία) και βεβαίως οι στιβαροί ρούλοι του Bjørnstad, άπαντα συνηγορούν σ’ ένα καθόλου παράξενο άλμπουμ, που μετατρέπεται όμως σε τέτοιο (σε παράξενο) όντας στον κατάλογο μιας έτσι κι αλλιώς προχωρημένης εταιρίας. Να πω μόνο πως το “Shoot!” ηχογραφήθηκε ζωντανά σε στούντιο στο νησάκι Giske (η Νορβηγία έχει δεκάδες νησιά και όχι μόνο το μαρτυρικό Utoeya), το mix έγινε στο Halden (στα νότια της χώρας), ενώ το master ήρθε από το Σικάγο και τον Dave Collins (έχει δουλέψει για τους Black Sabbath, Alice Cooper, Jonny Lang, Flogging Molly, Fu Mancu κ.ά.).

3 σχόλια:

  1. EL DOOM & THE BORN ELECTRIC. Πρόσφατη κυκλοφορία στη συγκεκριμένη εταιρεία σε progressive/RIO ύφος με math rock και metal επιρροές. Εκπληκτικό. Απλώνει ορίζοντες πλέον η Rune Grammofon και ποιός τη πιάνει...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Σήμερα έφθασε στα χέρια μου μαζί με τα καινούρια Fire! και Volcano the Bear. Δεν το έχω ακούσει ακόμη...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. spacefreak αναποδα τα εγραψες ,οι El Doom ειναι Metal με επιρροες απ'ολα τα υπολοιπα που εγραψες (αν και δε βλεπω πουθενα R.I.O τερτιπια)

    Δαμιανος

    ΑπάντησηΔιαγραφή