Με πληθυσμό περί τα 250 εκατομμύρια ανθρώπους η Ινδονησία
είναι από μόνη της ένας εντελώς ξεχωριστός κόσμος· και, επί του προκειμένου,
ένας εντελώς ξεχωριστός μουσικός κόσμος. Η ισχυρή παράδοση βασικά της
μπαλινέζικης μουσικής έχει καταστήσει τους ήχους της χώρας ήδη από τα τέλη του
19ου αιώνα, ελέω Debussy,
ως παγκοσμίου ενδιαφέροντος, την ώρα που όλες οι «έντεχνες» δυτικές φόρμες –από
την jazz και την πρωτοπορία, μέχρι το rock και την pop– ευδοκιμούν παλαιόθεν… και πάντως όχι
λιγότερο από τους εκεί σεισμούς ή τα ηφαίστεια. Μάλλον περίκλειστη (λόγω εσωτερικής
αυτάρκειας) όσον αφορά στη σχετική βιομηχανία, η Ινδονησία παραμένει η μεγάλη
άγνωστη της σύγχρονης και παλαιότερης μουσικής παραγωγής/ δισκογραφίας. Τι
«έπαιζε» στη χώρα στα sixties και τα seventies ή τις πιο πρόσφατες δεκαετίες; Όλοι μας μπορεί να έχουμε στο
νου μερικά ονόματα (για κάποιους ινδονησίους καλλιτέχνες και συγκροτήματα έχω
γράψει και στο δισκορυχείον), ελάχιστοι όμως γνωρίζουμε κάτι παραπάνω.
Ελάχιστοι μπορούμε να κάνουμε τις σχετικές συνδέσεις, τοποθετώντας και
αποτιμώντας σκηνές και δημιουργούς. Έχουμε καιρό μπροστά μας… Διάθεση να
υπάρχει, για να το ψάχνουμε…
Η νεοϋορκέζικη MoonJune Records είναι
μία από τις δυτικές εταιρείες, οι οποίες τα τελευταία χρόνια επιχειρούν να
δώσουν κίνητρα στο μουσικόφιλο κοινό, προκειμένου να ασχοληθεί με τη μουσική
της μεγάλης χώρας. Με σύγχρονες κυκλοφορίες που αφορούν στην jazz, το fusion και το progressive rock (άκου
simakDialog, Tohpati Ethnomission, Tohpati Bertiga, Ligro και I Know You Well Miss Clara), η MoonJune στρέφει συχνά τα ενδιαφέροντά
της προς το ινδονησιακό αρχιπέλαγος, ξαφνιάζοντάς μας, πάντοτε, ευχαρίστως.
Όπως ευχαρίστως μας ξαφνιάζει προτείνοντάς μας, τώρα, ένα νέο-παλαιό όνομα από
την pop και fusion σκηνή της χώρας που
ακούει στο όνομα Dewa Budjana.
Κιθαρίστας (γενν. το 1963) των pop/rock αστέρων Gigi (μπάντα με τεράστια επιτυχία στα
Νησιά, η οποία έχει κυκλοφορήσει 20 δίσκους τα τελευταία 20 χρόνια!), ο Budjana πήρε
άλλες (παράλληλες) στροφές ως δημιουργός, όταν μελέτησε το κλασικό fusion των seventies, τους συναδέλφους του
κιθαρίστες δηλαδή John McLaughlin,
Jeff Beck, John Abercrombie και Pat Metheny. Αυτήν την διάσταση
της δισκογραφίας του ο Budjana
την καταγράφει σε μια σειρά προσωπικών CD (και εσχάτως LP)
αρχής γενομένης από το 1997, φθάνοντας έως τις μέρες μας. Έτσι, εντός του 2013,
η MoonJune κυκλοφορεί δύο άλμπουμ του Dewa Budjana, το “Dawai in Paradise” [MJR051] και το “Joged Kahyangan” [MJR059] –πρόκειται για τα μόνα άλμπουμ
του Budjana με
παγκόσμια διανομή, καθώς όλα τα υπόλοιπα είχαν τυπωθεί μόνο για την αγορά της
Ινδονησίας– συστήνοντάς μας έναν διαφορετικό συνθέτη, μία διαφορετική πενιά.
Το “Dawai in Paradise”
είναι το πέμπτο προσωπικό άλμπουμ του Budjana και περιλαμβάνει πέντε κομμάτια
ηχογραφημένα το 2011 στην Jakarta και επτά (ανέκδοτα έως σήμερα) από την περίοδο 2000-2005 (ηχογραφημένα
στην Αμερική). Ας ξεκινήσουμε από τα παλαιότερα και αμερικανικά, αλλά όχι και
αμερικανικότερα… Στα κομμάτια αυτά ο Budjana παραθέτει όλα εκείνα τα στοιχεία
που δίδουν ταυτότητα στη μουσική του, κάνοντάς την ιδιαίτερη και ξεχωριστή.
Κατ’ αρχάς υπάρχουν τρεις αισθητικοί φάροι, που… συνεργάζονται αψόγως για το
τελικό αποτέλεσμα. Οι μελωδίες και οι ρυθμολογίες της ιδιαίτερης πατρίδας του,
οι ινδικές αναφορές (ο Budjana είναι Ινδουιστής) και βεβαίως το αγγλο-αμερικανικό fusion. Ένας συνδυασμός των
τριών προσφέρει στο υβρίδιο του Budjana,
τη δική του «προσωπική» χροιά. (Μιαν αίσθηση ήχων-μουσικών τύπου Trilok Gurtu δεν είναι «εκτός»,
παρότι ο Budjana, ως
κιθαρίστας, έχει τη δυνατότητα να παρεμβαίνει αμέσως μπλέκοντας ή
μετατοπίζοντας τα αισθητικά πρότυπα). Υπάρχουν κομμάτια στο “Dawai in Paradise” που συναρπάζουν με
την ποικιλία των μελωδιών και τις ρυθμικές αλληλουχίες τους, άλλα που
καταγράφουν μία πιο cinematique ατμόσφαιρα και άλλα στα οποία εμπλέκονται φωνητικά, με chorus ή όχι, φθάνοντας στ’
αυτιά μας ως εντελώς εξωτικά. Κορυφαίο σ’ αυτή την κατηγορία το “Rerad Rerod”, με τους Howard Levy, Dan Finder φυσαρμόνικα,
Dave Carpenter μπάσο,
Saat Syah φλάουτο
από μπαμπού, Reggie Hamilton μπάσο, Peter Erskine ντραμς, Deva και Dawai
φωνητικά, που ακούγεται εντελώς πρωτότυπο, με μοναδική χρήση φυσαρμόνικας διαθέτοντας
«μορικονική» αύρα. Έξοχα επίσης τα asian ethnic-fusion
“On the way home” και “Back home” και υπόδειγμα ορχηστρικής
διαχείρισης (με βιολί, βιόλα, βιολοντσέλο, μπάσο και κιθάρα) το “Caka 1922”. Όσον αφορά στα
κομμάτια του ’11, τούτα εμφανίζονται πιο κοντά στα fusion υπερατλαντικά (για εμάς) πρότυπα,
δίχως φυσικά να παραλείπονται οι εν γένει ασιατικές αναφορές· κυρίως στο
ρυθμικό τμήμα και στα ανάλογα φωνητικά. Το “Gangga”, για παράδειγμα, είναι ένα τέτοιο track, στο οποίον ενυπάρχουν ακόμη και pop στοιχεία· φαίνεται,
δηλαδή, πως ο Budjana
επιχειρεί να συγκεράσει στοιχεία από την πορεία του με τους Gigi, με κλασικές… Mahavishnu Orchestra αναφορές.
Το αποτέλεσμα δεν μπορεί παρά να έχει την ευφράδεια και την εμβάθυνση των
συμβαλλομένων μερών.
Στο ακόμη πιο καινούριο “Joged Kahyangan”, το οποίον περιέχει αμερικανικές εγγραφές (Pasadena) από τον Ιούνιο του 2012
–κυκλοφορεί και σε βινυλιακή έκδοση 500 αντιτύπων–, ο Dewa Budjana συνεργάζεται
με διακεκριμένους αμερικανούς παίκτες (Larry Goldings ακουστικό πιάνο, hammond, Bob Mintzer τενόρο
και σοπράνο σαξόφωνο, κλαρινέτο, Jimmy Johnson μπάσο, Peter Erskine ντραμς,
Janis Siegel φωνητικά)
δημιουργώντας ένα άλμπουμ, κι έναν ήχο, με περισσότερα contemporary στοιχεία
(βλ. jazz της Δυτικής Ακτής), ικανό να προχωρήσει στην τοπική
(αμερικανική) αγορά. Δεν είναι, όμως, τα μόνα (τα contemporary στοιχεία).
Υπάρχουν θέματα τα οποία γειτνιάζουν με το ύφος της healing music, ενσωματώνοντας δηλαδή κάποιες
meditation αναφορές (όχι
πολύ μακριά από εκείνες που αναγνωρίζουμε σε ECM-κυκλοφορίες) και άλλα που ακουμπούν περισσότερο σε jazz-pop καταστάσεις. Το θέμα είναι πως ο Budjana στην
προσπάθειά του να «περάσει» τη μουσική του στην αμερικανική αγορά έχει
«απαλύνει» τις asian αναφορές του. Αν και τούτο μπορεί να αποτελεί, γενικώς, μιαν
«έκπληξη» δεν σημαίνει πως απουσιάζουν από το “Joged Kahyangan” τα πραγματικά
ιδιαίτερα στοιχεία. Στο “Majik blue”
π.χ. εντυπωσιάζει η απλή μελωδική γραμμή, έτσι όπως εκφράζεται, βασικά, από
τρεις σαξοφωνικές νότες (είναι ο Mintzer στο σοπράνο), με την κιθάρα (αλλά και το όργανο) στην
πορεία να ροκάρει βασισμένη σ’ ένα τυπικό «μεταλλικό» riff, ενώ στο “Guru Mandala” (ίσως το πιο
«ασιατικό» κομμάτι του άλμπουμ) το funk διατρέχει μία ας την πούμε exotica μελωδία.
Ο Dewa Budjana κάνει ένα άνοιγμα στην αμερικανική αγορά, κυκλοφορώντας
δύο-και-ένα άλμπουμ σε λιγότερο από ένα χρόνο. Τα “Dawai in Paradise” και “Joged Kahyangan” –για τα οποία
μόλις έγραψα– είναι αρκετά διαφορετικά μεταξύ τους. Διαφορετικό θα είναι όμως και
το τρίτο, που θα είναι έτοιμο στις αρχές του 2014, και θα φέρνει τον ινδονήσιο
κιθαρίστα δίπλα στους Jimmy Johnson μπάσο και Vinnie Colaiuta ντραμς…
Επαφή: www.moonjune.com
Επαφή: www.moonjune.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου