Με την φινλανδική TUM συμβαίνει το εξής ενδιαφέρον. Ο άνθρωπος που την τρέχει, ο Petri Haussila, ως fan της φινλανδικής jazz από τα sixties, ανακατεύει πολύ συχνά την…
τράπουλα. Έτσι, σε τακτά διαστήματα, παρατηρούμε το εξής: παλαιοί μουσικοί,
ιστορικά ονόματα της σκηνής (o μακαρίτης Otto Donner,
o Juhani
Aaltonen,
η Iro Haarla,
o
Heikki Sarmanto, o Jim Pembroke…)
να συνεργάζονται με νεότερους παίκτες, προτείνοντας σημερινά ακούσματα. Δεν
ξέρω αν ο Haussila
είναι ο καταλύτης αυτών των συνευρέσεων ή αν, απλώς, βρίσκεται εκεί την πιο
κατάλληλη στιγμή ώστε να τις καταγράφει. Σε κάθε περίπτωση εκείνο που φαίνεται,
που κραυγάζει, που βγάζει μάτι είναι το έργο, οι παραγωγές της TUM, που πλησιάζουν
σιγά-σιγά τις 50.
OLAVI TRIO: Oh, La Vie! [TUM CD 043, 2015]
Το Olavi Trio είναι ένα τρίο φυσικά, το οποίο αποτελούν οι Jari Olavi Hongisto τρομπόνι, κρουστά, Teppo Olavi Hauta-aho κοντραμπάσο, κρουστά και Niilo Olavi Louhivuori ντραμς, κρουστά. Το “Olavi” που διαβάζουμε στη μέση και των τριών ονομάτων δεν σημαίνει κάτι αναγκαστικώς (δεν είναι συγγενείς οι άνθρωποι), αλλά μπορεί και να σημαίνει κάτι… κάτι... Να παραπέμπει ελαφρώς σ’ ένα πολύ μεγάλο όνομα του φινλανδικού λαϊκού τραγουδιού (του finnish tango όπως γράφεται), του Olavi Virta (1915-1972), αν και το ίδιο το συγκρότημα μας προκαταλαμβάνει και το αρνείται. Οφείλουμε να το πιστέψουμε, παρότι όπως διαβάζουμε στο ένθετο του CD τους “Oh, La Vie!” οι γερές μελωδίες των τραγουδιών του Virta δεν τους είναι αδιάφορες κατά τη διάρκεια των αυτοσχεδιασμών τους (εξάλλου στο τέλος περιλαβαίνουν και μία!).
OLAVI TRIO: Oh, La Vie! [TUM CD 043, 2015]
Το Olavi Trio είναι ένα τρίο φυσικά, το οποίο αποτελούν οι Jari Olavi Hongisto τρομπόνι, κρουστά, Teppo Olavi Hauta-aho κοντραμπάσο, κρουστά και Niilo Olavi Louhivuori ντραμς, κρουστά. Το “Olavi” που διαβάζουμε στη μέση και των τριών ονομάτων δεν σημαίνει κάτι αναγκαστικώς (δεν είναι συγγενείς οι άνθρωποι), αλλά μπορεί και να σημαίνει κάτι… κάτι... Να παραπέμπει ελαφρώς σ’ ένα πολύ μεγάλο όνομα του φινλανδικού λαϊκού τραγουδιού (του finnish tango όπως γράφεται), του Olavi Virta (1915-1972), αν και το ίδιο το συγκρότημα μας προκαταλαμβάνει και το αρνείται. Οφείλουμε να το πιστέψουμε, παρότι όπως διαβάζουμε στο ένθετο του CD τους “Oh, La Vie!” οι γερές μελωδίες των τραγουδιών του Virta δεν τους είναι αδιάφορες κατά τη διάρκεια των αυτοσχεδιασμών τους (εξάλλου στο τέλος περιλαβαίνουν και μία!).
Αναφέραμε τα ονόματα των Olavi
Trio
πιο πάνω. Απ’ αυτούς τους μουσικούς ο Teppo Hauta-aho θα πρέπει να λέει
πολλά στους παλιούς φίλους της euro-jazz, αν όχι και ο Jari
Hongisto.
Για τον πρώτο να πω λοιπόν πως είναι ένας από τους σημαντικότερους μπασίστες
της finnish jazz,
με δισκογραφική παρουσία που ξεκινά από τα μέσα του ’60 (τον ακούμε σε εγγραφές
των Juhani Vilkki Sextet,
Kalmisto Klang,
Heikki Sarmanto Sextet,
Eero Koivistoinen,
Edward Vesala,
Seppo Paakkunainen,
Juhani Aaltonen κ.ά. – είναι ατελείωτος ο κατάλογος), φθάνοντας σιγά-σιγά έως τις μέρες μας.
Όπως παρουσία από τα 80s
και τα 00s
έχουν και οι άλλοι δύο μουσικοί (ο Hongisto
και ο Louhivuori)
με πάμπολλες κι αυτοί ηχογραφήσεις… αλλά ας μην μακρηγορούμε…
Το “Oh, La Vie!” περιλαμβάνει 13
συνολικώς συνθέσεις (12 πρωτότυπες και μια διασκευή σε κομμάτι του Olavi
Virta),
οι οποίες διακρίνονται για το μελωδικό αυτοσχεδιαστικό πνεύμα τους. Υπάρχει ή
εφευρίσκεται μια βάση δηλαδή κι εκεί επάνω αρχίζει να οικοδομούνται τα διάφορα improv επίπεδα, στα οποία
συμμετέχουν επί ίσοις όροις και οι τρεις αυτοσχεδιαστές. Η άριστη επικοινωνία,
η εμπειρία στο πάλκο, η φαντασία στα παιξίματα, η jazz παράδοση εν τέλει που
διακονούν τόσα χρόνια οι Φινλανδοί προδικάζει θα λέγαμε και το τελικό αποτέλεσμα. Οι συνθέσεις και οι
αυτοσχεδιασμοί τού Olavi Trio δεν είναι απλώς ουσιαστικοί, αλλά και
ξεσηκωτικοί τω όντι, καθώς κομμάτια όπως το “Shoulder twist”, το “Chaplin” ή το “Hurry
up!”
μας μεταφέρουν, χαλαρά και με άνεση, σ’ έναν ζωντανό δημιουργικό κόσμο, ο
οποίος διαπερνάται από υπόγειες εντάσεις.
Έξοχο το κλείσιμο (στο “Kun
ilta ehtii”
των Robert von Essen και Olavi Virta) με το κοντραμπάσο με
δοξάρι του Teppo Hauta-aho
να αφοπλίζει.
BARRY ALTSCHUL’S 3DOM FACTOR: Tales of the Unforeseen
[TUM CD 044, 2015]
Άλλη μια ηχογράφηση-έκδοση της TUM με μουσικούς τριών
γενιών – ας το πούμε έτσι. Ποιοι αποτελούν τους 3Dom Factor; Τρία μεγάλα ονόματα.
Ο ντράμερ-περκασιονίστας Barry Altschul,
ο γνωστός μας πλέον, θέλω να νομίζω, σαξοφωνίστας-φλαουτίστας Jon
Irabagon
και ο κοντραμπασίστας Joe Fonda.
Τρεις μουσικοί-αυτοσχεδιαστές, που βρέθηκαν μαζί στα Sear Sound
Studios στη Νέα Υόρκη τον Φλεβάρη του ’14,
διασκευάζοντας συνθέσεις του Thelonious Monk,
της Annette Peacock και βεβαίως αποδίδοντας δικά τους θέματα.
Ο Altschul είναι
ο ντράμερ που έρχεται από τις free μέρες του ’60 (Paul Bley, ESP
Disk),
ο συνεργάτης του Chick Corea
και του Anthony Braxton
στα 70s και άλλα πολλά ων ουκ έστιν αριθμός, ο Fonda
έχει τα δικά του σχήματα ήδη από τα 80s (μέλος ακόμη της Creative
Improvisors Orchestra,
των Conference Call
κ.λπ.), ενώ ο Jon Irabagon μάς είναι γνωστός από τους Mostly
Other People Do the Killing
βασικά, όπως και από άλλους διάφορους σύγχρονους σχηματισμούς. Το “Tales
of the Unforeseen”
είναι το δεύτερο άλμπουμ τού τρίο στην TUM (είχε προηγηθεί το φερώνυμο CD τους, το 2013) κι
εκείνο που προχωράει την προβληματική τους ένα βήμα παραπέρα.
Αυτό που πρέπει να σημειώσουμε για το “Tales
of the Unforeseen”
είναι πως έχουμε να κάνουμε με μιαν εντελώς απρογραμμάτιστη και σε κάθε
περίπτωση ελεύθερη μουσική. Ό,τι ακούγεται σε τούτο το 58λεπτο CD (ακόμη και το “A
tale of Monk:
Ask me now”
του Monk
ή το “Annette’s
tale of miracles”
της Annette Peacock)
διατηρούν σε κάθε μέτρο τους το απρόσμενο και το απροσδόκητο, και μάλιστα σε
τέτοιο βαθμό ώστε θα μας ανάγκαζε να μιλήσουμε ακόμη και για μιαν όχι και τόσο
καθημερινή περίπτωση αναδημιουργίας. Ο Irabagon, στο τενόρο, το
σοπρανίνο και το φλάουτο, είναι έξω από κάθε περιγραφή, καθώς τα παιξίματά του
έχουν μια σφοδρότητα και μια πρωτοτυπία (όσον αφορά στα timbre και τη γενικότερη
ακολουθία, οι οποίες τα καθιστούν ανεπανάληπτα). Εννοώ πως τίποτα δεν επαναλαμβάνεται
και τίποτα δεν προμηνύεται – κάπως σαν μια καταιγίδα με αχαρτογράφητη εξέλιξη.
Φυσικά, σ’ αυτόν τον καταιγισμό συμβάλλουν αποφασιστικά τα ντραμς-κρουστά του Altschul
και το μπάσο του Fonda,
που συχνά, και αυτά, ξεφεύγουν του ρυθμικού ρόλου τους, αποκτώντας αυτόνομες
διαστάσεις. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, που είναι πάμπολλες, ο Irabagon δρα μ’ έναν τρόπο
άλλοτε συγκαταβατικό (ακολουθώντας ένα πλάνο που προς στιγμήν προκύπτει) και
άλλοτε προβοκατόρικο (πυροδοτώντας νέα ρυθμικά patterns).
Σε κάθε περίπτωση έχουμε να κάνουμε με
μια μουσική πηγαία και ζωντανή, που ποτέ δεν χάνει το νόημα και την πρωτοτυπία
της.
Γιάννη θ’ ακούσω, αλλά δεν έχω πολύ χρόνο αυτή την περίοδο για να σου πω λεπτομέρειες…
ΑπάντησηΔιαγραφή(για αναγνώστη που δεν θέλησε να δημοσιευτεί το σχόλιό του)