Τρία χρόνια μετά το “XVIII” [Inner
Ear, 2020] ο έλληνας τραγουδοποιός Johnny Labelle επανέρχεται μ’ ένα καινούριο LP, που αποκαλείται “May Your Dreams Come True” [Inner Ear, 2023].
Στο άλμπουμ αυτό ο Johnny Labelle γράφει μουσική και στα οκτώ tracks, στίχους στα έξι (υπάρχει μια συνεργασία σ’ ένα στίχο, όπως και η μελοποίηση ενός ποιήματος του W.B. Yeats), τραγουδά φυσικά, χειριζόμενος πλήκτρα και ηλεκτρικό πιάνο, ενορχηστρώνει, συμμετέχοντας περαιτέρω στην παραγωγή και την μείξη (μαζί με τον Fred Afraid). Προσθέτοντας πως δίπλα του βρίσκονται ο Fred Afraid σε πλήκτρα, κιθάρες, μπάσο, ο Ilias Livieratos σε ντραμς, κρουστά και η Kalliopi Mitropoulou βιολί, θα επισημάνουμε πως ο Johnny Labelle κάνει πάρα πολλά γι’ αυτόν τον δίσκο, που σε κάθε περίπτωση αιτιολογεί τον τίτλο του «προσωπικού». Εκφράζεται, εννοούμε, ο νέος αυτός άνθρωπος με κάθε τρόπο που μπορεί, εμμένοντας στην διευθέτηση ενός ιδιόμορφου ποπ σκηνικού – όχι πολύ διαφορετικού από εκείνο το γνωστό του προηγούμενου «18».
Έτσι λοιπόν όσα είχαμε γράψει τότε και που σχετίζονταν με τις επιρροές του Johnny Labelle από τον Scott Walker ή τον ύστερο David Bowie ισχύουν και εδώ, προσθέτοντας, τώρα, και το όνομα του David Sylvian ή ακόμη κι εκείνο του Nick Drake. Νομίζουμε, πως με αυτά τα ονόματα κλείνει μία βασική τετράδα «αναφορών», που, στην πράξη, δεν σημαίνει κάτι, γιατί ο Johnny Labelle έχει οπωσδήποτε το δικό του στυλ – το οποίο υπαγορεύει κατά μίαν έννοια η βαθιά, αλλά και ευλύγιστη, ταυτοχρόνως, φωνή του.
Το έχει το στυλ-crooner ο νεαρός έλληνας μουσικός, αν και τα τραγούδια του δεν είναι αυτά ενός τυπικού fifties-sixties crooner (ή παλαιότερου). Κυρίως λόγω στίχων, που παραείναι εσωστρεφείς, προσωπικοί, ελαφρώς απόκοσμοι, κάπως μελαγχολικοί, ερμηνεύοντας τις βαθιές καταπονήσεις της ψυχής και της σκέψης.
Ένα τυπικό, δηλαδή πάρα πολύ ωραίο, τραγούδι αυτής της κατεύθυνσης είναι οπωσδήποτε το “I’ve been losing” (δεύτερο από την πρώτη πλευρά), ενώ πολύ καλό είναι και το αμέσως επόμενο, το “Head first”, με τον Johnny Labelle να «απλώνει» τη φωνή του με άνεση, πάνω σ’ ένα πιο γρήγορο τέμπο.
Όμως κι εκεί όπου πρωταγωνιστεί περισσότερο το βιολί, στο “Traversing” π.χ., o τραγουδιστής είναι και πάλι παρών, για να αποδώσει με την πρέπουσα ευαισθησία ένα από τα πιο ιδιαίτερα (στιχουργικώς τουλάχιστον) τραγούδια του LP. Όμως το ίδιο θα λέγαμε και για τα κάπως... ονειροπόλα tracks “Summer in the city” και “A new hope” ή ακόμη και για το τελευταίο track του δίσκου, το υποβλητικό “Player queen”(σε ποίηση W.B. Yeats), με τις ουσιώδεις στρώσεις από τα πάσης φύσεως πλήκτρα, που προσδίδουν στο τραγούδι μια αιθέρια αν και κάπως δυσοίωνη αύρα.
Ένα ακόμη παράξενο άλμπουμ από τον Johnny Labelle –παράξενο για τα ελληνικά δεδομένα– που, ανά στιγμές, ακούγεται εντυπωσιακό.
Επαφή: www.inner-ear.gr
Στο άλμπουμ αυτό ο Johnny Labelle γράφει μουσική και στα οκτώ tracks, στίχους στα έξι (υπάρχει μια συνεργασία σ’ ένα στίχο, όπως και η μελοποίηση ενός ποιήματος του W.B. Yeats), τραγουδά φυσικά, χειριζόμενος πλήκτρα και ηλεκτρικό πιάνο, ενορχηστρώνει, συμμετέχοντας περαιτέρω στην παραγωγή και την μείξη (μαζί με τον Fred Afraid). Προσθέτοντας πως δίπλα του βρίσκονται ο Fred Afraid σε πλήκτρα, κιθάρες, μπάσο, ο Ilias Livieratos σε ντραμς, κρουστά και η Kalliopi Mitropoulou βιολί, θα επισημάνουμε πως ο Johnny Labelle κάνει πάρα πολλά γι’ αυτόν τον δίσκο, που σε κάθε περίπτωση αιτιολογεί τον τίτλο του «προσωπικού». Εκφράζεται, εννοούμε, ο νέος αυτός άνθρωπος με κάθε τρόπο που μπορεί, εμμένοντας στην διευθέτηση ενός ιδιόμορφου ποπ σκηνικού – όχι πολύ διαφορετικού από εκείνο το γνωστό του προηγούμενου «18».
Έτσι λοιπόν όσα είχαμε γράψει τότε και που σχετίζονταν με τις επιρροές του Johnny Labelle από τον Scott Walker ή τον ύστερο David Bowie ισχύουν και εδώ, προσθέτοντας, τώρα, και το όνομα του David Sylvian ή ακόμη κι εκείνο του Nick Drake. Νομίζουμε, πως με αυτά τα ονόματα κλείνει μία βασική τετράδα «αναφορών», που, στην πράξη, δεν σημαίνει κάτι, γιατί ο Johnny Labelle έχει οπωσδήποτε το δικό του στυλ – το οποίο υπαγορεύει κατά μίαν έννοια η βαθιά, αλλά και ευλύγιστη, ταυτοχρόνως, φωνή του.
Το έχει το στυλ-crooner ο νεαρός έλληνας μουσικός, αν και τα τραγούδια του δεν είναι αυτά ενός τυπικού fifties-sixties crooner (ή παλαιότερου). Κυρίως λόγω στίχων, που παραείναι εσωστρεφείς, προσωπικοί, ελαφρώς απόκοσμοι, κάπως μελαγχολικοί, ερμηνεύοντας τις βαθιές καταπονήσεις της ψυχής και της σκέψης.
Ένα τυπικό, δηλαδή πάρα πολύ ωραίο, τραγούδι αυτής της κατεύθυνσης είναι οπωσδήποτε το “I’ve been losing” (δεύτερο από την πρώτη πλευρά), ενώ πολύ καλό είναι και το αμέσως επόμενο, το “Head first”, με τον Johnny Labelle να «απλώνει» τη φωνή του με άνεση, πάνω σ’ ένα πιο γρήγορο τέμπο.
Όμως κι εκεί όπου πρωταγωνιστεί περισσότερο το βιολί, στο “Traversing” π.χ., o τραγουδιστής είναι και πάλι παρών, για να αποδώσει με την πρέπουσα ευαισθησία ένα από τα πιο ιδιαίτερα (στιχουργικώς τουλάχιστον) τραγούδια του LP. Όμως το ίδιο θα λέγαμε και για τα κάπως... ονειροπόλα tracks “Summer in the city” και “A new hope” ή ακόμη και για το τελευταίο track του δίσκου, το υποβλητικό “Player queen”(σε ποίηση W.B. Yeats), με τις ουσιώδεις στρώσεις από τα πάσης φύσεως πλήκτρα, που προσδίδουν στο τραγούδι μια αιθέρια αν και κάπως δυσοίωνη αύρα.
Ένα ακόμη παράξενο άλμπουμ από τον Johnny Labelle –παράξενο για τα ελληνικά δεδομένα– που, ανά στιγμές, ακούγεται εντυπωσιακό.
Επαφή: www.inner-ear.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου