Ο Μίμης Νικολόπουλος (Mimis Nikolopoulos) είναι ένας νέος –να τον λέμε έτσι ακόμη;– έλληνας
συνθέτης, ο οποίος έχει τώρα ένα δεύτερο ορχηστρικό άλμπουμ σε κυκλοφορία, το
οποίον αποκαλείται “The Way Back Home”
[Ankh Productions, 2023] (το πρώτο του είχε τίτλο “Deviation” κι είχε κυκλοφορήσει από την FM Records το 2017).
Στο άλμπουμ αυτό ο Μ. Νικολόπουλος παρουσιάζει δέκα δικές του συνθέσεις, ενώ διασκευάζει επίσης ένα βουλγάρικο παραδοσιακό.
Ethnic κάνει ο Νικολόπουλος; Θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος... Όχι, θα πούμε ξεκάθαρα. Υπάρχουν κάποια τέτοια στοιχεία στις συνθέσεις του, όμως ακόμη κι αυτά, τα λίγα, είναι ραφιναρισμένα. Εννοούμε πως οι ενορχηστρώσεις δεν είναι αυστηρές ethnic, μα αποφλοιωμένες απ’ όλα εκείνα τα στοιχεία, που θα τα χαρακτηρίζαμε πηγαία και κυρίως χθόνια.
Προσοχή, όμως. Αυτό δεν το λέμε ως μειονέκτημα, αναφερόμενοι στο “The Way Back Home”. Ο συγκεκριμένος συνθέτης και μουσικός (στον δίσκο του, ο ίδιος, χειρίζεται κιθάρα, πλήκτρα και μελόντικα) έχει μία πολύ συγκεκριμένη άποψη τόσο για τις συνθέσεις του, όσο και για τις ενορχηστρώσεις του – τις οποίες, γενικώς, τις χαρακτηρίζει μία ελαφρότητα. Αυτό είναι το βασικό γνώρισμα των συνθέσεων και των ενορχηστρώσεων του Νικολόπουλου, η ανάγκη του, και κυρίως η ικανότητά του να δημιουργεί άψογα «ελαφρά» περιβάλλοντα, τύπου Café del Mar ας πούμε ή και ανώτερα ακόμη, μέσα στα οποία να συνωθούνται οι πολλές, διαφορετικές, έως και αντιδιαμετρικές αναφορές του.
Το folk, η jazz, το κλασικό easy-listening, η dreamy-pop, το κιθαριστικό new-age (τύπου Ottmar Liebert), το ethnic φυσικά, το flamenco, το gypsy swing, το γενικότερο latin και το ειδικότερο brazilian – και όλα αυτά τα πολλά, τα πάρα πολλά, να είναι με τέτοιο τρόπο τοποθετημένα και σε τάξη, ώστε το συνολικό αποτέλεσμα να ακούγεται πλήρες και κυρίως αισθητικώς άψογο και συνάμα συναρπαστικό.
Δεν ακούς συχνά τέτοιους δίσκους από έλληνες συνθέτες-ενορχηστρωτές. Και δεν τους ακούς γιατί το να επεξεργάζεσαι και να δημιουργείς ποιοτική «εύκολη» μουσική δεν είναι καθόλου εύκολο. Είναι μια διαδικασία, που οπωσδήποτε προϋποθέτει ένα κάποιο ταλέντο, απαιτώντας περαιτέρω ακούσματα, πολλά και διαφορετικά, αίσθηση του υψηλού με όρους λαϊκότητας, και ακόμη μια πεποίθηση και μια σιγουριά, που πρέπει να εκπηγάζουν από μέσα σου, σχετιζόμενες με την ανάγκη να μπορείς να «φεύγεις» και να ονειροπολείς δια της μουσικής, με όρους ελαφρότητας.
Όλα αυτά μαζί αποτελούν τους πυροδότες του “The Way Back Home” – ενός άλμπουμ, τελικώς, διαφορετικού, μέσα στο σύνολο της σύγχρονης ελληνικής δισκοπαραγωγής.
Οι δέκα μουσικοί που συμμετέχουν στην εγγραφή (ακούγονται κιθάρες, πλήκτρα, τρομπέτα, φλούγκελχορν, τρομπόνι, μπάσο, ντραμς, βιολί, βιόλα, φωνές, μελόντικα) υπηρετούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το όραμα του Μίμη Νικολόπουλου, παραδίδοντας, όλοι μαζί, ένα άλμπουμ ευφρόσυνο, με απλή και μη ανταλλάξιμη μουσική αξία.
Επαφή: https://www.facebook.com/mimis.nikolo
Στο άλμπουμ αυτό ο Μ. Νικολόπουλος παρουσιάζει δέκα δικές του συνθέσεις, ενώ διασκευάζει επίσης ένα βουλγάρικο παραδοσιακό.
Ethnic κάνει ο Νικολόπουλος; Θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος... Όχι, θα πούμε ξεκάθαρα. Υπάρχουν κάποια τέτοια στοιχεία στις συνθέσεις του, όμως ακόμη κι αυτά, τα λίγα, είναι ραφιναρισμένα. Εννοούμε πως οι ενορχηστρώσεις δεν είναι αυστηρές ethnic, μα αποφλοιωμένες απ’ όλα εκείνα τα στοιχεία, που θα τα χαρακτηρίζαμε πηγαία και κυρίως χθόνια.
Προσοχή, όμως. Αυτό δεν το λέμε ως μειονέκτημα, αναφερόμενοι στο “The Way Back Home”. Ο συγκεκριμένος συνθέτης και μουσικός (στον δίσκο του, ο ίδιος, χειρίζεται κιθάρα, πλήκτρα και μελόντικα) έχει μία πολύ συγκεκριμένη άποψη τόσο για τις συνθέσεις του, όσο και για τις ενορχηστρώσεις του – τις οποίες, γενικώς, τις χαρακτηρίζει μία ελαφρότητα. Αυτό είναι το βασικό γνώρισμα των συνθέσεων και των ενορχηστρώσεων του Νικολόπουλου, η ανάγκη του, και κυρίως η ικανότητά του να δημιουργεί άψογα «ελαφρά» περιβάλλοντα, τύπου Café del Mar ας πούμε ή και ανώτερα ακόμη, μέσα στα οποία να συνωθούνται οι πολλές, διαφορετικές, έως και αντιδιαμετρικές αναφορές του.
Το folk, η jazz, το κλασικό easy-listening, η dreamy-pop, το κιθαριστικό new-age (τύπου Ottmar Liebert), το ethnic φυσικά, το flamenco, το gypsy swing, το γενικότερο latin και το ειδικότερο brazilian – και όλα αυτά τα πολλά, τα πάρα πολλά, να είναι με τέτοιο τρόπο τοποθετημένα και σε τάξη, ώστε το συνολικό αποτέλεσμα να ακούγεται πλήρες και κυρίως αισθητικώς άψογο και συνάμα συναρπαστικό.
Δεν ακούς συχνά τέτοιους δίσκους από έλληνες συνθέτες-ενορχηστρωτές. Και δεν τους ακούς γιατί το να επεξεργάζεσαι και να δημιουργείς ποιοτική «εύκολη» μουσική δεν είναι καθόλου εύκολο. Είναι μια διαδικασία, που οπωσδήποτε προϋποθέτει ένα κάποιο ταλέντο, απαιτώντας περαιτέρω ακούσματα, πολλά και διαφορετικά, αίσθηση του υψηλού με όρους λαϊκότητας, και ακόμη μια πεποίθηση και μια σιγουριά, που πρέπει να εκπηγάζουν από μέσα σου, σχετιζόμενες με την ανάγκη να μπορείς να «φεύγεις» και να ονειροπολείς δια της μουσικής, με όρους ελαφρότητας.
Όλα αυτά μαζί αποτελούν τους πυροδότες του “The Way Back Home” – ενός άλμπουμ, τελικώς, διαφορετικού, μέσα στο σύνολο της σύγχρονης ελληνικής δισκοπαραγωγής.
Οι δέκα μουσικοί που συμμετέχουν στην εγγραφή (ακούγονται κιθάρες, πλήκτρα, τρομπέτα, φλούγκελχορν, τρομπόνι, μπάσο, ντραμς, βιολί, βιόλα, φωνές, μελόντικα) υπηρετούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το όραμα του Μίμη Νικολόπουλου, παραδίδοντας, όλοι μαζί, ένα άλμπουμ ευφρόσυνο, με απλή και μη ανταλλάξιμη μουσική αξία.
Επαφή: https://www.facebook.com/mimis.nikolo
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου