Κυριακή 28 Ιουλίου 2024

ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΡΙΝΟΣ και η συμβολή του στο πρώιμο σατιρικό τραγούδι - μια ιστορία που ξεκινά από τον Μποστ, περνά από τον Δημήτρη Γέρο, για να καταλήξει στην μπουάτ Ρήγας το 1969-70

Ο όρος «σατιρικό τραγούδι» εκφράζει ένα είδος τραγουδιού, που ακούστηκε πολύ στη δεκαετία του ’70 και βασικά στη Μεταπολίτευση. Ως χαρακτηριστική τριάδα του «σατιρικού τραγουδιού» θεωρούνται, και είναι, οι Θέμης Ανδρεάδης-Γιάννης Λογοθέτης-Γιάννης Κιουρκτσόγλου, ενώ προς το τέλος της δεκαετίας εκείνος που θα έσπαγε τα ταμεία και με τα σατιρικά τραγούδια του ήταν, βεβαίως, ο Χάρρυ Κλυνν. Σατιρικά τραγούδια έλεγαν και κάποιοι ηθοποιοί εκείνα τα χρόνια, όπως ο Γιάννης Γκιωνάκης, ο Τάκης Μηλιάδης, ο Γιάννη Μπουρνέλης και ακόμη ο ρόκερ Δημήτρης Πουλικάκος, ο Λάκης Σκούταρης, ο λαϊκοδημοτικός Γιώργος Μπίλης κ.ά.
Γενικώς, υπήρχε ανάγκη για σάτιρα (πολιτική και όχι μόνο), για εξωστρέφεια, για γέλιο χωρίς όρια, επιθεωρησιακού τύπου ορισμένες φορές, ok, αλλά και αυτό το είχε ανάγκη ο κόσμος μετά την πτώση της δικτατορίας. Η οποία δικτατορία δεν ανεχόταν, φυσικά, την πολιτική σάτιρα στο τραγούδι. Ή και την πολιτική σάτιρα γενικότερα. Ίσως περισσότερο και από τα τραγούδια του Θεοδωράκη η χούντα να κυνηγούσε την πολιτική σάτιρα αυτή καθ’ αυτή. Στα θέατρα, ας πούμε, επενέβαιναν ανοιχτά και κατέβαζαν παραστάσεις (π.χ. την επιθεώρηση «Έρχονται δεν Έρχονται» των Κώστα Νικολαΐδη-Ηλία Λυμπερόπουλου), όταν δεν είχε ξεσκονίσει τα κείμενα πιο πριν η λογοκρισία.
Φυσικά, στη δισκογραφία τα πράγματα ήταν ακόμη πιο σκληρά – δύσκολα θα ξέφευγε κάτι. Και ο «Ταρζάν» του Γιάννη Μαρκόπουλου ήταν βεβαίως σατιρικό τραγούδι, αλλά ήταν έξυπνο και δεν γινόταν να το απαγορεύσουν. Γενικώς η περσόνα «Ταρζάν» έπαιζε πολύ τότε (το 1973) και όχι μόνο στο τραγούδι, και συμπαραδήλωνε διάφορα.
Ο κόσμος βεβαίως, από την άλλη μεριά, δεν χαμπάριαζε και τα ανέκδοτα, που κυκλοφορούσαν για την «τριανδρία» (Παπαδόπουλος-Παττακός-Μακαρέζος) έδιναν κι έπαιρναν στις παρέες. Κάποια πνευματώδη, δε, έφθαναν έως και στις παρυφές των δημοσιογραφικών γραφείων και μπορούσες να τα διαβάσεις, κατά την περίοδο της «φιλελευθεροποίησης», ακόμη και στις στήλες των εφημερίδων. Αλλά είπαμε... Την εφημερίδα την διαβάζει ο καθένας μόνος του. Δεν είναι όπως το τραγούδι, που μπορεί να ακούγεται ταυτόχρονα από πολλούς και να διασπείρεται με ταχύτητα.
Η σάτιρα μπορεί να επιβιώσει, βεβαίως, και μέσω των υπονοουμένων, να είναι πιο «λεπτή» δηλαδή, και ίσως αυτό να έχει ακόμη πιο πολύ ενδιαφέρον, από το φόρα-παρτίδα κράξιμο των κακώς κειμένων – που και αυτό μπορεί να χρειάζεται, και να το έχει ανάγκη ο κόσμος ορισμένες φορές.
Η σάτιρα συνδέεται πάντα με την «ελευθερία της έκφρασης» και στόχος της πρέπει να είναι οι εξουσίες (υπάρχουν χίλιες-δυο τέτοιες), ενώ όσο λιγότερο (ή και καθόλου) παρεμβαίνεις επ’ αυτής (αφήνοντας όλο τον έλεγχο στον καλλιτέχνη) τόσο πιο πολύ προσεγγίζεις, σαν πολιτεία, σαν αρχή, σαν κοινωνία και σαν άτομο, το δημοκρατικό ιδεώδες. Σάτιρα και... δικαστήρια είναι έννοιες αντιμαχόμενες. Η ανοχή στη σάτιρα δείχνει αληθινό φιλελεύθερο πνεύμα, και πέραν αυτού άνεση, μεγαθυμία και εξυπνάδα, ενώ είναι λυτρωτική για τους πάντες (έτσι πρέπει να είναι). Και γι’ αυτούς που την ασκούν, και γι’ αυτούς που την δέχονται ή την καταναλώνουν.
Η σάτιρα συνδέεται με πολλά, κι ένα απ’ αυτά τα πολλά είναι και το χιούμορ... μπλακ ή λιγότερο μπλακ. Έχοντας αυτό για αρχή θα μπορούσαμε να πούμε πως το αληθινά πρώτο, σύγχρονο, ελληνικό σατιρικό τραγούδι ήταν «Η νήσος των Αζορών» [Columbia, 1961], σε μουσική Μίκη Θεοδωράκη, στίχους Μποστ και ερμηνεία από τον Γρηγόρη Μπιθικώτση (με τον Μανώλη Χιώτη στο μπουζούκι). Τι ακριβώς ήθελε να πει ο Μποστ με στίχους σαν και τούτους... «Ένα πλοίον ταξιδέβων με υπέροχον κερόν / εφνιδίως εξοκήλη ανοικτά των Αζορών / ένας νέος κε μια νέα, ορεότατα πεδιά / φθάνουν κολυμβών γενέος εις πλησείον αμουδιά. / Ζώντας βίον προτογόνου κε ο νέος με την κόρη / κύταζαν και κάπου-κάπου εάν έρχετε βαπόρι / αλλά φθάσαντος χειμόνος και μη φθάνοντος βαπόρι / απεβίοσεν ο νέος κε απέθαναιν η κόρη»... είναι ένα θέμα. Αν και είναι εξίσου πιθανό να μην ήθελε να πει κάτι ιδιαίτερο, ο πανέξυπνος στιχοπλόκος. Όμως και αυτό είναι ένα από τα γνωρίσματα της σάτιρας. Να αφήνει τον ακροατή ελεύθερο να αφουγκραστεί το παραπέρα – υπάρχει-δεν υπάρχει αυτό στη σκέψη εκείνου που σκαρφίζεται τα λόγια. Δεν μπορεί να είναι όλα μασημένη τροφή.
Σε στίχους του Μποστ ήταν κι ένα άλλο, μπλακ αυτή τη φορά, σατιρικό τραγούδι, που ακουγόταν επίσης πριν από τη δικτατορία – «Οι νεκροθάπται» [Lyra, 1965], σε μουσική Γιάννη Μαρκόπουλου και με ερμηνεία από τον Γιώργο Ζωγράφο. Ακούγαμε εκεί (μεταφέρω... ανορθόγραφα): «Εις το φέρετρο θα έμβω / και στο μνήμα της θα μπω / να με θάψουν νεκροθάπται / με αυτήν που αγαπώ. Η κακούργος κοινωνία / που μας χώρισε σκληρά / να χαρεί και ν’ απολαύσει / δύο πτώματα νεκρά».
Λίγοι ξέρουν πως ο πολύ γνωστός και άξιος εικαστικός Δημήτρης Γέρος υπήρξε/είναι, ανάμεσα σε διάφορα άλλα, και τραγουδοποιός, συνθέτης κ.λπ. Αυτό το είχα διαβάσει κάποια στιγμή στο περιοδικό «Μοντέρνοι Ρυθμοί» κι είχα εκπλαγεί. Πιο συγκεκριμένα, από το τεύχος #100 του περιοδικού (Φεβ. 1968): «Ο τραγουδιστής “μπλακ χιούμορ” Δημήτρης Γέρος ύστερα από την μεγάλη επιτυχία που σημειώνει κάθε βράδυ στην μπουάτ της Πλάκας Τετράδιο, θα ηχογραφήσει έναν δίσκο μακράς διαρκείας με δικά του “μπλακ χιούμορ” τραγούδια».
Σημείωνε μεγάλη επιτυχία στο Τετράδιο ο Γέρος; Και θα ηχογραφούσε και LP με δικά του κομμάτια; Τι κρίμα να μην συμβεί αυτό τελικά. Και λίγο πιο μετά, στη συνέχεια των «Μοντέρνων Ρυθμών», τις «Καλλιτεχνικές Επικαιρότητες» [τεύχος #2, Μαρ. 1968]: «Στην Πλάκα και πάλι, στην οδό Μνησικλέους όμως αυτή τη φορά, συναντάμε την γραφική μπουάτ Τετράδιο, όπου με μεγάλη επιτυχία εμφανίζονται κάθε βράδυ οι αντιπροσωπευτικοί τραγουδισταί του “νέου κύματος” Αλέξης Γεωργίου, Θάνος Μπρατσιώτης, Βαγγέλης Ντίκος, ενώ στο πιάνο τους συνοδεύει η ταλαντούχος Βαρβάρα Παπαδοπούλου. Πολύ αρέσει επίσης σε... αντιτραγουδιστικά τραγούδια και τραγούδια “μπλακ χιούμορ” ο τυπίστας Δήμος Γέρου».
Εντάξει, δεν το είχαν πιάσει καλά το όνομα τη δεύτερη φορά – όμως, για τον Δημήτρη Γέρο επρόκειτο και πάλι. Μια δεκαετία αργότερα θα έλεγε ο ίδιος στο περιοδικό «Μουσική» [Αύγ. 1979]: «Ο υπερρεαλισμός ως βάση της υπάρξεώς μου εκδηλώνεται και σε κάθε έργο μου: ζωγραφικό, γλυπτικό, συγγραφικό, μουσικό κ.λπ. Μερικές φορές ο ντανταϊσμός, που τόσο με έχει συναρπάσει, φαίνεται σε ορισμένα έργα μου. Και μη ξεχνάτε τα τραγούδια μου (1966-1969) στις μπουάτ της Πλάκας, που ήταν μόνο ντανταϊστικά. Αλλά και το βαμμένο μαύρο σπίτι μου στην κεντρική πλατεία της Λειβαδιάς, στα χρόνια της χούντας, τι άλλο ήταν από μια τέτοια εκδήλωση;».
Δεν ξέρω από πού είχε επηρεαστεί ο Γέρος και έλεγε τέτοια τραγούδια, στο τέλος των σίξτις. Αλλά επειδή ο υπερρεαλισμός τον συνέπαιρνε εκείνο τον καιρό ίσως να είχε διαβάσει (από τα γαλλικά) την “Anthologie de l'humour noir” του André Breton, που θα μεταφερόταν το 1980 από τον Αιγόκερω και στα ελληνικά ως «Ανθολογία του Μαύρου Χιούμορ».
Εκείνη ακριβώς την εποχή αρχίζει να λάμπει για πρώτη φορά και το αστέρι του Γιώργου Μαρίνου στις μπουάτ – ο οποίος Μαρίνος περνάει από την
Κατακόμβη, τα Ταβάνια, τις Νεφέλες και τις Χάντρες, πριν καταλήξει το χειμώνα του 1969-70, στον Ρήγα, στην Πλάκα (Αφροδίτης 9 και Φαρμάκη). Ήδη από το 1968 ο Μαρίνος έχει διαχωρίσει τη θέση του από το Νέο Κύμα, πριμοδοτώντας το νέο λαϊκό είδος του ελληνικού τραγουδιού, που δεν ήταν άλλο από το ελαφρολαϊκό. Όπως θα έλεγε και ο ίδιος στις «Καλλιτεχνικές Επικαιρότητες» [τεύχος #1, Μαρ. 1968]: «Δεν νομίζω ότι υπάρχει νέο κύμα, εκτός αν προτιμάτε να λέτε “νέο” κάτι που άρχισε τέσσερα χρόνια πριν και που προϋπήρχε πολύ περισσότερο. Δεν θεωρώ τον εαυτό μου τραγουδιστή του “νέου κύματος”! Τα τραγούδια μου, χωρίς να σας το κρύβω, είναι ελαφρά λαϊκά τραγούδια. Αυτό είναι όλο!».
 
Η συνέχεια εδώ...
https://www.lifo.gr/culture/music/o-giorgos-marinos-kai-i-symboli-toy-sto-proimo-satiriko-tragoydi

1 σχόλιο:

  1. Σχόλια από το fb...

    Γιώργος Γιαννόπουλος
    Πολύ καλό

    Vassilis Serafimakis
    Περιπτωσάρα ο Γέρος, αλλά
    ...Ελλαδίτσα.

    Vassilis Serafimakis
    Διαβάστε το άρθρο. Στη βιβλιογραφία έχει ακόμα και «Νιάτα στον 20ον Αιώνα», εκδοτικός οίκος Αδελφότητος Θεολόγων Η «Ζωή», 1969.

    Kwstas Agas
    Είχε ασχοληθεί και με το τραγούδι ο Δημήτρης Γέρος (παρεμπιπτόντως, από τους πλέον αγαπημένους μου ζωγράφους)??? Βρεε τι μαθαίνει κανείς ... Όλο εκπλήξεις οι αναρτήσεις σου, Φώντα.... Άραγε υπάρχει κατιτίς ηχογραφημένο από τα τραγούδια του Δημήτρη Γέρου????

    Vassilis Serafimakis
    εδώ τόμαθα κι εγώ. Σαράντα κάτι χρόνια αφότου είδα όνομα και έργα Γέρου σε έντυπο Λεωνίδα Χρηστάκη.

    Kwstas Agas
    Να συμπληρώσω επίσης ότι και ένα μέρος του (πολυσχιδούς, πολυδιάστατου και περίπλοκου) Μπάλου του Διονύση Σαββόπουλου μπορεί να θεωρηθεί ως σατιρικό τραγούδι!! Από το σημείο που απαγγέλλει σαν σε αρχαία τραγωδία: "τιιι τρέχει, εγίνε κατολίσθηση κι επέσε κανας βράχος" ξεκινά μέσα στο τραγούδι η σάτιρα για τους ιθύνοντες της χούντας: ο μέγας τράγος, ο πρωταγωνιστής με ένα πριόνι που φοράει ντενεκεδένιο στέμμα κλπ κλπ!! Ο Σαββόπουλος σατίρισε ανελέητα τη χούντα και κανείς δεν πήρε χαμπάρι, ούτε καν η λογοκρισία που έκοψε τόσα και τόσα... Έτσι ο δίσκος πέρασε αλώβητος και σημείωσε μεγάλη επιτυχία....

    Vassilis Serafimakis
    προσωπικά βλέπω το κομμάτι να έχει πολύ μεγαλύτερο ορίζοντα από μια κοντινή περί Απριλιανών ματιά. Ψιλοεπικό το άκουσα, κάτι πού περιέχει συνήθως και σχετλιασμούς και ειρωνίες.

    George Floudas
    Φώντα είσαι θησαυρός! Δε βγαίνουν τέτοια κείμενα σήμερα.

    Vassilis Serafimakis
    χμμ, συχνά βγαίνουν δεκάδες, αλλά αντιγραμμένα από ένα!

    Γιώργος Γιαννόπουλος
    Θυμάμαι -στην κρατική τηλεόραση, στα 70ς ή αρχές 80ς, γιατί μετά δεν έβλεπα τηλεόραση- παρλάτες από κάποια παράσταση, που όντως ήταν πολύ μπλακ και σουρρεαλιστικές.
    Εκδοχή κοκκινοσκουφίτσας, όπου η κοκκινοσκουφίτσα "τον λύκο γδέρνει, τη γούνα του παίρνει, και φτιάχνει μανσόν και μαντώ".
    Ή το άλλο, που έχει πέσει -ή την έχουν πετάξει- η γιαγιά από το μπαλκόνι, και φωνάζει απαθής μια κυρία από πάνω : " Καλέ σεις, κύριε πόλισμαν. Δική μας είναι"

    Γιώργος Φρατζεσκάκης
    Εξαιρετικό άρθρο! Πολύτιμο!

    ΑπάντησηΔιαγραφή