Δεν είμαι σίγουρος πότε ακριβώς η αμερικανική exotica μουσική των fifties επανέκαμψε στο δισκογραφικό προσκήνιο, ως η πιο δημοφιλής... avant στην ιστορία του καταγραμμένου ήχου, όμως, για άλλη μια φορά, φαίνεται πως όλα ξεκίνησαν από την Ιαπωνία, κάπου στο ξεκίνημα της προηγούμενης δεκαετίας. Το 1990 λοιπόν ο γηραιός (και τότε) Martin Denny περιοδεύει στην απω-ανατολική χώρα, εκεί όπου πάντοτε το ευρύτερο lounge είχε και έχει τεράστια απήχηση, ηχογραφώντας μάλιστα «ζωντανά» ένα από τα τελευταία του άλμπουμ, το “Exotica 90”. Λίγα χρόνια πριν είχε επανα-φορμάρει ένα κλασικό, τρόπον τινά, κουαρτέτο αποτελούμενο από τον ίδιο φυσικά, σε ρόλο πιανίστα και ακόμη τον βιμπραφωνίστα Arthur Lyman (με την γνωστή αυτόνομη διαδρομή), τον πορτορικανό περκασιονίστα August Colon και τον επίσης περκασιονίστα Harold Chang, μουσικούς με τους οποίους είχε συνεργαστεί και στην «χρυσή εποχή» της Tiki culture, στο δεύτερο μισό των fifties (όπου “Tiki culture” η μόδα που αναπαρήγαγε στην Αμερική το πρότυπο της «εύκολης ζωής» των νησιών του κεντρικού και νότιου Ειρηνικού – Tiki στην γλώσσα των Maori της Νέας Ζηλανδίας είναι ο ‘πρώτος άνθρωπος’, ο οποίος ετύγχανε γυνή...). Αν κι εμάς μας ενδιαφέρει το ηχητικό της μέρος, η Tiki culture ξεκινά να φτιάχνει το αλφάβητό της πολύ καιρό πριν τις μουσικές συνταγές της exotica. Ήταν 1934, όταν ο Ernest Raymond Beaumont-Gantt (ή Donn Beach, όπως έγινε γνωστότερος) ανοίγει το Don the Beachcomber, ένα ρεστοράν στο Hollywood, που επιχειρούσε να αναπαραστήσει την «νοτιο-ειρηνική» ατμόσφαιρα, προσφέροντας ανάλογη κάβα και κουζίνα. Και ήταν μετά τον Πόλεμο, όταν ο ίδιος θα μεταφέρει μέρος των δραστηριοτήτων του στη Χαβάη, φτιάχνοντας ένα δεύτερο Don the Beachcomber μπαρ, στην Waikiki, την πιο τουριστική – όπως θα αποδειχθεί στην πορεία – γειτονιά της Honolulu. Σ’ αυτό το μέρος θα κάνει ουσιαστικά την εμφάνισή του (ήταν Ιανουάριος του 1954) ένας νεοϋορκέζος μουσικός και πιανίστας, με διάθεση για περιπέτεια, ο Martin Denny. Μάλιστα, ένα «τυχαίο» περιστατικό θα τον οδηγήσει στην ανακάλυψη ενός καινούριου ήχου, πάνω στον οποίο θα επενδύσει έκτοτε όλην του την καριέρα. Παίζοντας κάποιο βράδυ με το συγκρότημά του στο Shell Bar, στο παλιό Hawaiian Village (τώρα The Hilton Hawaiian Village, για όσους ενδιαφέρονται...) ο Denny θα βρεθεί προ απροόπτου. Λέει ο ίδιος (στο άρθρο της Sally Holloway στο “Easy!, The Lexicon of Lounge”): «Δίπλα στο μπαρ υπήρχε ένα πάρκο γεμάτο από μεγάλους βατράχους. Ένα βράδυ που παίζαμε εκεί προσέξαμε κάτι, που δεν του είχαμε δώσει τόση σημασία άλλη φορά, το συνεχές κρώξιμό τους. Τότε μερικοί από εμάς, μάλλον εκενευρισμένοι, άρχισαν να αναπαριστούν φωνές πουλιών, μήπως και φοβηθούν οι βάτραχοι και φύγουν. Δεν θυμάμαι τι έγινε, αλλά εκείνο που θυμάμαι είναι ότι την επόμενη μέρα ήλθε κάποιος από τους θαμώνες, που μας είχε ακούσει το προηγούμενο βράδυ, ζητώντας μας να κάνουμε πάλι το ίδιο! ‘Τι εννοείς ακριβώς’ του είπα, αν και αμέσως ‘άναψε λαμπάκι’. Από τότε αρχίσαμε να αναπαριστούμε φωνές ζώων και πουλιών όλο και πιο συχνά στις συνθέσεις μας, μετατρέποντάς τες σε βασική ατραξιόν της δουλειάς μας».
Το 1956 ο Denny θα επιστρέψει στην Αμερική, ετοιμάζοντας μια περιοδεία στην Δυτική Ακτή, πριν «κλείσει» για τα καζίνο του Las Vegas. Ήταν η εποχή που κέρδισε ένα συμβόλαιο με την Liberty, ξεκινώντας να ηχογραφεί ό,τι, εν πάση περιπτώσει, είχε έτοιμο – και σε πρώτη φάση αυτό δεν θα μπορούσε να ήταν άλλο από τις μουσικές που «κουβαλούσε» από την χαβανέζικη περιπέτεια. Έτσι κάπως, τον Δεκέμβριο του ’56, θα γράψει το πρώτο “Exotica” LP, ένα άλμπουμ καταφανώς επηρεασμένο από το “Ritual of the Savage” του Les Baxter. Μάλιστα, σήμα κατατεθέν και όχι μόνο της “Exotica”, αλλά ολόκληρης της καριέρας τού Denny, θα αποδειχθεί η διασκευή της σύνθεσης του Baxter “Quiet village” (πάντα από το “Ritual of the Savage”), η οποία δύο χρόνια αργότερα θα κάνει τη μεγάλη εμπορική πορεία.
Το 1959 η Χαβάη γίνεται η 50η Πολιτεία των ΗΠΑ. Η Liberty θέλοντας να εκμεταλλευθεί μία γενικότερη ζήτηση για οτιδήποτε χαβανέζικο ξανακυκλοφορεί το “Exotica” LP, αυτή τη φορά σε stereo εκδοχή, προσδοκώντας κάτι καλύτερο. Και όντως. Ξεχωρίζει από ’κει το “Quiet village”. Και όχι απλώς ξεχωρίζει, αλλά φθάνει μέχρι το Νο 4 του Top 40, τον Απρίλιο εκείνης της χρονιάς, καταγράφοντας το πρώτο big hit της μουσικής exotica. (Σχεδόν 50 χρόνια αργότερα οι Βρετανοί Quiet Village - Matt Edwards και Joel Martin - δείχνουν το σεβασμό τους στον παππού με τη δική τους... sophisticated exotica for adults).Κατά κάποιο τρόπο ο Martin Denny γίνεται... βασιλιάς σε μια νύχτα. Μέσα στο 1959 ηχογραφεί τέσσερα άλμπουμ (με σειρά το “Hypnotique”, το “Afro-Desia”, το “Exotica III” και το “Quiet Village”), όλα επιτυχημένα. Eίχαν βεβαίως προηγηθεί, πέραν του αρχικού “Exotica”, το “Exotica II” (7/1957), το “Forbidden Island” (1958) και το “Primitiva” (1958), τα οποία και σε στερεοφωνική πλέον version, «ανακαλύπτονται» από ένα ευρύτερο κοινό, το οποίο πέραν του χαβανέζικου προσανατολισμού της εποχής – ας μην ξεχνάμε και τη συμβολή του Elvis, που είχε επισκεφθεί την Χαβάη ήδη από το 1957, τις ταινίες θα τις γύριζε αργότερα – επιζητούσε μέσω των μουσικών του Denny (και βεβαίως των Baxter και Lyman) μία ευκαιρία να «χαθεί» σ’ έναν μακρινό, εξωτικό κόσμο, ικανό να θεραπεύσει όχι μόνον τη μεταπολεμική μελαγχολία, αλλά κυρίως τον υποτιθέμενο «κόκκινο κίνδυνο», πάνω στον οποίον είχε οικοδομηθεί το ψυχροπολεμικό status.
Και τα οκτώ fifties άλμπουμ του Martin Denny έχουν επανακυκλοφορήσει από τη βρετανική εταιρία Rev-Ola, και μάλιστα σε περιποιημένες εκδόσεις. Και δεν εννοώ το digipak cover, το οποίο προσωπικώς με αφήνει αδιάφορο, αλλά την ταυτόχρονη καταγραφή της μονοφωνικής και της στερεοφωνικής κόπιας και ακόμη την ανατύπωση των original back covers, με διαθέσιμες όλες τις παλιές πληροφορίες. Για τρία απ’ αυτά τα άλμπουμ λέω λίγα λόγια στη συνέχεια.
Martin Denny: Forbidden Island (Liberty/ Rev-Ola)
Ηχογραφημένο στο Roosevelt High School Auditorium της Honolulu το 1958, το “Forbidden Island” ήταν το τρίτο LP του Martin Denny και το πρώτο με την καινούρια line-up, μετά την αποχώρηση του Arthur Lyman. Ακόμη, εκείνο με τις περισσότερες original συνθέσεις (πέντε συνολικώς), που δίνουν και το ιδιαίτερο χρώμα στο άλμπουμ. Οι τίτλοι τους: Cobra, Exotica, Goony birds, Primitiva και Forbidden island. Πέραν των βασικών μελών (Martin Denny πιάνο, celeste, August Colon latin instruments, εφέ, Julius Wechter, vibes, μαρίμπα, ξυλόφωνο, Harvey Ragsdale μπάσο) στo session πήραν μέρος τέσσερις ακόμη μουσικοί (Lew Paino κρουστά, Will Brady φλάουτο, Bud Lee κιθάρα, samisen, Mike Garcia conga), προσφέροντας έτσι, όλοι μαζί, έναν ακόμη πιο «πλούσιο» ήχο, μετατρέποντας το “Forbidden Island” σε κάτι σαν... αγχωτικό OST. Οι «ιδέες» και τα εφέ είναι δοκιμασμένα στην πράξη και εξαιρετικώς λειτουργικά, ενώ κομμάτια όπως τα “Exotica” και “Goony birds” ακούγονται περισσότερο ως avant πειράματα, παρά ως μουσική για «εύκολη χρήση». Το πνεύμα του Baxter πάντως ανιχνεύεται κι εδώ. Είτε μέσα από διασκευές (“Sim Sim”), είτε μέσω πρωτότυπων συνθέσεων (η jungle ατμόσφαιρα του “Primitiva”).
Μartin Denny: Afro-Desia (Liberty/ Rev-Ola)
Στο έκτο άλμπουμ του ο Martin Denny επιχειρεί να παρουσιάσει τη δική του εκδοχή για τη μουσική της Αφρικής. Ακούγεται αστείο. Και βεβαίως υπερφίαλο. Ο Denny όμως ξεκαθαρίζει τα πράγματα (και) για να μην του την «πέσουνε» οι πάσης φύσεως ειδήμονες. Στο site της space age pop διαβάζουμε: «Δεν μ’ ενδιαφέρει να κάνω ή να αναπαραστήσω την αφρικανική μουσική. Το μόνο που θέλω να καταγράψω είναι το πώς θα μπορούσε να ηχεί εκείνη με βάση τα δικά μου γούστα». Τα περισσότερα από τα θέματα του “Afro-Desia” είναι διασκευές συνθέσεων των Ernesto Lecuona, Ary Barroso, Les Baxter, Ralph Rainger κ.ά., το “Tsetse fly” όμως, που είναι δικό του και ανοίγει το άλμπουμ, φανερώνει την πορεία που θα ακολουθηθεί. Ένας εφετζίδικος... rhythm in orgy. Στο ίδιο πλαίσιο και η συναρπαστική εκδοχή του “Cubano chant” του Ray Bryant, με την αναντίρρητη θετική συμβολή στα φωνητικά των Randy Van Horne Singers.
Μartin Denny: Exotica Vol. III (Rev-Ola)
Λίγο μετά το “Afro-Desia” (πάντα μέσα στο 1959) το τρίτο “Exotica” θα βρεθεί στις βιτρίνες. Είναι το πιο χαλαρό από τα τρία... και κάπου διαπιστώνεται – εκ των υστέρων το λέμε – η μελλοντική πορεία που θα ακολουθούσε ο Denny, στα χρόνια του ’60 πια, με τα περισσότερο «απονευρωμένα» άλμπουμ. Την σταδιακή απομάκρυνσή του δηλαδή από τον Tiki ήχο. Η άποψή του για το “Caravan” έχει νόημα κυρίως γιατί δημιουργεί μία cool πρωτο-ethnic ατμόσφαιρα. Αλλά και με κομμάτια όπως τo “Manila” (ένα βαλσάκι που θα μπορούσε να το χορεύει η Καρέζη με τον Μπάρκουλη την ίδια εποχή) ή το “Congo train” ο αμερικανός μουσικός δείχνει, απλώς, ότι ποτέ δεν τον ενδιέφεραν στην ουσία τα αποτελέσματα, αλλά μόνον οι αφορμές.
Η «περίοδος πτώσης» του Martin Denny θα μπορούσε να πούμε πως ξεκινά με την αποχώρηση από το γκρουπ του Julius Wechter, το 1964, και την ίδρυση των Baja Marimba Band (έγραψαν καλά άλμπουμ για την Α&Μ). Παρ’ ότι δεν είχε ιδιαίτερες επιτυχίες στην πορεία θα παραμείνει στην Liberty μέχρι τα τέλη της δεκαετίας, πριν «χαθεί», μαζί με τη μουσική του, στα δύσκολα seventies. Το 1985, όπως γράψαμε και στην αρχή, θα ξανασχηματίσει το κουαρτέτο, θα περιοδεύσει και θα ηχογραφήσει και βεβαίως, θα προλάβει, στην δεκαετία του ’90 πια, να δει τις παλιές του μουσικές να ξεπερνούν το cult status και να γίνονται παγκόσμια pop σύμβολα.
Ο Martin Denny θα πεθάνει (στη Χαβάη) το 2005, σε ηλικία 94 ετών.Photos:
http://www.themartindennyblog.blogspot.com/
http://www.danacountryman.com/Denny/Denny1.html
http://flickr.com/photos/7809768@N08/2430005403/
http://flickr.com/photos/68908288@N00/339606441/
Πηγές
1. Dylan Jones: The Lexicon of Lounge, εκδ. Pavilion, London, 1997
2. www.the.honoluluadvertiser.com, το άρθρο του Wayne Harada “Martin Denny – The Sound of Exotica”
3. The Wire, issue 174, August 98 (το άρθρο του Ken Hollings “Apocalypse, Hawaiian style”)
4. Record Collector No.174, February 1994 (το άρθρο του Peter Wyngarde “Collecting Exotica”, γύρω από το τι θεωρούσαν το ’94 οι Εγγλέζοι ως ‘exotica’ – προς αποφυγήν...)
5. www.tralfaz-archives.com/coverart/D/denny/denny.html (site με εξώφυλλα - χρήσιμο)
6. www.spaceagepop.com (το καλύτερο επίτομο site για το ευρύτερο lounge)
7. Ολίγος David Toop από τη δική του “Exotica”, εκδ. Serpent’s Tail, London, 1999
Aν μπορείς φωντα εξηγησε λιγο τα περι το οτι θεωρειται η exotica avant.Εχω καποιους δισκους απο το συγκεκριμενο ειδος και χωρις να το υποτιμω εχω να πω οτι ειναι απλα μια ταξιδιαρικη χαλαρωτικη μουσικη ταιριαστη για τους φιλησυχους αμερικανους των φιφτυς.Δεν διακρινω τιποτα αβαντ-αποψη που πιστευω οτι ουτε εσυ την ασπαζεσαι,απλα σε ρωταω τι υποστηριζουν οι θιασωτες της συγκεκριμενης γνωμης και την δικη σου αποψη ενδεχομενως.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟι τρεις τελείες πριν από τη λέξη avant δηλώνουν πως ο χαρακτηρισμός χρησιμοποιείται καθ’ υπερβολή. Όπως και το επίθετο «δημοφιλής» εξάλλου, που έρχεται σε αντίθεση με την ουσία της avant, η οποία είναι αντι-δημοφιλής (μην το τραβήξουμε, όμως, τώρα, αυτό). Υπάρχει ένας ευφημισμός δηλαδή. Το ότι η exotica αποτέλεσε βασικό συστατικό στη συγκρότηση της avant-jazz του Sun Ra είναι, νομίζω, εκείνο που πρέπει να κρατήσουμε από αυτή την ιστορία.
ΑπάντησηΔιαγραφή