Ο Jeff Buckley (1966-1997) είναι ένας από τους «ήρωες» της γενιάς των nineties, η οποία τον λάτρεψε πολύ περισσότερο και
από τον απείρως μεγαλύτερο πατέρα του Tim Buckley (που ανήκει
στην προηγούμενη γενιά των sixties). Γιατί έγινε «ήρωας» ο γιός; Γιατί έγραψε έναν και μόνο δίσκο ενόσω
ζούσε, το “Grace” [Columbia, 1994], για να πνιγεί στα 31 χρόνια του, μ’
έναν κάπως… κινηματογραφικό τρόπο, σε κάποιο κανάλι του Μισισιπή. Όλα αυτά, και
το γεγονός, φυσικά, πως ήταν ταλαντούχος ως τραγουδοποιός, οδήγησαν στη
μυθοποίησή του μέσα στο ροκ σύστημα – που πάντα ψάχνει για τους… σημαδεμένους
από τη μοίρα, ώστε να μπορέσει, ακόμη πιο εύκολα να τους ηρωοποιήσει και να
τους πουλήσει. Έτσι έχουν τα πράγματα και για την περίπτωση τού δυστυχούς Jeff Buckley, τα λίγα τραγούδια του οποίου γνώρισαν μιαν
άνευ προηγουμένου λατρεία όλα τα επόμενα χρόνια. Και όχι μόνο στους χώρους της pop ή του rock κ.λπ., μα ακόμη και στην jazz – καθώς τραγούδια του Jeff έχουν διασκευάσει μέσα
στα χρόνια εμπορικές κορυφές τύπου Brad Mehldau ή Jamie Cullum. Εδώ, πάντως, στην περίπτωση του “Eternal Life / Jeff Buckley Songs and Sounds” [Ridgeway Records, 2017], έχουμε κάτι διαφορετικό και
οπωσδήποτε πληθωρικό. Περί τίνος ακριβώς πρόκειται;
Ένα συγκρότημα, που
μπορεί να κινείται με ευκολία όχι μόνο στον τζαζ χώρο, αλλά και στα σύνορά του
με το ροκ, οι Negative Press Project, που
αποτελούνται από την Ruthie Dineen πιάνο, τον Lyle Link τενόρο σαξόφωνο, τον Andrew Lion κοντραμπάσο & bass guitar, τον Luis Salcedo ηλεκτρικές & ακουστικές κιθάρες και τον Chris Sullivan άλτο σαξόφωνο, αποφασίζουν να διασκευάσουν το “Grace” – όλες τις συνθέσεις του πλην των
διασκευών (πλην του “Halleluiah” του Leonard Cohen δηλαδή και του “Corpus Christi Carol” του Benjamin Britten). Μάλιστα, δεν αρκούνται στις διασκευές,
στο πρώτο πάντα CD
(γιατί η έκδοση αφορά σε 2CD), καθώς ανάμεσα χώνουν και ορισμένα δικά τους
κομμάτια, κάπως σαν εισαγωγές/ πρελούδια ή επιλόγους. Λέμε για το εισαγωγικό “Wolf river”, που είναι σύνθεση του Lion, για το “Mojo pin (prelude)” (Sullivan/ Lion) και βεβαίως για το έσχατο “Anthem (for Jeff Buckley)” (Dineen).
Περιττό να πούμε
πως οι διασκευές είναι πολύ καλές. Πολύ μελετημένες, με θαυμάσιες αναπτύξεις
των θεμάτων, και εξαιρετικά-λιτά σόλι. Η μπάντα, το ξαναλέμε, κινείται στο χώρο
ανάμεσα στη σύγχρονη τζαζ και το ροκ, κατορθώνοντας να αναδείξει τον πλούτο των
θεμάτων τού πρόωρα χαμένου τραγουδοποιού, χωρίς να καταφεύγει σ’ έναν εύκολο
εντυπωσιασμό – και γι’ αυτό το λόγο ίσως αποφεύγει το τραγούδισμα, σ’ αυτό το
πρώτο CD, εμμένοντας στα
βασικά χαρακτηριστικά της μουσικής τού Buckley. Στις μινόρε μελωδίες, στην αφηγηματικότητα
και στον συναισθηματικό πλούτο. Ορισμένες μάλιστα από αυτές τις versions θα τις χαρακτήριζα καταπληκτικές, όπως
εκείνη στο “Grace” ή την άλλη στο “So real”, που φανερώνουν αληθινή τόλμη και
δημιουργική διάθεση.
Η ίδια τόλμη
εξάλλου αποκαλύπτεται και στο δεύτερο CD, που διαθέτει τέσσερα tracks, το “The man that got away” (Arlen/ Gershwin) επιλεγμένο
για την περίσταση και ακόμη τα “Lover, you should’ve come over” (με τη συμμετοχή του τραγουδιστή Jeff Campbell), “So real” (με τη συμμετοχή του τραγουδιστή Jeff Denson) και “Eternal life” (με τη συμμετοχή της τραγουδίστριας Mia Pixley) – με τα τρία τελευταία tracks να ανήκουν φυσικά στο “Grace”.
Εδώ, η φωνή έρχεται
να προσθέσει κάτι ακόμη στην απόπειρα των Negative Press Project και όχι να καλύψει τα… κενά του πρώτου μέρους. Και πολύ σωστά τα
τέσσερα αυτά tracks μπαίνουν μόνα
τους, κάπου ξεχωριστά, δίχως να… μπερδευτούν με τα αρχικά ορχηστρικά.
Πολύ καλή δουλειά,
δεν ξέρω αν πρέπει να πω και «ανέλπιστη», που δείχνει την αξία τούτου τού
σύγχρονου τζαζ συγκροτήματος από τη Δυτική Ακτή.
Επαφή: www.negativepressproject.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου