Τρεις μουσικοί της jazz, ο συνθέτης, κιθαρίστας και ουτίστας Gordon Grdina, ο πιανίστας Matt Mitchell και ο ντράμερ Jim Black, βρέθηκαν, τον
Ιανουάριο του 2018, σ’ ένα στούντιο του Βανκούβερ (στη δυτική ακτή του Καναδά),
προκειμένου να ηχογραφήσουν έξι πρωτότυπες συνθέσεις (όλες του Grdina), τυπώνοντάς τες σ’
ένα ωραίο all-paper CD.
Ο Grdina,
που είναι γεννημένος στο Βανκούβερ το 1977, βρίσκεται στη σκηνή τουλάχιστον μια
15ετία έχοντας ηχογραφήσει και με rock, αλλά και με jazz
γκρουπ. Αγαπάει, επίσης, τις μουσικές της Ανατολής (γι’ αυτό παίζει συχνά και
ούτι), ενώ έχει βρεθεί στο πάλκο ή και την δισκογραφία με μεγάλα ονόματα (Gary Peacock, Paul Motian, Mats Gustafsson, Benoît Delbecq κ.ά.). Η δισκογραφία του είναι και αυτή εκτεταμένη (στο discogs, πέραν των προσωπικών
άλμπουμ του, καταγράφονται οι βασικές συμμετοχές του σε δεκατρείς ακόμη
σχηματισμούς), ενώ η παρουσία του στις σκηνές είναι συνεχής, με τις tour dates να διαδέχονται η μία
την άλλη και μέσα στον τρέχοντα Ιανουάριο (εμφανίσεις σε Seattle, L.A., San Francisco,
Halifax, Montreal, Ottawa, Toronto, NYC).
Στο παρόν φερώνυμο άλμπουμ με το τρίο του Nomad [Skirl Records,
2020], o Grdina φανερώνει στοιχεία ικανού συνθέτη (και οργανοπαίκτη φυσικά).
Πόσω μάλλον όταν έχει δίπλα του μουσικούς, που να μπορούν να υποστηρίξουν το
συγκεκριμένο υλικό με τον καλύτερο δυνατό τρόπο – καθώς ο Black είναι ένας ντράμερ με άπειρες
συνεργασίες (και με δισκογραφία δεκάδων άλμπουμ) και ο Mitchell ένας
πιανίστας, που, τα τελευταία 20 χρόνια, δείχνει μεγάλη και σοβαρή
δραστηριότητα.
Το εισαγωγικό track (“Wildfire”),
που διαρκεί λίγο πάνω από τα δέκα λεπτά είναι απολύτως ενδεικτικό του τρόπου
που συνθέτει ο καναδός κιθαρίστας, επηρεασμένος σε ίσες δόσεις και από την jazz και από το πιο avant-rock, δίνοντας την ευκαιρία και στους
δύο συνοδοιπόρους του να δείξουν και να αποδείξουν τις εκτελεστικές ικανότητές
τους. Η σύνθεση είναι ορμητική, ενώ από τη μέση και μετά αποκτά και μιαν «άγρια
ομορφιά», με τα παιξίματα α λα Cecil Taylor
του Mitchell και τους
συνεχείς ρούλους του Black
να πηγαίνουν παράλληλα με την ταχύτατη και δεξιοτεχνική φρασεολογία του Grdina στην κιθάρα. Ιδανικό
για αρχή! Στο “Nomad”
που ακολουθεί ο Grdina δείχνει τόσο τις σολιστικές ικανότητές του στο ξεκίνημα, όσο
και την δυνατότητά του, στη συνέχεια, να διατυπώνει μελωδικώς, σ’ ένα επίσης
συναρπαστικό πλαίσιο.
Αν και στα προηγούμενα tracks το rock ήταν μια σοβαρή αναφορά, στο “Ride home” είναι, θα λέγαμε,
κυρίαρχο. Όπως κυρίαρχη είναι στο “Benbow” και μια υπαινικτική αύρα, με τη σύνθεση να κυλάει αργά στο
ξεκίνημά της, αλλά στη συνέχεια να ανεβάζει στροφές, αποκτώντας μια
καταιγιστική τροπή (με τον πιανίστα Mitchell να εντυπωσιάζει για μιαν ακόμη φορά). Το προτελευταίο κομμάτι
τού CD, το “Thanksgiving”, ξεκινά μ’ ένα
εντυπωσιακό open drumming
από τον Black, για να
εξελιχθεί προς ένα ακόμη ευφραδές fusion, με το “Lady choral”
(εδώ ο Grdina
χειρίζεται ούτι) να ολοκληρώνει σ’ ένα κλίμα ethnic-jazz,
χωρίς άσκοπους εντυπωσιασμούς, προσεγγίζοντας με γνώση και ουσία τον... άλλο
κόσμο. (Στο ίδιο μήκος κύματος, δε, κινούνται και οι δύο συνοδοιπόροι του).
Επαφή: www.gordongrdinamusic.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου