RAIC είναι τα αρχικά της Richmond Avant Improv Collective, μιας αμερικανικής μπάντας από το Richmond της Virginia, η οποία υφίσταται
από το 2015 έχοντας ηχογραφήσει έως σήμερα διάφορα άλμπουμ στις περισσότερες φόρμες
(MC, CD, LP). Η μπάντα έχει ορισμένα χαρακτηριστικά και αυτά, εκ πρώτης,
διαφαίνονται από τον τίτλο της. Είναι avant (οι RAIC), είναι improv και είναι και κολεκτίβα – ίσως με την έννοια της μουσικής κολεκτίβας των sixties και seventies (κυρίως).
Προσφάτως
κυκλοφόρησε ένα LP των RAIC, το “Häxan (Cinema Paradiso Vol. I)”
(2019), από μιαν ελληνική εταιρεία, την Thirsty Leaves Music από
την Θεσσαλονίκη. Ωραία από εικαστικής πλευράς έκδοση, κομμένη σε 300 αντίτυπα,
μα και με ιδιαίτερο ακουστικό νόημα.
Μέλη των RAIC
αυτή τη στιγμή, και όπως διαβάζουμε τα ονόματά τους στο εξώφυλλο του ελληνικού
άλμπουμ τους είναι οι: Samuel Goff ντραμς, κρουστά, φωνητικά, πλήκτρα,
ηλεκτρονικά, Abdul Hakim-Bilal κιθάρες, Erik Schroeder άλτο σαξόφωνο, κρουστά,
πλήκτρα, σάμπλερ, θερεμίνη, ηλεκτρονικά, φλάουτο, ξύλινα πνευστά, Zoe Olivia
Kinney τσέλο, φωνητικά, Laura Marina φωνητικά, πλήκτρα, ηλεκτρονικά, Jimmy
Ghaphery σοπρανίνο σαξόφωνο, φλάουτο, άλτο σαξόφωνο, John Priestley μπάσο και Cary
Ralston βιμπράφωνο, κρουστά. Λέμε λοιπόν για ένα 8μελές σύνολο που παίζει
ομαδικά, χωρίς προσωπικές καταδείξεις, αυθόρμητα γενικώς, και που ηχογραφεί live χωρίς
στουντιακές παρεμβολές, χωρίς overdubs,
με το πρώτο take να
αποτελεί και την βασική πηγή καταγραφής.
Τι πράττουν εδώ οι RAIC; Τοποθετούν μουσική πάνω στη θρυλική, βουβή
ημι-ντοκυμαντερίστικη δανο-σουηδική ταινία Häxan
του Benjamin Christensen από το 1922, που είχε για θέμα της τη… μαγεία
διαμέσου των αιώνων.
Δεν είναι οι πρώτοι, οι RAIC, που επιχειρούν κάτι τέτοιο, καθώς πριν απ’ αυτούς έχουν
πειραματιστεί με το συγκεκριμένο φιλμ ο Νορβηγός Ugress (2016), ο Paul Roland, οι Bronnt Industries
Kapital (2008), ο Σουηδός Matti Bye,
οι Art
Zoyd (1997) και
ακόμη παλαιότερα (1968) ο γάλλος ντράμερ και περκασιοίστας Daniel Humair (με το συγκρότημά
του).
Η επένδυση των RAIC έχει πολλά από τα ας-τα-πούμε-αναμενόμενα χαρακτηριστικά
μιας μουσικής γραμμένης «επί τόπου», που θέλει να λειτουργήσει ως ηχητική
συνοδεία ενός τέτοιου φιλμ.
Αν και δεν μπορούμε να κρίνουμε την επικοινωνία της μουσικής
με τις εικόνες του δανού σκηνοθέτη (επειδή δεν έχουμε και ταυτόχρονη θέαση) εντούτοις
φαίνεται πως επιτυγχάνεται ο στόχος – να μπορεί να σε παρασύρει δηλαδή η
μουσική των RAIC στη δίνη αυτού του σουρεαλιστικού-δαιμονικού φιλμικού θρύλου.
Γιατί το παν, εδώ, δεν είναι το να προσπαθήσεις να
ξεπεράσεις το φιλμ, με ήχους που να «βγαίνουν» πάνω απ’ αυτό, αλλά να
επιχειρήσεις με υπαινικτικές και βραδυφλεγείς παρεμβάσεις, με χρήση βόμβων και
χαμηλού volume ηλεκτρονικών, μαζί και με τα γρυλίσματα των φυσικών οργάνων,
να δημιουργήσεις ένα υπόστρωμα τέλος πάντων, πάνω στο οποίο να μπορούν να
«πατήσουν» αγέρωχα οι συγκεκριμένες εκστατικές εικόνες.
Οι RAIC
δείχνουν, με βάση όσα ακούμε στο “Häxan
(Cinema Paradiso Vol. I)”, να αντιλαμβάνονται πλήρως με τι ακριβώς έχουν να
κάνουν. Έχουν μελετήσει το θέμα
γενικότερα, δεν παραλείπουν να τιμήσουν (και όχι μόνο φραστικά) τους σωστούς
«δασκάλους» τους (Krzysztof Penderecki, The Art Ensemble Of Chicago, György
Ligeti, Gruppo di Improvvisazione Nuova Consonanza, Έντβαρντ Αρτέμιεφ...) και γι’
αυτό προσφέρουν αναλόγως.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου