Το πιο νέο άλμπουμ του Παύλου Παυλίδη έχει τίτλο «Το Μαύρο
Κουτί» [United We Fly,
2021] και περιλαμβάνει εννέα τραγούδια σε μουσικές και στίχους δικούς του. Στο
άλμπουμ δεν υπάρχει ένα σταθερό γκρουπ, που να παίζει σε όλα τα κομμάτια, αλλά
μουσικοί, που συμμετέχουν πότε στο ένα track και πότε στο άλλο. Ο βιολιστής Φώτης Σιώτας και ο
κιμπορντίστας Βασίλης Ντοκάκης συμμετέχουν σε πολλά tracks, αλλά όχι σε όλα. Το ίδιο
πάνω-κάτω συμβαίνει και με τους υπόλοιπους οργανοπαίκτες.
Το «Μαύρο Κουτί» έχει «ήχο», αλλά έχουμε την γνώμη πως, κατ’ αρχάς, έχει γίνει κατάχρηση στα πλήκτρα (σύνθια κ.λπ.) και από ’κει και πέρα στις παραγόμενες «ατμόσφαιρες». Όχι πως αν είχαμε ένα στενό κιθαριστικό ήχο θα ήταν τα πράγματα σώνει και καλά καλύτερα (ίσως να ήταν καλύτερα), αλλά εν πάση περιπτώσει αυτό που ακούμε εδώ έχει τα... θέματά του.
Ο ήχος στο «Μαύρο Κουτί» είναι έντονος μεν, μοιάζει πολύ με «χαλί» δε. Σαν να τοποθετούνται «επιστρώσεις», η μία πάνω στην άλλη, με μικρές διαφορές στάθμης, είτε σε αυτές (τις «επιστρώσεις») πρωταγωνιστούν τα πλήκτρα, είτε και οι κιθάρες, δημιουργώντας μία βάση, κάπως άχρωμη, που εν τέλει... πνίγει τα τραγούδια.
Εν τω μεταξύ και ο ιδιαίτερος τρόπος που τραγουδά ο Π. Παυλίδης –αυτό το κάπως υποτονικό αφήγημα, που είναι δικό του, και χαρακτηριστικό του– δεν δημιουργεί, από την μεριά του, έναν άλλο πόλο. Ο πόλος είναι ένας. Και είναι γενικά υποτονικός, ασχέτως volume.
Η στιχουργική του Π. Παυλίδη είναι γνωστή σε γενικές γραμμές. Υπάρχει αυτή η διάθεση να γραφούν στίχοι με μιαν απλότητα, που παραπέμπει στο ποιητικό ρομαντικό κλίμα του Μεσοπολέμου, αλλά όταν οι στίχοι εξελίσσονται περισσότερο διανοητικά, αυτό το κλίμα χάνεται, με αποτέλεσμα η συνολική εντύπωση να μένει μετέωρη (όπως και τα σύμβολα των στίχων).
Οι μουσικές τώρα, από τη δική τους μεριά, μοιάζει να είναι κάπως... άσχετες με τα λόγια. Μοιάζει, μοιάζει λέμε, σαν να είναι... έτοιμες, προκάτ. Δεν ξέρουμε αν είναι όντως. Αν υπάρχουν από νωρίτερα κάπου (τα μελωδικά και ρυθμικά patterns), ανασύρονται, και πάνω σ’ αυτές τοποθετούνται τα λόγια. Περίεργο αυτό πάντως – αν συμβαίνει. Σίγουρα, πάντως, αυτή η εντύπωση συνυφαίνεται και με τον ήχο. Ο ήχος, εννοούμε, σκεπάζει τις μουσικές, τις μελωδίες, και αυτό δεν είναι καλό.
Παρότι τα τραγούδια του Παύλου Παυλίδη έχουν ενδιαφέρον, έτσι όπως είναι ενοργανωμένα δύσκολα ξεχωρίζουν. Πρέπει ν’ ακούσεις το CD πολλές φορές, για να διαπιστώσεις πως κάποια κομμάτια, τελικώς, έχουν να πούνε κάτι παραπάνω – και μάλιστα τούτο συμβαίνει ακούγοντας τα συγκεκριμένα κομμάτια μεμονωμένα, σε μιαν άλλη στιγμή, και όχι εντός του άλμπουμ.
Έχουμε τη γνώμη πως με μιαν άλλη προσέγγιση τα τραγούδια του Παύλου Παυλίδη θα αναδεικνύονταν περισσότερο. Τώρα ομογενοποιούνται, μέσω ενός ήχου, που δεν έχει πολλά να προτείνει (από αισθητικής πλευράς).
Κρίμα, γιατί το «Μαύρο σύννεφο», για παράδειγμα, είναι ωραίο τραγούδι (υπάρχουν κι άλλα ωραία), που ακούγεται, όμως αναίτια βαρυφορτωμένο και τελικά ισοπεδωμένο.
Επαφή: www.unitedwefly.com
Το «Μαύρο Κουτί» έχει «ήχο», αλλά έχουμε την γνώμη πως, κατ’ αρχάς, έχει γίνει κατάχρηση στα πλήκτρα (σύνθια κ.λπ.) και από ’κει και πέρα στις παραγόμενες «ατμόσφαιρες». Όχι πως αν είχαμε ένα στενό κιθαριστικό ήχο θα ήταν τα πράγματα σώνει και καλά καλύτερα (ίσως να ήταν καλύτερα), αλλά εν πάση περιπτώσει αυτό που ακούμε εδώ έχει τα... θέματά του.
Ο ήχος στο «Μαύρο Κουτί» είναι έντονος μεν, μοιάζει πολύ με «χαλί» δε. Σαν να τοποθετούνται «επιστρώσεις», η μία πάνω στην άλλη, με μικρές διαφορές στάθμης, είτε σε αυτές (τις «επιστρώσεις») πρωταγωνιστούν τα πλήκτρα, είτε και οι κιθάρες, δημιουργώντας μία βάση, κάπως άχρωμη, που εν τέλει... πνίγει τα τραγούδια.
Εν τω μεταξύ και ο ιδιαίτερος τρόπος που τραγουδά ο Π. Παυλίδης –αυτό το κάπως υποτονικό αφήγημα, που είναι δικό του, και χαρακτηριστικό του– δεν δημιουργεί, από την μεριά του, έναν άλλο πόλο. Ο πόλος είναι ένας. Και είναι γενικά υποτονικός, ασχέτως volume.
Η στιχουργική του Π. Παυλίδη είναι γνωστή σε γενικές γραμμές. Υπάρχει αυτή η διάθεση να γραφούν στίχοι με μιαν απλότητα, που παραπέμπει στο ποιητικό ρομαντικό κλίμα του Μεσοπολέμου, αλλά όταν οι στίχοι εξελίσσονται περισσότερο διανοητικά, αυτό το κλίμα χάνεται, με αποτέλεσμα η συνολική εντύπωση να μένει μετέωρη (όπως και τα σύμβολα των στίχων).
Οι μουσικές τώρα, από τη δική τους μεριά, μοιάζει να είναι κάπως... άσχετες με τα λόγια. Μοιάζει, μοιάζει λέμε, σαν να είναι... έτοιμες, προκάτ. Δεν ξέρουμε αν είναι όντως. Αν υπάρχουν από νωρίτερα κάπου (τα μελωδικά και ρυθμικά patterns), ανασύρονται, και πάνω σ’ αυτές τοποθετούνται τα λόγια. Περίεργο αυτό πάντως – αν συμβαίνει. Σίγουρα, πάντως, αυτή η εντύπωση συνυφαίνεται και με τον ήχο. Ο ήχος, εννοούμε, σκεπάζει τις μουσικές, τις μελωδίες, και αυτό δεν είναι καλό.
Παρότι τα τραγούδια του Παύλου Παυλίδη έχουν ενδιαφέρον, έτσι όπως είναι ενοργανωμένα δύσκολα ξεχωρίζουν. Πρέπει ν’ ακούσεις το CD πολλές φορές, για να διαπιστώσεις πως κάποια κομμάτια, τελικώς, έχουν να πούνε κάτι παραπάνω – και μάλιστα τούτο συμβαίνει ακούγοντας τα συγκεκριμένα κομμάτια μεμονωμένα, σε μιαν άλλη στιγμή, και όχι εντός του άλμπουμ.
Έχουμε τη γνώμη πως με μιαν άλλη προσέγγιση τα τραγούδια του Παύλου Παυλίδη θα αναδεικνύονταν περισσότερο. Τώρα ομογενοποιούνται, μέσω ενός ήχου, που δεν έχει πολλά να προτείνει (από αισθητικής πλευράς).
Κρίμα, γιατί το «Μαύρο σύννεφο», για παράδειγμα, είναι ωραίο τραγούδι (υπάρχουν κι άλλα ωραία), που ακούγεται, όμως αναίτια βαρυφορτωμένο και τελικά ισοπεδωμένο.
Επαφή: www.unitedwefly.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου