Οι Glen
είναι μία γερμανο-ελληνική, ας την πούμε έτσι, ροκ μπάντα, που εδρεύει στο
Βερολίνο και η οποία, έως τώρα, έχει κυκλοφορήσει τρία άλμπουμ – με το τρίτο να
αποκαλείται “I Can See No Evil”.
Και είναι αυτό ακριβώς το άλμπουμ, που τώρα (2023) τυπώνεται σε δίσκο βινυλίου
από την γνωστή μας εταιρεία (που εδρεύει στα Εξάρχεια) Sound Effect Records.
Κατ’ αρχάς να γράψουμε λίγο για τα πρόσωπα – ποιοι αποτελούν τους Glen και ποιοι βρίσκονται πίσω τους (στο τεχνικό κομμάτι).
Μέλη των Glen είναι λοιπόν οι Wilhelm Stegmeier κιθάρες, πιάνο, όργανο, σύνθια, κρουστά, φωνή, Eleni Ampelakiotou κιθάρες, Roland Double Feinaeugle μπάσο, Lucia Martínez ντραμς στα “Paradigma” (αριστερά), “Anthem”, “Neos Kosmos”, “In the midday sun”, Achim Faerber ντραμς στα “Paradigma” (δεξιά), “Polymorphine”, “Strike”, συν επιπρόσθετα κρουστά στο “Strike” και τέλος ο Jeff Hermanson φλούγκελχορν, τρομπέτα στο “Neos Kosmos”.
Μείξη στο “I Can See No Evil” έχει κάνει ο Mack, που έχει δουλέψει για «όλο» το γερμανικό progressive (Out of Focus, Sunbirds, Abacus, Subject Esq, Sahara…) και ακόμη για τους Uriah Heep, Deep Purple, Rolling Stones, Scorpions, Electric Light Orchestra, Giorgio Moroder, Rory Gallagher και άπειρους άλλους, ενώ το master έχει κάνει ο επίσης πασίγνωστος Eroc (τον οποίον πολλές φορές έχουμε αναφέρει στο blog και σε σχέση με τις πρόσφατες δουλειές του).
Το “I Can See No Evil” περιλαμβάνει τρία κομμάτια σε κάθε πλευρά και είναι ένα καθ’ όλα ισορροπημένο άλμπουμ.
Το πρώτο που πρέπει να πούμε είναι πως οι Glen είναι ένα instrumental γκρουπ ή καλύτερα ένα γκρουπ που παίζει instrumentals – κάτι αρκετά... φυσικό για ένα μεγάλο κομμάτι του ροκ των ημερών μας, που βρίθει ορχηστρικών σχημάτων.
Το καλό όμως για τους Glen είναι πως δεν πρόκειται για ένα τυπικό post-rock συγκρότημα, με hints από Mogwai. Όχι. Οι επιρροές των Glen είναι πλατύτερες και φθάνουν έως το german prog των early seventies – και δεν θα ήταν λάθος αν λέγαμε πως στο εισαγωγικό “Paradigma” οι αναφορές στους περίφημους Out of Focus, σε σχέση με το κάπως βαρύγδουπο ρυθμικό τμήμα, κάπου ακούγονται στο βάθος. Μπάσο, ντραμς και κιθάρες κάνουν πολύ καλή δουλειά εδώ, με όλη τη μινόρε σύνθεση να μοιάζει ιδανική για εισαγωγή.
Στο “Anthem” τα πράγματα γενικώς δεν αλλάζουν, παρότι εδώ ο όγκος του ήχου χαμηλώνει, με τις κιθάρες να ακούγονται πάντα σαν κιθάρες και όχι «αλλοιωμένες» όπως στο post-rock. Ωραίες και κατανοητές οι φράσεις και τα σχήματα, δίνουν έξτρα πνοή στο κομμάτι.
Η πλευρά θα ολοκληρωθεί με το 8λεπτο “Polylmorphine”, που είναι επίσης ένα βαρύ track, ίσως το πιo progressive από τα τρία της Side A, και το οποίο βασίζεται σ’ ένα γρήγορο τέμπο, με ωραία προσαρμοσμένες κιθάρες, που, προς το τέλος, κινούνται ακόμη και προς ψυχεδελικές κατευθύνσεις.
Το αρχικό break με την τρομπέτα στο σχεδόν 11λεπτο “Neos Kosmos”, που ανοίγει την Side B, παραχωρεί γρήγορα τη θέση του στην ροκ αφήγηση, που συνίσταται κατ’ αρχάς σε μια σχετική μονοτονία, με γεμίσματα πάντως από τα ντραμς και με «χαμένες» κιθάρες (ακόμη και διπλές), με συνεπείς progressive «αλλαγές» στην διαδρομή και με τα σύνθια να παίζουν κάπως τον ρόλο του φλάουτου, προσθέτοντας κι αυτά νέα χρώματα. Γενικώς, λέμε για μια σύνθεση με πολλά ελκυστικά χαρακτηριστικά, που έχει τον τρόπο να σε καθηλώνει.
Το “In the midday sun” τώρα είναι ένα αργό κομμάτι, στο οποίο, φαινομενικώς, συμβαίνουν «λίγα». Στην πράξη πρόκειται όμως για ένα rock-ambient track, που δεν παύει ποτέ να χάνει το ενδιαφέρον του. Φυσικά, και εδώ, ανιχνεύονται ψυχεδελικά στοιχεία.
Ο δίσκος θα ολοκληρωθεί με το 6λεπτο “Strike”, που ως έσχατο track του LP είναι αρκετά ανεβαστικό, γρήγορο, με πάντα ωραίες κιθάρες, βασισμένο σε prog/post-rock φόρμες.
Γενικώς θα γράφαμε για ένα πολύ καλό άλμπουμ, που φέρουν άψογα εις πέρας οι Glen και που μπορεί να διαθέτει μια moody προβληματική, καθώς οι δημιουργοί του αναρωτιούνται σε σχέση με το «κακό» και το «σκοτεινό», αλλά όπως γράφει και το τσιτάτο του Roberto Rossellini στο innersleeve του “I Can See No Evil”: «το να αντιλαμβάνεσαι το κακό, όπου αυτό υπάρχει, είναι, κατά τη γνώμη μου, μια πράξη αισιοδοξίας».
Επαφή: www.soundeffect-records.gr
Κατ’ αρχάς να γράψουμε λίγο για τα πρόσωπα – ποιοι αποτελούν τους Glen και ποιοι βρίσκονται πίσω τους (στο τεχνικό κομμάτι).
Μέλη των Glen είναι λοιπόν οι Wilhelm Stegmeier κιθάρες, πιάνο, όργανο, σύνθια, κρουστά, φωνή, Eleni Ampelakiotou κιθάρες, Roland Double Feinaeugle μπάσο, Lucia Martínez ντραμς στα “Paradigma” (αριστερά), “Anthem”, “Neos Kosmos”, “In the midday sun”, Achim Faerber ντραμς στα “Paradigma” (δεξιά), “Polymorphine”, “Strike”, συν επιπρόσθετα κρουστά στο “Strike” και τέλος ο Jeff Hermanson φλούγκελχορν, τρομπέτα στο “Neos Kosmos”.
Μείξη στο “I Can See No Evil” έχει κάνει ο Mack, που έχει δουλέψει για «όλο» το γερμανικό progressive (Out of Focus, Sunbirds, Abacus, Subject Esq, Sahara…) και ακόμη για τους Uriah Heep, Deep Purple, Rolling Stones, Scorpions, Electric Light Orchestra, Giorgio Moroder, Rory Gallagher και άπειρους άλλους, ενώ το master έχει κάνει ο επίσης πασίγνωστος Eroc (τον οποίον πολλές φορές έχουμε αναφέρει στο blog και σε σχέση με τις πρόσφατες δουλειές του).
Το “I Can See No Evil” περιλαμβάνει τρία κομμάτια σε κάθε πλευρά και είναι ένα καθ’ όλα ισορροπημένο άλμπουμ.
Το πρώτο που πρέπει να πούμε είναι πως οι Glen είναι ένα instrumental γκρουπ ή καλύτερα ένα γκρουπ που παίζει instrumentals – κάτι αρκετά... φυσικό για ένα μεγάλο κομμάτι του ροκ των ημερών μας, που βρίθει ορχηστρικών σχημάτων.
Το καλό όμως για τους Glen είναι πως δεν πρόκειται για ένα τυπικό post-rock συγκρότημα, με hints από Mogwai. Όχι. Οι επιρροές των Glen είναι πλατύτερες και φθάνουν έως το german prog των early seventies – και δεν θα ήταν λάθος αν λέγαμε πως στο εισαγωγικό “Paradigma” οι αναφορές στους περίφημους Out of Focus, σε σχέση με το κάπως βαρύγδουπο ρυθμικό τμήμα, κάπου ακούγονται στο βάθος. Μπάσο, ντραμς και κιθάρες κάνουν πολύ καλή δουλειά εδώ, με όλη τη μινόρε σύνθεση να μοιάζει ιδανική για εισαγωγή.
Στο “Anthem” τα πράγματα γενικώς δεν αλλάζουν, παρότι εδώ ο όγκος του ήχου χαμηλώνει, με τις κιθάρες να ακούγονται πάντα σαν κιθάρες και όχι «αλλοιωμένες» όπως στο post-rock. Ωραίες και κατανοητές οι φράσεις και τα σχήματα, δίνουν έξτρα πνοή στο κομμάτι.
Η πλευρά θα ολοκληρωθεί με το 8λεπτο “Polylmorphine”, που είναι επίσης ένα βαρύ track, ίσως το πιo progressive από τα τρία της Side A, και το οποίο βασίζεται σ’ ένα γρήγορο τέμπο, με ωραία προσαρμοσμένες κιθάρες, που, προς το τέλος, κινούνται ακόμη και προς ψυχεδελικές κατευθύνσεις.
Το αρχικό break με την τρομπέτα στο σχεδόν 11λεπτο “Neos Kosmos”, που ανοίγει την Side B, παραχωρεί γρήγορα τη θέση του στην ροκ αφήγηση, που συνίσταται κατ’ αρχάς σε μια σχετική μονοτονία, με γεμίσματα πάντως από τα ντραμς και με «χαμένες» κιθάρες (ακόμη και διπλές), με συνεπείς progressive «αλλαγές» στην διαδρομή και με τα σύνθια να παίζουν κάπως τον ρόλο του φλάουτου, προσθέτοντας κι αυτά νέα χρώματα. Γενικώς, λέμε για μια σύνθεση με πολλά ελκυστικά χαρακτηριστικά, που έχει τον τρόπο να σε καθηλώνει.
Το “In the midday sun” τώρα είναι ένα αργό κομμάτι, στο οποίο, φαινομενικώς, συμβαίνουν «λίγα». Στην πράξη πρόκειται όμως για ένα rock-ambient track, που δεν παύει ποτέ να χάνει το ενδιαφέρον του. Φυσικά, και εδώ, ανιχνεύονται ψυχεδελικά στοιχεία.
Ο δίσκος θα ολοκληρωθεί με το 6λεπτο “Strike”, που ως έσχατο track του LP είναι αρκετά ανεβαστικό, γρήγορο, με πάντα ωραίες κιθάρες, βασισμένο σε prog/post-rock φόρμες.
Γενικώς θα γράφαμε για ένα πολύ καλό άλμπουμ, που φέρουν άψογα εις πέρας οι Glen και που μπορεί να διαθέτει μια moody προβληματική, καθώς οι δημιουργοί του αναρωτιούνται σε σχέση με το «κακό» και το «σκοτεινό», αλλά όπως γράφει και το τσιτάτο του Roberto Rossellini στο innersleeve του “I Can See No Evil”: «το να αντιλαμβάνεσαι το κακό, όπου αυτό υπάρχει, είναι, κατά τη γνώμη μου, μια πράξη αισιοδοξίας».
Επαφή: www.soundeffect-records.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου