Κυριακή 1 Οκτωβρίου 2023

σαν σήμερα, πριν από ένα χρόνο, έφυγε από τη ζωή ο ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΚΟΚOΤΑΣ – οι φαβορίτες και τα μακριά μαλλιά του, η σχέση του με το ρεμπέτικο και άλλα διάφορα

Ο θάνατος του Σταμάτη Κόκοτα (1937-2022) πέρυσι την 1η Οκτωβρίου καλύφθηκε σ’ ένα βαθμό από τα μέσα και τον Τύπο, ενώ κι εμείς εδώ στο LiFO.gr, σ’ ένα κάπως σύντομο κείμενό μας, μεγεθύναμε στην αγάπη, στην «τρέλα» που είχε ο μεγάλος αυτός ερμηνευτής για το αγωνιστικό αυτοκίνητο, μεταφέροντας πληροφορίες και φωτογραφίες από πρωτογενείς πηγές. https://www.lifo.gr/blogs/retronaut/i-latreia-toy-stamati-kokota-gia-agonistiko-aytokinito
Γράφτηκαν πολλά για τον Σταμάτη Κόκοτα, καλύφθηκαν πολλές πτυχές της καλλιτεχνικής διαδρομής του, όμως υπήρξαν και κάποιες διαστάσεις πολύ σημαντικές, που παρέμειναν στο περιθώριο – που δεν αναδείχθηκαν καθόλου και δεν αποτιμήθηκε η σημασία τους.
Κατ’ αρχάς να πούμε πως ο Σταμάτης Κόκοτας είχε ξεκινήσει την πορεία του στο τραγούδι μετά τα μέσα της δεκαετίας του ’50 (τότε λεγόταν Κοκοτός), σχηματίζοντας με τους φίλους του Κώστα Μουσάδη και Τάκη Τσωή το Τρίο Μπραζίλ – ένα από τα πιο φημισμένα τρίο της εποχής, με εμφανίσεις στα κέντρα (στον Καρυστινό, βασικά, δίπλα στην ορχήστρα του Γιώργου Μουζάκη) και τη δισκογραφία. Υπάρχουν διάφορες ηχογραφήσεις με το Τρίο Μπραζίλ από εκείνη την εποχή, και αποκλειστικά δικές του, και συνοδεύοντας τους Γιώτα Λύδια, Γιώργο Πασπάτη, Λάουρα κ.ά.
Το Τρίο Μπραζίλ φαίνεται πως διαλύεται στις αρχές του 1960, με τον Κόκοτα να πηγαίνει στο Παρίσι για σπουδές – εκεί όπου θα βρεθούν, λίγο αργότερα, και τα υπόλοιπα μέλη του σχήματος, βάζοντας μπροστά ένα καινούριο τρίο (με τον Σούλη Λάσκαρη στη θέση του Κόκοτα), που δεν ήταν άλλο από το περιώνυμο Trio Athénée, με την πολύ μεγάλη επιτυχία, στη Γαλλία και αλλού.
Φαβορίτες και μακριά μαλλιά
Ο Σταμάτης Κόκοτας επιστρέφει στην Ελλάδα, στα μέσα της δεκαετίας του ’60, και όπως τον βλέπουμε στην ταινία του Γιώργου Σκαλενάκη «Διπλοπεννιές» (1966) είχε μαλλί και φαβορίτες, ήδη από εκείνη την εποχή, κάπως περισσότερο από το κανονικό. Επιστρέφοντας δηλαδή από την Γαλλία έχει αποφασίσει να αλλάξει σταδιακά την εμφάνισή του, υιοθετώντας μακρύ μαλλί και υπερμεγέθεις φαβορίτες, σε μιαν εποχή όπου και τα δύο, ταυτοχρόνως, ήταν παντελώς ασυνήθιστα και «απαγορευμένα».
Το 1967 οι φαβορίτες του ήταν πλέον αρκετά μεγαλύτερες από το κανονικό, ενώ ένα χρόνο αργότερα, το καλοκαίρι του ’68, ήταν εντελώς υπερμεγέθεις, με το μαλλί του επίσης να μακραίνει συνεχώς.
Γενικά το στυλ «αγριανθρώπου» που είχε υιοθετήσει από τότε ο Σταμάτης Κόκοτας ήταν κάτι εντελώς διαφορετικό, και ως τέτοιο αντιμετωπιζόταν με έχθρα από μεγάλα κομμάτια της κοινωνίας. Ακόμη και εντός της καλλιτεχνίας και του τραγουδιού, ακόμη και στον χώρο του ποπ-ροκ, το μαλλί πέρα από το «κανονικό» αντιμετωπιζόταν αρνητικά. Πριν από την δικτατορία ο Νίκος Μαστοράκης έγραφε στο περιοδικό «Μοντέρνοι Ρυθμοί» (τεύχος #59, 13 Ιουλ. 1966), έπειτα από ένα ταξίδι του στην Αμερική:
«Η Νέα Υόρκη... έχει θαυμάσια νεολαία. Λυπάμαι που σε γενικές γραμμές την βρήκα καλύτερη απ’ την δική μας, σε τρόπο σκέψεως και αντιδράσεις, αλλά είναι η αλήθεια. Υπάρχουν βεβαίως τα θλιβερά παραδείγματα –το Γκρήνγκουιτζ Βίλλατζ συγκεντρώνει την μακρυμαλλούσα, βρώμικη, δήθεν διανοούμενη νεολαία–, αλλά σ’ όλο τον κόσμο οι κανόνες είναι ίδιοι».
Ήδη από τότε, από τα μέσα του ’66, το μακρύ μαλλί ήταν συνυφασμένο μ’ ένα νέο και κυρίως μ’ ένα νεανικό κίνημα αμφισβήτησης, τους hippies, που ήδη αναπτυσσόταν στην Αμερική και που θα γινόταν παγκοσμίως γνωστό την επόμενη χρονιά.
Βεβαίως υπήρχαν και νέοι (σαν τον 25χρονο τότε Μαστοράκη), που όλα τούτα τα αντιμετώπιζαν ως «κίνδυνο», εξαπολύοντας τους γνωστούς γεροντίστικους μύδρους περί άπλυτων, βρωμιάρηδων κ.λπ.
Έτσι, αμέσως μετά από την επιβολή της δικτατορίας, θα ήταν και πάλι ο Νίκος Μαστοράκης, ξανά στους «Μοντέρνους Ρυθμούς» (τεύχος #80, 10 Μαΐου 1967), εκείνος που θα έσπευδε να καθησυχάσει τους αναγνώστες του, λέγοντάς τους πως η «βρωμιά», στην ποπ μουσική, ήταν ένα... ξένο φρούτο τέλος πάντων και πως δεν είχε σχέση με τα πατροπαράδοτα, ελληνικά, νεανικά ήθη. Διαβάζουμε:
«Η τάξι των νέων είναι αρκετά παρεξηγημένη κι η εθνική κυβέρνησι έχει να την αντιμετωπίση σαν πρόβλημα... Όσοι βλέπουν τα προβλήματά της από μακρυά νομίζουν ότι εκείνα τα παιδιά που αγαπούν την ξένη ελαφρά μουσική είναι τα ίδια με τα ξένα άπλυτα φρούτα, που αυτοαποκαλούνται μπήτινκς.(...) Τα δικά μας τα παιδιά αγαπούν την ξένη μουσική, αγαπούν τα συγκροτήματα, τον χορό, αλλά δεν μιμούνται αυτά που δεν φυτρώνουν στην Ελλάδα».
Η «εθνική κυβέρνησι» (διάβαζε χούντα) στο ξεκίνημά της απεχθανόταν το μακρύ μαλλί, τα μαλλιά γενικώς, και αυτό το έδειχνε εμπράκτως μέσω του σχετικού κυνηγιού, που είχε εξαπολύσει ο διαβόητος συνταγματάρχης Ιωάννης Λαδάς, τότε γενικός γραμματέας του υπουργείου Δημοσίας Τάξεως. Όπως έλεγε ο ίδιος σ’ έναν λόγο του «προς φοιτητάς», στην Αθήνα, στις 5 Δεκεμβρίου 1968 (από το βιβλίο του «Λόγοι» του 1970):
«Με το κύμα της διαφθοράς εισήλασαν και ωρισμένες άλλες τάσεις παρακμής... δήθεν κοινωνικού περιεχομένου, όπως οι άπλυτοι μακρυμάλληδες χίππυς, που έδωσαν καταφύγιον στους ανικάνους και στους τεμπέληδες. Ειδικώς επ’ αυτού του θέματος, επειδή εγώ ησχολήθην εμπράκτως επιτρέψατέ μου να σας είπω ότι όταν τους συνελάμβανα και τους εκούρευα δεν το έκανα για να τους κόψω τα μαλλιά, αλλά δια να τους κόψω την νοοτροπία, που ήταν καταστρεπτική και γι’ αυτούς τους ιδίους και για την πατρίδα».
Το 1968 ήταν ακόμη σκληρά τα πράγματα γύρω από το θέμα «μακριά μαλλιά», αλλά παρ’ όλα αυτά είχαν αρχίσει να εμφανίζονται στον Τύπο κείμενα, που επιχειρούσαν να αποφορτίσουν το ζήτημα, τοποθετώντας το σε μιαν άλλη πιο ρεαλιστική βάση. Έτσι, σ’ ένα ανυπόγραφο άρθρο στο περιοδικό «Γυναίκα» (τεύχος #491, 6-19 Νοε. 1968), με υπότιτλο «Τι κρύβεται πίσω από την τολμηρότητα των μακρυών μαλλιών;» διαβάζουμε ανάμεσα σε άλλα:
«Εκατό χρόνια μετά το θάνατο του Μυσσέ (σ.σ. Alfred de Musset, γάλλος ποιητής και λογοτέχνης, που έφερε μούσι και πλούσια κώμη) η νεολαία, που κυκλοφορεί σήμερα στους δρόμους, εξακολουθεί να του μοιάζη στην εμφάνιση. Όλοι εκείνοι, που λένε στους μακρυμάλληδες νέους πως χτενίζονται “σαν γυναίκες”, λησμονούν ότι οι άνδρες στην ρομαντική εποχή, στην αρχή του 19ου αιώνα, ήταν όλοι “καρηκομόωντες” (σ.σ. μαλλιαροί), ακόμη και οι Έλληνες οπλαρχηγοί του ’21 (θυμηθείτε τον Καραϊσκάκη και τον Κολοκοτρώνη!). Το τι ακριβώς σημαίνει σήμερα η μόδα για τα μακρυά μαλλιά, τις δαντέλες και τα μαύρα βελούδα είναι δουλειά των κοινωνιολόγων, οι οποίοι, άλλωστε, έγραψαν πολλά σχετικά μ’ αυτό το θέμα. Πάντως, ο χείμαρρος των... τριχών και η μπαρόκ αντίληψη των σχεδιαστών μόδας είναι χαρακτηριστικά μιας ρομαντικής ευαισθησίας και μιας ρομαντικής αντιλήψεως».
Το άρθρο στην «Γυναίκα» δεν έχανε το point. Η σύνδεση των μακριών μαλλιών με τον ρομαντισμό γενικότερα, και ειδικότερα του χιπισμού με τον ρομαντισμό, και των φιλοσοφιών του underground με τον ρομαντισμό, και του ροκ με τον ρομαντισμό, και του Allen Ginsberg, του Jim Morrison, του Marc Bolan και απείρων άλλων με τον ποιητή, ζωγράφο και άλλα τινά William Blake ας πούμε, είναι κάτι το προφανές και αναλυμένο επαρκώς σε βιβλία και μελέτες (που έχουν κυκλοφορήσει και στα ελληνικά). Δες ενδεικτικά τα: Λουίς Ραθιονέρο «Οι Φιλοσοφίες του Underground» [Οδυσσέας, 1980] και Ρόμπερτ Πάττισον «Το Ροκ στον Καθρέφτη του Ρομαντισμού» [Πρίσμα, 1992].
 
Η συνέχεια εδώ...
https://www.lifo.gr/culture/music/prin-apo-enan-hrono-efyge-apo-ti-zoi-o-stamatis-kokotas

3 σχόλια:

  1. Κύριε Τρούσσα βλέπω πως κρατήσατε την υπόσχεσή σας. Αξιέπαινη η προσπάθεια σας να εστιάσετε σε κάποιες πτυχές της καλλιτεχνικής πορείας του Κόκοτα (πχ σχέση με το ρεμπέτικο αλλά και το ξεκίνημά του με το Τρίο Μπραζίλ) που ίσως είναι λιγότερο γνωστές στο ευρύ κοινό. Επίσης βοηθάτε να αποκατασταθούν ορισμένες μικρές ανακρίβειες σχετικά με τις συνεργασίες του.

    Π.χ. σε κείμενο που αναρτήθηκε πέρυσι σε άλλο μουσικό blog o αρθρογράφος επηρεασμένος ίσως απο προσωπικές προτιμήσεις ισχυριζόταν ότι ο Σταμάτης Κόκοτας ερμήνευσε τραγούδια σπουδαίων συνθετών (γνωστό) αν και πάντως δεν ερμήνευσε Θεοδωράκη και Χατζιδάκι. Βέβαια για να είμαστε ακριβείς (εσείς τουλάχιστον φροντίζετε), αν και σε μικρή κλίμακα, ο Κόκοτας συνεργάστηκε με τον Θεοδωράκη στον δίσκο που αναφέρετε στο άρθρο σας. Να συμπληρώσω ακόμα (όχι για να το μάθετε εσείς βέβαια) ότι το CD “τραγούδια από τις 45 στροφές Νο2” περιέχει τέσσερεις ανέκδοτες ηχογραφήσεις (του 1970) τραγουδιών που τελικά ερμήνευσε ο Μπιθικώτσης στον δίσκο “Επιστροφή”. Κατά την γνώμη μου οι ερμηνείες του Κόκοτα δεν υστερούν καθόλου. Οπότε έστω και “ανεπισήμως” τραγούδησε και Χατζιδάκι σε πρώτη εκτέλεση.

    Τέλος, η φιλία και συνεργασία του με τον Τσιτσάνη είναι ενδεικτική του σεβασμού και της εκτίμησης που είχαν για το ταλέντο του και οι δημιουργοί του ρεμπέτικου. Ίσως η μόνη εξαίρεση να ήταν ο Γιάννης Παπαιωάννου που στην βιογραφία του “Ντόμπρα και Σταράτα” αναφέρεται μάλλον υποτιμητικά στον Κόκοτα (απ’ότι θυμάμαι), άδικα βέβαια.

    Χαίρομαι που το άρθρο σας μου έδωσε την ευκαιρία να γράψω δύο λόγια για έναν από τους πλέον αγαπημένους μου ερμηνευτές.

    Κώστας Κακαβελάκης.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Από το fb...

    Παναγιώτης Κατσαμπάνης
    Εξαιρετικό και κατατοπιστικό άρθρο!
    Ενδιαφέρουσες και ψαγμένες για την εποχή και οι επιλογές των τραγουδιών στους δύο δίσκους του Κόκοτα με ρεμπέτικα. Πολύς Απ. Χατζηχρήστος, τραγούδια σπουδαία, αλλά μάλλον άγνωστα τότε, όπως το Γιούλ μπαξέ του Χατζηχρήστου ή το Στοιχειωμένο σπίτι του Λαύκα και ίσως η πρώτη επανεκτέλεση της περιλάλητης Παραγουάης του Τσιτσάνη.
    Ενδεχομένως ο Κατινάρης να είχε γνώση του υλικού και να πρότεινε την επανεκτέλεση αυτών των τραγουδιών.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Παντελής Αμπαζής
    Respect

    ΑπάντησηΔιαγραφή