Στολίστηκα με τόση φροντίδα χτες βράδυ. Χωρίς να ’μαι καμμιά
ανόητη ή καμμιά φιλάρεσκη, κοιταζόμουνα στον καθρέφτη και πραγματικά είμουνα
πολύ ευχαριστημένη. Νομίζω πως δεν είχα ξαναβάψει καλύτερα τα μάτια μου. Αυτό
το νέο σετ που πήρα έχει κάτι αποχρώσεις μαγευτικές. Και τα μαλλιά μου που τα
’χα τόσο κόμπλεξ, ήτανε μαλακά και ίσια και πέφτανε τόσο όμορφα στους ώμους
μου. Αισθανόμουνα τόσο ελαφριά και τόσο λυγερή. Θε μου, πόση αυτοπεποίθηση
είχα. Αισθανόμουνα αληθινή γυναίκα. Ακούμπησα το κεφάλι μου στο καθρέφτη και
ήταν σαν ν’ άγγιζα τον εαυτό μου. Είμουνα γυμνή, μόλις είχα βγει από το μπάνιο
και ήθελα να κάνω έρωτα μαζί μου. Με το κορμί που έβλεπα. Ανατρίχιασα. Είμουνα
σε καλή διάθεση. Ένοιωθα τον εαυτό μου το κέντρο του κόσμου. Χαμογελούσα
ευτυχισμένη όλη νύχτα.
Και όμως, αυτός ο χτεσινοβραδυνός έρωτας ήταν μια καθαρή
κτηνωδία. Σήμερα είμαι όλο νεύρα. Αυτός ο τύπος που τόση καλή εντύπωση μου είχε
κάνει στην αρχή, ήταν μια καθαρή νούλα. Μόλις μπήκε μέσα μου, ξεφούσκωσε σαν
μπαλόνι που τρυπάει. Ούτε κατάλαβα τίποτα. Βόγγηξε κτηνωδώς μια δυο φορές κι
ύστερα κοιμήθηκε ροχαλίζοντας.
Κάθησα στο παράθυρο και έκλαιγα όλη νύχτα.
Σε παρακάλαγα να μου πεις σ’ αγαπώ. Άγαρμπος και βαρύς πάνω
στις κουβέρτες, ξεδιάντροπα γυμνός, δεν μ’ ένοιαζε τίποτα. Σε παρακάλαγα να μου
πεις σ’ αγαπώ και συ με χάιδευες με τη φροντίδα μιας νοσοκόμας πριν πάει τον
ασθενή στο χειρουργείο.
Δεν μπορώ να πω πως μου φέρθηκες πρόστυχα. Γυναίκα σαν και
σένα, τόσο φίνα και λιανή ξέρω πως δεν πρόκειται να βρω. Μου ’πεσες σαν λαχείο.
Όταν είχες έρθει έξω από το εργοστάσιο για να συμπληρώσεις το ερωτηματολόγιό
σου και μου ’πες να ’ρθω σπίτι σου να κουβεντιάσουμε δεν πίστευα στ’ αυτιά μου.
Και όμως κάθε φορά που κάναμε έρωτα είχαν την εντύπωση πως μου έκανες χάρη. Δεν
έδειξες τίποτα, είσουνα ευγενική, καθαρή και ιδιαίτερα ελεύθερη. Μαζί σου έκανα
πράματα που δεν μπορούσα να φανταστώ πως γίνονται και αισθανόμουνα καλά, παρ’
όλο που είχα άλλη ιδέα γι’ αυτά.
Το πρόσωπό σου ποτέ δεν ζάρωσε. Είσουνα πολύ σίγουρη πως θα
τα κατάφερνες καλά και μ’ έκανες συχνά να νοιώθω αμήχανος. Λες και γω δεν
χρειαζόμουνα εκεί πέρα. Ευγενικά μ’ έστριψες, τέλειωσε κιόλας η έρευνά σου, και
πρόσεξες πολύ μη με πληγώσεις, και μου ’πες για το πόσο είμαι ευαίσθητος και
μου εξήγησες πως η ιστορία μας δεν μπορεί να ’χει συνέχεια. Έτσι που μου το
’πες μ’ έκανες να νοιώθω φταίχτης.
Θα μπορούσα να ξανάρχιζα την ίδια ιστορία μαζί σου. Όλες τις
φορές που πέρασα μετά για να σου δώσω διάφορες συμπληρωματικές πληροφορίες
είμουνα έτοιμος για παν ενδεχόμενο. Αλλά όπως θα θυμάσαι δεν έγινε τίποτα.
Είναι περίεργο, ύστερα από τόσες φορές που κάναμε έρωτα σ’ αισθάνομαι ξένη.
Θυμάμαι το βυζί σου όπως το γυαλιστερό μπιντέ, το σαπούνι, τη πετσέτα με τα
μεγάλα λουλούδια, το περίεργο φωτιστικό που άναβες όταν είμαστε στο κρεβάτι.
Είναι όλα ανακατεμένα στο μυαλό μου. Θυμάμαι επίσης που βούρτσιζες με τις ώρες
τα μαλλιά σου, υπομονετικά και προσεχτικά. Είχες ωραία μαλλιά.
Χτες βράδι, Παρασκευή βλέπεις, είχα τρελαθεί στη κορδέλα και
η μηχανή μού ’χε πάρει τα μυαλά. Πονάγανε τα πόδια μου και η μέση μου μ’ είχε
ταράξει από την ορθοστασία. Μου ’ρχόταν να βάλω τα κλάματα. Είχε μείνει ακόμα
ένα τέταρτο για να σκολάσω και δεν πέρναγε. Σε θυμήθηκα τότε και σκεφτόμουνα τα
κύματα, τη θάλασσα, να σ’ είχα σε μια αμμουδιά γεμάτη ήλιο στην άδεια μου. Αν
ερχόταν ο επιστάτης εκείνη τη στιγμή, θα του έλιωνα το κεφάλι με το λοστό και
θα πάταγα το σπασμένο του κρανίο. Διόλου δεν θα λυπόμουν. Στα ντους τράβηξα
μαλακία για πάρτη σου. Μετάνιωσα και πήγα και μέθυσα. Και αν σήμερα σου γράφω
αυτή τη κασέτα με τη φωνή μου είναι επειδή είμαι ακόμα ζαλισμένος και σε
σκέφτομαι. Καλά ήτανε, δεν έχω παράπονο. Απ’ όσες γνώρισα είσουν η καλύτερη.
Είσουνα ωραία λες και βγήκες από εξώφυλλο. Από την πίσω μεριά της ταινίας σού
έχω γράψει μερικά ρεμπέτικα τραγούδια που μόλις κυκλοφόρησαν. Αν θελήσεις να
πετάξεις την κασέτα με τη φωνή μου, θα λυπηθείς τα τραγούδια και θα την
κρατήσεις.(…)
Ήταν ένα απόσπασμα από το βιβλίο του Περικλή Κοροβέση Κοινός
Τόπος [Εκδόσεις 58 Χ 86, Αθήνα 11/1976]
!!!!!!!!!!
ΑπάντησηΔιαγραφή