Από τα πιο αναγνωρισμένα ονόματα του jazz drumming την τελευταία
δεκαετία, ο Μεξικανός Antonio
Sánchez έχει καινούριο CD
στην κατοχή του (το τέταρτο προσωπικό δικό του και τέταρτο, συγχρόνως, για την CAM Jazz), που είναι διπλό και περιέχει «εκπλήξεις» – πέραν του δικού
του εκπληκτικού παιξίματος, με τα… φανταστικά γεμίσματα, τις απότομες εναλλαγές
του ρυθμού και τους καταιγιστικούς ρούλους εννοώ. Ο Sánchez μπορεί να έκανε
μεγάλο όνομα ως μέλος του Pat Metheny Group,
όμως, νομίζω, πως το σημείο εκείνο της καριέρας του που θα του δώσει το
μεγαλύτερο ξεπέταγμα είναι το soundtrack
που ετοίμασε, πέρυσι, για την ταινία Birdman του Alejandro
G. Iñárritu – μουσική ήδη αγαπημένη από τον κόσμο και ταυτοχρόνως βραβευμένη.
Παρά ταύτα ο Sánchez δεν είναι η τυπική περίπτωση ενός κινηματογραφικού
συνθέτη. Θέλω να πω πως ο τύπος ήταν, είναι και κατά πάσα πιθανότητα θα παραμένει
εκείνος ο jazz drummer
με τις διαρκείς περγαμηνές, που βρίσκει στη συμπυκνωμένη δύναμη ενός jazz-trio τον πολύπλευρο παικτικό και
συνθετικό εαυτό του. Κάτι, εν πάση περιπτώσει, που αποδεικνύεται περίτρανα σε
τούτο το 2CD, που
περιέχει συνεργασίες του Μεξικανού με πολύ μεγάλα ονόματα του καιρού μας.
Στο πρώτο μέρος τού “Three Times Three” [CAM Jazz/ A&N, 2014] καταγράφονται τρία tracks, ερμηνευμένα από τους Antonio Sánchez
ντραμς, Brad Mehldau
πιάνο και Matt Brewer
κοντραμπάσο. Τα κομμάτια είναι ηχογραφημένα στη Νέα Υόρκη τον Οκτώβριο του ’13
και αφορούν σε μια διασκευή του “Nardis” του Miles Davis,
που είναι οπωσδήποτε φανταχτερή, αλλά και σε δυο συνθέσεις του Sánchez, που
κάνουν τη διαφορά. Αναφερόμαστε στο 14λεπτο “Constellations”, που αναπτύσσεται μέσα σ’ ένα φουριόζο
περιβάλλον, καταδεικνύοντας τις δεξιοτεχνικές αρετές των μουσικών (με τον Mehldau να εντυπωσιάζει με τη
φρασεολογία του και το rhythm section
να αποδεικνύεται όσο «ελαστικό» χρειάζεται ανοίγοντας συνεχείς δρόμους), καθώς
και στο 8λεπτο “Big dream”,
που κινείται σε αργό tempo,
έχοντας μινόρε μελωδική γραμμή και γενικότερη… κινηματογραφική να την πούμε
ανάπτυξη.
Το δεύτερο CD
είναι ηχογραφημένο σε δύο διαφορετικές sessions τον Δεκέμβριο του ’13 στη Νέα Υόρκη και περιλαμβάνει δύο
τρίο. Στο πρώτο (ήτοι τα tracks 1,2 και 3), ο Antonio Sánchez συνεργάζεται με τους John Scofield κιθάρα και Christian McBride κοντραμπάσο, ενώ στο
δεύτερο (τα tracks 4,5 και
6) δίπλα στον Μεξικανό παρατάσσονται οι Joe Lovano τενόρο σαξόφωνο και John Patitucci κοντραμπάσο. (Από τα ονόματα
και μόνον αντιλαμβάνεστε τι συμβαίνει). Κι εδώ ακολουθείται η λογική
ρεπερτορίου του πρώτου CD.
Δύο πρωτότυπα του Sánchez και μία version ανά session (αρχικά το “Fall”
του Wayne Shorter,
για να κλείσει το “I mean you”
του Thelonious Monk).
Ο Scofield είναι το δίχως
άλλο συναρπαστικός. Τα χέρια του λύνονται πάνω στα τάστα, προσφέροντας
εκρηκτικά παιξίματα, δίνοντας γραμμή τόσο στον McBride (έξοχο το σόλο του στο “Rooney and Vinski”), όσο και στον Sánchez,
προκειμένου να αποτυπωθεί αυτή η fusion διάσταση της jazz, που πάντα θα συναρπάζει (τους… ροκάδες ακροατές της ή όποιους άλλους). Στα
τρία τελευταία κομμάτια τού “Three Times Three”
ο Lovano είναι εκείνος που αποκτά τα σκήπτρα, με τους Patitucci και Sánchez να
συμπληρώνουν ένα τρίο που σε κερδίζει από την αρχή με τον τρόπο και τον οίστρο
του.
Αν εξαιρέσεις τον Mehldau δεν ήταν «όνειρο ζωής» για τον Sánchez
να βρεθεί με όλους αυτούς τους μουσικούς στο στούντιο – το λέω υπό την έννοια
πως είχε συνεργαστεί ξανά μαζί τους στο παρελθόν. Απλώς εδώ έκανε κάτι, για το
οποίο αξίζει να νοιώθει υπερήφανος. Κατάστρωσε μια σειρά άψογων συνθέσεων, μαζεύοντας
δίπλα του μουσικάρες και δίνοντάς τους τη δυνατότητα να αποτυπώσουν σ’ ένα double CD όλο τους το «είναι». Η
συνύπαρξη, θέλω να πω, είναι το κρίσιμο μέγεθος, που κάνει εδώ τη διαφορά.
Καλησπέρα, πού μπορώ να στείλω ένα δελτίο τύπου για μια κυκλοφορία της ECM;
ΑπάντησηΔιαγραφήΑφήστε το e-mail σας εδώ και θα επικοινωνήσω...
Διαγραφή