Δευτέρα 29 Δεκεμβρίου 2025

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 692

29/12/2025
Όλα όσα έχω γράψει για τον Γεράσιμο Λαβράνο, την τελευταία 20ετία (μαζί και κάποιες νέες πληροφορίες), θα τα βρείτε στο «100 Χρόνια Ελληνική Τζαζ» [Όγδοο, 2025], στην πιο καλή τους θέση. Καθότι μόνον εδώ γίνεται η σύνδεση με όλα τα πριν και με όλα τα μετά. Στις σελίδες 89-101 του νέου βιβλίου...

28/12/2025
Στις ταινίες με Βέγγο και Μανέλη νομίζω πως ήταν πιο πειστικοί οι χίπιδες...
Brigitte Bardot & Sacha Distel - La Bise Aux Hippies (1967)
https://www.youtube.com/watch?v=ONw3w3kdQ4I&list=RDONw3w3kdQ4I&start_radio=1

28/12/2025
Αφού «όλοι» βρίζετε τον Γιάννη Σμαραγδή, ας τον επαινέσω εγώ για κάτι. Ο Σμαραγδής δεν είχε βάλει μόνο «μηδέν» (κακό) στο «Woodstock», αλλά είχε βάλει «μηδέν» (κακό) και στο «Φράουλες και Αίμα», το οποίο εκθείαζε η φιλοχουντική εφημερίδα «Ελεύθερος Κόσμος» (που μάλλον θα εκθείαζε και το «Woodstock», αν κρίνω από το γεγονός πως 3 στα 4 «αστέρια» τού είχαν δώσει η συντηρητική «Απογευματινή» και η φιλοχουντική «Νέα Πολιτεία»).
Όποιοι-ες έχουν ξεσκονίσει το «Ροκ, Ελληνικό Ροκ, Κοινωνία και Πολιτική στη Μακρά Δεκαετία του ’60» σίγουρα θα έχουν αντιληφθεί τι παιζόταν τότε μ’ αυτά τα θέματα...

28/12/2025
Ο Κώστας Γιαννουλόπουλος (1948-1997) είναι ένα πρόσωπο που δεν γινόταν, προφανώς, να απουσιάσει από το «100 Χρόνια Ελληνική Τζαζ» [Όγδοο, 2025]. Στο βιβλίο καλύπτονται όλες οι βασικές τζαζ δραστηριότητές του, στα σέβεντις και τα έιτις κυρίως, και αναφέρομαι στο περιοδικό «ΤΖΑΖ», στο φεστιβάλ Praxis, στην δισκογραφική εταιρεία Praxis, στα βιβλία του με τις δισκογραφίες, ενώ υπάρχουν αναφορές στο σχετικώς άγνωστο περιοδικό του «Δισκογραφία», στο βιβλίο του με την ανθολόγηση οπτικής ποίησης και σε άλλα διάφορα. Θα βρει πολύ υλικό όποιος-α διαβάσει προσεκτικά το βιβλίο.
Όχι, για τον Jazz FM δεν γράφω τίποτα ιδιαίτερο πέραν αυτού... «πονεμένη ιστορία, για την οποία δεν υπάρχει λόγος να πω κάτι περισσότερο». Και δεν θα πω ούτε τώρα (είπα κάποτε κι έγινα κακός). Δεν ήταν η πιο σημαντική διάσταση του Γιαννουλόπουλου ο Jazz FM.

28/12/2025
Στη μνήμη του Τζων Ρόμπερτσον, του καλύτερου αριστερού εξτρέμ των βρετανικών γηπέδων...
https://www.youtube.com/watch?v=EO5VRoBnEx0

27/12/2025
Δεν ήρθα σε επαφή με κανέναν μουσικό ή οποιονδήποτε άλλον άνθρωπο του χώρου, ενόσω έγραφα και ετοίμαζα το «100 Χρόνια Ελληνική Τζαζ» [Όγδοο, 2025]. Κανέναν και καμία δεν ενημέρωσα για το περιεχόμενο του βιβλίου. Ούτε όταν κυκλοφόρησε αυτό γνωστοποίησα στα πρόσωπα που αναφέρονται εντός ότι... ξέρεις, γράφω και για σένα μέσα... προκειμένου να τους δελεάσω, για να το αγοράσουν.
Τι να πω και σε ποιους, όταν έχω γράψει τα τελευταία 30 χρόνια για όλα τα πρόσωπα της ελληνικής τζαζ και μια, και δυο, και τρεις, και... δεκατρείς φορές; Όταν έχω αναφερθεί στις δουλειές τους μέσα από συνεχή άρθρα, αφιερώματα, κριτικές κτλ.;
Για να το πω με λόγια απλά. Θεωρώ κάπως σαν μια υποχρέωση όλων των μουσικών απέναντί μου να σπεύσουν και να αγοράσουν το βιβλίο. Γιατί, γι’ αυτούς γράφω μέσα. Να κάνουν κι αυτοί κάτι για μένα, μετά από τόσα χρόνια, και για την ιστορία της μουσικής που αγαπάνε φυσικά. Εγώ έτσι το βλέπω, και αν το βλέπω λάθος ας μου το πούνε...
Από την κάπως πιο νέα γενιά των μουσικών της ελληνικής τζαζ έχω γράψει στο βιβλίο ξεχωριστά κεφάλαια για την πιανίστρια Τάνια Γιαννούλη και τον κοντραμπασίστα Πέτρο Κλαμπάνη – δύο μουσικούς, δηλαδή, που πρωταγωνιστούν αυτή τη στιγμή, μέσα από τις δράσεις τους, και στο εξωτερικό και όχι μόνον εδώ. Δεν τους ενημέρωσα ούτε όταν ετοίμαζα το βιβλίο, ούτε όταν κυκλοφόρησε πως θα βρουν πολλά, μέσα, για τους εαυτούς τους. Έπραξαν από μόνοι τους εκείνο που έπρεπε να πράξουν. Αγόρασαν το βιβλίο, έγραψαν τα λόγια τους, και δημοσίευσαν ή μου έστειλαν φωτογραφίες του. Τους ευχαριστώ πολύ και τους δύο. Δεν είναι μόνον άξιοι μουσικοί, αλλά εκτιμούν και αυτά που γίνονται, στο χώρο τους, γενικότερα και τα υποστηρίζουν.
ΤΑΝΙΑ ΓΙΑΝΝΟΥΛΗ
Ο Φώντας Τρούσας έχει κάνει μια ΑΠΙΣΤΕΥΤΗ δουλειά στο τελευταίο του βιβλίο με τον τίτλο «100 χρόνια ελληνική τζαζ» (εκδόσεις όγδοο) το οποίο ξεπερνά κατά πολύ την απλή καταγραφή. Ένα μεγάλο ΜΠΡΑΒΟ για αυτό το πόνημα που έλειπε από την ελληνική βιβλιογραφία κι ένα μεγάλο ευχαριστώ για το γεγονός ότι έχει αφιερώσει ένα κεφάλαιο σε μένα και τη μουσική μου, με τις κριτικές και των πέντε προσωπικών μου δίσκων στην Rattle, αλλά και μια συζήτηση μας που δημοσιεύτηκε στην LIFO το μακρινό 2015.
ΠΕΤΡΟΣ ΚΛΑΜΠΑΝΗΣ
Ευχαριστώ πάρα πολύ για την εκτενή αναφορά! Ανυπομονώ να το διαβάσω.
[η αριστερή φωτογραφία είναι της Τ. Γιαννούλη και η δεξιά του Π. Κλαμπάνη]

26/12/2025
Δεν πρόκειται να κάνω λίστα με τα "καλύτερα" για το 2025. Θα πω, όμως, πως τον πιο γήινο δίσκο της χρονιάς τον έβγαλε ο Buddy Guy – ένα απίστευτο double LP, φτιαγμένο από έναν 89χρονο!
Αν έχουμε 30 ή 40 χρόνια μπροστά μας να ζήσουμε, όλοι εμείς οι 50άρηδες-60άρηδες τέλος πάντων, ίσως να φθάσουμε κι εμείς σε κάτι τόσο υψηλό στα 90 μας (ο καθένας στον τομέα του).
Αυτό είναι το μήνυμα του Ain't Done With The Blues. Ζωή σε όλες και όλους!

26/12/2025
>>Γιορτινή Αθήνα: η θλιβερή μας πόλη Η πόλη στολίζεται με λαμπιόνια επαρχιώτικου πανηγυριού και κακόγουστες γιρλάντες που κρέμονται πάνω από τη βρομιά, την αστεγία, τα βανδαλισμένα κτίρια<<
Δεν ξέρω γιατί κάποιοι, πολλοί, λίγοι, δεν έχω νούμερα, βρίζουν την Αθήνα. Δηλαδή τους άρεσε καλύτερα η πενταβρώμικη Αθήνα του ’50 και του ’60 (με τους σκουπιδιάρηδες όρθιους πάνω στα σκουπιδιάρικα και με χύμα τα σκουπίδια στις καρότσες των φορτηγών – άσε στους δρόμους); Μήπως τους άρεσε καλύτερα η Αθήνα του ’70 και του ’80, που δεν μπορούσες να ανασάνεις όταν έκοβες το νέφος με το μαχαίρι; Μήπως τους άρεσε η Αθήνα των «μεγάλων έργων» του ’90 και του 2000, με τη λαμαρινοποίηση της πόλης και με τη σκόνη να μας πνίγει, ή μήπως τους άρεσε η Αθήνα των φασιστών και των παρακρατικών που καίγανε και κατέστρεφαν επί μνημονίων;
Εντάξει, σαν μεγάλη πόλη, έχει η Αθήνα κάποια προβλήματα, αλλά μπορούν να επιλυθούν σε μεγάλο βαθμό αν υπάρχει βούληση.
Το σημαντικότερο πρόβλημα της Αθήνας είναι τα παρκαρισμένα στους δρόμους αυτοκίνητα. Από κει ξεκινάει το κακό. Οι βιομηχανίες και οι αντιπροσωπείες τους πουλάνε συνεχώς αμάξια δίχως αύριο, χωρίς να νοιάζονται πού θα παρκάρουν. Αν κάθε δήμος δεν φτιάξει δέκα μεγάλα πάρκιν, όπου μ’ ένα συμβολικό αντίτιμο θα παρκάρουν τα αυτοκίνητά τους οι κάτοικοι δεν πρόκειται να αλλάξει τίποτα. Οι δρόμοι πρέπει να είναι άδειοι (κατά το δυνατόν) από τα παρκαρισμένα των κατοίκων, ώστε να μπορεί να γίνει μια σωστή διευθέτηση και στα πεζοδρόμια και στις ράμπες και στις γωνίες των δρόμων κ.λπ.
Αν θέλω να πάω ας πούμε από του Ζωγράφου στη Νέα Σμύρνη (κοντινοί σχετικά δήμοι που, τους ενώνει μία λεωφόρος, αλλά δεν συνδέονται με αστική συγκοινωνία!) να πρέπει να βρω αμέσως να παρκάρω εκεί κι όχι να γυρίζω μια ώρα, επιβαρύνοντας την κυκλοφορία. Στους δρόμους θα πρέπει να παρκάρουν μόνον όσοι έχουν δουλειά.
Το ξαναλέω, και με αφορμή τους νέους σταθμούς του Μετρό, πως αν δεν γίνουν πολλά δημοτικά πάρκιν, για τους κατοίκους των δήμων, το πρόβλημα όχι απλώς θα χειροτερεύσει, αλλά θα εκραγεί. Μπορώ να προτείνω και 2-3 ακόμη λύσεις, γενικότερα, αλλά δεν έχω σκοπό να γράψω άρθρο εδώ πέρα.
Αν αγαπάνε την Αθήνα αυτοί που μπορούν να παίρνουν αποφάσεις και να κάνουν πράματα ας τα κάνουν. Είναι πολύ συγκεκριμένα. Και χοντρικά τα ξέρουμε όλοι. Στην πόλη ζούμε, όχι στα σύννεφα. Οι γκρίνιες στα μίντια είναι μόνο για εκτόνωση και για τα λάικ.
Α και όσον αφορά για τα λαμπιόνια, τις γιρλάντες κτλ. χεστήκαμε κι η βάρκα γέρνει. Μια χαρά είναι η... αθηναϊκή επαρχία μας. Ας ασχοληθούμε με τίποτα σοβαρότερο λέω εγώ. Εκτός και αν έχετε λύσει όλα τα προβλήματά σας και το μόνο που σας ενδιαφέρει είναι πια η ρημάδα η αισθητική.

25/12/2025
Μουσική, χωρίς κουμπιά, μπλιμπλίκια, ποτενσιόμετρα, εφφέ, σάμπλ, ωτοτιούν, κονσόλες και άλλα τέτοια αχρείαστα στην τελική...
[εκτιμώ κάθε δισκοθήκη, που έχει βινύλια ή και CD του μάγου George Harmonica Smith]
https://www.youtube.com/watch?v=EstcToU4ygE&list=RDEstcToU4ygE&start_radio=1

25/12/2025
Κατάφεραν να κάνουν τους απόβλητους, τους χασικλήδες και τους τύπου τέροριστ, χίπιδες αλητόβιους συμπαθείς, γιατί οι γονείς, η κοινωνία των γέρων εννοώ, έτσι όπως συμπεριφερόταν σε όλο το φιλμ, ήταν για κλάματα.
[με διαφορά η καλύτερη ελληνική ταινία για τα Χριστούγεννα – και δεν προβοκάρω]

24/12/2025
Αφού σ' ένα άρθρο για τον Κοινούση έγραψα για rhythm n' blues και για zydeco, να και ο... Κοινούσης της Λουιζιάνας... [καλά να περνάτε - και με το καλό η αυριανή και η μεθαυριανή]
https://www.youtube.com/watch?v=AddZ2Ss01d4&list=RDAddZ2Ss01d4&start_radio=1

24/12/2025
Ζαλώθηκε το ακορντεόν του, πήρε και 200 βιβλία με παραμύθια και πήγε να πει τα κάλαντα στα άρρωστα παιδιά, στο Νοσοκομείο Παίδων... κάποτε στα σέβεντις.

23/12/2025
Αυτό το άκουγα τ' απόγεμα, και το βάζω κι εδώ, επειδή υπάρχει τόσο φοβερό ροκ από εκείνη την εποχή, που θέλουμε τρεις ζωές για να το ακούσουμε... Ο Anderson είχε τραγουδήσει και στο Woodstock, όταν ήταν στους Keef Hartley Band. Τον Chris Rea σας τον χαρίζω...
https://www.youtube.com/watch?v=pcfAXcDnjzU&list=RDpcfAXcDnjzU&start_radio=1

23/12/2025
Γιατί θα πρέπει να κάνω ποστ για τον Chris Rea, την Ντόρα Γιαννακοπούλου και τον Mick Abrahams; Για να θυμηθώ τρεις μουσικές απώλειες των τελευταίων ημερών - αν και είμαι σίγουρος πως θα υπάρχουν κι άλλες. Κάπου βαριέσαι με όλο αυτό το θανατικό, και όπως έλεγε κι η γιαγιά μου, που είχε θάψει άντρα και πέντε παιδιά... οι ζωντανοί με τους ζωντανούς και οι πεθαμένοι με τους πεθαμένους. Αφήνω δε το γεγονός πως οι περισσότεροι που γράφουνε γι' αυτά, στα κυρίαρχα μίντια, δεν έχουν ούτε καν μια τυπική σχέση με τη μουσική (και γράφουν, όπως θα γράφανε για καταδύσεις ή για ορειβασία).
Chris Rea δεν άκουγα ποτέ, ούτε αγόρασα ποτέ δίσκο του. Eξάλλου γιατί να αγοράσεις ροκ δίσκο μετά το 1973-74; Έστω και σοφτ. Δεν υπήρχε ούτε υπάρχει λόγος (γέλιο). Μου φαινόταν πάντα αδιάφορος. Μπλαζέ. Και το τραγούδι του για τα Χριστούγεννα του κιλού... Μπορεί να ήταν καλός παίκτης, αλλά τα κομμάτια του ήταν για να σε πάρει ο ύπνος. Ο JJ Cale ήταν 10 κλάσεις ανώτερος.
Η Γιαννακοπούλου μου την έσπαγε λίγο σα φωνή, μ’ αυτό το λιγωτικό ηχόχρωμα, αλλά όπως και να το κάνεις σφράγισε έναν από τους 2-3 πιο σημαντικούς δίσκους του Μίκη, τις «Μικρές Κυκλάδες».
Για δε τον Mick Abrahams, τον πρώτο κιθαρίστα των Jethro Tull, τον ακούω εδώ και 40 χρόνια, και βασικά μέσα από τα 2 άλμπουμ των Blodwyn Pig. Μπλουζ-άρης ήταν ο άνθρωπος (πολύ καλός), που την έκανε από τους Jethro, γιατί μετά το ’68 παράτησαν (οι Jethro) το blues και πήγαν γι’ άλλα. Εκείνος πίστευε πως το blues είχε ψωμί, για κάποια ακόμη χρόνια, κάτι που θα το αποδείκνυε με μερικά επιπλέον ωραία τραγούδια. Ένα το έχω στα σχόλια...
-----------------------
update
ευχαριστώ όλες και όλους για τα σχόλια τα like και τα dislike. έκλεισα τα σχόλια, γιατί όταν πέφτουν βροχή, δεν προλαβαίνω να τα δω και να απαντήσω, κάπως μπερδεύονται, χάνονται κ.λπ. Εξάλλου μπαίνουν συνεχώς νέα ερωτήματα και ανοίγονται νέα ζητήματα, για τα οποία θα πρέπει κανείς να γράφει ώρες, για να εξηγεί. Το έχω ξαναπεί, ελάτε σε παρουσιάσεις των βιβλίων μου ή να μαζευτούμε σε κάποιο καφενείο, για να συζητήσουμε σαν άνθρωποι. Είναι μ@λακία να συζητάμε γράφοντας.

WIDOW PIT ελληνικό σκληρό ροκ (ένα από τα καλύτερα της χρονιάς, για τη δική μας σκηνή)

Οι Widow Pit είναι Αθηναίοι και αποτελούνται από τους Nikolas Kalogirou φωνή, Petros Michopoulos κιθάρες, Alessandro Castagneri μπάσο, φωνητικά και Thanos Tampakopoulos ντραμς. Σαν γκρουπ υπάρχουν περισσότερο από μια δεκαετία, αλλά μόλις τώρα έχουν να προτείνουν έναν ολοκληρωμένο δίσκο [Sound Effect Records, 2025] με επτά κομμάτια (όλα δικά τους, γραμμένα από τα μέλη του συγκροτήματος).
Το ύφος των Widow Pit είναι το σκληρό ροκ. Προσωπικά στα κομμάτια τους ακούω υπαινιγμούς από Stray, Budgie, Hawkwind, Led Zep, Black Sabbath κ.λπ., βρετανικά ονόματα δηλαδή, που διέπρεψαν στα 70s βασικά, με τους Widow Pit να πατάνε πολύ γερά πάνω σ’ εκείνα τα χνάρια, χαράζοντας σήμερα τα δικά τους.
Το πρώτο που οφείλεις να πεις για τους Widow Pit είναι πως οι άνθρωποι αυτοί ξέρουν να γράφουν τραγούδια – δεν υποκρίνονται τους τραγουδοποιούς. Όλα τα κομμάτια τους είναι πολύ καλά, στιβαρά και δεμένα, διαθέτοντας όλα τα... κομφόρ (doomy ή άλλα). Φαίνεται, θέλω να πω, και η προϊστορία τους στο χώρο, καθώς έχουν υπάρξει μέλη άλλων σχημάτων (Lokruz, Selefice, Devil Flower Mantis...), αλλά και το ταλέντο τους.
Κομμάτια σαν το “Eyes on fire”, για παράδειγμα, θα μπορούσες να το χαρακτηρίσεις έως και «πρότυπο» σε σχέση με το σημερινό... ψυχεδελικότροπο σκληρό ροκ, ενώ και οι «δυναμίτες» σαν το “Night is my girl” ή σαν το “Dust and decay”, κάνουν τις μεμβράνες των woofers να υποφέρουν. Προσωπικά δεν άκουσα ούτε ένα μέτριο κομμάτι στο “Widow Pit” (που διαθέτει και ωραία «σαμπαθικά» tracks σαν το “Madonna”, με το distortion να σκοτώνει), με το έσχατο “Where silence reigns” να θερίζει.
Πολύ καλός δίσκος γενικώς, και για το είδος του... δισκάρα!
Επαφή: https://www.soundeffect-records.gr/widow-pit

Κυριακή 28 Δεκεμβρίου 2025

THE BIRCH / HUM νέο γερμανικό rock, αλλά με late 60s-early 70s αναφορές

THE BIRCH: Vicious Minds [Tonzonen Records, 2025]
Νέα γερμανική μπάντα από την πόλη Quedlinburg, οι Birch έκαναν ένα ντεμπούτο άλμπουμ με πολλές late sixties αναφορές. Ψυχεδελικές να τις πούμε; Κάτι τέτοιο. Κατ’ αρχάς λέμε για ένα τρίο, το οποίο αποτελούν οι Lucas Habenreich κιθάρες, φωνή, Santiago Garcia Echeverri μπάσο και Volker Blath ντραμς, και το οποίο, κατά τόπους, επεκτείνεται σε κουαρτέτο λόγω της παρουσίας του Pablo Manresa στα πλήκτρα (αν και οι βασικές ηχογραφήσεις έγιναν κάπου στο Miami Beach, στη Florida, τα keyboards γράφτηκαν στην πόλη Elche της Ισπανίας).
Οι Birch κινούνται σε κάπως σκληρές φόρμες, φέρνοντας στη μνήμη συγκροτήματα της πρώιμης σκηνής του Michigan (Detroit και περίχωρα), όπως ας πούμε τους Frost του Dick Wagner, τον πρώιμο Bob Seger, τους Amboy Dukes του Ted Nudget, τους SRC και τους Third Power. Αυτό είναι το ύφος των Γερμανών, από ’κει προέρχονται οι επιρροές τους, και κάπως έτσι δημιουργούν τις δικές τους hard driving καταστάσεις (κάπως σαν τους... παππούδες τους από τα σίξτις). Το ζήτημα είναι αν το κάνουν καλά, αυτό, οι Birch, και επί τούτου μόνο θετικά μπορείς να αποφανθείς για το γερμανικό γκρουπ, που έχει δουλέψει πολύ καλά τις επιρροές του, παραδίδοντας μια δισκογραφική ροκ έκπληξη – με μόλις επτά πολύ καλά κομμάτια καταγραμμένα στις δύο πλευρές του βινυλίου (τέσσερα και τρία).
LP και digital λοιπόν, από ένα σχήμα που δεν μασάει... και για το οποίο το μόνο που μπορεί να ευχηθείς είναι να συνεχίσει στον ίδιο δρόμο.
Επαφή: www.tonzonen.de
HUM: Three [Tonzonen Records, 2025]
Οι HUM είναι Γερμανοί, προέρχονται από την Φρανκφούρτη του Μάιν και είναι τριπλέτα (Martin μπάσο, φωνή, noises, Floh ντραμς, εφφέ και Harri κιθάρα, φωνή, samples). Σαν σχήμα οι HUM υπάρχουν από το 2019, με το “Three” να αποτελεί μάλλον το δεύτερο άλμπουμ τους, και όχι το τρίτο, ένα βαρύ, hard, stoner ηχογράφημα, που εμπεριέχει όμως και κάποιες... ψυχεδελικότητες (“Burning air”) ή και πειραματισμούς (“March of the lost souls”), που το κάνουν να ξεχωρίζει.
Βασικά, όμως, εκείνο που υπερισχύει είναι το βαρύ ροκ... και κομμάτια σαν το “Underground”, για παράδειγμα, δεν γίνεται να μην φέρνουν στη μνήμα μας τους Βρετανούς Three Man Army, από τα early 70s, και LP σαν το “Mahesha”. Έτσι, και παρά το γεγονός πως το stoner κυριαρχεί στο “Three”, οι κιθάρες δεν υπάρχουν μόνο για να δίνουν τη ρυθμική μάχη, προβάλλοντας αλλεπάλληλα riffs, μα και για να σολάρουν όταν και όπως πρέπει.
Με καλές ιδέες, καλές συνθέσεις, δυνατά παιξίματα και σωστά vocals (ακόμη και όταν είναι «πειραγμένα»), οι HUM κάνουν ένα ωραίο άλμπουμ, επιχειρώντας να μετατοπίσουν το stoner σε περισσότερο early seventies περιοχές. Καλό είναι αυτό... δεν το συζητάμε.
Επαφή: www.tonzonen.de

Σάββατο 27 Δεκεμβρίου 2025

μερικά από τα κορυφαία τζαζ άλμπουμ της χρονιάς ανήκουν στην ιταλική RED Records – οι Gerry Mulligan, Gato Barbieri, Nexus, Bobby Watson και Kai Winding σε top ηχογραφήσεις

Η ιταλική RED Records (στην Ελλάδα από την AN Music) είναι μια τζαζ εταιρία με πολύ μεγάλη ιστορία. Το 2026 συμπληρώνει 50 χρόνια συνεχούς δράσης, έχοντας δημιουργήσει έναν ζηλευτό κατάλογο τον οποίον ελάχιστες, εν ζωή, τζαζ εταιρείες μπορούν να πλησιάσουν. Η RED εξακολουθεί να τυπώνει και στις μέρες μας βινύλια και CD όλων των ειδών, ηχογραφώντας καινούρια σέσιον, επανεκδίδοντας δίσκους της από τα σέβεντις ή τα έιτις, και βγάζοντας στην επιφάνεια ανέκδοτες ηχογραφήσεις απ’ όλες τις δεκαετίες. Με άλλα λόγια κυκλώνει το πράγμα από παντού.
GERRY MULLIGAN: Nocturne [RED Records, 2025]
«Κομμένο» και σε διπλό βινύλιο με δώδεκα tracks, το παρόν 2CD (με τα δεκατρία tracks) απαθανατίζει τον μεγάλο βαρύτονο-σαξοφωνίστα της jazz Gerry Mulligan (1927-1996) σ’ ένα θαυμάσιο live, της τελευταίας δημιουργικής φάσης του (όπως θα αποδεικνυόταν), που συνέβη στην Μπολόνια τον Απρίλιο του 1992. Δίπλα στον Mulligan θα βρίσκονταν οι Harold Danko πιάνο, Dean Johnson μπάσο και Ron Vincent ντραμς, δημιουργώντας όλοι τους ένα κουαρτέτο, ίσως κάπως περιστασιακό, αλλά με μεγάλες δυνατότητες. Αυτό φαίνεται από τούτην εδώ την καταγραφή, που είναι αρκετά καλά επεξεργασμένη ώστε να μπορεί να ανταγωνιστεί επί ίσοις όροις μερικές από τις κορυφαίες στιγμές του Mulligan από τα 90s και μετά (και βασικά το άλμπουμ “Lonesome Boulevard” στην A&M από το 1990, όπως και τα υπόλοιπα στην Telarc Jazz).
Το ρεπερτόριο αποτελείται, βασικά, από συνθέσεις του ιδίου του Mulligan (ανάμεσα στα δεκατρία tracks υπάρχει το “My funny Valentine” και το “Take theAtrain”), που πιάνουν όλη την διαδρομή του (από τα fifties έως τα nineties) και οι οποίες αποδίδονται με μεγάλο κέφι απ’ όλο το κουαρτέτο – και βεβαίως από τον Mulligan, που ξέρει πάντα να διαμορφώνει το γενικότερο περιβάλλον, προβάλλοντας αυτόν τον τόσο μοναδικό ήχο του στο βαρύτονο σαξόφωνο, μοιράζοντας, όμως, το «παιγνίδι» και προς τους συνοδοιπόρους του, οι οποίοι είναι το ίδιο εντυπωσιακοί μ’ εκείνον. Τούτο το διαπιστώνεις σε πλείστα όσα tracks, όπως στο “Line for Lyons” από το CD1 ή στο “Midas lives” από το CD2, με τον πιανίστα Danko και τον κοντραμπασίστα Johnson, να κλέβουν ανά στιγμές τις εντυπώσεις.
Μια αρκετά καλή, και από τεχνικής πλευράς, παραγωγή της RED, με μόνο τα ενθουσιώδη χειροκροτήματα να σου υπενθυμίζουν, στο τέλος κάθε track, πως πρόκειται για live.
GATO BARBIERI: Standards Lost and Found 2 [RED Records, 2025]
Πέρυσι (2024) είχε κυκλοφορήσει το “Standards Lost and Found 1” του μεγάλου Gato Barbieri (1932-2016) κι εφέτος είναι έτοιμο και το “Standards Lost and Found 2” («κομμένο» τόσο σε CD, όσο και σε 2LP). Περί τίνος ακριβώς πρόκειται; Μα για μια σειρά ηχογραφήσεων του θρύλου αργεντινού τενορίστα από την άνοιξη του 1968, στην Ρώμη – οπότε αντιλαμβάνεστε για τι περίπου συζητάμε.
Ο Barbieri ζούσε στην Ιταλία στο διάστημα 1962-1965, είχε κάνει πολλές ηχογραφήσεις εκεί (οι πρωτότυπες κυκλοφορίες είναι άπιαστα collectors items), ενώ επέστρεφε, τακτικά, προκειμένου να δει τους παλιούς φίλους του και να ξανασυνεργαστεί μαζί τους. Κάτι τέτοιο συμβαίνει με το παρόν “Standards Lost and Found 2”, στο οποίο τον συναντάμε να συνεργάζεται με τους Franco DAndrea πιάνο, Giovanni Tomasso μπάσο και Pepito Pignatelli ντραμς (όλοι τους πολύ γνωστοί ιταλοί μουσικοί της τζαζ, με τους δύο πρώτους να συμμετείχαν στα 70s και στο γκρουπ Perigeo).
Σ’ αυτό το ρωμαϊκό σετ ο Barbieri διασκευάζει Ornette Coleman (“Jayne”, “When will the blues leave?”), Charlie Parker (“Anthropology”), Ahmad Jamal (“New rhumba”) και Thelonious Monk (“’round about midnight”, “Epistrophy”), αποδίδοντας και δύο δικά του κομμάτια, τα “Gato blues” και “In search of the mystery” (γνωστό αυτό από τον δίσκο του στην ESP-Disk’ το 1967), προβάλλοντας αυτόν τον τραχύ και θρασύ ήχο του στο τενόρο, που δεν τρυπάει μόνο τ’ αυτιά, αλλά και τις καρδιές μας.
Φοβερή εγγραφή (για τα δεδομένα της εποχής – και το χρονικό διάστημα που έχει μεσολαβήσει από τότε) και βεβαίως έκδοση, απολύτως απαραίτητη για τους fans της πρώτης «άγριας» φάσης του μεγάλου Αργεντινού.
 
Η συνέχεια εδώ...
https://www.lifo.gr/culture/music/merika-apo-ta-koryfaia-tzaz-almpoym-tis-hronias-anikoyn-stin-italiki-red-records

Παρασκευή 26 Δεκεμβρίου 2025

HARPER TRIO το δεύτερο άλμπουμ τους

Μετά από το προπέρσινο “Passing By” (2023), το Harper Trio, δηλαδή η Maria-Christina Harper ηλεκτρική & ακουστική άρπα, εφφέ, φωνή, συνθέσεις, η Josephine Davies σοπράνο & τενόρο σαξόφωνα φωνή και ο Evan Jenkins ντραμς, φωνή, επανέρχονται στην δισκογραφία μέσω ενός CD/LP, που αποκαλείται Dialogue of Thoughts [Little Yellow Man Records, 2025]. 
Αν κάτι διαφοροποιεί αυτή την κυκλοφορία του Harper Trio από την προηγούμενή του τούτο έχει να κάνει, κατά πρώτον, με τις φωνές που ακούγονται σε δύο tracks, στο “Inner thoughts” και στο “Moving on (Intro)”, και ακόμη με μία αρχαιοπρέπεια που διέπει το άκουσμα (όχι μόνον όσον αφορά τον λεκτικό τομέα, μα και τις συνθέσεις). Αυτή η αρχαιοπρέπεια έχει (και) ελληνικές ρίζες, υπό την έννοια πως σε διάφορες συνθέσεις καταγράφονται vibes αρχαιοελληνικής μουσικής (ό,τι, εν πάση περιπτώσει, θεωρείται πως ηχεί αρχαιοπρεπώς μέσα στα χρόνια), όπως συμβαίνει, για παράδειγμα, με όλο το βασικό υπόστρωμα στο “In between dreams” (μα και σε άλλα tracks, όπως στο εισαγωγικό “Quiet mind” κ.λπ.).
Έτσι, οι συνθέσεις της Harper, στο “Dialogue of Thoughts”, αποκτούν ακόμη πιο έντονα spiritual χαρακτηριστικά, χωρίς πάντως να... αποδοκιμάζονται και οι πιο ζωηρές στιγμές (σαν την “Walk”) ή κι εκείνες των πιο ροκ αποχρώσεων ακόμη-ακόμη, όπως συμβαίνει με την περίπτωση του “Madness while trying to meditate”.
Βεβαίως τα πιο αργά και πνευματικά κομμάτια (“Ephemeral now”, “In between dreams”) είναι πιο κοντά σ’ αυτό το διαλογιστικό ηχητικό οικοδόμημα στο οποίο αρέσκεται, καταφανώς, το Harper Trio, ενώ και τα «πιο μεσαία» tracks, σαν το “Sometime in Cairo” (τουλάχιστον έτσι εξελίσσεται), διεκδικούν, με άνεση, την προσοχή μας, με την ωραία ανάπτυξή τους και με τον πάντα δημιουργικό συνδυασμό της άρπας, με το σαξόφωνο και τα ντραμς.
Το “Dialogue of Thoughts” έχει ύφος και χρώμα, προβάλλοντας άποψη γύρω από το πώς μπορεί να ηχεί μία, σε κάθε περίπτωση, σημερινή spiritual jazz και αυτό αναμφισβήτητα σημαίνει πολλά (και για την ανάλογη βρετανική σκηνή, που έχει και μια τέτοια πολύ σοβαρή διάσταση να επιδείξει).
Επαφή: www.littleyellowmanrecords.com

Πέμπτη 25 Δεκεμβρίου 2025

MAD VANTAGE είναι η SOLUNE που έχει ελληνική καταγωγή

Πίσω από τους Αυστραλούς Mad Vantage από την Μελβούρνη κρύβεται βασικά η συνθέτρια SOLUNE (Selene Messinis είναι το κανονικό όνομά της, που υπονοεί ελληνική καταγωγή), η οποία στο LP, CD και digital Minutiae.” [Art As Catharsis, 2025] χειρίζεται σύνθια και πιάνο. Δίπλα στην SOLUNE στέκονται ακόμη οι Kumar Shome κιθάρες, Matt Hayes μπάσο και Tim Cox ντραμς... και βεβαίως όλοι αυτοί είναι υπεύθυνοι για τις αποδόσεις των συνθέσεων, οι οποίες είναι κάπως περίεργες. Θα μπορούσε να τις αποκαλέσεις ακόμη και «ζαππικές», με μίαν early 80s αίσθηση περισσότερο, υπό την έννοια πως εδώ υπάρχουν έντονες κιθάρες και βαριά keyboards, με παράλληλες επιρροές από το math rock των King Crimson, το fusion γενικότερα και το ευρύτερο late 70s progressive.
Αν και η εποχή στην οποίαν αναφέρονται οι συνθέσεις της SOLUNE είναι... μυστήρια, υπό την έννοια πως πολλά καταγραμμένα από εκείνα τα χρόνια θεωρούνται κάπως «δευτερότερα» (και πολλές φορές αδίκως υποτιμημένα), στην πράξη, και όπως εδώ διεκπεραιώνονται όλοι αυτοί οι υπαινιγμοί, μέσα από τα συγκεκριμένα tracks, δεν γίνεται να μην εξάρεις το ταλέντο της SOLUNE στην δημιουργία αυτών των εντελώς complex συνθέσεων, που φανερώνουν και ταλέντο και βαθιά ενασχόληση με τη σύγχρονη μουσική (και όχι μόνο με το synth-rock).
Ασυζητητί ένα παράξενο, αλλά ταυτοχρόνως και πολύ ενδιαφέρον άλμπουμ από μία συνθέτρια με τσαγανό, που αξίζει να συγκρατήσουμε το όνομά της και να την παρακολουθήσουμε και στο μέλλον.
Επαφή: https://madvantage.bandcamp.com/album/minutiae

Τετάρτη 24 Δεκεμβρίου 2025

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΙΝΟΥΣΗΣ 50 χρόνια από το «Αστεία και Σοβαρά», τον δίσκο με τα καλύτερα τραγούδια του – κυκλοφόρησε το 1975 και περιείχε, ανάμεσα σε άλλα, τη μεγάλη επιτυχία «Αμερική»

Η πεντηκονταετία, το «χρυσό ιωβηλαίο», δεν είναι κάτι ασήμαντο ούτε γενικότερα, ούτε ειδικότερα – αν αναφερόμαστε σε δίσκους π.χ., που για κάποιους λόγους μπορεί να κρίνονται ως σημαντικοί, επειδή, χοντρικά, χαρακτήρισαν μια εποχή. Συνήθως αυτοί οι εορτασμοί καταπιάνονται με τα τρανά και τα μεγάλα, αφήνοντας στο περιθώριο άλλα γεγονότα (δισκογραφικά εν προκειμένω), που έπαιξαν πρώτο ρόλο, σε πρώτο χρόνο, πριν καταπλακωθούν μέσα στις δεκαετίες, από το... καλλιτεχνικά σοβαρό και το πνευματικά υψηλό.
Σε μια σειρά τέτοιων κειμένων, που έχουν ανεβεί εδώ στο LiFO.gr, έχω ήδη γράψει για μερικούς κάπως... απαρατήρητους άλλα άξιους δίσκους, που συμπλήρωσαν πεντηκονταετία, μέσα στο 2025 –θυμίζω τα σχετικά κείμενα για τα άλμπουμ «Γέλα Κυρία μου» των Κώστα Καφάση-Κώστα Ψυχογιού (6 Απριλίου), «Ντοκουμέντα» του Γιώργου Ζαμπέτα (28 Οκτωβρίου), «Ο Σιδερένιος Άνθρωπος» των Ηλία Ασβεστόπουλου-2002 (9 Νοεμβρίου) και «Ελλαδέξ» του Γιάννη Λογοθέτη (14 Δεκεμβρίου)– κάτι που θα συνεχιστεί τώρα, με το «Αστεία και Σοβαρά» του Γιώργου Κοινούση, ένα άλμπουμ που μπορεί να βρέθηκε στα δισκάδικα τον Μάιο του ’75, αλλά δεν παύει να συμπληρώνεται, εντός του έτους που σε λίγο τελειώνει, μια 50ετία από τη χρονιά που κυκλοφόρησε.
Ο Κοινούσης, που είναι γεννημένος το 1940 και που είχε σπουδάσει πιάνο σε ωδείο, υπήρξε ένας από τους κορυφαίους λαϊκούς ακορντεονίστες (σε πάλκο και δισκογραφία), στις δεκαετίες του ’50 και του ’60. Με ακορντεόν στην αρχή και με αρμόνιο μετά, όταν προέκυψε η ανάγκη για περισσότερα βατ στα κέντρα διασκέδασης, ο Κοινούσης είχε από νωρίς το μικρόβιο της τραγουδοποιίας, θέλοντας να γράφει και να ερμηνεύει ο ίδιος τα τραγούδια του. Στα σίξτις ήταν πολύ δύσκολο να συμβεί κάτι τέτοιο – αν και το ταλέντο του, όχι μόνο στα παιξίματα, αλλά και στη σύνθεση και το στίχο, είχε ήδη φανεί, αφού δικά του πολύ επιτυχημένα τραγούδια είχαν δισκογραφήσει η Γιώτα Λύδια («Αχ ας μπορούσα»), ο Μιχάλης Μενιδιάτης («Στο σπίτι μου χαράματα»), η Δούκισσα («Άνθρωποι είμαστε») κ.ά. Στο βιβλίο του «Η Ζωή μου πριν... και μετά Χριστόν» [Ιδιωτική Έκδοση, 1992], στο κεφάλαιο «Οι φίρμες δεν με ήθελαν για τραγουδιστή!» διαβάζουμε:
«Η αρχή, λοιπόν, έγινε από τα κέντρα. Και εκεί η μάχη ήταν αδυσώπητη! Οι φίρμες που με ήθελαν να τους παίζω για να τραγουδούν, δεν με άφηναν να τραγουδώ ο ίδιος! Μου άνοιξαν πόλεμο. Μου το έλεγαν ξεκάθαρα: ή αρμόνιο ή τραγούδι! Μου το έθεταν σαν όρο!(...) Ο εκβιασμός που μου έκαναν οι φίρμες, γιγάντωνε την απόφασή μου να φτάσω στο στόχο μου. Τέλος καλοκαιριού (σ.σ. προς το τέλος των σίξτις), σ’ ένα κέντρο στο Μοσχάτο, έπαιζα αρμόνιο με τον Βοσκόπουλο και τον Μενιδιάτη. Ένα βράδυ με φωνάζει ο επιχειρηματίας και μου λέει: Γιώργο πάψε να τραγουδάς, γιατί θα πεινάσεις. Οι φίρμες δεν σε θέλουν μαζί τους. Μου το έθεσαν όρο: Για να ’ρθεις μαζί τους τον χειμώνα, πρέπει να πάψεις να λες τα τραγούδια σου».
Ο άνθρωπος που στήριξε όσο ελάχιστοι άλλοι την απόφαση του Κοινούση να περάσει στη πιο μπροστινή θέση του πάλκου, κύριος και κυρίαρχος της πίστας, ήταν ο τροβαδούρος Τώνης Μαρούδας! Θυμάται ο Κοινούσης (πάντα από το βιβλίο τού ’92):
«Εκείνη την εποχή (σ.σ. 1970) γνωρίστηκα με τον Τώνη Μαρούδα, ο οποίος μου πρότεινε να κάνω ένα συγκρότημα για το μαγαζί του. Πράγματι έτσι έγινε. Κάνω την πρώτη δική μου ορχήστρα.(...) Ένα βράδυ ήρθε μια μεγάλη γνωστή μου παρέα στο μαγαζί και μου ζήτησε να τραγουδήσω το τραγούδι που είχα γράψει εκείνη την εποχή, το “Άνθρωποι είμαστε και σφάλματα κάνουμε”. Πήρα την άδεια απ’ τον Μαρούδα, πήρα το μικρόφωνο και τραγούδησα. Την ίδια στιγμή σηκώθηκε από το τραπέζι που καθόταν, ήρθε κοντά μου, με φίλησε και μου είπε: Από αύριο δεν θα παίζεις αρμόνιο, μόνο θα τραγουδάς. Ωραίος άνθρωπος. Άνετος. Χωρίς κόμπλεξ. Και σαν καλλιτέχνης 20 χρόνια πιο μπροστά απ’ όλους. Εσύ, μου λέει, τα τραγούδια σου να τα λες ο ίδιος. Δεν μπορεί να τα πει κανείς όπως εσύ. Γιατί είναι δικά σου. Συνέχισε και τραγούδα, μη φοβάσαι. Σε δύο χρόνια θα ’σαι φίρμα. Λες και ήτανε προφήτης. Σε δύο χρόνια όλη η Ελλάδα ήξερε το όνομά μου».
Ακρογωνιαίο ρόλο στην εκτόξευση της καριέρας του Κοινούση, έπαιξε φυσικά ο Αλέξανδρος Πατσιφάς – ο άνθρωπος, που πείστηκε εγκαίρως από το ταλέντο τού περφόρμερ-τραγουδοποιού φέρνοντάς τον στην «οικογένεια» της Lyra-Zodiac. Περιττό να πω πως από την τεράστια εμπορική επιτυχία του Κοινούση, μέχρι το 1975, ο Πατσιφάς θα μπορέσει να χρηματοδοτήσει πολλούς άλλους αντι-εμπορικούς δίσκους, που παρήγαγε τότε η Lyra (και τα θυγατρικά labels). Τα τέσσερα πρώτα άλμπουμ του Κοινούση, που θα τυπωθούν σε ετικέτα Zodiac, ανάμεσα στα χρόνια 1972-1975, αποτελούν το «βαρύ πυροβολικό» της προσωπικής δισκογραφίας του, και είναι αυτά στα οποία εμπεριέχονται όλες οι πολύ μεγάλες επιτυχίες του, δηλαδή τα τραγούδια «Δεν καταλαβαίνω τίποτα», «Όλοι θα ζήσουμε (Τα παιδιά)», «Στην ατέλειωτη άσφαλτο», «Τα μάτια σου», «Άνθρωποι είμαστε», «Οι πιτσιρίκοι» κ.λπ. Οι τίτλοι εκείνων των LP ήταν: «13» (1972), «Κοινούσης... Σήμερα!» (1973), «Κοινούσης 3» (1974) και «Αστεία και Σοβαρά» (1975). Αυτό το τελευταίο άλμπουμ θα με απασχολήσει από ’δω και κάτω...
Αρχικά, εκείνο που πρέπει να σημειωθεί είναι πως ο Κοινούσης, από στιχουργικής πλευράς, επιχειρούσε να πει πράγματα, που, ορισμένες φορές, δεν απασχολούσαν ούτε τους λεγόμενους «προοδευτικούς» συναδέλφους του. Μπορεί οι αποτυπώσεις των σκέψεών του να ήταν κάπως πρωτόλειες, ή ίσως και απλοϊκές, όμως μην ξεχνάμε πως είχαμε να κάνουμε με τραγούδια που απευθύνονταν στον «πολύ κόσμο» όπως λέμε, γραμμένα από έναν αυθεντικό λαϊκό δημιουργό.
 
Η συνέχεια εδώ...
https://www.lifo.gr/culture/music/giorgos-koinoysis-50-hronia-apo-asteia-kai-sobara-ton-disko-me-ta-kalytera-tragoydia

Τρίτη 23 Δεκεμβρίου 2025

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 691

23/12/2025
Ποια ήταν η πρώτη πολύ μεγάλη συναυλία που έγινε ποτέ στην Ελλάδα σε σχέση με την τζαζ; Προφανώς λέμε για την εμφάνιση της θρυλικής Josephine Baker στο Παλλάς τον Φλεβάρη του 1934. 91 χρόνια πριν. Γι’ αυτή τη συναυλία θα διαβάσεις λεπτομέρειες στις σελίδες 18-20 του καινούριου βιβλίου μου «100 Χρόνια Ελληνική Τζαζ», που κυκλοφορεί τώρα από το Όγδοο.

22/12/2025
Δεν νομίζω να ασχολήθηκε κανείς με τον Simon Stokes, όταν πέθανε το 2020...
https://www.youtube.com/watch?v=UWBrG3XJ4JA&list=RDUWBrG3XJ4JA&start_radio=1

21/12/2025
Tο 2025 κυκλοφόρησαν αυτά τα δύο βιβλία μου.
Το αριστερό, που κυκλοφόρησε τον Ιούλιο και που σε λίγο θα είναι «εξαντλημένο» στην πηγή, είναι ένα βιβλίο που το πίστεψα και το πιστεύω πολύ, και η δική μου γνώμη είναι (και όποιος-α θέλει ας την αμφισβητήσει) πως είναι το πιο σημαντικό βιβλίο που κυκλοφόρησε ποτέ σε σχέση με την πορεία του ροκ, και του ελληνικού ροκ στη χώρα μας, ανάμεσα στα χρόνια 1956-1974. Για μένα δεν μπορεί να υπάρξει φίλος του ροκ στην Ελλάδα, που να αγνοήσει αυτό το βιβλίο.
Το δεξιό βιβλίο, που κυκλοφόρησε πριν από δυο βδομάδες, είναι ένα βιβλίο «οδηγός» για την πορεία της τζαζ στην Ελλάδα, τα τελευταία 100 χρόνια. Και της τζαζ γενικά, και της ελληνικής τζαζ προφανώς. Δεν θεωρώ πως είναι, σώνει και καλά, πιο «ειδικού ενδιαφέροντος», σε σχέση με το ροκ βιβλίο, καθώς σ’ αυτό γράφω ακόμη και για Πλέσσα, Λαβράνο, Τζένη Βάνου, Σπάρτακο, Μουζάκη κ.ά., ενώ το ετοίμασα κάπως σαν καθήκον απέναντι σε μια μουσική, με πολλούς και ορκισμένους fans (ακόμη και στις πιο δύστροπες εκδοχές της).

20/12/2025
Οι καθηγητές, που παίρνουν τόνους στοιχεία από τα άρθρα μου και τα βιβλία μου (βασικά έχω ανοίξει τα μάτια σε πολύ κόσμο) να ξέρουν πως ό,τι παίρνουν από μένα είναι σωστό, αλλά επειδή παίρνουν και από άλλους, και επειδή οι ίδιοι (οι καθηγητές) δεν έχουν κάποια βαθιά και μακρόχρονη επαφή μ’ αυτά τα θέματα, με τα οποία εσχάτως ασχολούνται και... εξειδικεύονται, ώστε να μπορούν να τα ελέγξουν, να ξέρουν πως μπορεί κάλλιστα να την πατήσουν. Να αναπαράγουν, εννοώ, ανακρίβειες. Δηλαδή οι πηγές τους μπορεί να τους "κρεμάσουν".
Ο Cat Stevens δεν ήρθε στην Ελλάδα στο «τέλος της χούντας» το 1973 και ούτε τον έφερε η «χουντική νεολαία του Πανεπιστημίου». Η ΦΕΑΠΘ –που δεν ήταν ακριβώς χουντική νεολαία, αλλά η διορισμένη φοιτητική ένωση του ΑΠΘ, που προφανώς ήταν φιλοχουντική– είχε φέρει τον Ντέμη Ρούσσο, το 1973, όχι τον Cat Stevens. Ο Cat Stevens είχε έρθει στη μεταπολίτευση, τον Ιούνιο του 1976.
[σόρι για την ποιότητα της φωτογραφίας, αλλά διαβάζεται μια χαρά αν κάνεις κλικ επάνω της]

20/12/2025
H τζαζ διαδρομή του Μίμη Πλέσσα στις δεκαετίες του ’50, του ’60 και του ’70, ήταν σαν να μην υπήρχε για την τζαζ αρθρογραφία μας για πολλά χρόνια – και θυμάμαι την έκπληξη πολλών (ακόμη και του ίδιου του Πλέσσα), όταν είχα γράψει για πρώτη φορά για το άλμπουμ «Ο Μίμης Πλέσσας Παίζει Philicorda», το 1996, στο «Jazz & Τζαζ». Σήμερα κάποια τέτοια θέματα θεωρούνται λυμένα, αλλά δεν ήταν πάντα έτσι. Κι ένα βιβλίο που ανασκαλεύει την τζαζ στην Ελλάδα, όπως είναι το «100 Χρόνια Ελληνική Τζαζ» [Όγδοο, 2025], δεν γίνεται να μην ασχολείται και με αυτά. Ας πούμε με το γεγονός πως, για χρόνια, η ελληνική τζαζ δισκογραφία είχε για αφετηρία της το 1979...
[ο Μίμης Πλέσσας στο νέο βιβλίο μου, στις σελίδες 103-118]

19/12/2025
Για τη συμβολή του περιοδικού Διαγώνιος του Ντίνου Χριστιανόπουλου στη διάδοση της τζαζ στη χώρα θα διαβάσεις πολλά στο "100 Χρόνια Ελληνική Τζαζ" [Όγδοο, 2025]. Δεν είναι μόνο οι σελίδες που παρείχε για την τζαζ αρθρογραφία στον Σάκη Παπαδημητρίου, ο Χριστιανόπουλος, αλλά και μια ομιλία που είχε κάνει νωρίς στα 50s για την "υπεράσπισι της τζαζ" (όταν η τζαζ βαλλόταν από μουσικοκριτικούς και κομμάτι της κοινωνίας). 
Στις σελίδες 175-184 του βιβλίου μου θα διαβάσεις πολλά, σχετικά με το θέμα...

18/12/2025
Το τι δουλειά έχει η Τζένη Βάνου σ’ ένα βιβλίο που αποκαλείται «100 Χρόνια Ελληνική Τζαζ» [Όγδοο, 2025] το έχει απαντήσει ο κορυφαίος βρετανός ιστορικός Eric Hobsbawm προ αμνημονεύτων χρόνων. Πριν ακόμη ξεκινήσει να ηχογραφεί η Τζένη...
[Για περισσότερα στις σελ.22 και 126-131 του πιο νέου βιβλίου μου]

17/12/2025
Όσοι ακούμε ροκ, όποτε και να πεθάνουμε, θα πεθάνουμε νέοι, γιατί το ροκ δεν σε αφήνει να γεράσεις, αλλά ρε φίλε κάποιοι από τη μεγάλη παρέα την κάνουν νωρίτερα, και αυτό, όπως και να το δεις, θλίβει όσους μένουν πίσω.
Με τον Αvesalom, από το Κιάτο, τα λέγαμε από τα early 90s, από την εποχή των fanzines και της Fifth Dimension, αλλά κρατήσαμε και μετά μια επαφή, έως και πριν από μερικές μέρες, εδώ στο fb πια, όταν ο Κώστας Καραμπέτσος σχολίασε σε κάποιο ποστ μου.
Ένας αγνός άνθρωπος, που έφυγε ξαφνικά... Τι κρίμα...

ROY POWELL / LORENZO FELICIATI / LUCREZIO DE SETA, HEGE SAUGSTAD jazz με ιταλικές και νορβηγικές άκρες

ROY POWELL / LORENZO FELICIATI / LUCREZIO DE SETA: Aria [Losen Records, 2025]
Ο Roy Powell είναι βρετανός πιανίστας και ο Lorenzo Feliciati ιταλός μπασίστας. Συνεργάζονται δε από χρόνια – και στο πάλκο προφανώς, μα και στη δισκογραφία. Το πιο παλιό (συνεργατικό) άλμπουμ τους είναι το “Napoli” από το 2010, ενώ μαζί βρίσκονται και στο σχήμα Naked Truth. Στο blog τον Roy Powell τον έχουμε συναντήσει ως μέλος του Frode Kjekstad Trio (στο φετινό άλμπουμ του “Jazz Detectives”), ενώ για πρώτη φορά θα γράψουμε για τον Feliciati, τώρα, όπως και για τον ντράμερ του τρίο, τον Lucrezio de Seta.
Ένα κλασικό πιάνο-τρίο λοιπόν έχουμε εδώ, δίχως άλλες επεκτάσεις, guests, συμμετοχές και τα τοιαύτα. Ένα πιάνο-τρίο, που επεκτείνει κατά μίαν έννοια αυτό το παλαιό κεφάλαιο περί συνύπαρξης jazz και κλασικής – και όταν γράφουμε για «κλασική», εννοούμε και το μπαρόκ, και την όπερα ή ακόμη και την σύγχρονη κλασική. Όπερα; Ναι. Γιατί εδώ το τρίο των Powell / Feliciati / de Seta διασκευάζει βασικά Giacomo Puccini (1858-1924), καθώς από τα δέκα tracks του “Aria” τα έξι είναι συνθέσεις του ιταλού μάγου της όπερας (ανάμεσα υπάρχουν τρεις συνθέσεις του Powell, όπως και μία version στο “My funny Valentine” των Rodgers και Hart).
Εντάξει, οι Ιταλοί Feliciati και de Seta είναι λογικό να έχουν μεγαλώσει με τις όπερες του Puccini (εν πάση περιπτώσει σε κάποια στιγμή της ζωής τους θα πρέπει να τις άκουσαν ή και, γιατί όχι, να τις μελέτησαν), αλλά ο Powell; Προφανώς και αυτός είχε μαγευτεί από τις μελωδίες του ιταλού συνθέτη, ενώ και η καταγραμμένη επιθυμία του Miles Davis να διασκευάσει την “Tosca”, με ενορχηστρωτή τον Gil Evans (κάτι που, τελικώς, δεν ευοδώθηκε), δεν μπορεί παρά να έδρασε προς τη θετική κατεύθυνση. Να επιλέξει, με άλλα λόγια, το τρίο των Powell / Feliciati / de Seta, να περιπλανηθεί στον λυρικό κόσμο του Puccini, μεταγράφοντας με ωραίο τρόπο συνθέσεις σαν τις “Vissi darte”, “E lucean le stelle”, “Nessun Dorma” κ.λπ. για ένα πιάνο-τρίο σχήμα.
Οπωσδήποτε υπάρχει πολλή jazz εδώ, και οπωσδήποτε οι αθάνατες μελωδίες του Puccini (μα και οι ωραίες, και του αυτού κλίματος, συνθέσεις του Powell) είναι ικανές να δημιουργήσουν ένα δυνατό ηχητικό concept, που μπορεί να λειτουργήσει και ως εορταστικός διάκοσμος.
Επαφή: www.losenrecords.no
HEGE SAUGSTAD: Randy’s Home [Losen Records, 2025]
Η Hege Saugstad είναι μια νορβηγίδα τραγουδίστρια με pop και jazz παρελθόν. Στο πιο πρόσφατο άλμπουμ της, που αποκαλείται “Randys Home”, η Saugstad συνεργάζεται με τους Hans Mathisen κιθάρα, Per Mathisen μπάσο και Ole Petter Hansen Chylie κρουστά, αποδίδοντας στάνταρντ βασικά, και περαιτέρω μία τιμή στην συμπατριώτισσά της τζαζ δημοσιογράφο Randi Hultin ή και Randy (1926-2000). Το “Randy” του τίτλου σ’ αυτήν αναφέρεται.
Η Hultin δεν ήταν τυχαία περίπτωση. Ήταν μια διεθνώς αναγνωρισμένη jazz writer και το γεγονός ότι είχε πάρει συνέντευξη από τον John Coltrane –υπάρχει κοινή φωτογραφία τους στο gatefold του “Randys Home”– είναι το λιγότερο που μπορεί να πει κανείς για ’κείνην. Γιατί το περισσότερο το λένε οι συνθέσεις που τις είχαν αφιερώσει μεγάλοι τζαζίστες, όπως ο Eubie Blake (“Randis rag”) ή ο Phil Woods (“Randy”). Μάλιστα αυτό το δεύτερο “Randy” (του Woods) είναι το μοναδικό μη-στάνταρντ κομμάτι του CD. Εντάξει, υπάρχει και μία σύνθεση της Saugstad ανάμεσα, αλλά τα υπόλοιπα οκτώ tracks έχουν να κάνουν με... “Misty”, “Summertime”, “All the things you are”, “It aint necessarily so” και τα ανάλογα – και είναι αυτά εν τέλει, που δίνουν το χρώμα στο “Randys Home”.
Η κιθάρα, το μπάσο και η φωνή είναι τα τρία βασικά όργανα, που ακούγονται στο “Randys Home” (κρουστά υπάρχουν μόλις σε δύο tracks) και η αλήθεια είναι πως η φωνή της Saugstad είναι από αυτές, που μπορούν να κρατήσουν το ενδιαφέρον σου καθ’ όλη τη διάρκεια της ακρόασης, με τα απαλά, παιγνιώδη και λυρικά χαρακτηριστικά της.
Και το εξής. Αν και οι συμμετέχοντες στο άλμπουμ προέρχονται από την Νορβηγία, θα ήταν στο Kardamili International Jazz Festival (στην Καρδαμύλη της Μεσσηνίας), πριν από μερικά χρόνια, όταν η Hege Saugstad θα γνώριζε από κοντά τα αδέλφια Hans και Per Mathisen. Συμβαίνουν κι αυτά.
Επαφή: www.losenrecords.no