Όπως έχω γράψει και παλαιότερα το… φαινόμενο των hippies στην
Ελλάδα των τελών της δεκαετίας του ’60 απέλαβε, εξ αρχής, τεράστιας απήχησης,
κάτι το οποίον αποδεικνύεται από το γεγονός πως ο… ελληνικός χιππισμός είχε
ιδιαίτερη πέραση στον κινηματογράφο, στο θέατρο και αλλαχού. Παρ’ όλη, δηλαδή,
την προσπάθεια ορισμένων εντύπων και φυλλάδων να τρομοκρατήσουν τον κόσμο δεν
σταμάτησαν να γυρίζονται ταινίες (
Θου-Βου
Φαλακρός Πράκτωρ Επιχείρησις Γης Μαδιάμ, Η Θεία μου η Χίππισα,
Μαριχουάνα
Στοπ,
Ένας Χίππυς με Τσαρούχια,
Ένας Χίππυς με Φιλότιμο…), ν’ ανεβαίνουν
θεατρικά (
Χίπισσα Ιωάννα,
Χίππιδες και Ντιρλαντάδες…) ή να
γράφονται βιβλία (
Οι Δύο Χίππεις…). Από
κοντά βεβαίως και τα ανάλογα οικογενειακά ευθυμογραφήματα, τα οποία, ακολουθώντας
την μεγάλη παράδοση του Ψαθά και του Τσιφόρου, εντόπιζαν στη νέα τάση ποικίλα στοιχεία καρικατούρας. Έτσι, από την μια μεριά μπορεί να μεγέθυναν τις καταστάσεις (προκειμένου η… ευθυμία να αποκτούσε έναν ολοένα και μεγαλύτερον όγκο), αλλά από την άλλη έλεγαν και αλήθειες με τον τρόπο που μόνον
τα ευθυμογραφήματα μπορεί να πράξουν.
Ένα τέτοιο βιβλίο ήταν και το
Σελφ Σέρβις του θεατρικού συγγραφέα και
δημοσιογράφου
Δημήτρη Χρονόπουλου (1907-1992), που πρέπει να κυκλοφόρησε το
1970 ή έστω το
’71 (δεν αναγράφονται εκδοτικός οίκος και έτος έκδοσης στις σελίδες του). Λέω
«πρέπει» επειδή μία από τις ιστορίες τού
Σελφ
Σέρβις έχει τίτλο
Λοχίας Σταμούλης,
με αναφορές φυσικά στο τραγούδι «Ο Σταμούλης ο λοχίας» των Γιώργου
Κατσαρού-Πυθαγόρα, που είχε τραγουδήσει το 1970 ο Γιάννης Καλατζής. Ο
Χρονόπουλος, ο οποίος είχε γράψει πρόζα (
Η
Κληρονομιά της Θάλασσας,
Υπηρέτης του
Λαού…), ραδιοφωνικά θεατρικά (
Ο
Καποδίστριας…), σενάρια για τον κινηματογράφο (
Διπλή Θυσία…), ενώ είχε διετελέσει, για πολλά χρόνια, στέλεχος της Ελληνικής
Ραδιοφωνίας, ήταν ένας φιλελεύθερος άνθρωπος (αυτό αντιλαμβάνομαι από τα γραπτά
του) με αστικές πολιτικές απόψεις, που μεμφόταν όχι μόνον τις συγκεντρωτικές
εξουσίες αλλά και τους... διαφωτιστές, ψάχνοντας συγχρόνως το πραγματικό νόημα της
δημοκρατίας. Παραθέτω, λοιπόν, το ευθυμογράφημά του
Χίππυς και Χίππισες τονίζοντας με
bold γράμματα
κάποια σημεία, τα οποία κρίνω ως εξαιρετικώς ενδιαφέροντα…
|
το εξώφυλλο του βιβλίου είναι φιλοτεχνημένο από τον ΚΥΡ
|
Ομολογώ ότι πολλές φορές εφιλοδόξησα να γίνω χίππυς αλλά δεν
το κατόρθωσα. Ιδίως όταν σηκώνομαι από το κρεββάτι και είμαι άπλυτος και
αξύριστος αρχίζω να αισθάνομαι εντός μου ρεύματα χιππισμού. Αλλά βεβαίως δεν
κατορθώνω να φθάσω τα εξαιρετικά αυτά όντα, χάρις εις τα οποία, πιστεύω,
απέκτησαν τόσην διάδοσιν τα απορρυπαντικά, που καθαρίζουν τους λεκέδες και
συγχρόνως συντηρούν την Τηλεόρασι.
Αντιθέτως προς όσα καταμαρτυρεί η κοινωνία εναντίον του
ευγενούς γένους των χίππυς, εγώ προσωπικώς αισθάνομαι μεγάλην συμπάθειαν προς
αυτούς. Πιστεύω μάλιστα ότι οι χίππυς και οι χίπισσες έχουν ιστορικήν σχέσιν με
ημάς του Έλληνας, οι οποίοι μέχρι πρό τινος δεν εσαπουνιζόμεθα, ούτε
επλενόμεθα, ούτε εμπανιαριζόμεθα επαρκώς, αρκούμενοι εις ένα πρόχειρο νίψιμο,
λέγοντας την φράσιν «νίψου κι’ αποφάγαμε», ενώ άλλοι εφρόντιζαν απλώς να νίψουν
τας χείρας των από τα κατά καιρούς συμβαίνοντα. Ευτυχώς όμως τώρα αυτά τα
νιψίματα κατηργήθησαν επί της εποχής του Προέδρου… Νίψον.
Οι χίππυς λοιπόν, περισσότερον Ελληνοπρεπείς από τους
Έλληνες, έμειναν πιστοί στις εθνικές μας παραδόσεις. Ούτε σαπούνι, ούτε νερό,
ούτε μπάνιο. Και, επί πλέον, επειδή υπήρξαμε λαός πτωχός και υπανάπτυκτος, οι
αδελφοί χίππυς εξακολουθούν να φορούν τις αμφιέσεις των αειμνήστων προγόνων
μας, δηλαδή προβιές, σαλβάρια, σάλια, μπέρτες και μερικοί, περισσότερον
εθνικόφρονες, ίσως φθάσουν και μέχρι φουστανέλλας. Υπό τας συνθήκας αυτάς,
νομίζω ότι οι χίππυς είναι άξιοι ιδιαιτέρου σεβασμού και αναγνωρίσεως, φθάνει
να στέκεστε κάπως μακρυά, ώστε να μη σας πιάνη η εκ της προσωπικότητός των
αναδιδομένη θεία ευωδία.
Αλλά και αν δεν υπήρχαν εθνολογικοί και ιστορικοί λόγοι,
πάλι θα ήσαν οι χίππυς άξιοι της συμπαθείας μας, εάν η εμφάνισίς των οφείλεται
εις αδεκαρίαν, συνέπεια της οποίας υπήρξεν η υδροφοβία, η σαπουνοφοβία και οι
λοιπές φοβίες της εποχής μας.
Οι λεγόμενοι
κοινωνικοί παρατηρηταί –οι οποίοι συχνάζουν συνήθως στα καφενεία– λένε ότι οι
χίππυς αποτελούν εκδήλωσιν διαμαρτυρίας εναντίον του «κατεστημένου». Εγώ,
αντιθέτως, νομίζω ότι το κίνημά των αποτελεί μάλλον διαμαρτυρίαν εναντίον της
Εταιρείας Υδάτων, των επιχειρήσεων σαπωνοποιίας και των καταστημάτων ειδών
υγιεινής. Διότι με το άλλο «κατεστημένο»
δεν έχουν καμμία δουλειά οι ιππόται αυτοί της ελεεινής μορφής, οι οποίοι
άλλωστε είναι και ολιγαρκείς. Ιδίως κατά το καλοκαίρι μία ντοματίτσα, ένα
τσαμπί σταφύλι και λίγο ψωμοτύρι συνθέτουν το γεύμα τους, ενώ τα παγκάκια του
Ζαππείου αποτελούν τον ιδεώδη κοιτώνα γι’ αυτούς.
Εγώ δεν είδα κανέναν
χίππυς και καμμία χίπισσα να κάνουν διαδήλωσι διαμαρτυρίας, να υποβάλλουν
αιτήματα, να κρατούν πλακάτ, να φωνάζουν, να ωρύονται και να ζητούν να φύγουν
οι Αμερικανοί από το Βιετνάμ και οι διαφημίσεις από την Τηλεόρασι. Οι
φουκαράδες κάθονται ήσυχα και φρόνιμα, βρωμούν και ζέχνουν, δίνουν το αίμα
τους, όχι υπέρ πίστεως της πατρίδος αλλά στην τράπεζα αίματος, αφού δεν μπορούν
να μπουν σε άλλη τράπεζα, ερωτεύονται μεταξύ των και κινούνται δια του ώτο-στοπ.
Κατά συνέπειαν, είναι άξιοι συγχαρητηρίων, προσοχής και… απολυμάνσεως.
Εξ άλλου, τι θα πη
«κατεστημένο» εναντίον του οποίου λέγεται ότι στρέφονται οι αγωνισταί του
χιππισμού; Κατά την επικρατούσαν ορολογίαν, «κατεστημένο» ονομάζεται εις την
νεωτάτην ελληνικήν το καθεστώς. Άραγε εναντίον αυτού στρέφονται οι αδελφοί
χίππυς και οι αδελφές χίππισσες;
Εάν είναι έτσι, το
πράγμα αλλάζει. Διότι τότε, πολύ φοβούμαι ότι θα αυξηθούν οι τάξεις του
σωτηρίου κινήματος του χιππισμού.
|
σκίτσο του Κώστα Βλάχου από το βιβλίο
|
Μπορεί σε ορισμένους, που δεν έχουν ασχοληθεί μ’ αυτά τα
πράγματα, να επικρατεί η εντύπωση πως επειδή την εποχή εκείνη, στην Ελλάδα, υπήρχε
δικτατορία, οι πληροφορίες που κατέφθαναν γύρω από τα θέματα των
hippies ή της αντικουλτούρας γενικότερα
ήταν από μηδαμινές έως ανύπαρκτες. Τούτο είναι μύθευμα, για τον απλό λόγο πως
η χούντα ήταν πάντα υπόλογη στην προστάτιδά
της Αμερική, πράγμα που είχε ως αποτέλεσμα ακόμη και πριν το 1970 (πριν
την… φιλελευθεροποίησή της δηλαδή) να προβάλλονται καταστάσεις και γεγονότα που
συνέβαιναν στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού (ή γενικότερα στην Δύση), επειδή είχαν απλώς και μόνον αμερικανική
(δυτική) προέλευση. Πριν κάποιο καιρό είχα αναφερθεί στην σχετική θεματολογία ενός
οικογενειακού περιοδικού της εποχής, των
Εικόνων
της δεύτερης περιόδου (Μάρτιος-Αύγουστος 1968 – μπορείτε να ξαναδείτε εδώ
http://diskoryxeion.blogspot.gr/2013/01/blog-post_14.html),
ενώ δεν πρέπει να ξεχνάμε πως ακόμη και οι
Μοντέρνοι
Ρυθμοί αναφέρονταν συχνά σε θέματα που αφορούσαν στους
hippies, το
flower power κτλ., την ώρα κατά την
οποίαν και στο επίπεδο των εκδόσεων υπήρχαν «αμερικανικά» βιβλία που έβλεπαν με
«άλλο» μάτι τους
hippies
και την
counterculture.
Να αναφέρω ενδεικτικώς, και μόνον ενδεικτικώς, το…
Ρόμπερτ Κέννεντυ/ Για έναν καλύτερο κόσμο [Πεντάς, Αθήνα 1968] στο
κεφάλαιο του οποίου
Οι νέοι, το Βιετνάμ,
η φτώχεια και η ανεργία διαβάζουμε για τους
… «χίππις που αρνούνται την ευημερία και τη δράση»… για την «αγανάκτηση των νέων που δεν είναι φαινόμενο
μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες»… για τους «σπουδαστές
στην Πράγα που έχουν εκλέξει, για το δικό τους ετήσιο φεστιβάλ που
διοργανώνουν, ως ήρωά τους, όχι κανένα μαρξιστή-λενινιστή αλλά ένα μοντέρνο
ποιητή μπήτνικ, τον Άλλεν Γκίνζμπεργκ»… και άλλα διάφορα. Ακόμη και στα
πιο… ακίνδυνα βιβλία όπως το
Πολιτική
Συγκρότηση και Προεδρικές Εκλογές Στις Ηνωμένες Πολιτείες [Φέξης, Αθήνα
1968] του Μιχάλη Παπακωνσταντίνου (ο προδικτατορικός βουλευτής της Ένωσης
Κέντρου και αργότερα Υπουργός Εξωτερικών επί κυβερνήσεως Μητσοτάκη) διαβάζουμε για
το συνέδριο των Δημοκρατικών στο Σικάγο (26-29/8/1968), για τις κόντρες σε
σχέση με την πολιτική που θ’ ακολουθούσαν οι Δημοκρατικοί για το Βιετνάμ (τα
«γεράκια» ήθελαν την κλιμάκωση των επιχειρήσεων, ενώ οι υπόλοιποι την βαθμιαία
ελάττωσή τους), για τα επεισόδια που πήγαιναν παραλλήλως με το συνέδριο, για
τον Δήμαρχο
Richard J.
Daley και για τον τρόπο που
αντιμετώπισε τις ταραχές κτλ. Και φυσικά δεν χρειάζεται ν’ αναφερθώ εδώ, επειδή το έχω ξαναπράξει (βλ.
http://diskoryxeion.blogspot.gr/2010/01/ed-sanders-rock-n-roll.html),
στην έκδοση των βιβλίων του
Norman Mailer Οι Στρατιές της
Νύχτας/ τόμος πρώτος [Νέοι Στόχοι, Αθήνα 1970] και
τόμος δεύτερος [Νέοι Στόχοι, Αθήνα 1971] που βασίζονταν στον
περίφημο
Εξορκισμό του Πενταγώνου
(4/10/1967), ένα παράξενο happening, που πήρε μεγάλη δημοσιότητα μέσα στο
αντιπολεμικό κίνημα, οριοθετώντας σε μεγάλο βαθμό την όψη της αντικουλτούρας,
ούτε καν στην έκδοση τού
Ψυχή στον Πάγο
[ΒΙΠΕΡ/
Papyros Press Ltd,
Αθήνα 1971] του
Eldridge Cleaver (υπουργός πληροφοριών της… κυβέρνησης του Γκέτο και από τα
ηγετικά στελέχη του
Black Panther Party
– βλέπεις εδώ
http://diskoryxeion.blogspot.gr/2012/08/listen-whitey.html)…
Είχε δίκιο λοιπόν ο Δημήτρης Χρονόπουλος όταν μεμφόταν στο
ευθυμογράφημά του τους έλληνες χίππηδες, γράφοντας πως δεν είδε ποτέ… «κανέναν χίππυς και καμμία χίπισσα να
κάνουν διαδήλωσι διαμαρτυρίας, να υποβάλλουν αιτήματα, να κρατούν πλακάτ, να
φωνάζουν, να ωρύονται και να ζητούν να φύγουν οι Αμερικανοί από το Βιετνάμ…»,
διερωτώμενος, συγχρόνως, αν οι έλληνες χίππηδες στρέφονταν τελικώς εναντίον του
κατεστημένου ή όχι. Δεν χρειάζεται να (ξανα)πω πως οι χίππιδες και οι… ψυχεδελάδες
ήταν τόσο… επικίνδυνοι για το (χουντικό) κατεστημένο, όσο τουλάχιστον κι οι…
ντιρλαντάδες!
«Τις πρώτες μέρες του
Δεκέμβρη γράφονται συνθήματα του ΡΗΓΑ στους τοίχους της Νομικής, της
Φιλοσοφικής και της Φυσικομαθηματικής, ενώ τις ίδιες μέρες πέφτουν προκηρύξεις
με αντιδικτατορικό περιεχόμενο στην Πάντειο. Στις 8 Δεκέμβρη γράφονται στο
Πολυτεχνείο τα συνθήματα 1-1-4, Δημοκρατία, Κάτω η Χούντα, ενώ στις 10 στον
ίδιο χώρο πέφτουν προκηρύξεις που καλούν τους φοιτητές να ενταχθούν στο ΡΗΓΑ.
Στις 22 του Γενάρη οι εσωτερικοί τοίχοι της Εμπορικής γεμίζουν από συνθήματα
του ΡΗΓΑ. Ένα τεράστιο σύνθημα που γράφτηκε στις τελευταίες μέρες του Γενάρη
καλύπτει τον εξωτερικό τοίχο του Πολυτεχνείου και γράφει: ΖΗΤΩ ΟΙ ΒΙΕΤΚΟΓΚ».
(Θούριος, Αρ. Φύλλου 1, Φλεβάρης;
1968 – τα κεφαλαία δεν είναι δικά μου).
Δηλαδή, την τιμή της νεολαίας (το 1968) θα έσωζε για ακόμη
μία φορά η
underground
(ήτοι παράνομη) Αριστερά, την ώρα κατά την οποίαν οι μπάντες του
ψυχεδελοχιππισμού (
M.
G.
C. κ.ά.) διασκέδαζαν…
το μεγάλο, ανώνυμο πλήθος που χαιρόταν,
χωρίς αγωνίες αυτή τη χρονιά (σ.σ. 1968)
τη θεότρελη Αποκριά… όπως προπαγάνδιζαν και τα
χουντικά επίκαιρα της περιόδου... (πάτα
www.youtube.com/watch?v=Aq0UwrKduxM&feature=related). Δεν μέμφομαι, εννοείται, όποιους
έπαιζαν (ή παίζουν) μουσική για να χορέψει ο κόσμος (μπράβο τους και καλά
έκαναν!), αλλά να παρουσιάζονται αυτοί οι «όποιοι» κάπως σαν… τους εξόριστους ή
τους βασανισθέντες αντιστασιακούς (και μάλιστα όχι από τους εαυτούς τους, αλλά από
μερικούς σημερινούς… δημοσιοκάφρους και ιστορικούς του κώλου!) πάει πολύ, όταν
μέχρι και οι ευθυμογράφοι μας (από εκείνη ήδη την εποχή) τους είχαν πάρει
χαμπάρι!!