1/11/2025
>>(...) Και αν στα περιοδικά της αριστεράς (των
«λαμπράκηδων» εννοώ) το θέμα με τους Beatles αντιμετωπιζόταν μέσα από μια
απολύτως ευνοϊκή σκοπιά, σ’ ένα άλλο περιοδικό της εποχής, τον «Σπουδαστικό
Κόσμο», που μπαίνει μπροστά το 1963, η αντιμετώπιση είναι διαφορετική. Στην αρχή,
το έντυπο αυτό, έμοιαζε κάπως με εφημερίδα, για να μετατραπεί, μετά από μερικά
τεύχη, σε περιοδικό, μη σταθερής περιοδικότητας όμως. Ο «Σπουδαστικός Κόσμος»
ήταν το περιοδικό της «άλλης» αριστεράς, καθώς από τον Μάη του ’66, και το 9ο
τεύχος του, αποτελούσε πλέον, επίσημα, κάτι σαν όργανο της μαοϊκής ΠΠΣΠ
(Πανσπουδαστική Προοδευτική Συνδικαλιστική Παράταξη). Στο τεύχος #7 του
περιοδικού, από τον Μάρτη του ’66, διαβάζουμε μια απάντηση σ’ ένα άρθρο του
Τσιριντάνη, που είχε δημοσιευθεί προηγουμένως στις «Εικόνες» και που είχε τίτλο
«Η νεολαία αυτό το πρόβλημα». Ο συντάκτης του «Σπουδαστικού Κόσμου» γράφει
πως... «Ο κ. Τσιριντάνης μας μιλάει για Μπητλς κι υστερία, και μεις του
υπενθυμίζουμε την πάλη που κάνουμε ενάντια σε κείνους που θέλουν να κάνουν τους
συλλόγους μας κατάλληλους μόνο για χορούς και εκδρομές». Μοιάζει κάπως σαν να
είχαν εξαπολύσει σταυροφορία, τότε, οι μαοϊκοί κατά των μοντέρνων χορών.
Μεγάλο ενδιαφέρον έχει, όμως, και το 8ο τεύχος του «Σπουδαστικού Κόσμου» από τον Απρίλη του 1966 και βασικά το άρθρο κάποιου Κ.Σ. υπό τον τίτλο «Νεολαία / Γύρω από το πρόβλημά της», εκεί όπου διαβάζουμε, μεταξύ άλλων, πως «δεν είναι συνηθισμένος ο έξαλλος θαυμασμός για τους Μπητλς ανάμεσα στους νέους των εργατικών στρωμάτων», λες και οι Beatles δεν είχαν ήδη θιασώτες παιδιά της εργατικής τάξης και στην Αγγλία και παντού στον κόσμο. Πιο κάτω δε, στο ίδιο άρθρο, διαβάζουμε το εξής:
«Οι “σύγχρονοι” ρυθμοί που χορεύονται ομαδικά δεν αποτείνονται σε πρόσωπα, αλλά σε απρόσωπες ορέξεις. Εδώ μια παρένθεση: γνωστός συνθέτης και πολιτικός σε μια του συνέντευξη χαραχτήρισε σαν δείγματα κοινωνικής λειτουργίας, απροσανατόλιστης βέβαια, μα οπωσδήποτε υγιείς τους χορούς αυτούς. Μήπως και οι τελετουργικές εκδηλώσεις της Νυρεμβέργης ήταν απροσανατόλιστες βέβαια, μα οπωσδήποτε προοδευτικές; Κλείνει η παρένθεση. Η κυριαρχία της παντομίμας και του ρυθμού είναι η επιστροφή στο ομαδικό ασυνείδητο, και το ομαδικό ασυνείδητο είναι κοντά στο φασισμό».
Εδώ ο συντάκτης απαντά, και μάλιστα με ειρωνικό τρόπο, σε όσα είχε πει ο Μίκης Θεοδωράκης στο «Σινεμά», τον Δεκέμβριο του 1965...<<
[Ένα απόσπασμα από το "Ροκ, Ελληνικό Ροκ, Κοινωνία & Πολιτική στη Μακρά Δεκαετία του '60 (μία αντι-ανάγνωση)" [Όγδοο, 2025], που κυκλοφορεί τώρα στα βιβλιοπωλεία]
Μεγάλο ενδιαφέρον έχει, όμως, και το 8ο τεύχος του «Σπουδαστικού Κόσμου» από τον Απρίλη του 1966 και βασικά το άρθρο κάποιου Κ.Σ. υπό τον τίτλο «Νεολαία / Γύρω από το πρόβλημά της», εκεί όπου διαβάζουμε, μεταξύ άλλων, πως «δεν είναι συνηθισμένος ο έξαλλος θαυμασμός για τους Μπητλς ανάμεσα στους νέους των εργατικών στρωμάτων», λες και οι Beatles δεν είχαν ήδη θιασώτες παιδιά της εργατικής τάξης και στην Αγγλία και παντού στον κόσμο. Πιο κάτω δε, στο ίδιο άρθρο, διαβάζουμε το εξής:
«Οι “σύγχρονοι” ρυθμοί που χορεύονται ομαδικά δεν αποτείνονται σε πρόσωπα, αλλά σε απρόσωπες ορέξεις. Εδώ μια παρένθεση: γνωστός συνθέτης και πολιτικός σε μια του συνέντευξη χαραχτήρισε σαν δείγματα κοινωνικής λειτουργίας, απροσανατόλιστης βέβαια, μα οπωσδήποτε υγιείς τους χορούς αυτούς. Μήπως και οι τελετουργικές εκδηλώσεις της Νυρεμβέργης ήταν απροσανατόλιστες βέβαια, μα οπωσδήποτε προοδευτικές; Κλείνει η παρένθεση. Η κυριαρχία της παντομίμας και του ρυθμού είναι η επιστροφή στο ομαδικό ασυνείδητο, και το ομαδικό ασυνείδητο είναι κοντά στο φασισμό».
Εδώ ο συντάκτης απαντά, και μάλιστα με ειρωνικό τρόπο, σε όσα είχε πει ο Μίκης Θεοδωράκης στο «Σινεμά», τον Δεκέμβριο του 1965...<<
[Ένα απόσπασμα από το "Ροκ, Ελληνικό Ροκ, Κοινωνία & Πολιτική στη Μακρά Δεκαετία του '60 (μία αντι-ανάγνωση)" [Όγδοο, 2025], που κυκλοφορεί τώρα στα βιβλιοπωλεία]
31/10/2025
Τα πιο σημαντικά, που είπε ποτέ σε συνεντεύξεις ο Σαββόπουλος τα είπε τέλος ’70-αρχή ’80.
Ήταν καλή εποχή εκείνη γενικά. Η δεξιά μπορεί να διατηρούσε ακόμη μια αίσθηση αγροίκου στη συμπεριφορά της (του τύπου γ@μώ και δέρνω, α λα φίφτις και σίξτις), αλλά είχε και κάποια λαϊκά γνωρίσματα (στα θέματα της οικονομίας π.χ.), το πασόκ ήταν στα πάνω του και δεν είχε φθαρεί ακόμη, η αριστερά είχε δύναμη μεγαλύτερη από τα ποσοστά της, υπήρχε ο «χώρος» σε ακμή, το life style ήταν ακόμη κάτι άγνωστο, με την κίνηση των ιδεών να είναι πολύ πιο ώριμη απ’ όσο στα ελληνικά σίξτις και στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης (και με τον ξύλινο λόγο να μην συναρπάζει πια). Υπήρχαν ακόμη οράματα τέλος πάντων –για τελευταία φορά στη σύγχρονη ελληνική ιστορία–, δεν ήταν όλα (ξε)πουλημένα, με τον κόσμο να ελπίζει σε κάτι καλό που να αφορά πολλούς κ.λπ. Αυτή την εποχή μαρκάρουν τα λόγια του Σαββόπουλου, που συμβολίζουν και την άνεση να μιλάς ελεύθερα (είμαστε επί Πασόκ πια), δίχως να σκέφτεσαι τις συνέπειες όσων θα πεις...
Τα πιο σημαντικά, που είπε ποτέ σε συνεντεύξεις ο Σαββόπουλος τα είπε τέλος ’70-αρχή ’80.
Ήταν καλή εποχή εκείνη γενικά. Η δεξιά μπορεί να διατηρούσε ακόμη μια αίσθηση αγροίκου στη συμπεριφορά της (του τύπου γ@μώ και δέρνω, α λα φίφτις και σίξτις), αλλά είχε και κάποια λαϊκά γνωρίσματα (στα θέματα της οικονομίας π.χ.), το πασόκ ήταν στα πάνω του και δεν είχε φθαρεί ακόμη, η αριστερά είχε δύναμη μεγαλύτερη από τα ποσοστά της, υπήρχε ο «χώρος» σε ακμή, το life style ήταν ακόμη κάτι άγνωστο, με την κίνηση των ιδεών να είναι πολύ πιο ώριμη απ’ όσο στα ελληνικά σίξτις και στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης (και με τον ξύλινο λόγο να μην συναρπάζει πια). Υπήρχαν ακόμη οράματα τέλος πάντων –για τελευταία φορά στη σύγχρονη ελληνική ιστορία–, δεν ήταν όλα (ξε)πουλημένα, με τον κόσμο να ελπίζει σε κάτι καλό που να αφορά πολλούς κ.λπ. Αυτή την εποχή μαρκάρουν τα λόγια του Σαββόπουλου, που συμβολίζουν και την άνεση να μιλάς ελεύθερα (είμαστε επί Πασόκ πια), δίχως να σκέφτεσαι τις συνέπειες όσων θα πεις...
31/10/2025
>>Πιερρακάκης: Πρέπει να ληφθούν δύσκολες αποφάσεις
για την επιβίωση των ΕΛΤΑ<<
Τα ΕΛΤΑ τα διέλυσαν αυτοί. Δεν διαλύθηκαν από μόνα τους, ούτε γιατί τα ξεπέρασε η εποχή. Δεν ενδιαφέρθηκαν ποτέ να τα εκσυγχρονίσουν, απλά γιατί είναι πουλημένοι στα συμφέροντα της αγοράς, και το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι η απαξίωση της δημόσιας περιουσίας. Αν μπορούν να την πουλήσουν κάνουν κανα μερεμέτι και τη χαρίζουν στους... επενδυτές. Αν δεν μπορούν να την πουλήσουν, τη διαλύουν, την απαξιώνουν και την κλείνουν. Το θέμα «κοινωνική ευαισθησία» δεν τους απασχολεί καθόλου. Δεν υπάρχουν τέτοιες λέξεις στην ατζέντα τους, στο λεξιλόγιό τους.
Τα ΕΛΤΑ με τη δυναμική και τη διασπορά που είχαν σε όλη τη χώρα θα μπορούσε να ανταγωνιστούν τους πάντες – κάθε ιδιωτικό κούριερ (και να κλείνουν τα ιδιωτικά κούριερ και όχι τα ΕΛΤΑ). Απλά δεν τους ενδιαφέρει αυτό το πράγμα. Δεν γουστάρουν να επενδύσουν. Να τα βγάλουν από πάνω τους τους νοιάζει μόνο, να τα ξεφορτωθούν.
Να φανταστείτε το τραγελαφικό της κατάστασης... οι υπάλληλοι για να σου δώσουν ένα δέμα στο έδιναν με τριπλάσια διαδικασία από το box now ας πούμε. Σκάναραν, αλλά ταυτόχρονα έκαναν και χειρονακτική παράδοση! Και τα δύο μαζί! Ενώ αν τύχαινε να πληρώσεις αντικαταβολή ήταν σαν να βρισκόσουν, με χρονοκάψουλα, στη δεκαετία του ’70.
Τα άφησαν να σαπίσουν τα ΕΛΤΑ, και τώρα απλώς τα πετάνε στα σκουπίδια.
Τα ΕΛΤΑ τα διέλυσαν αυτοί. Δεν διαλύθηκαν από μόνα τους, ούτε γιατί τα ξεπέρασε η εποχή. Δεν ενδιαφέρθηκαν ποτέ να τα εκσυγχρονίσουν, απλά γιατί είναι πουλημένοι στα συμφέροντα της αγοράς, και το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι η απαξίωση της δημόσιας περιουσίας. Αν μπορούν να την πουλήσουν κάνουν κανα μερεμέτι και τη χαρίζουν στους... επενδυτές. Αν δεν μπορούν να την πουλήσουν, τη διαλύουν, την απαξιώνουν και την κλείνουν. Το θέμα «κοινωνική ευαισθησία» δεν τους απασχολεί καθόλου. Δεν υπάρχουν τέτοιες λέξεις στην ατζέντα τους, στο λεξιλόγιό τους.
Τα ΕΛΤΑ με τη δυναμική και τη διασπορά που είχαν σε όλη τη χώρα θα μπορούσε να ανταγωνιστούν τους πάντες – κάθε ιδιωτικό κούριερ (και να κλείνουν τα ιδιωτικά κούριερ και όχι τα ΕΛΤΑ). Απλά δεν τους ενδιαφέρει αυτό το πράγμα. Δεν γουστάρουν να επενδύσουν. Να τα βγάλουν από πάνω τους τους νοιάζει μόνο, να τα ξεφορτωθούν.
Να φανταστείτε το τραγελαφικό της κατάστασης... οι υπάλληλοι για να σου δώσουν ένα δέμα στο έδιναν με τριπλάσια διαδικασία από το box now ας πούμε. Σκάναραν, αλλά ταυτόχρονα έκαναν και χειρονακτική παράδοση! Και τα δύο μαζί! Ενώ αν τύχαινε να πληρώσεις αντικαταβολή ήταν σαν να βρισκόσουν, με χρονοκάψουλα, στη δεκαετία του ’70.
Τα άφησαν να σαπίσουν τα ΕΛΤΑ, και τώρα απλώς τα πετάνε στα σκουπίδια.
31/10/2025
Όσοι και όσες δεν έχουν αγοράσει ακόμη το βιβλίο μου «Ροκ, Ελληνικό Ροκ, Κοινωνία & Πολιτική...» (Χίππις, Γούντστοκ κτλ.), σκέφτονται να το κάνουν και κινούνται στο... τριεθνές, στα σύνορα Καισαριανής, Βύρωνα και Παγκρατίου, υπάρχει στο βιβλιοπωλείο Βιβλιοχώρα, στην Φορμίωνος 66. Ο Χριστόφορος θα σας εξυπηρετήσει...
Όσοι και όσες δεν έχουν αγοράσει ακόμη το βιβλίο μου «Ροκ, Ελληνικό Ροκ, Κοινωνία & Πολιτική...» (Χίππις, Γούντστοκ κτλ.), σκέφτονται να το κάνουν και κινούνται στο... τριεθνές, στα σύνορα Καισαριανής, Βύρωνα και Παγκρατίου, υπάρχει στο βιβλιοπωλείο Βιβλιοχώρα, στην Φορμίωνος 66. Ο Χριστόφορος θα σας εξυπηρετήσει...
31/10/2025
«των Ελλήνων οι κοινότητες φτιάχνουν άλλο γαλαξία»
[φυσικά είχε υπάρξει μεγάλη θεωρητική μόχλευση, πριν τραγουδηθεί το θέμα από τον Σαββόπουλο]
[να μη σας πω από πού είναι αυτό, γιατί θα μου την πέσετε... ]
«των Ελλήνων οι κοινότητες φτιάχνουν άλλο γαλαξία»
[φυσικά είχε υπάρξει μεγάλη θεωρητική μόχλευση, πριν τραγουδηθεί το θέμα από τον Σαββόπουλο]
[να μη σας πω από πού είναι αυτό, γιατί θα μου την πέσετε... ]
30/10/2025
Ψάχνω να δω ποιοι ήταν αυτοί που είπαν για πρώτη φορά «Νιόνιο» τον Σαββόπουλο.
Πολύ πριν από τους φιλελέδες, ακροκεντρώους κτλ. που χρησιμοποίησαν το «Νιόνιος» χαϊδευτικά τα πιο πρόσφατα χρόνια, μαρκάροντάς τον για δικό τους άνθρωπο, οι πρώτοι που τον είπαν έτσι ήταν σίγουρα κάποιοι της Αριστεράς, για να τον μειώσουν – επηρεασμένοι από τον Νιόνιο ή Σιόρ Διονύσιο του Καραγκιόζη κατά πάσα πιθανότητα.
Το αποκλείω να τον είπαν έτσι οι Κουκουέδες, γιατί είναι σοβαροί και δεν κοροϊδεύουν, κάνουν πολιτική κριτική, άμα θέλουν, αλλιώς άμα δεν θέλουν, διαγράφουν (κάνουν κάνσελ, εννοώ, και ξεμπερδεύουν) και είμαι 100% βέβαιος (έχω στοιχεία δηλαδή) πως «Νιόνιο» τον είπαν οι «αναθεωρητές», οι «εσωτερικάκηδες», στην εποχή της νεο-ορθοδοξίας, στην εποχή του «Τραπεζάκια Έξω».
Αυτοί το έπαιζαν πάντα έξυπνοι και απελευθερωμένοι δήθεν-τάχα και αμόλαγαν διάφορα. Σίγουρα δεν ήσαν σ’ αυτά εξυπνότεροι από τους αναρχοαυτόνομους (από την καζούρα των οποίων υπέφεραν) – αλλά, και ψάχνοντας όσο μπορούσα, δεν βρήκα πουθενά σε έντυπα του «χώρου» να αποκαλείται «Νιόνιος» ο Σαββόπουλος, τουλάχιστον πριν αρχίσουν να τον κοροϊδεύουν οι του «Εσωτερικού». Από ’κει και έως τα πιο πρόσφατα βρισίδια των συριζαίων (των κληρονόμων του «Εσ.») η απόσταση είναι μικρή φυσικά. Αυτά.
[έκλεισα τα σχόλια, γιατί κουράστηκα - άμα τα διαβάσετε θα κουραστείτε κι εσείς]
Ψάχνω να δω ποιοι ήταν αυτοί που είπαν για πρώτη φορά «Νιόνιο» τον Σαββόπουλο.
Πολύ πριν από τους φιλελέδες, ακροκεντρώους κτλ. που χρησιμοποίησαν το «Νιόνιος» χαϊδευτικά τα πιο πρόσφατα χρόνια, μαρκάροντάς τον για δικό τους άνθρωπο, οι πρώτοι που τον είπαν έτσι ήταν σίγουρα κάποιοι της Αριστεράς, για να τον μειώσουν – επηρεασμένοι από τον Νιόνιο ή Σιόρ Διονύσιο του Καραγκιόζη κατά πάσα πιθανότητα.
Το αποκλείω να τον είπαν έτσι οι Κουκουέδες, γιατί είναι σοβαροί και δεν κοροϊδεύουν, κάνουν πολιτική κριτική, άμα θέλουν, αλλιώς άμα δεν θέλουν, διαγράφουν (κάνουν κάνσελ, εννοώ, και ξεμπερδεύουν) και είμαι 100% βέβαιος (έχω στοιχεία δηλαδή) πως «Νιόνιο» τον είπαν οι «αναθεωρητές», οι «εσωτερικάκηδες», στην εποχή της νεο-ορθοδοξίας, στην εποχή του «Τραπεζάκια Έξω».
Αυτοί το έπαιζαν πάντα έξυπνοι και απελευθερωμένοι δήθεν-τάχα και αμόλαγαν διάφορα. Σίγουρα δεν ήσαν σ’ αυτά εξυπνότεροι από τους αναρχοαυτόνομους (από την καζούρα των οποίων υπέφεραν) – αλλά, και ψάχνοντας όσο μπορούσα, δεν βρήκα πουθενά σε έντυπα του «χώρου» να αποκαλείται «Νιόνιος» ο Σαββόπουλος, τουλάχιστον πριν αρχίσουν να τον κοροϊδεύουν οι του «Εσωτερικού». Από ’κει και έως τα πιο πρόσφατα βρισίδια των συριζαίων (των κληρονόμων του «Εσ.») η απόσταση είναι μικρή φυσικά. Αυτά.
[έκλεισα τα σχόλια, γιατί κουράστηκα - άμα τα διαβάσετε θα κουραστείτε κι εσείς]
29/10/2025
Από παλιό κείμενο, που είχα γράψει για το LiFO. gr. Όποιος-α δεν βαριέται διαβάζει...
(...) Το 1982-83 ο Θ. Μικρούτσικος βάλει κατά του νεολαϊκού, του νεορεμπέτικου, του αναβιωμένου ρεμπέτικου, των λαϊκών πανηγυριών στον Λυκαβηττό (συναυλίες με τον Πάνο Γαβαλά, τον Μανώλη Αγγελόπουλο κ.ά.) και μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο δηλώνει στην εφημερίδα «Τα Νέα» (24 Οκτ. 1983) πως «τα στάδια και τα ντέφια δεν είναι πολιτιστική πρακτική», επεξηγώντας:
«Στην Ελλάδα σήμερα το τραγούδι και η μουσική έχει υποκατασταθεί από τον ήχο Αναψυκτήριο-Λυκαβηττός ’83. Λούμπεν τραγούδια, νεορεμπέτικα, ινδικά, αραβικά, επαναλήψεις ρεμπέτικων συχνά κακόηχες. Και το συμπέρασμα: ένα κοινό που κάποτε μετείχε σε μια ποιοτική πολιτιστικά διαδικασία τώρα λυσσομανά με το ντέφι και το τσιφτετέλι. Αυτή για μένα είναι η λαίλαπα της Αραπιάς. Εγώ έχω το κουράγιο στην άχαρα εποχή μας να χτυπηθώ μαζί τους. Δεν έχω καμιά αμφιβολία ότι το μοτίβο θα έχει αλλάξει σε 2-3 χρόνια και οι νυν θεωρητικοί της Αραπιάς και της Γυφτιάς θα ψάχνουν να βρουν επιχειρήματα για να υιοθετήσουν το νέο πρόσωπο του λαϊκισμού – αυτής της χαμαιλεόντιας ιδεολογίας».
Λέγοντας «Γυφτιά» και «Αραπιά» ο Μικρούτσικος αναφέρεται στην έκρηξη του νεολαϊκού και νεορεμπέτικου τραγουδιού, η αρχή του οποίου τοποθετείται το 1978 με το άλμπουμ των Νίκου Ξυδάκη-Μανώλη Ρασούλη «Η Εκδίκηση της Γυφτιάς» [Lyra, 1978]. Κατά βάση υπάρχει κόντρα του Μικρούτσικου με ένα ιδεολογικό ρεύμα της εποχής, την νεο-ορθοδοξία, βασικός εκφραστής της οποίας είναι τότε και ο Διονύσης Σαββόπουλος.
Η κόντρα Μικρούτσικου-Σαββόπουλου μπορεί να ξεκινάει στην αρχή της Μεταπολίτευσης, μπορεί να παίρνει σχήμα στο τέλος της δεκαετίας του '70, όταν ο Σαββόπουλος σε συνέντευξή του στον Γιώργο Πηλιχό (για την εφημερίδα «Τα Νέα») δηλώνει πως «η Ραφαέλα Καρά είναι καλύτερη από τον Μικρούτσικο, κι αυτό το ξέρουν και τα μικρά παιδιά», αλλά κεφαλαιώνεται στην αρχή του '80, όταν ο Μικρούτσικος καταφέρεται κατά της «Γυφτιάς» (παραγωγός στον δίσκο των Ξυδάκη-Ρασούλη ήταν ο Σαββόπουλος ως γνωστόν) και της «Αραπιάς» (το τραγούδι του Γιώργου Μητσάκη «Στη μαγεμένη Αραπιά» ακουγόταν πολύ, τότε, από την Οπισθοδρομική Κομπανία, που είχε την εμπιστοσύνη του Σαββόπουλου), αφήνοντας σαφείς υπαινιγμούς (ο Μικρούτσικος) περί «σταδίων» (ο Σαββόπουλος είχε τραγουδήσει στο νέο τότε Ολυμπιακό Στάδιο της Αθήνας, στην Καλογρέζα, στις 19 Σεπτ. 1983) και περί «ντεφιών» (υπονοώντας και το περιοδικό «Ντέφι», στην επιτροπή του οποίου, ανάμεσα σε άλλους, ήταν και ο Τάσος Φαληρέας, συνομιλητής του Σαββόπουλου, από τους βασικούς υποστηρικτές της στροφής προς το λαϊκό τραγούδι, με την παράλληλη άρνηση του «προτεσταντικού ροκ»).
Αν η άποψη, η φιλοσοφία που κουβαλούσε το νεολαϊκό, το νεορεμπέτικο κ.λπ. ήταν και πρακτικά, μα και θεωρητικά εναρμονισμένη με την ντόπια παράδοση (που περιλάμβανε, ως βασικό άξονά της και την ορθόδοξη πίστη), έτσι όπως εκείνη αποκαλυπτόταν, για παράδειγμα, μέσα από τις «Μελέτες» του Ζήσιμου Λορεντζάτου («την παράδοση μπορείς να την καταλάβεις μονάχα με τη ζωή σου ή με τη μεταφυσική πράξη, διαφορετικά απομένει και αυτή μόνο φιλοσοφία ή φιλοσοφικό σύστημα και το σπουδαιότερο χάνει τότε τη θεϊκιά της προέλευση»), από την άλλη μεριά η καταφυγή σε δυτικά πρότυπα «πατούσε» σε ιδεολογικά κενά, τα οποία δεν μπορούσε, εύκολα να σχηματοποιηθούν, θεωρητικά και πρακτικά, μέσα στο περιβάλλον της κομμουνιστικής αριστεράς. Οι αισθητικές επιλογές, θέλω να πω, τότε, του Μικρούτσικου, έμοιαζαν (δεν λέω ήταν) σχεδόν ξεκρέμαστες.
Ο ίδιος, μάλιστα, λίγο καιρό αργότερα θα ερχόταν σε σύγκρουση με τον χώρο του και αυτή τη φάση την περιγράφει γλαφυρά ο αείμνηστος συνθέτης στην «Αυτοβιογραφία» του. Ένα μικρό απόσπασμα:
«Μπαίνοντας στο 1983, θα ξεκινήσω με την πολιτική διάσταση των πραγμάτων. Έχουν περάσει βέβαια δύο χρόνια από την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία, εγώ είμαι ακόμη στο ΚΚΕ, έχοντας σοβαρές διαφωνίες με την επίσημη άποψη του Κόμματος, για τα θέματα του πολιτισμού κυρίως, αλλά και γενικότερα, για ιδεολογικά ζητήματα. Υπήρχαν καθημερινές, μικρές ή μεγάλες αφορμές, για να αναδειχτούν αυτές οι διαφωνίες και να γίνουν αντιπαραθέσεις.(...) Λίγες μέρες αργότερα κάναμε μία συνέντευξη στον Ριζοσπάστη με τον Δημήτρη Δανίκα, όπου έλεγα “ναι στον Φρανκ Ζάππα, όχι στην εμπορευματοποιημένη αμερικάνικη μουσική, που προσπαθεί να επιβάλλει έναν μητροπολιτικό ήχο”. Αν αυτή η άποψη ακούγεται αυτονόητη σήμερα, σε διαβεβαιώ (σ.σ. μιλάει στον Οδυσσέα Ιωάννου) πως τότε δεν ήταν καθόλου αυτονόητη».
Στους πρώτους μήνες του 1984 ο Μικρούτσικος θα διαγραφόταν από το ΚΚΕ.. (…)
Το ιδεολογικό κενό, πάντως, δεν θα μπορούσε να γεφυρωθεί ούτε στο «Εμπάργκο», μέσω της... ποιητικής επίθεσης στον Σαββόπουλο, δια χειρός Άλκη Αλκαίου («τώρα ανακάλυψες με μιας / σαράντα αιώνες μοναξιάς / παραμυθάκι μου ακριβό / βαλκανικά σε χαιρετώ»), όταν από την άλλη μεριά ολάκερο το άλμπουμ είναι αφιερωμένο σε μια σημαντική προσωπικότητα της κομμουνιστικής αριστεράς, μα και του νεο-ορθόδοξου ρεύματος της εποχής, τον Κωστή Μοσκώφ (1939-1998). (…)
Βεβαίως ο Μοσκώφ θεωρούσε πως δεν βρισκόταν από την ίδια πλευρά της νεο-ορθοδοξίας με τον Διονύση Σαββόπουλο ή τον Στέλιο Ράμφο. Υπήρχαν τάσεις κι εκεί, και όχι μόνο δύο, που άπτονταν και πολιτικών-ιδεολογικών ζητημάτων, μα και θεωρητικών-πρακτικών σε σχέση με την «ανάγνωση» της ορθόδοξης πίστης και ζωής. Πάντως ο Μοσκώφ είχε εκφράσει την επιθυμία να φέρει κοντά τους Σαββόπουλο και Μικρούτσικο, χωρίς μάλλον να το καταφέρει. Σε μία συνέντευξή του στο περιοδικό «Σχολιαστής» (τεύχος #5, Αύγουστος 1983) διαβάζουμε:
«Ο Σαββόπουλος επηρεάζεται πράγματι από το Ράμφο, αλλά ελπίζω να τον κερδίσουμε εμείς. Το μεγάλο μου όραμα είναι να φέρω σ’ επαφή τους φίλους μου αυτούς, το Διονύση με τον Μικρούτσικο και να σταματήσουν αυτή την εχθρότητα, μια και νομίζω ότι μετά το Μίκη, είναι οι δυο μεγαλύτεροι μουσικοί. Θα τους φέρω σε επαφή σε κάτι εκπομπές που θα κάνω στο Τρίτο Πρόγραμμα, καλώντας τους να μιλήσουν. Πάντως ο Σαββόπουλος δεν έχει ξεπεράσει την επιρροή του Ράμφου».
Στο επόμενο τεύχος του «Σχολιαστή» (#6, Σεπτέμβριος 1983) ο Σαββόπουλος, σε συνέντευξή του, είχε αρνηθεί την τοποθέτησή του από τον Μοσκώφ, στην «συντηρητική» πλευρά του νεο-ορθόδοξου ρεύματος, πλέκοντας παράλληλα τον ύμνο του ροκ (εκείνου της αντικουλτούρας), εκφράζοντας την άποψη πως μόνο αν συναντιόταν το ροκ με μια μεγάλη παράδοση της Ανατολής, θα εύρισκε ξανά το νόημά του (κάτι παντελώς αμφίβολο, φυσικά, για να μην πούμε αδύνατο), ενώ «τα χώνει», συγχρόνως, στον «προτεστάντη» Bob Dylan (σε κοινή γραμμή με τον Φαληρέα του περιοδικού «Ντέφι»). (...)
Από παλιό κείμενο, που είχα γράψει για το LiFO. gr. Όποιος-α δεν βαριέται διαβάζει...
(...) Το 1982-83 ο Θ. Μικρούτσικος βάλει κατά του νεολαϊκού, του νεορεμπέτικου, του αναβιωμένου ρεμπέτικου, των λαϊκών πανηγυριών στον Λυκαβηττό (συναυλίες με τον Πάνο Γαβαλά, τον Μανώλη Αγγελόπουλο κ.ά.) και μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο δηλώνει στην εφημερίδα «Τα Νέα» (24 Οκτ. 1983) πως «τα στάδια και τα ντέφια δεν είναι πολιτιστική πρακτική», επεξηγώντας:
«Στην Ελλάδα σήμερα το τραγούδι και η μουσική έχει υποκατασταθεί από τον ήχο Αναψυκτήριο-Λυκαβηττός ’83. Λούμπεν τραγούδια, νεορεμπέτικα, ινδικά, αραβικά, επαναλήψεις ρεμπέτικων συχνά κακόηχες. Και το συμπέρασμα: ένα κοινό που κάποτε μετείχε σε μια ποιοτική πολιτιστικά διαδικασία τώρα λυσσομανά με το ντέφι και το τσιφτετέλι. Αυτή για μένα είναι η λαίλαπα της Αραπιάς. Εγώ έχω το κουράγιο στην άχαρα εποχή μας να χτυπηθώ μαζί τους. Δεν έχω καμιά αμφιβολία ότι το μοτίβο θα έχει αλλάξει σε 2-3 χρόνια και οι νυν θεωρητικοί της Αραπιάς και της Γυφτιάς θα ψάχνουν να βρουν επιχειρήματα για να υιοθετήσουν το νέο πρόσωπο του λαϊκισμού – αυτής της χαμαιλεόντιας ιδεολογίας».
Λέγοντας «Γυφτιά» και «Αραπιά» ο Μικρούτσικος αναφέρεται στην έκρηξη του νεολαϊκού και νεορεμπέτικου τραγουδιού, η αρχή του οποίου τοποθετείται το 1978 με το άλμπουμ των Νίκου Ξυδάκη-Μανώλη Ρασούλη «Η Εκδίκηση της Γυφτιάς» [Lyra, 1978]. Κατά βάση υπάρχει κόντρα του Μικρούτσικου με ένα ιδεολογικό ρεύμα της εποχής, την νεο-ορθοδοξία, βασικός εκφραστής της οποίας είναι τότε και ο Διονύσης Σαββόπουλος.
Η κόντρα Μικρούτσικου-Σαββόπουλου μπορεί να ξεκινάει στην αρχή της Μεταπολίτευσης, μπορεί να παίρνει σχήμα στο τέλος της δεκαετίας του '70, όταν ο Σαββόπουλος σε συνέντευξή του στον Γιώργο Πηλιχό (για την εφημερίδα «Τα Νέα») δηλώνει πως «η Ραφαέλα Καρά είναι καλύτερη από τον Μικρούτσικο, κι αυτό το ξέρουν και τα μικρά παιδιά», αλλά κεφαλαιώνεται στην αρχή του '80, όταν ο Μικρούτσικος καταφέρεται κατά της «Γυφτιάς» (παραγωγός στον δίσκο των Ξυδάκη-Ρασούλη ήταν ο Σαββόπουλος ως γνωστόν) και της «Αραπιάς» (το τραγούδι του Γιώργου Μητσάκη «Στη μαγεμένη Αραπιά» ακουγόταν πολύ, τότε, από την Οπισθοδρομική Κομπανία, που είχε την εμπιστοσύνη του Σαββόπουλου), αφήνοντας σαφείς υπαινιγμούς (ο Μικρούτσικος) περί «σταδίων» (ο Σαββόπουλος είχε τραγουδήσει στο νέο τότε Ολυμπιακό Στάδιο της Αθήνας, στην Καλογρέζα, στις 19 Σεπτ. 1983) και περί «ντεφιών» (υπονοώντας και το περιοδικό «Ντέφι», στην επιτροπή του οποίου, ανάμεσα σε άλλους, ήταν και ο Τάσος Φαληρέας, συνομιλητής του Σαββόπουλου, από τους βασικούς υποστηρικτές της στροφής προς το λαϊκό τραγούδι, με την παράλληλη άρνηση του «προτεσταντικού ροκ»).
Αν η άποψη, η φιλοσοφία που κουβαλούσε το νεολαϊκό, το νεορεμπέτικο κ.λπ. ήταν και πρακτικά, μα και θεωρητικά εναρμονισμένη με την ντόπια παράδοση (που περιλάμβανε, ως βασικό άξονά της και την ορθόδοξη πίστη), έτσι όπως εκείνη αποκαλυπτόταν, για παράδειγμα, μέσα από τις «Μελέτες» του Ζήσιμου Λορεντζάτου («την παράδοση μπορείς να την καταλάβεις μονάχα με τη ζωή σου ή με τη μεταφυσική πράξη, διαφορετικά απομένει και αυτή μόνο φιλοσοφία ή φιλοσοφικό σύστημα και το σπουδαιότερο χάνει τότε τη θεϊκιά της προέλευση»), από την άλλη μεριά η καταφυγή σε δυτικά πρότυπα «πατούσε» σε ιδεολογικά κενά, τα οποία δεν μπορούσε, εύκολα να σχηματοποιηθούν, θεωρητικά και πρακτικά, μέσα στο περιβάλλον της κομμουνιστικής αριστεράς. Οι αισθητικές επιλογές, θέλω να πω, τότε, του Μικρούτσικου, έμοιαζαν (δεν λέω ήταν) σχεδόν ξεκρέμαστες.
Ο ίδιος, μάλιστα, λίγο καιρό αργότερα θα ερχόταν σε σύγκρουση με τον χώρο του και αυτή τη φάση την περιγράφει γλαφυρά ο αείμνηστος συνθέτης στην «Αυτοβιογραφία» του. Ένα μικρό απόσπασμα:
«Μπαίνοντας στο 1983, θα ξεκινήσω με την πολιτική διάσταση των πραγμάτων. Έχουν περάσει βέβαια δύο χρόνια από την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία, εγώ είμαι ακόμη στο ΚΚΕ, έχοντας σοβαρές διαφωνίες με την επίσημη άποψη του Κόμματος, για τα θέματα του πολιτισμού κυρίως, αλλά και γενικότερα, για ιδεολογικά ζητήματα. Υπήρχαν καθημερινές, μικρές ή μεγάλες αφορμές, για να αναδειχτούν αυτές οι διαφωνίες και να γίνουν αντιπαραθέσεις.(...) Λίγες μέρες αργότερα κάναμε μία συνέντευξη στον Ριζοσπάστη με τον Δημήτρη Δανίκα, όπου έλεγα “ναι στον Φρανκ Ζάππα, όχι στην εμπορευματοποιημένη αμερικάνικη μουσική, που προσπαθεί να επιβάλλει έναν μητροπολιτικό ήχο”. Αν αυτή η άποψη ακούγεται αυτονόητη σήμερα, σε διαβεβαιώ (σ.σ. μιλάει στον Οδυσσέα Ιωάννου) πως τότε δεν ήταν καθόλου αυτονόητη».
Στους πρώτους μήνες του 1984 ο Μικρούτσικος θα διαγραφόταν από το ΚΚΕ.. (…)
Το ιδεολογικό κενό, πάντως, δεν θα μπορούσε να γεφυρωθεί ούτε στο «Εμπάργκο», μέσω της... ποιητικής επίθεσης στον Σαββόπουλο, δια χειρός Άλκη Αλκαίου («τώρα ανακάλυψες με μιας / σαράντα αιώνες μοναξιάς / παραμυθάκι μου ακριβό / βαλκανικά σε χαιρετώ»), όταν από την άλλη μεριά ολάκερο το άλμπουμ είναι αφιερωμένο σε μια σημαντική προσωπικότητα της κομμουνιστικής αριστεράς, μα και του νεο-ορθόδοξου ρεύματος της εποχής, τον Κωστή Μοσκώφ (1939-1998). (…)
Βεβαίως ο Μοσκώφ θεωρούσε πως δεν βρισκόταν από την ίδια πλευρά της νεο-ορθοδοξίας με τον Διονύση Σαββόπουλο ή τον Στέλιο Ράμφο. Υπήρχαν τάσεις κι εκεί, και όχι μόνο δύο, που άπτονταν και πολιτικών-ιδεολογικών ζητημάτων, μα και θεωρητικών-πρακτικών σε σχέση με την «ανάγνωση» της ορθόδοξης πίστης και ζωής. Πάντως ο Μοσκώφ είχε εκφράσει την επιθυμία να φέρει κοντά τους Σαββόπουλο και Μικρούτσικο, χωρίς μάλλον να το καταφέρει. Σε μία συνέντευξή του στο περιοδικό «Σχολιαστής» (τεύχος #5, Αύγουστος 1983) διαβάζουμε:
«Ο Σαββόπουλος επηρεάζεται πράγματι από το Ράμφο, αλλά ελπίζω να τον κερδίσουμε εμείς. Το μεγάλο μου όραμα είναι να φέρω σ’ επαφή τους φίλους μου αυτούς, το Διονύση με τον Μικρούτσικο και να σταματήσουν αυτή την εχθρότητα, μια και νομίζω ότι μετά το Μίκη, είναι οι δυο μεγαλύτεροι μουσικοί. Θα τους φέρω σε επαφή σε κάτι εκπομπές που θα κάνω στο Τρίτο Πρόγραμμα, καλώντας τους να μιλήσουν. Πάντως ο Σαββόπουλος δεν έχει ξεπεράσει την επιρροή του Ράμφου».
Στο επόμενο τεύχος του «Σχολιαστή» (#6, Σεπτέμβριος 1983) ο Σαββόπουλος, σε συνέντευξή του, είχε αρνηθεί την τοποθέτησή του από τον Μοσκώφ, στην «συντηρητική» πλευρά του νεο-ορθόδοξου ρεύματος, πλέκοντας παράλληλα τον ύμνο του ροκ (εκείνου της αντικουλτούρας), εκφράζοντας την άποψη πως μόνο αν συναντιόταν το ροκ με μια μεγάλη παράδοση της Ανατολής, θα εύρισκε ξανά το νόημά του (κάτι παντελώς αμφίβολο, φυσικά, για να μην πούμε αδύνατο), ενώ «τα χώνει», συγχρόνως, στον «προτεστάντη» Bob Dylan (σε κοινή γραμμή με τον Φαληρέα του περιοδικού «Ντέφι»). (...)
29/10/2025
>>Ο Σαββόπουλος είχε συγκεκριμένη άποψη, για την ένταξη του Τζίμη στο ροκ σώου του Κυττάρου. Στο ίδιο τεύχος των «Επικαίρων» λέει κάτι πολύ ωραίο:
«Τους πεχλιβάνηδες, τους παλαιστές, τον Τζίμη τον Τίγρη, τους έβαλα, γιατί τ’ αγαπώ αυτά από μικρός. Αυτοί οι άνθρωποι ολοκληρώνονται μέσα από την διαπόμπευσή τους. Η δουλειά τους είναι να φορτωθούν την αγριότητα αυτού του κόσμου (σ.σ. τους παρουσιάζει σαν... Χριστούς!). Είναι εκεί για να δεχτούν τις ειρωνείες μας και το θαυμασμό μας. Τους ειρωνευόμαστε γιατί είμαστε πλαστικοί (σ.σ. οι “plastic people” του Frank Zappa και των Mothers of Invention). Υποκαθιστούν τον χαμένο ήρωα. Δεν είναι αυτοί που θα θέλαμε (σ.σ. οι μεγάλοι ήρωες), αλλά το υποκατάστατό τους. Τους θαυμάζουμε λόγω της μεγάλης αντοχής τους στον χλευασμό μας. Γιατί μπορούν να “δέρνουν” (σ.σ. μεταφορικά και κυριολεκτικά) τον εαυτό τους».<<
[Ένα απόσπασμα από το νέο βιβλίο μου, που τώρα κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία]
>>Ο Σαββόπουλος είχε συγκεκριμένη άποψη, για την ένταξη του Τζίμη στο ροκ σώου του Κυττάρου. Στο ίδιο τεύχος των «Επικαίρων» λέει κάτι πολύ ωραίο:
«Τους πεχλιβάνηδες, τους παλαιστές, τον Τζίμη τον Τίγρη, τους έβαλα, γιατί τ’ αγαπώ αυτά από μικρός. Αυτοί οι άνθρωποι ολοκληρώνονται μέσα από την διαπόμπευσή τους. Η δουλειά τους είναι να φορτωθούν την αγριότητα αυτού του κόσμου (σ.σ. τους παρουσιάζει σαν... Χριστούς!). Είναι εκεί για να δεχτούν τις ειρωνείες μας και το θαυμασμό μας. Τους ειρωνευόμαστε γιατί είμαστε πλαστικοί (σ.σ. οι “plastic people” του Frank Zappa και των Mothers of Invention). Υποκαθιστούν τον χαμένο ήρωα. Δεν είναι αυτοί που θα θέλαμε (σ.σ. οι μεγάλοι ήρωες), αλλά το υποκατάστατό τους. Τους θαυμάζουμε λόγω της μεγάλης αντοχής τους στον χλευασμό μας. Γιατί μπορούν να “δέρνουν” (σ.σ. μεταφορικά και κυριολεκτικά) τον εαυτό τους».<<
[Ένα απόσπασμα από το νέο βιβλίο μου, που τώρα κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία]
29/10/2025
>>Το να κατηγορείς την κυβέρνηση Μητσοτάκη για αυταρχισμό παραείναι γελοίο. Εδώ δεν καταφέρνει να καταργήσει τα τσαντίρια. Φοράει βελούδινα γάντια. (...) Η αντιμετώπιση των ζητημάτων της ευταξίας χρειάζεται γενικότερη διαπαιδαγώγηση και τήρηση των νόμων με συνέπεια, χωρίς εξαιρέσεις.<<
Δεν υπάρχει ούτε ίχνος οράματος, πλέον, σ’ αυτά τα άτομα.
Το μόνο που τους νοιάζει πια είναι μια χουντικού τύπου «τήρηση της τάξεως» (ακόμη και ο Μητσοτάκης τους φαίνεται λίγος), που να αφορά όχι μόνο τον περιβάλλοντα χώρο (μνημεία κτλ.) –θα είχαν ξεκινήσει ακόμη και αντι-γόπιν εκστρατεία, αν δεν φοβόντουσαν την καζούρα της συσχέτισης με τον Παττακό–, αλλά και τη συμμόρφωση της αριστεράς γύρω από το «ορθώς συμπεριφέρεσθε» ακόμη και δια της βίας.
Τώρα γιατί -για όσους τολμούν να εκφράζουν εναλλακτικές προτάσεις διαχείρισης της ιστορικής μνήμης και της συσχέτισής της με τα προβλήματα του σήμερα- δεν επισείουν ακόμη και την αναμόρφωση σε ξερονήσια, ως μια προσπάθεια διαφύλαξης της καθημερινής αισθητικής (όπως την εννοούν) και της ευρυθμίας, είναι γιατί η... αστική ευπρέπειά τους δεν τους επιτρέπει να απεμπολήσουν και το τελευταίο φύλλο συκής (το λέω, γιατί άλλου τύπου εμπόδια, ιδεολογικά να πούμε, δεν υφίστανται).
>>Το να κατηγορείς την κυβέρνηση Μητσοτάκη για αυταρχισμό παραείναι γελοίο. Εδώ δεν καταφέρνει να καταργήσει τα τσαντίρια. Φοράει βελούδινα γάντια. (...) Η αντιμετώπιση των ζητημάτων της ευταξίας χρειάζεται γενικότερη διαπαιδαγώγηση και τήρηση των νόμων με συνέπεια, χωρίς εξαιρέσεις.<<
Δεν υπάρχει ούτε ίχνος οράματος, πλέον, σ’ αυτά τα άτομα.
Το μόνο που τους νοιάζει πια είναι μια χουντικού τύπου «τήρηση της τάξεως» (ακόμη και ο Μητσοτάκης τους φαίνεται λίγος), που να αφορά όχι μόνο τον περιβάλλοντα χώρο (μνημεία κτλ.) –θα είχαν ξεκινήσει ακόμη και αντι-γόπιν εκστρατεία, αν δεν φοβόντουσαν την καζούρα της συσχέτισης με τον Παττακό–, αλλά και τη συμμόρφωση της αριστεράς γύρω από το «ορθώς συμπεριφέρεσθε» ακόμη και δια της βίας.
Τώρα γιατί -για όσους τολμούν να εκφράζουν εναλλακτικές προτάσεις διαχείρισης της ιστορικής μνήμης και της συσχέτισής της με τα προβλήματα του σήμερα- δεν επισείουν ακόμη και την αναμόρφωση σε ξερονήσια, ως μια προσπάθεια διαφύλαξης της καθημερινής αισθητικής (όπως την εννοούν) και της ευρυθμίας, είναι γιατί η... αστική ευπρέπειά τους δεν τους επιτρέπει να απεμπολήσουν και το τελευταίο φύλλο συκής (το λέω, γιατί άλλου τύπου εμπόδια, ιδεολογικά να πούμε, δεν υφίστανται).





