Τρίτη 12 Νοεμβρίου 2024

YUKI FUJIWARA ελληνική η έκδοση, σημαντικός ο δίσκος, μεγάλο το συγκρότημα που ακούγεται

Ελληνική η παραγωγή, σημαντικός ο δίσκος, μεγάλο το συγκρότημα που ακούγεται. Αυτά είναι τρία βασικά tips, που έχουν να κάνουν με το CD Glass Colored Lily (2024) της Yuki Fujiwara, που χειρίζεται shinobue (ιαπωνικό φλάουτο με εγκάρσιες τρύπες και με οξύ ήχο). Και βεβαίως λέμε για την νέα παραγωγή της Defkaz Records από τη Θεσσαλονίκη, στην οποία καταγράφεται το εξής δυσθεώρητο σχήμα. Πέρα λοιπόν από την Ιαπωνίδα στην ηχογράφηση ακούγονται και οι: Mitsuhiro Sonoyama σαξόφωνα, Peter Apfelbaum keyboards, κλαρινέτο, φλάουτο, Will Bernard κιθάρες, Bill Laswell 8χορδο μπάσο, εφφέ και Adam Rudolph κρουστά. Λέμε για τεράστια ονόματα, με εμφανίσεις και δισκογραφία, που ξεκινούν από τα late seventies και φθάνουν έως τις μέρες μας.
Το session αυτό, που είναι σε παραγωγή του Bill Laswell και που συνέβη στο Orange Music Studio, στο West Orange, του New Jersey συμπεριλαμβάνει διάφορες όψεις της σύγχρονης ψαγμένης jazz και improv jazz.
Κατ’ αρχάς την αρχέγονη προσέγγιση της
Fujiwara, η οποία χειρίζεται ένα απολύτως φυσικό όργανο, με ήχο σπάνια διαπεραστικό, που είναι ικανός από μόνος του να σε μεταφέρει σε αλλόκοσμα τοπία. Δίπλα στην Ιαπωνίδα, θα τοποθετούσα και τον Rudolph με τα κρουστά του. Έπειτα είναι το ηλεκτρικό στοιχείο, που είναι πλουραλιστικό και που χοντρικά συνοψίζεται στις κιθάρες και το μπάσο, ακολουθεί το ηλεκτρονικό στοιχείο με τα σύνθια και τα εφφέ και τέλος έχουμε το πιο improv-jazz στοιχείο, που αντιπροσωπεύουν το σαξόφωνο, το κλαρινέτο και το φλάουτο.
Υπάρχει λοιπόν ο συγκερασμός όλων αυτών των επιμέρους μαζών, που γίνεται δημιουργικά και με σχέδιο και που επιτρέπει και την διαμόρφωση ενός αυθόρμητου και αυτοσχέδιου κλίματος από τη μια μεριά, μα και μια πιο ειδική και συγκεκριμένη καταβύθιση στον ήχο και τις παραγωγικές δυνατότητες κάθε οργάνου ξεχωριστά.
Έχεις έτσι την ευκαιρία ν’ ακούσεις τον Laswell να χειρίζεται ένα μυστήριο, «πειραγμένο» 8χορδο μπάσο, με ήχο απροσδιόριστο (κάτι ανάμεσα σε κλασικό bass guitar και σε κιθάρα), βεβαίως κάθε οργανοπαίκτη ξεχωριστά, που αντλεί από το όργανό του τυπικά και άτυπα timbre και οπωσδήποτε την Fujiwara, που τρυπάει με τα φυσήματά της στο shinobue, όλα τα επίπεδα της εγγραφής.
Το να πούμε πως έχουμε να κάνουμε μ’ έναν παράξενο έως και μοναδικό δίσκο σύγχρονής μουσικής είναι το πλέον προφανές.
Επαφή: https://defkaz.bandcamp.com/album/yuki-fujiwara-glass-colored-lily

Δευτέρα 11 Νοεμβρίου 2024

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 611

11/11/2024
Παύλος Φιλίππου... ένας σκηνοθέτης του ελληνικού σινεμά, τον οποίον τιμώ γράφοντας για τρεις ταινίες του (η μία είναι στο εξώφυλλο) στο "Cult Όψεις του Ελληνικού Κινηματογράφου" [LiFO Books, 2024], που κυκλοφορεί τώρα στα βιβλιοπωλεία...

9/11/2024
Η δική μου μεγάλη Πέμπτη ήταν η προηγούμενη (7 Νοεμβρίου 2024). Θα σας πω άλλη φορά γιατί...
https://www.youtube.com/watch?v=M-iYWKt_i9U

9/11/2024
Ο Καμπανέλλης μάγκες μου, εκεί στην ΕφΣυν, υπήρξε και στιχουργός – και μάλιστα διακεκριμένος. Δεν ήταν μόνο... θεατράνθρωπος, που σαν λέξη μου θυμίζει τον... βατραχάνθρωπο.
Εξάλλου ο συγκεκριμένος στίχος είναι από τραγούδι του Ξαρχάκου, το «Φίλοι κι αδέλφια», που είχε πει ο Ξυλούρης στο Μεγάλο μας Τσίρκο. Και να τον αποκαλέσεις στιχουργό τον Καμπανέλλη, όταν αναφέρεσαι σε τραγούδι του, και όχι... θεατράνθρωπο είναι «μια χαρά».
Το δε Καμπανέλλο... το προσπερνάω, καθότι εντάσσεται στην παράδοση των αγράμματων πολιτικών της «αριστεράς», από Τσίπρα και μετά (το Ιράν είναι αραβική χώρα, κάναμε στροφή 360 μοιρών, Ναόμι Κλάιν-Ναόμι Κάμπελ και άλλα αμέτρητα).
Εξάλλου να μην ξεχνάμε πως τέτοια λάθη (και χειρότερα), που έχουν σχέση με τον πολιτισμό, κάνουν αβέρτα και οι γραφιάδες του πολιτιστικού στα διάφορα μίντια... όχι οι πολιτικοί, που, τέλος πάντων, για άλλα προορίζονται.

9/11/2024
Το “Cult Όψεις του Ελληνικού Κινηματογράφου” [LiFO Books, 2024], που βρίσκεται τώρα στα κεντρικά βιβλιοπωλεία, δεν είναι ένα στενά κινηματογραφικό βιβλίο, υπό την έννοια πως οι αναφορές του είναι πολυποίκιλες. Λογοτεχνικές, κοινωνικές, πολιτικές, βεβαίως μουσικές, ευρύτερα καλλιτεχνικές (κινηματικές) και άλλα διάφορα. Η μουσική, δε, πρωταγωνιστεί σχεδόν σε κάθε κεφάλαιο.
Οι μουσικόφιλοι λοιπόν αξίζει να μπουν και σ’ αυτό το μικρό έξοδο, για να δουν κι άλλες διαστάσεις της μουσικής μας, από τα 50s έως και τα 80s, που σχετίζονται και με το ροκ, και με την τζαζ, και με το «έντεχνο», ακόμη και με την αραβική μουσική, το lounge κ.λπ., και να δουν πώς συμπλέκονται αυτές και με την εικόνα, αλλά και με άλλα ζητήματα (αισθητικά κ.λπ.)
Το βιβλίο ζει στον αστερισμό του σινεμά και της μουσικής ταυτόχρονα.

8/11/2024
Σήμερα, κανονικά, δεν αφήνουν παπούτσια στα μπαλκόνια...

8/11/2024
Άμα ακούτε φολκ να αγοράσετε, οπωσδήποτε, τις "Cult Όψεις του Ελληνικού Κινηματογράφου" [LiFO Books, 2024]... Τώρα και στα Public...

7/11/2024
Τίμιοι... (1979)

7/11/2024
Τρεις μέρες μαραθώνιος στην Αθήνα, επί Δούκα, με τα καντράν στις στάσεις των λεωφορείων να δείχνουν τα επόμενα στα 39 λεπτά και στα 44. Πού, στην Αθήνα, τρεις μέρες μαραθώνιος, όπου αν πέσει μια καρφίτσα στο κέντρο της πόλης, έτσι όπως έχει καταντήσει, γίνεται το μπάχαλο της αρκούδας.
Μπακογιάννης θα λέμε και θα κλαίμε...

7/11/2024
Τον Νίκο Μητρογιαννόπουλο τον γνωρίζω ως γραφιά αρκετά χρόνια, πολύ πριν γνωριστούμε και από κοντά και εκτιμώ όσα κάνει σε σχέση με το λαϊκό τραγούδι, τον κινηματογράφο, τις ερασιτεχνικές ταινίες, την ποίηση κ.λπ. Υπάρχει αναφορά στο όνομά του στο νέο βιβλίο μου «Cult Όψεις του Ελληνικού Κινηματογράφου» [LiFO Books, 2024] σε σχέση με την ταινία του Πάνου Κουτρουμπούση «Από Μπουζούκια σε Μπουζούκια» (1962), αλλά δεν του το είπα. Ο Νίκος πήγε από μόνος του και αγόρασε το βιβλίο, είδε την αναφορά και με ευχαρίστησε με αυτά τα πολύ τιμητικά, για μένα, λόγια.
>>Προτείνω το 2024 να θεωρηθεί, έστω στα τελειώματά του, έτος "Φώντα Τρούσα". Με δυο βιβλιάρες να εκδίδονται η μία σχεδόν μετά την άλλη πιστεύω πως άφησε το στίγμα του στα πολιτιστικά δρώμενα της χρονιάς (και όχι μόνο).
Υ.Γ. Φώντα, με συγκίνησε η αναφορά στην ταινία του Κουτρουμπούση (και του Δενέγρη). Δίνεις νόημα στα πράγματα.<<

Τον ευχαριστώ πολύ, λοιπόν, κι εγώ από εδώ. Η φωτό είναι δική του.

6/11/2024
Για τον μεγάλο ηλεκτρικό κιθαρίστα του λαϊκοδημοτικού (και συνθέτη επίσης, και τραγουδιστή) Κώστα Σούκα, που έφυγε σήμερα από τη ζωή, έχω γράψει και στο Δισκορυχείον και στο "Ραντεβού στο Κύτταρο", όπως το έχουμε πει ξανά... Στη μνήμη του...
https://www.youtube.com/watch?v=M6RQAVgH7ck

6/11/2024
Αυτό το περιοδικό, το «Πρόσωπα», το έχω αρκετά χρόνια κι επειδή τον τελευταίο καιρό το χρειάστηκα είπα να γράψω κάτι εδώ.
Το περιοδικό το έβγαζε η ποιήτρια και λογοτέχνιδα Νατάσα Χατζιδάκη (ή και Χατζιδάκι) (1946-2017) και πρέπει να τυπώθηκε μόλις ένα τεύχος, τον Μάρτιο-Απρίλιο του 1972. Στην Wikipedia και αλλού διαβάζεις πως η Χατζιδάκι συνεργαζόταν με το περιοδικό, αλλά στην πράξη δεν ήταν συνεργάτρια ήταν η εκδότρια.
Η ύλη του τεύχους είναι προχωρημένη, με θέματα για την πρωτοπορία, το Kammertheater του Zbigniew Stok, που είχε δώσει τότε (1972) παραστάσεις στην Αθήνα, την αμφισβήτηση και τους έλληνες ποιητές της, το πολιτικό σινεμά, την Angela Davis, τον James Baldwin, την California Newsreel του Σαν Φρανσίσκο, που ήταν μια κινηματογραφική έκφανση της αντικουλτούρας, ενώ στο εξώφυλλο βλέπουμε φωτογραφία από ταινία του Γκοντάρ, τον γάλλο ηθοποιό Laurent Terzieff κ.λπ. Σήμερα τέτοια περιοδικά έχει καθιερωθεί να τα λένε στην Ελλάδα “underground”, αν και η δική μου γνώμη είναι πως ο χαρακτηρισμός είναι τραβηγμένος.
Για την Νατάσα Χατζιδάκι είχα γράψει ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο στο LiFO. gr το 2017 (δείτε το στα σχόλια), παίρνοντας αφορμή από τον τότε θάνατό της. Το άρθρο είχε να κάνει με την δίκη του περιοδικού «Σήμα» (με Τάσο Φαληρέα, Πουλικάκο και άλλους, ως κατηγορούμενους).
Πριν από μερικά χρόνια αυτό το κείμενο μου το είχαν ζητήσει για να μπει σ’ ένα βιβλίο, που είχε ένα κόνσεπτ, μαζί με κείμενα άλλων (γνωστών) γραφιάδων. Το βιβλίο θα έβγαινε από μεγάλο εκδοτικό οίκο – και το να συμμετείχες σ’ εκείνον τον τόμο σού παρουσιαζόταν κάπως σαν τιμή. Τα πάντα είναι τιμή από τη στιγμή που ζητούν τη συμμετοχή σου σε κάτι (και λες πάντα «ευχαριστώ»), αλλά η τιμή χωρίς την οικονομική απολαβή είναι μισή.
Είχα ζητήσει να πληρωθώ μ’ ένα συμβολικό ποσό, θέλω να πω, για το συγκεκριμένο άρθρο, ώστε να το παραχωρούσα –καθώς θα το ξανακοιτούσα κιόλας– κι όταν μου είπαν πως δεν υπήρχε τέτοια πρόβλεψη από τον εκδοτικό οίκο αρνήθηκα να το δώσω. Φυσικά, το βιβλίο κυκλοφόρησε χωρίς το δικό μου κείμενο μέσα.
Μου έχουν ζητήσει κι άλλες φορές κείμενα, για διάφορα θέματα. Πάντα αρνούμαι, όταν δεν συζητείται το θέμα της αμοιβής. Είναι άλλο να βοηθήσεις, αν έχεις χρόνο, έναν ερασιτέχνη φανζινά (κάτι που έχω κάνει κάμποσες φορές) και άλλο να παραχωρείς τζάμπα ό,τι σου ζητάνε. Δεν γράφουμε για την ψυχή της μανούλας μας, ούτε για να σκοτώνουμε την ώρα μας, γράφουμε επειδή αυτή είναι η δουλειά μας.

6/11/2024
Γιατί κέρδισε ο Τραμπ; Άμεση ανάλυση... Γιώργος Κατσαρός...

SARA SERPA ένα jazz-avant άλμπουμ με θέμα την μετανάστευση

Η Πορτογαλίδα Sara Serpa –μία από τις πιο σημαντικές συνθέτριες, βοκαλίστριες-τραγουδίστριες της σύγχρονης jazz–, που ζει και εργάζεται την τελευταία 20ετία στις ΗΠΑ, έχει κάθε φορά και κάτι καινούριο να προτείνει. Στο δισκορυχείον έχουμε reviews για πολλά άλμπουμ της (όποιος γράψει το όνομά της στο search του blog θα τα βρει), κάθε ένα εκ των οποίων είναι κι ένας ξεχωριστός «κόσμος».
Στο πιο νέο CD της, που αποκαλείται “Encounters & Collisions” [Biophilia Records, 2024], η Serpa (φωνή, συνθέσεις, στίχοι, ιστορίες, ζωγραφιές) συνεργάζεται με την σαξοφωνίστρια Ingrid Laubrock, την πιανίστρια Angelica Sanchez και τον τσελίστα Erik Friedlander, προκειμένου να παρουσιάσει το νέο concept της, που χοντρικά, και για άλλη μια φορά, έχει να κάνει με την μετανάστευση. Με την διαφορά πως αυτή τη φορά η Serpa είναι στο κέντρο της αφήγησης, καθώς μιλά για τον εαυτό της.
Έχουμε, λοιπόν, ένα εντελώς αυτοβιογραφικό άλμπουμ στη συγκεκριμένη περίπτωση, που αφορά την πορτογαλίδα καλλιτέχνιδα σε κάθε διάστασή του.
Τα θέματα που αναπτύσσονται από την Serpa, καθώς το άλμπουμ της προχωρά στο χρόνο, έχουν να κάνουν με ιστορίες που περιστρέφονται γύρω από την αναζήτηση της νέας, ή μιας νέας, πατρίδας και που, ειδικότερα, μπορεί να αφορούν την οικογένεια, τη μητρότητα, την απώλεια, τον τρόπο αντιμετώπισης του μετανάστη από τις κρατικές υπηρεσίες (για την έκδοση χαρτιών ας πούμε) και βεβαίως την Τέχνη. Φυσικά, όλα τούτα αποκτούν άλλες διαστάσεις, όταν το πρόσωπο που συνθέτει, τραγουδά, αφηγείται και εικονογραφεί (το λέμε, γιατί μια συλλογή χειροποίητων εικονογραφήσεων της
Serpa σε στυλ κόμικ είναι επίσης διαθέσιμες για αγορά μέσω του σάιτ της Biophilia) περιγράφει τις σχετικές εμπειρίες του, όπως εκείνο τις έχει βιώσει – κάτι που σημαίνει πως το “Encounters & Collisions” μετατρέπεται, αίφνης, σ’ ένα ντοκουμέντο.
Περαιτέρω, και από μουσικής άποψης, εδώ έχουμε ένα είδος avant-jazz, με τραγούδια, βοκαλισμούς και αφηγήσεις, με τρεις αναγνωρισμένους σολίστες-σολίστριες (Laubrock, Sanchez, Friedlander) να προσδίδουν «άλλη» βαρύτητα στο ακρόαμα, που εξελίσσεται πάντοτε συμβατά με το είδος αυτό των πολυσήμαντων δίσκων, που αρέσκεται να κάνει η Sara Serpa.
Επαφή: www.saraserpa.com

Κυριακή 10 Νοεμβρίου 2024

ΘΑΝΑΣΗΣ ΒΑΛΤΙΝΟΣ η νουβέλα «Η Κάθοδος των Εννιά» του διακεκριμένου συγγραφέα – και η βραβευμένη μεταφορά της στον κινηματογράφο, το 1984, από τον Χρίστο Σιοπαχά

Το βιβλίο
«Η Κάθοδος των Εννιά» είναι ένα από τα πιο διάσημα λογοτεχνικά έργα του Θανάση Βαλτινού – του διακεκριμένου συγγραφέα και σεναριογράφου, που έφυγε από τη ζωή στις 30 του περασμένου Οκτωβρίου, στα 91 χρόνια του.
Η νουβέλα, γραμμένη το 1959, θα δημοσιευόταν για πρώτη φορά στο περιοδικό «Εποχές» [τεύχος #5, Σεπτέμβριος 1963], με εικονογράφηση από τον Δημήτρη Μυταρά. Ο Βαλτινός ήταν τότε 30 ετών, δεν είχε κυκλοφορήσει ακόμη κάποιο βιβλίο –αυτό θα συνέβαινε σχεδόν μια δεκαετία  αργότερα–, έχοντας στην πενιχρή έως τότε εργογραφία του μόλις δύο διηγήματα («Κατακαλόκαιρο», «Αύγουστος ’48»), δημοσιευμένα σ’ ένα άλλο περιοδικό της εποχής, στο γνωστό μας «Ο Ταχυδρόμος», το 1958 και το 1960 αντιστοίχως.
Οι «Εποχές» ήταν ένα σοβαρό, φιλελεύθερο και κάπως ακαδημαϊκό έντυπο, με λίγες φωτογραφίες. Μια «μηνιαία έκδοση πνευματικού προβληματισμού και γενικής παιδείας», όπως διάβαζες στο εξώφυλλο, που είχε για εκδότη τον Χ.Δ. Λαμπράκη και για διευθυντή τον καταξιωμένο λογοτέχνη Άγγελο Τερζάκη.
Το περιοδικό ήταν ανοιχτό σε απόψεις, έχοντας φιλοευρωπαϊκό και φιλοδυτικό προσανατολισμό, ασκούσε ευπρεπή κριτική στα κομμουνιστικά καθεστώτα (ενταγμένη στη λογική του «ψυχρού πολέμου»), διέθετε κατά καιρούς στήλες και για καλλιτεχνικά θέματα (σχετικές με τη μουσική, τον κινηματογράφο ή τα εικαστικά), αλλά το βασικό μενού του ήταν η καταγραφή και η ανάπτυξη των ιδεών. Δεν θα έλεγα η «πάλη των ιδεών», γιατί το ύφος του περιοδικού δεν επέτρεπε τον οξύ λόγο ή διάλογο. Εκεί δημοσιεύεται για πρώτη φορά «Η Κάθοδος των Εννιά», κάτι που ίσως παραξενεύει εκ πρώτης (και εξαιτίας του θέματός της και λόγω της γλώσσας της). Το λέω, γιατί θα ήταν ενδεχομένως πιο ταιριαστή η δημοσίευση τής «Καθόδου» στο γνωστό περιοδικό της Αριστεράς, εκείνων των ετών, την «Επιθεώρηση Τέχνης».
Θα μπορούσε, όμως, να δημοσιευθεί εκεί; Δύσκολα. Η «Κάθοδος των Εννιά» είναι ένα αφήγημα, που περιγράφει, σε πρώτο πλάνο, την ήττα της Αριστεράς στον Εμφύλιο. Είναι μια μάχη, που δίνεται με άνισους όρους, και γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο η έκβασή της είναι προκαθορισμένη. Είναι μια χαμένη μάχη στο πεδίο του πολέμου, αλλά όχι αναγκαστικά χαμένη στο πεδίο των ιδεών, για όποιον θα κατόρθωνε να επιβιώσει – αν και τούτο μοιάζει περισσότερο με ευχολόγιο, αφού ο συγγραφέας δεν ενδιαφέρεται να δώσει, ο ίδιος, μια συγκεκριμένη απάντηση. Πάντως, σίγουρα, δεν έχουμε να κάνουμε μ’ ένα απαισιόδοξο κείμενο, παρότι θα χρειάζονταν δύναμη και καλή διάθεση, για να το έβλεπαν μ’ αυτό το μάτι οι αριστεροί της εποχής.
Ήδη από τις πρώτες γραμμές της νουβέλας του Βαλτινού αντιλαμβάνεσαι πως έχεις να κάνεις με μια ιστορία από τα χρόνια του Εμφυλίου. Και όντως, αφού τα γεγονότα διαδραματίζονται το καλοκαίρι του ’49, όταν μια ομάδα ξεκομμένων και αποδεκατισμένων ανταρτών, επιχειρεί να διαφύγει από τον κλοιό του εθνικού στρατού, των παραστρατιωτικών οργανώσεων (Μάυδες) και των οπλισμένων χωρικών, που είναι όλοι εναντίον τους (ένα λεπτό σημείο, πάνω στο οποίο μπορεί να γίνει μεγάλη συζήτηση), μέσα από τα βουνά της βόρειας Λακωνίας (και της νότιας Αρκαδίας), οδεύοντας προς το Άστρος μάλλον, κάπου προς τη θάλασσα δηλαδή (γι’ αυτό και «κάθοδος»). Την ιστορία την διηγείται ο 18χρονος Νάσιος, ο μόνος από τους εννιά αντάρτες που θα σωζόταν τελικά. Τώρα, γιατί θα σωζόταν μόνο ένα 18χρονο παιδί, από την ομάδα των εννιά, είναι μάλλον προφανές. Σώζεται κατά μίαν έννοια ο... λιγότερο αμαρτωλός και αυτός που έχει το μέλλον μπροστά του.
Ο ρυθμός, που έχει προσδώσει ο Βαλτινός στην αφήγησή του είναι γοργός, φρενήρης σχεδόν, με τη γλώσσα να σπαρταράει –να είναι πολύ ζωντανή, εννοώ, γεμάτη με ιδιωματικά στοιχεία– και με τους «κοφτούς» διαλόγους να επιτείνουν αυτή την αίσθηση του άμεσου και του αναπόφευκτου. Το λέω, γιατί πάντα περιμένεις κάτι μοιραίο να συμβεί. Και πάντα κάτι συμβαίνει.
Οι σχέσεις ανάμεσα στους αντάρτες περιγράφονται με τα εντελώς απαραίτητα λόγια, καθώς η λιτότητα στην αφήγηση πάει παράλληλα με την ξέρα και την άπνοια του ηλιοκαμένου τοπίου, ενώ με ευδιάκριτες και πάντα σκληρές γραμμές αντιμετωπίζονται και τα διάφορα περιστατικά με τους υπόλοιπους ανθρώπους, με τους οποίους έρχονται σε επαφή οι κυνηγημένοι. Ο Βαλτινός δεν ενδιαφέρεται να εντυπωσιάσει τον αναγνώστη ωραιοποιώντας πρόσωπα και καταστάσεις ή μεγεθύνοντας πάθη και αδυναμίες. Η διάθεσή του είναι εντελώς αντιηρωική, διαποτισμένη από την αγριάδα του χώρου, που συγχρόνως περιγράφει.
Είναι προφανές το γεγονός πως ο συγγραφέας, σ’ ένα πρώτο επίπεδο, δεν παίρνει το μέρος κάποιας παράταξης (είτε του δημοκρατικού στρατού είτε του εθνικού), και πως από το αφήγημά του απουσιάζει παντελώς το ιδεολογικό περίβλημα. Βεβαίως, η μη-θέση μπορεί να σημαίνει «θέση», για τους ιδεολόγους της μιας ή της άλλης πλευράς, κάτι που, οπωσδήποτε, είχε κατά νου ο συγγραφέας – και γι’ αυτό το λόγο, υποθέτω, θα επέλεγε, για τη δημοσίευση της ιστορίας του, όχι ένα στρατευμένο, μα ένα «ψύχραιμο» έντυπο σαν τις «Εποχές», που εκινείτο, χοντρικά, προς το πολιτικό κέντρο.
Το διήγημα, η νουβέλα τέλος πάντων, έκανε μικρή εντύπωση στην εποχή της (σίγουρα η Αριστερά δεν θα ’χε κάποιον ιδιαίτερο λόγο, για να την προβάλλει και να την «επικοινωνήσει») και θα ξεχνιόταν σύντομα – και επειδή ο Βαλτινός είχε ήδη μπλέξει με την συγγραφή σεναρίων για τον κινηματογράφο. (Θέλω να πω πως δεν ενδιέφερε και τον ίδιον να χριστεί στενά «αριστερός συγγραφέας», αφού τέτοιος, εδώ που τα λέμε, δεν υπήρξε ποτέ). Το (σεναριακό) ξεκίνημά του, εν τω μεταξύ, είχε γίνει με μια πρωτόλεια αστυνομική ταινία, την «Ενώ Σφύριζε το Τραίνο» (1961) των Ιάσονα Χαραλαμπόπουλου-Νίκου Χατζηθανάση, με τον Λυκούργο Καλλέργη και τον Στέφανο Ληναίο, για να ακολουθήσει το σενάριο για την (χαμένη μάλλον) πολεμική περιπέτεια του Τρέντυ Ρουμανά «Επιχείρησις “Δούρειος Ίππος”» (1966), με τους Πέτρο Φυσσούν, Γιάννη Βόγλη και Ανέστη Βλάχο, πριν ξεκινήσει η μακριά συνεργασία τού συγγραφέα με τον Θόδωρο Αγγελόπουλο, αρχής γενομένης με την «Αναπαράσταση» (1970).
 
Η συνέχεια εδώ...
https://www.lifo.gr/culture/cinema/i-kathodos-ton-ennia-i-diasimi-noybela-toy-thanasi-baltinoy

Σάββατο 9 Νοεμβρίου 2024

ANDREW HILL SEXTET PLUS 10 μια σπουδαία επανέκδοση

Όπως μαρτυρά και ο τίτλος του διπλού αυτού CD (λόγω της λέξης “revisited”) εδώ έχουμε μια επανέκδοση ενός φοβερού άλμπουμ του σπουδαίου πιανίστα, συνθέτη και ενορχηστρωτή της jazz Andrew Hill (1931-2007) – του “A Beautiful Day”, που είχε κυκλοφορήσει από την Palmetto Records το 2002.
Στο διάστημα 24-26 Ιανουαρίου του ’02 ο Hill, μ’ αυτές τις τεράστιες μπάντες του (κυριολεκτικώς και μεταφορικώς), είχε βρεθεί στο Birdland της Νέας Υόρκης, κι είχε ηχογραφηθεί live. Εκείνη η εγγραφή θα αποτυπωνόταν, τότε, σ’ ένα απλό CD οκτώ κομματιών, ενώ η τωρινή επανέκδοση σε 2CD (και σε triple folded all paper sleeve) περιέχει κι ένα κομμάτι επιπλέον, όπως και διάφορες άλλες μικρο-προσθήκες σε έτερα tracks (που είχαν αφαιρεθεί, οι μικρο-προσθήκες, από την παλαιά έκδοση). Τέλος πάντων αυτό που συμβαίνει εδώ θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί και ως μία εκ των επανεκδόσεων της χρονιάς – και, πιστέψτε με, δεν είναι καθόλου υπερβολικό κάτι τέτοιο.
Δεν ξέρω, αλλά έχω την αίσθηση πως αυτός ο φοβερός μουσικός, ο Andrew Hill, είναι κάπως υποτιμημένος στο ευρύτερο jazz circuit. Φυσικά, οι σκληροί jazz fans τον γνωρίζουν και ξέρουν πολύ καλά τι έπραξε στην μακριά διαδρομή του, όμως ευρύτερα το όνομά του δεν παίζει στην πρώτη γραμμή. Μεγάλη αδικία, οπωσδήποτε, για ένα μουσικό με σπάνιας ποιότητας πρωτότυπο υλικό και μάλιστα απλωμένο σε πολλές δεκαετίες.
Να όπως σ’ αυτό το live από το Birdland, στο οποίο ο Hill θα εμφανιζόταν όχι μόνο με το σεξτέτο του (Andrew Hill πιάνο, Scott Colley μπάσο, Nasheet Waits ντραμς, Marty Ehrlich άλτο, κλαρίνο, μπάσο κλαρίνο, φλάουτο, Greg Tardy τενόρο, κλαρίνο, μπάσο κλαρίνο, Ron Horton τρομπέτα), μα και με δέκα ακόμη μουσικούς προσθετικά, που θα συνεισέφεραν σε σαξόφωνα, φλάουτα, κλαρίνα, τρομπέτες, τρομπόνια και τούμπα.
Λέμε, με άλλα λόγια, για δέκα έξι ανθρώπους επί σκηνής, που θα ερμήνευαν οκτώ συνθέσεις του Hill. Οκτώ καταγράφονταν στο CD του 2002, ενώ στο τωρινό 2CD “A Beautiful Day, Revisited” [Palmetto Records, 2024] είναι εννέα, καθώς μία, η “A beautiful day”, ακούγεται σε δύο εκδοχές, την παλαιότερη 12λεπτη και την ανέκδοτη 16λεπτη. Προφανώς ο Hill είχε παρουσιάσει εκείνες τις μέρες, στο Birdland, αλλαγμένη τη σύνθεσή του – και αυτό οπωσδήποτε έχει την αξία που έχει. Να βλέπεις, δηλαδή, έναν συνθέτη και τους μουσικούς του να δίνουν, από μέρα σε μέρα, διαφορετικές εκδοχές της ίδιας σύνθεσης. Εντάξει, αυτός είναι κι ένας ορισμός της jazz, αλλά είναι άλλο να το λες έτσι θεωρητικά, και άλλο να το ακούς στην ίδια έκδοση.
Τώρα τι να πει κανείς, γι’ αυτό το υλικό; Απλώς θαυμάζεις το συνθετικό τάλαντο του ανθρώπου, το πώς διαχειρίζεται το χρόνο σε μεσαίες και μεγάλες (σε διάρκεια) συνθέσεις, πώς αναπτύσσει το υλικό του και πώς αντιμετωπίζει τις διάφορες αλλαγές, πώς δημιουργεί τις «αφορμές» για τους σολίστες του, πώς μετράει τις συνομιλίες και τα σόλι, και πώς διαμορφώνει εν τέλει έναν δικό του ηχητικό κόσμο, πάντα μέσα στο τζαζ περιβάλλον (καταγράφοντας, συμπυκνωμένα, όλη την ιστορία της jazz), δημιουργώντας ένα εκτός ελέγχου φαινομενικώς, αλλά απολύτως υπό τον έλεγχό, του jazz-avant πλαίσιο, που ανά στιγμές (στις κορυφώσεις του) έχει τον τρόπο να σε απογειώνει.
Σπουδαίος δίσκος!
Επαφή: www.palmetto-records.com

Παρασκευή 8 Νοεμβρίου 2024

LENGLET / BODART / BRAMNK ένα ιδιαίτερο improv-trio

Ένα ιδιαίτερο improv-trio έχουμε εδώ, το οποίον αποτελούν οι Philippe Lenglet ακουστική κιθάρα, εφφέ, διάφορα αντικείμενα, Samuel Bodart διάφορα τύμπανα, κύμβαλα, ποικίλα άλλα κρουστά, structures sonores Baschet και Falter Bramnk προετοιμασμένο πιάνο, αντικείμενα.
Από τα όργανα και μόνον γίνεται αντιληπτό πως εδώ έχουμε να κάνουμε με κάτι αυθόρμητο, που καταγράφεται live – και όντως έτσι είναι. (Μπορεί αυτό να συμβαίνει σε στούντιο, αλλά δεν παύει να είναι live). Οι μουσικοί, που ανήκουν χοντρικώς στην γαλλική σκηνή, δεν είναι «χθεσινοί» φυσικά. Έχουν πολλά χιλιόμετρα στο χώρο του improv, γνωρίζονται από χρόνια, αλλά δεν είχαν ποτέ την ευκαιρία να παίξουν και οι τρεις μαζί, και βεβαίως να ηχογραφήσουν.
Το κάνουν τώρα... και μπράβο τους, εδώ που τα λέμε, γιατί αυτό που μας προτείνουν, στο άλμπουμ Lhumeur des non jours [Circum-Disc, 2024], είναι πρώτης τάξεως για το είδος ή και πέρα απ’ αυτό.
Το σετ του γκρουπ, που αποτελείται από εννέα tracks, μικρής, μέσης και μεγαλύτερης διάρκειας (από 1:39 έως 9:30) έχει απ’ όλων των ειδών τις φάσεις. Και χαμηλής έντασης και υπαινικτικού προφίλ, αλλά και περισσότερο έντονες, που διαθέτουν και μιαν αφηγηματικότητα, παραλλήλως, στην εξέλιξή τους (όπως συμβαίνει με το “Pleusieurs heures” για παράδειγμα), η οποία πάει κόντρα, ας το πω έτσι, στο εικονοκλαστικό μοντέλο αυτών των μουσικών.
Φυσικά, υπάρχουν και τα περισσότερο abstract κομμάτια εδώ, κι εκείνα που μοιάζουν ηχητικώς πιο... ξεχαρβαλωμένα (όπως συμβαίνει με το “Intimisation”), χωρίς ποτέ, αυτό που ακούμε, να παρεκκλίνει προς τον αυτοσκοπό.
Δεν παίζουν για να παίζουν οι Lenglet, Bodart και Bramnk. Μπορεί αυτό που βγαίνει προς τα έξω να είναι ή να φαίνεται τυχαίο, αλλά στην πράξη έχουμε να κάνουμε με μια μουσική που, ως κατασκευή, πέρα από το αυτονόητο ενδιαφέρον της, προκαλεί και συναισθηματικές διακυμάνσεις ή και αναταράξεις.
Επαφή: www.circum-disc.com

Πέμπτη 7 Νοεμβρίου 2024

BEN SOLOMON και NETA RAANAN δύο τζαζ άλμπουμ της Giant Step Arts

BEN SOLOMON: Echolocation [Giant Step Arts, 2024]
Γνωστός κυρίως μέσα από τις συνεργασίες του με τον τρομπετίστα Wallace Roney, ο τενόρο σαξοφωνίστας Ben Solomon έχει τώρα ένα προσωπικό CD –με τον ίδιο ως leader ενός κουαρτέτου–, που αποκαλείται “Echolocation”. Το άλμπουμ αυτό είναι ζωντανά ηχογραφημένο στο κλαμπ Ornithology του Brooklyn, στις 13 Δεκεμβρίου του 2023, και βρίσκει τον Solomon να συνεργάζεται με τους Davis Whitfield πιάνο, Rashaan Carter μπάσο και Kush Abadey ντραμς. Έχουμε λοιπόν ένα κλασικού τύπου τζαζ κουαρτέτο, που ηχογραφεί για την γνωστή μας Giant Step Arts του φωτογράφου και παραγωγού Jimmy Katz.
Το βασικό που πρέπει να σημειωθεί για το “Echolocation” έχει να κάνει με τον τρόπο που είναι φτιαγμένο, ώστε να μπορεί να συνεπάρει το ακροατήριο, σ’ ένα τζαζ κλαμπ – και μάλιστα από την αρχή. Δεν ξέρω αν έχει γίνει κάποιου είδους επιλογή (μάλλον) και ανακατανομή των tracks, που καταγράφονται εδώ –τα οποία είναι οκτώ κι έχουν όλες τις διάρκειες, από μικρές και μεσαίες έως μεγαλύτερες–, εκείνο που ξέρω, δηλαδή που ακούω, είναι η συνέπεια της ηχογράφησης, η οποία έχει τον τρόπο να σε ξεσηκώνει.
Ο τρόπος του Solomon είναι βασικά ο «κολτρεϊνικός». Υπάρχει, με άλλα λόγια, διάσπαρτο το πνεύμα του Trane εδώ, σχεδόν σε όλα τα κομμάτια, όπως φερ’ ειπείν στο “Scene change” εκεί στη μέση της διαδρομής, και κυρίως στο έσχατο “Willowisp”, που είναι μια πολύ δυνατή version της σύνθεσης του Manuel de Falla. Είναι το δεκάλεπτο κομμάτι που κλείνει τον δίσκο –η μοναδική διασκευή στο set– και η οποία δημιουργεί, εκεί στο τέλος, μια έξτρα συναισθηματική πληρότητα στον ακροατή. Και δεν είναι μόνο τα φυσήματα του Solomon, είναι και το επίσης ουσιαστικό παίξιμο του πιανίστα Whitfield, που έχει τον τρόπο να συνδιαλέγεται ιδανικά με το τενόρο.
Φυσικά, μια τέτοια επικοινωνία ανάμεσα στα δύο σολιστικά όργανα θα ήταν μισή, χωρίς τη δύναμη που προσδίδει στον ήχο του κουαρτέτου το ρυθμικό τμήμα, που είναι επίσης εντυπωσιακό, με συνεχή breaks, κρατήματα και αλλαγές, και που παίζει συνεχώς με τρομερή ενάργεια.
NETA RAANAN: Unforeseen Blossom [Giant Step Arts, 2024]
Επίσης ζωντανά ηχογραφημένη, στο Bar Bayeux, στο Brooklyn της Νέας Υόρκης, τον Απρίλιο του 2023, είναι και η τενόρο σαξοφωνίστρια Neta Raanan, με το κουαρτέτο της (δηλαδή τους Joel Ross βιμπράφωνο, Simón Willson μπάσο και Kayvon Gordon ντραμς).
Η Raanan, όπως η ίδια σημειώνει, είναι επηρεασμένη από μια παλαιά γενιά σαξοφωνιστών που θα έγραφαν το αλφαβητάρι του τενόρου σαξοφώνου, όπως είναι οι Coleman Hawkins, Lester Young και Ben Webster, και πάνω στην παράδοση και τους τόνους αυτών κινείται στο εν λόγω live της, που αποκαλείται “Unforeseen Blossom” και που περιλαμβάνει επτά δικές τη συνθέσεις, από 8λεπτες έως 12λεπτες.
Ξεκίνημα με την μπαλάντα (στην αρχή τουλάχιστον) “Violet”, που τάχιστα εξελίσσεται σ’ ένα όλο δύναμη και ταχύτητα bop, για να ακολουθήσει το καταπληκτικό “Blue Jay”, με έξοχη χρήση κρουστών (ντραμς, βιμπράφωνο) στο ξεκίνημα, μετρημένα γεμίσματα από το τενόρο και εν συνεχεία ατελείωτες συνομιλίες ανάμεσα στα δύο κύρια σολιστικά όργανα, πριν ολοκληρωθεί ένα πρώτο μέρος με το αργό και τεχνικά άψογο “Unforeseen blossom”.
Η συνέχεια είναι εξίσου ενδιαφέρουσα, αν συζητάμε για την ωραία μελωδία του “Mountain voice”, που απλώνεται πάνω από το πλήρους παλμού ρυθμικό τμήμα, με το “Melt” να προσφέρει απλές συγκινήσεις, καθώς το βιμπράφωνο του Ross παίρνει πάνω του τη σύνθεση στο μεγαλύτερο μέρος της, πριν από το γεμάτο συναισθηματισμό κλείσιμο της Raanan.
To Unforeseen Blossom” θα ολοκληρωθεί με το περίπου 11λεπτο “CY”, ένα μάλλον παράξενο κομμάτι, κάπως ελεγειακό μπροστά, όσον αφορά τη μελωδική γραμμή του, που δονείται, όμως, από ένα ρυθμικό τμήμα γεμάτο από (ρυθμικές) εκπλήξεις. 

Τετάρτη 6 Νοεμβρίου 2024

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 610

6/11/2024
Τη φωτογραφία μου την έστειλε ο φίλος Θανάσης Ευθυμίου του βιβλιοπωλείου Αναγνώστης από τα Γιάννενα. Δυνατή βιτρίνα!
Το «Cult Όψεις του Ελληνικού Κινηματογράφου» [LiFO Books, 2024] βρίσκεται πλέον και στην πρωτεύουσα της Ηπείρου, μαζί με το «Ραντεβού στο Κύτταρο» [Όγδοο, 2024] και μαζί με τα υπόλοιπα μουσικά βιβλία, για κάποια εκ των οποίων (εκείνο για τους Cramps και το The Free Musics) έχω ήδη γράψει κριτικές στο blog, ενώ για τον «εξωτισμό» θα γράψω τις προσεχείς ημέρες. Οι αυτοβιογραφίες, σαν αναγνώστη, δεν με πολυ-ενδιαφέρουν... αν και τον Philip Glass τον εκτιμώ σαν συνθέτη... 

5/11/2024
Όποιος έχει βαδίσει στο δεξιό πεζοδρόμιο της Βασιλίσσης Σοφίας, κατεβαίνοντας προς Σύνταγμα, εκεί μετά τη Ρηγίλλης, κάπου θα δει, αν το μάτι του γυρνάει, μια ταμπελίτσα, η οποία γράφει... εδώ έζησε ο ποιητής Νίκος Φωκάς ή κάτι τέτοιο... 

4/11/2024
Το μεσημέρι άκουγα συνέχεια Quincy Jones, εννοώ δικές του συνθέσεις, από δικούς του δίσκους. Έριξα στο πλατώ, μετά από πολλά χρόνια, και το σάουντρακ από τον «Ενεχυροδανειστή», και το απόλαυσα για ακόμη μια φορά. Πιο μετά άκουσα κάτι φοβερά αβάντ-ροκ από Δανία και Ολλανδία, και τώρα που νύχτωσε για τα καλά τίποτα άλλο δεν μπορεί να με φέρει στα ίσα από ένα γερό λαϊκό – απ’ αυτά της β εθνικής.
«Η ζωή μάς κυβερνάει, και μας πάει όπου πάει / κι αν μας δέρνει μ’ αλυσίδες, καν’ τα στήθια σου ασπίδες».
Τι ωραία λόγια ρε φίλε, και τι υποτιμημένη τραγουδάρα!
https://www.youtube.com/watch?v=rnWFu-uaIDc

4/11/2024
"Cult Όψεις του Ελληνικού Κινηματογράφου" [LiFO Books, 2024] και "Εφιάλτης" - μία ξεχωριστή προσέγγιση...
[το βιβλίο το προμηθεύεστε από το e-shop της LiFO, από το βιβλιοπωλείο Πολιτεία και απ' όπου αλλού στην πορεία]

2/11/2024
Το νέο βιβλίο μου "Cult Όψεις του Ελληνικού Κινηματογράφου" [LiFO Books, 2024] και από το e-shop της LiFO και από το βιβλιοπωλείο Πολιτεία και απ' όπου αλλού στην πορεία...

[από το οπισθόφυλλο του βιβλίου]

1/11/2024
Φωνάρα η Χαρά. Από τις καλύτερες της εποχής, στις επανεκτελέσεις των ρεμπέτικων. Διάφορες, που έκαναν όνομα εκείνα τα χρόνια, ήταν κατώτερές της...
https://www.youtube.com/watch?v=6meLJ-vKj1c

1/11/2024
Το "Cult Όψεις του Ελληνικού Κινηματογράφου" [LiFO Books, 2024] υπάρχει ήδη στο βιβλιοπωλείο Πολιτεία (για τους φίλους και τις φίλες από την Αθήνα), ενώ σταδιακά, τις επόμενες μέρες. θα υπάρχει παντού.
Φυσικά γράφω και για το Dead End, ανάμεσα, την ταινία του Όμηρου Ευστρατιάδη με τον Udo Kier και την Μπέττυ Αρβανίτη...

1/11/2024
O Enrico Pieranunzi είναι από ’κείνους τους ιταλούς πιανίστες, που επιχείρησαν ήδη από τα χρόνια του ’70 να συνδέσουν την jazz με την «κλασική» (ok, δεν ήταν ο πρώτος), αλλά και με τη «μουσική δωματίου» (άκου π.χ. το LP του στη σειρά Jazz Α Confronto της Horo από το 1975), δημιουργώντας ένα νέο είδος (ας το πούμε έτσι), με σαφή «μεσογειακά» χαρακτηριστικά. Ανοικτές μελωδίες, αρμονικό φινίρισμα, ήπιοι τόνοι, αφηγηματικότητα, ονειροπόληση… μια jazz, εν πάση περιπτώσει, με τονισμένο το ευρωπαϊκό της στοιχείο (και όχι το blues).
Με δεκάδες δίσκους και συνεργασίες (από τον Lee Konitz και τον Chet Baker, μέχρι τον Charlie Haden και τον Ennio Morricone) και με εγγραφές για διάφορα, ιστορικά ιταλικά labels (μεταξύ αυτών η Soul Note, η Philology, η EGEA και η CAM Jazz), ο Pieranunzi έχει τον τρόπο να προτείνει πάντα μια «ευγενή» αντιμετώπιση της jazz, τόσο μέσα από τις συνθέσεις του, όσο και μέσω των αυτοσχεδιασμών του.
Με δεκάδες δίσκους, ως leader, και με πολυάριθμες συνεργασίες, ο Enrico Pieranuzi έρχεται στην Αθήνα με το τρίο του (Luca Bulgarelli κοντραμπάσο, Mauro Beggio ντραμς) για μία κυριολεκτικά και μεταφορικά μοναδική εμφάνιση.
[αύριο στον Παρνασσό]
https://diskoryxeion.blogspot.com/2021/04/enrico-pieranunzi-bert-joris.html

31/10/2024
Να τ’ ακούσουν αυτά παράωρα σε τίποτα halloween πάρτυ, δεν θα ξέρουν πού να κρυφτούν...
https://www.youtube.com/watch?v=1II8FtvnunU

31/10/2024
Όταν έγραψα για πρώτη φορά για τον «Φόβο» του Κώστα Μανουσάκη, το 2009, η ταινία δεν είχε την πρωτεύουσα θέση που έχει σήμερα μεταξύ των σινεφίλ. Θέλω να πω πως σημασία δεν έχει μόνο το τι λες, αλλά και πότε το λες... Φυσικά, «Ο Φόβος» δεν θα μπορούσε να απουσιάζει από τις «Cult Όψεις του Ελληνικού κινηματογράφου» [LiFO Books, 2024].
Το βιβλίο το βρίσκετε εδώ...
https://www.lifoshop.gr/product/cult-opseis-toy-ellinikoy-kinimatografoy/

31/10/2024
To Jazz Fest Black Box συνεχίζεται και ολοκληρώνεται σήμερα Πέμπτη, 31 Οκτωβρίου 2024 με Νάσια Γκόφα & The Jazz Tales, συν Milli Janatkova & Štěpán Škoch: In Rhythm και αύριο Παρασκευή, 1η Νοεμβρίου 2024 με Δημήτρης Τσάκας Trio feat. Αναστασία Κωνσταντινίδου και Ειρήνη Κωνσταντινίδη Quintet. Πάντα στον φιλολογικό σύλλογο "Παρνασσός" και πάντα στις 8:30.

31/10/2024
Η πρώτη έκδοση σε βιβλίο, από το 1976. Θα τα πούμε αναλυτικά κάποια στιγμή... Θανάσης Βαλτινός εν ειρήνη...

THE COMBINARIES PROJECT ft. STATHIS CHOULIARIS, BLUES BASH δύο νέα ελληνικά συγκροτήματα

Από τον ντράμερ Στυλιανό Γαβριηλίδη (Les Skartoi κ.λπ.) έφθασαν στα χέρια μου δύο νέα ηχογραφήματα, για τα οποία γράφω τώρα κάποια λόγια...
THE
COMBINARIES PROJECT ft. STATHIS CHOULIARIS: The Sumerian Tablet [Private Pressing, 2024]
Το Combinaries Project είναι ένα prog-fusion σχήμα, το οποίο αποτελούν οι Δημήτρης Αντωνόπουλος ηλεκτρικό μπάσο, Στυλιανός Γαβριηλίδης ντραμς, κρουστά και Στάθης Χούλιαρης ηλεκτρικές & ακουστικές κιθάρες, κρουστά και ενορχηστρώσεις. Αυτό το σχήμα με την προσθήκη και του Άκη Κασκάνη σε ηλεκτρικό μπάσο σ’ ένα track παραδίδει τώρα ένα 4-tracks CD, ένα EP δηλαδή, «τυλιγμένο» σε ωραία σχεδιασμένο digipak και με αρκετά καλή ηχογράφηση-παραγωγή.
Όπως διαβάζουμε «εντός» εδώ υπάρχει concept (θεωρητικό) και αυτό έχει να κάνει με το βιβλίο του Zecharia Sitchin The 12th Planet (The Earth Chronicles)”, που έχει (παρα)επιστημονικό και επιστημονικής φαντασίας ενδιαφέρον, και που αναφέρεται σε μία από τις πολλές εκδοχές παρουσίας εξωγήινων στη Γη, τα απώτερα προϊστορικά χρόνια. Δεν θα κρίνω... γιατί σημασία εδώ έχει η μουσική.
Και αυτή είναι πολύ καλή, δηλαδή ενδιαφέρουσα ή και κάτι παραπάνω, μέσα σ’ αυτό το κλίμα που κινείται, και που φέρνει στη μνήμη μου εγγραφές της γνωστής μας MoonJune Records.
Εκεί ανήκει ηχητικώς το “The Sumerian Tablet”, με τις πολύ ωραίες και όχι σώνει και καλά αναμενόμενες συνθέσεις, που και περιπετειώδεις είναι και ωραίο αίσθημα αφήνουν.
Μια πολύ συνετή και ουσιαστική προσπάθεια, λοιπόν, πάνω σ’ ένα μουσικό στυλ, που μπορεί να θεωρείται «τελειωμένο», αλλά τούτο δεν σημαίνει πως δεν θα υπάρχουν πάντα τα περιθώρια για καλές δουλειές ή και για εκπλήξεις.
(Απαιτείται εδώ, φυσικά, η άμεση ηχογράφηση ενός long play).
Επαφή: https://thecombinariesproject.bandcamp.com/album/the-sumerian-tablet
BLUES BASH: I Believe To My Soul [Private Pressing, 2024]
Μαζί με το CD των Combinaries Project έφθασε στα χέρια μου κι ένα CD-R από κάποια blues πεντάδα, που αποκαλείται Blues Bash. Το δισκάκι έχει τίτλο “I Believe To My Soul”, έχει καταγραμμένα τέσσερα blues tracks, διασκευές βασικά σε τραγούδια των Sonny Boy Williamson, Muddy Waters, Ray Charles κ.ά., τα οποία ηχούν πολύ καλά –πάλι εξαιτίας της εγγραφής τους στο Noise Box της Πάτρας– και για τα οποία δεν θέλω να πω περισσότερα τώρα. Και γιατί... παραδοσιακά δεν γράφω για CD-R στο blog, και γιατί αναμένεται πλήρης δουλειά των Blues Bash, οπότε θα έχουμε, τότε, την ευκαιρία να πούμε περισσότερα.
Να δώσουμε τα ονόματα των μουσικών του σχήματος (Σπύρος Μπάρλας φυσαρμόνικα, τραγούδι, Σταύρος Παναγιωτόπουλος κιθάρα, Σάκης “Gallo” Κασόλης κιθάρα, slide κιθάρα, Αλέξης Μαχαίρας μπάσο και Στυλιανός Γαβριηλίδης ντραμς, τραγούδι), προσθέτοντας, απλώς, πως οι Blues Bash είναι πάρα πολύ καλοί σ’ αυτό που κάνουν.

Τρίτη 5 Νοεμβρίου 2024

GERMÀ NEGRE, TRÈVOL, MOMI MAIGA δίσκοι από την Καταλονία

GERMÀ NEGRE: Puja Aquí Dalt I Balla [Segell Microscopi, 2024]
Καταλανικό συγκρότημα από την Banyoles της Girona, οι Germà Negre έχουν καινούριο CD, που αποκαλείται “Puja Aquí Dalt I Balla”.
Κατ’ αρχάς να πούμε πως το συγκρότημα είναι επταμελές, αποτελούμενο εκ των
Adrià Estarriola βιολί, μαντολίνο, Adrià Mateos ντραμς, Aleix Pagès μπάσο, συνθεσάιζερ, Ferran Roure σαξόφωνα, Adrià Dilmé φωνή, ακορντεόν, David Mauricio κιθάρα, φωνή και Marc Vall κρουστά, ενώ υπάρχουν και μερικές «βοήθειες» σε άλλα όργανα (η φωνή και η τρομπέτα της Alba Careta κ.λπ.).
Τα τραγούδια των Germà Negre είναι εύθυμα και έχουν πολλές άκρες στην παράδοση, χωρίς να είναι folk με την πιο στενή έννοια. Αυτή η εξωστρέφεια, μα και η χορευτική διάθεση είναι που τα χαρακτηρίζει απ’ άκρη σ’ άκρη, ενώ και οι επιρροές από άλλα στυλ, σαν το cha-cha-cha, την reggae, το pasodoble κ.λπ., προσδίδει στα κομμάτια τους ακόμη πιο χαρούμενα vibes.
Καταπληκτικό είναι το “Coll doca” (με την παρουσία και των Quico el Célio, el Noi i el Mut de Ferreries – σημαντικό σχήμα, με μεγάλη δισκογραφία και με ιδιαίτερη έφεση στην παραδοσιακή μουσική κληρονομιά της νότιας Καταλονίας) και ακόμη το “Fica-li noia”, που διαθέτει εξ ίσου συναρπαστικό χρώμα.
Οι Germà Negre έχουν δείξει μεγάλη προσοχή και στις φωνές, μα και στις οργανικές περιπτύξεις, δίχως ν’ αρνούνται και τα οφέλη των πιο σύγχρονων οργάνων (όπως τα συνθεσάιζερ ας πούμε), που βοηθούν και αυτά στην ολοκλήρωση τούτου του σύνθετου ηχητικού patchwork.
TRÈVOL: Qui omple un estadi no és pas un graller [Segell Microscopi, 2024]
Καινούριο συγκρότημα είναι οι Trèvol, αποτελούμενοι από δύο άντρες και δύο γυναίκες. Πιο συγκεκριμένα μέλη του γκρουπ είναι η Laia Glück τραγούδι, η Léonie Martet flabiol, ταμπουρίνο, ο Bernat Garcés πλήκτρα, φωνή και ο Martí Fleta ντραμς, κρουστά, φωνή.
Το ρεπερτόριο των Trèvol είναι... έντεχνο. Έτσι, από τη μια μεριά υπάρχει το παραδοσιακό στοιχείο, με τα ακουστικά όργανα και τις παλαιού τύπου μελωδίες, ενώ από την άλλη υπάρχουν διάφορα στοιχεία μοντερνισμού, που έχουν να κάνουν και με τις ερμηνείες, και με τις συνθετικές επιρροές και με τις ενοργανώσεις.
Το άλμπουμ ανοίγει μ’ ένα έντονο-χορευτικό ακουστικό κομμάτι, το “Castellanes i basques”, για να συνεχίσει το ίδιο εντυπωσιακά μ’ ένα track που αποκαλείται “Folk&roll” και που είναι περίπου αυτό που λέει ο τίτλος του. Μελωδία σαγηνευτική και ρυθμοί συναρπαστικοί.
Ανάμεσα, όμως, θα συναντήσεις πολλές ιδιαιτερότητες, σπαρμένες εδώ κι εκεί, που δείχνουν πως οι Trèvol το ψάχνουν προς ποικίλες κατευθύνσεις, επιχειρώντας να καινοτομήσουν. Όπως συμβαίνει, για παράδειγμα, με το “MIX2X4ENC”, που διαθέτει και σύνθια, και κάτι σαν ηλεκτρική κιθάρα στο background, και «χιπχοπάδικη» εισαγωγή. Και όχι δεν είναι «φτηνά κόλπα» όλα αυτά που μας παρουσιάζουν οι Trèvol – καθώς κινούνται, πάντα, εντός του πλαισίου της παράδοσης, επεμβαίνοντας πάνω σ’ αυτή με φαντασία και με γούστο.
MOMI MAIGA: Kairo [Segell Microscopi, 2024]
Όπως έχουμε ξαναγράψει ο 27χρονος, τώρα, Momi Maiga μπορεί να είναι γεννημένος στην Γκάμπια, αλλά θεωρείται και είναι Σενεγαλέζος. Ο βασικός λόγος είναι ότι σχετίζεται με το γένος των Cissokho, καθώς θείος του ήταν ο Solo Cissokho (1963-2019), ο οποίος και τον μύησε στην kora. Τέλος πάντων από πολύ μικρός ο Maiga δείχνει την κλίση του στη μουσική και κάπως έτσι, το 2015, στα 18 του, ήταν ήδη μέλος της σουηδικής Ale Möller Band. Πιο μετά θα ανακατευθεί και με hip hop σχήματα, θα ταξιδέψει προς διάφορες κατευθύνσεις, θα μαζέψει μουσικές εμπειρίες, για να εγκατασταθεί κάποια στιγμή στην Καταλονία, ηχογραφώντας εκεί τους δίσκους του. Για τον προηγούμενό του, που είχε τίτλο “Nio” (στην γλώσσα των Mandinka σημαίνει «ψυχή»), είχαμε γράψει παλαιότερα στο blog, ενώ τώρα θα πούμε τα σχετικά για το “Kairo”, το πιο νέο CD του.
Να σημειώσουμε, λοιπόν, πως στο “Kairo”, που δεν είναι το... Κάιρο της Αιγύπτου, αλλά η «ειρήνη» στη γλώσσα των Mandinka, ακούμε τον Momi Maiga σε kora, φωνή, κρουστά, ενώ δίπλα του παρατάσσονται και οι Aleix Tobias ντραμς, κρουστά, Carlos Monfort βιολιά, ηλεκτρικό μπάσο και Marçal Ayats τσέλο. Όλοι αυτοί είναι υπεύθυνοι για τον ήχο του “Kairo”, ενός πρώτης τάξεως, εν ολίγοις, άλμπουμ, με πολλά ωραία τραγούδια –τραγουδισμένα στην αφρικανική γλώσσα φυσικά–, για τα οποία μαθαίνουμε κάποιες λεπτομέρειες από τα μικρά σημειώματα, στην αγγλική, που υπάρχουν στο triple-folded-digipak. Έτσι, σε σχέση με το έξοχο “Yar” διαβάζουμε:
«Η λέξη αυτή μεταφράζεται σε εκπαίδευση στη γλώσσα wolof. Το τραγούδι εμβαθύνει στην εκπαίδευση των παιδιών, σε παγκόσμιο επίπεδο, ενσωματώνοντας μελωδίες εμπνευσμένες από την εθνική ομάδα Koroboro του Μαλί. Γιορτάζει, επίσης, την πλούσια ποικιλομορφία της μουσικής της Δυτικής Αφρικής, υπογραμμίζοντας πάντα τη σημασία της εκπαίδευσης στην παιδική ηλικία».
Μ’ αυτού του τύπου τα σχόλια είναι αλήθεια πως μπορείς να παρακολουθήσεις καλύτερα την εξέλιξη του δίσκου, απολαμβάνοντας, το ένα μετά το άλλο, τα έξοχα κομμάτια του “Kairo”.
Επαφή: www.microscopi.cat