Κυριακή 2 Νοεμβρίου 2025

μουσικές της ανατολικής Μεσογείου από την Κύπρο και ροκ από την Ελλάδα – είναι οι νέοι δίσκοι του Μιχάλη Κουλουμή και του Ηρακλή Δαΐτση

Καλοί και πολύ καλοί ελληνικοί δίσκοι, που να διατίθενται και σε φυσικές μορφές (γι’ αυτό τους λέμε δίσκους εξάλλου και όχι απλώς κυκλοφορίες) τυπώνονται συνεχώς. Μπορεί να μην είναι πολλοί πια, αλλά υπάρχουν. Όπως υπάρχουν και δισκογραφικές εταιρείες, εδώ και στο εξωτερικό, που επενδύουν σε CD ή βινύλια, δίνοντας βήμα σε άξιους μουσικούς και τραγουδοποιούς. Για δύο τέτοιους άκρως ενδιαφέροντες πρόσφατους δίσκους (CD) θα γράψω στη συνέχεια...
MICHALIS KOULOUMIS: Displaced Dreams 
[Seyir Musik, 2025]
Ο Μιχάλης Κουλουμής είναι ένας κύπριος συνθέτης και βιολιστής (χειρίζεται και βιόλα επίσης), που διαπρέπει σε Κύπρο, Ελλάδα και εξωτερικό. Όπως διαβάζουμε, μεταξύ άλλων στο σάιτ του, ή και στο ένθετο του πιο πρόσφατου άλμπουμ του, που αποκαλείται “Displaced Dreams”:
«Γεννημένος σε μουσική οικογένεια στην Κύπρο, ο Μιχάλης Κουλουμής ανέπτυξε ισχυρό μουσικό υπόβαθρο και ευαισθησία από τα νεανικά του χρόνια. Σπούδασε ευρωπαϊκό κλασικό βιολί, αλλά οι προσωπικές του αναζητήσεις τον οδήγησαν στις μουσικές παραδόσεις της Ανατολής και ιδιαίτερα σε αυτές της Ανατολικής Μεσογείου. Αποφοίτησε με “Άριστα” από το Τμήμα Ελληνικής Παραδοσιακής Μουσικής του Ωδείου Φίλιππος Νάκας στην Αθήνα, μαθητής του βιολιστή Γιώργου Μαρινάκη. Την ίδια περίοδο, ολοκλήρωσε τις προπτυχιακές του σπουδές στο Τμήμα Φυσικής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 2013, απέκτησε μεταπτυχιακό δίπλωμα (MA) Μουσικής στην Ερμηνεία Βιολιού (Taksim στην Οθωμανική Κλασική Μουσική) από το Codarts, Πανεπιστήμιο Τεχνών (Ολλανδία).(...) Εμφανίστηκε στη σκηνή και ηχογράφησε με μερικούς από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της μεσογειακής μουσικής σκηνής: Ross Daly, Jordi Savall, Kudsi Ergüner, Nana Mouskouri, Gabriel Yared, Sokratis Sinopoulos, Efren Lopez, Dine Doneff, Thimios Atzakas, Harris Lambrakis, Χρόνης Αηδονίδης, Μάνος Αχαλινωτόπουλος, Zohar Fresco, Waed Bouhassoun, Jose Manuel Leon, Silvia Perez Cruz, μεταξύ άλλων. Στις σημαντικότερες εμφανίσεις του περιλαμβάνονται: Royal Albert Hall (Ηνωμένο Βασίλειο), Concertgebouw (Βέλγιο), Union Chapel (Ηνωμένο Βασίλειο), King’s Place (Ηνωμένο Βασίλειο), Στέγη Ιδρύματος Ωνάση (Ελλάδα), Φεστιβάλ Sommerton (Γερμανία), Φεστιβάλ Brighton Fringe (Ηνωμένο Βασίλειο), Palace of Arts Budapest (Ουγγαρία), Katara Festival (Κατάρ), WOMAD (Ηνωμένο Βασίλειο), Φεστιβάλ Mawazine (Μαρόκο), Φεστιβάλ Sharq Taronalari (Ουζμπεκιστάν), Bimhuis (Ολλανδία), Alhambra Concert Hall (Γαλλία), Muziekpublique (Βέλγιο), Festival Abbaye de Fontfroide (Γαλλία), Φεστιβάλ Σίδνεϊ (Αυστραλία), Pafos17 European Capital of Culture (Κύπρος), WOMEX Showcase Canary Islands (Ισπανία).(...) Η προσωπική του δισκογραφία περιλαμβάνει το ντεμπούτο άλμπουμ “Soil” (2014), το “Ephemera” (2017), το “The Music of Cyprus” (2025) και το “Displaced Dreams” (2025)».
Το “Displaced Dreams” του Μιχάλη Κουλουμή είναι τυπωμένο για μια βελγική εταιρεία, την Seyir Muzik, που κινείται σε ethnic-world κατευθύνσεις, έχοντας φιλοξενήσει ηχογραφήσεις κι ενός άλλου έλληνα μουσικού στο παρελθόν, του Χρήστου Μπάρμπα. Λέω για το άλμπουμ Atlas” των Efrén López / Christos Barbas από το 2021.
Σ’ αυτό το πολύ περιποιημένο σαν παραγωγή CD (σκληρό gatefold cover, με 12σέλιδο ένθετο και με άψογες ηχογραφήσεις από τα Sierra Studios και Finos Film Studios της Αθήνας) ο Κουλουμής συμπεριλαμβάνει εννέα συνθέσεις του, που φανερώνουν ποικίλες όψεις των ενδιαφερόντων του. Όχι τόσο των μουσικών-ηχητικών (καθώς είπαμε πως οι ήχοι της Ανατολικής Μεσογείου κυριαρχούν στις επιλογές του), όσο κυρίως των ενορχηστρωτικών.
Για παράδειγμα, το ξεκίνημα γίνεται με δύο κομμάτια, τα “Displaced dreams part I” και “Displaced dreams part II”, που χαρακτηρίζονται από έναν ηχοχρωματικό πλούτο– όχι παράταιρο, όμως, με αυτό που έχει ο Κουλουμής στο νου του. Προσωπικώς ανακάλεσα ανάλογες απόπειρες, με μεγάλα σχήματα, του λιβανέζου ουτίστα Rabih Abou-Khalil, καθώς έξι βιολιά, δύο βιόλες, δύο τσέλα, τρεις μπαγλαμάδες και ακόμη tarhu, κοντραμπάσο, νέι, ούτι, κρητική λύρα και ποικιλία κρουστών συνυπάρχουν σε πολύ καλαίσθητους συνδυασμούς, και σε συνθέσεις που έχουν τη δύναμη να συνεπαίρνουν τον ακροατή, με αυτό τον μεταιχμιακό, ανάμεσα στην Ανατολή και την Δύση, ήχο τους.
Όμως από ’κει και κάτω τα δεδομένα αλλάζουν, καθώς από το τρίτο κομμάτι και μετά έχουμε ακόμη πιο ξεκάθαρες συνθετικές προτάσεις από τον Κουλουμή, τις οποίες φέρουν εις πέρας μικρά ή τέλος πάντων μικρότερα σχήματα. Αν και τα πρώτα δύο κομμάτια είναι πολύ ωραία, έχω τη γνώμη πως όλα τα υπόλοιπα, από το “Agony” έως και το “Redemption”, φανερώνουν ακόμη πιο καθαρά τις αρετές του κύπριου συνθέτη και βιολιστή, που συναρπάζει κυρίως στα ντούο του με τον Dine Doneff στο κοντραμπάσο (στο “On hostile ground”) και με τον Βαγγέλη Καρίπη στα frame drums (στο “Escape”) – δίχως να σε αφήνουν αδιάφορο προφανώς το περίτεχνα μελωδικό “Islands of hope”, με τον Αλέξανδρο Παπαδημητράκη να συνοδεύει στο ούτι ή το πιο κλασικό οθωμανικό “Farewell” (με Χάρη Λαμπράκη νέι, Τάσο Πούλιο κανόνας, Αλέξανδρο Παπαδημητράκη ούτι, Dine Doneff κοντραμπάσο, Πέτρο Κουλουμή λαούτο και Μιχάλη Κουλουμή βιολί).
Ένας μαγικός δίσκος, όχι ανά στιγμές, αλλά σε κάθε δευτερόλεπτό του.
Επαφή: www.seyirmuzik.com, www.michaliskouloumis.com
 
Η συνέχεια εδώ...
https://www.lifo.gr/culture/music/moysikes-tis-anatolikis-mesogeioy-apo-tin-kypro-kai-rok-apo-tin-ellada

Σάββατο 1 Νοεμβρίου 2025

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 680

1/11/2025 
>>(...) Και αν στα περιοδικά της αριστεράς (των «λαμπράκηδων» εννοώ) το θέμα με τους Beatles αντιμετωπιζόταν μέσα από μια απολύτως ευνοϊκή σκοπιά, σ’ ένα άλλο περιοδικό της εποχής, τον «Σπουδαστικό Κόσμο», που μπαίνει μπροστά το 1963, η αντιμετώπιση είναι διαφορετική. Στην αρχή, το έντυπο αυτό, έμοιαζε κάπως με εφημερίδα, για να μετατραπεί, μετά από μερικά τεύχη, σε περιοδικό, μη σταθερής περιοδικότητας όμως. Ο «Σπουδαστικός Κόσμος» ήταν το περιοδικό της «άλλης» αριστεράς, καθώς από τον Μάη του ’66, και το 9ο τεύχος του, αποτελούσε πλέον, επίσημα, κάτι σαν όργανο της μαοϊκής ΠΠΣΠ (Πανσπουδαστική Προοδευτική Συνδικαλιστική Παράταξη). Στο τεύχος #7 του περιοδικού, από τον Μάρτη του ’66, διαβάζουμε μια απάντηση σ’ ένα άρθρο του Τσιριντάνη, που είχε δημοσιευθεί προηγουμένως στις «Εικόνες» και που είχε τίτλο «Η νεολαία αυτό το πρόβλημα». Ο συντάκτης του «Σπουδαστικού Κόσμου» γράφει πως... «Ο κ. Τσιριντάνης μας μιλάει για Μπητλς κι υστερία, και μεις του υπενθυμίζουμε την πάλη που κάνουμε ενάντια σε κείνους που θέλουν να κάνουν τους συλλόγους μας κατάλληλους μόνο για χορούς και εκδρομές». Μοιάζει κάπως σαν να είχαν εξαπολύσει σταυροφορία, τότε, οι μαοϊκοί κατά των μοντέρνων χορών.
Μεγάλο ενδιαφέρον έχει, όμως, και το 8ο τεύχος του «Σπουδαστικού Κόσμου» από τον Απρίλη του 1966 και βασικά το άρθρο κάποιου Κ.Σ. υπό τον τίτλο «Νεολαία / Γύρω από το πρόβλημά της», εκεί όπου διαβάζουμε, μεταξύ άλλων, πως «δεν είναι συνηθισμένος ο έξαλλος θαυμασμός για τους Μπητλς ανάμεσα στους νέους των εργατικών στρωμάτων», λες και οι Beatles δεν είχαν ήδη θιασώτες παιδιά της εργατικής τάξης και στην Αγγλία και παντού στον κόσμο. Πιο κάτω δε, στο ίδιο άρθρο, διαβάζουμε το εξής:
«Οι “σύγχρονοι” ρυθμοί που χορεύονται ομαδικά δεν αποτείνονται σε πρόσωπα, αλλά σε απρόσωπες ορέξεις. Εδώ μια παρένθεση: γνωστός συνθέτης και πολιτικός σε μια του συνέντευξη χαραχτήρισε σαν δείγματα κοινωνικής λειτουργίας, απροσανατόλιστης βέβαια, μα οπωσδήποτε υγιείς τους χορούς αυτούς. Μήπως και οι τελετουργικές εκδηλώσεις της Νυρεμβέργης ήταν απροσανατόλιστες βέβαια, μα οπωσδήποτε προοδευτικές; Κλείνει η παρένθεση. Η κυριαρχία της παντομίμας και του ρυθμού είναι η επιστροφή στο ομαδικό ασυνείδητο, και το ομαδικό ασυνείδητο είναι κοντά στο φασισμό».
Εδώ ο συντάκτης απαντά, και μάλιστα με ειρωνικό τρόπο, σε όσα είχε πει ο Μίκης Θεοδωράκης στο «Σινεμά», τον Δεκέμβριο του 1965...<<
[Ένα απόσπασμα από το "Ροκ, Ελληνικό Ροκ, Κοινωνία & Πολιτική στη Μακρά Δεκαετία του '60 (μία αντι-ανάγνωση)" [Όγδοο, 2025], που κυκλοφορεί τώρα στα βιβλιοπωλεία]

31/10/2025
Τα πιο σημαντικά, που είπε ποτέ σε συνεντεύξεις ο Σαββόπουλος τα είπε τέλος ’70-αρχή ’80.
Ήταν καλή εποχή εκείνη γενικά. Η δεξιά μπορεί να διατηρούσε ακόμη μια αίσθηση αγροίκου στη συμπεριφορά της (του τύπου γ@μώ και δέρνω, α λα φίφτις και σίξτις), αλλά είχε και κάποια λαϊκά γνωρίσματα (στα θέματα της οικονομίας π.χ.), το πασόκ ήταν στα πάνω του και δεν είχε φθαρεί ακόμη, η αριστερά είχε δύναμη μεγαλύτερη από τα ποσοστά της, υπήρχε ο «χώρος» σε ακμή, το life style ήταν ακόμη κάτι άγνωστο, με την κίνηση των ιδεών να είναι πολύ πιο ώριμη απ’ όσο στα ελληνικά σίξτις και στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης (και με τον ξύλινο λόγο να μην συναρπάζει πια). Υπήρχαν ακόμη οράματα τέλος πάντων –για τελευταία φορά στη σύγχρονη ελληνική ιστορία–, δεν ήταν όλα (ξε)πουλημένα, με τον κόσμο να ελπίζει σε κάτι καλό που να αφορά πολλούς κ.λπ. Αυτή την εποχή μαρκάρουν τα λόγια του Σαββόπουλου, που συμβολίζουν και την άνεση να μιλάς ελεύθερα (είμαστε επί Πασόκ πια), δίχως να σκέφτεσαι τις συνέπειες όσων θα πεις...

31/10/2025
>>Πιερρακάκης: Πρέπει να ληφθούν δύσκολες αποφάσεις για την επιβίωση των ΕΛΤΑ<<
Τα ΕΛΤΑ τα διέλυσαν αυτοί. Δεν διαλύθηκαν από μόνα τους, ούτε γιατί τα ξεπέρασε η εποχή. Δεν ενδιαφέρθηκαν ποτέ να τα εκσυγχρονίσουν, απλά γιατί είναι πουλημένοι στα συμφέροντα της αγοράς, και το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι η απαξίωση της δημόσιας περιουσίας. Αν μπορούν να την πουλήσουν κάνουν κανα μερεμέτι και τη χαρίζουν στους... επενδυτές. Αν δεν μπορούν να την πουλήσουν, τη διαλύουν, την απαξιώνουν και την κλείνουν. Το θέμα «κοινωνική ευαισθησία» δεν τους απασχολεί καθόλου. Δεν υπάρχουν τέτοιες λέξεις στην ατζέντα τους, στο λεξιλόγιό τους.
Τα ΕΛΤΑ με τη δυναμική και τη διασπορά που είχαν σε όλη τη χώρα θα μπορούσε να ανταγωνιστούν τους πάντες – κάθε ιδιωτικό κούριερ (και να κλείνουν τα ιδιωτικά κούριερ και όχι τα ΕΛΤΑ). Απλά δεν τους ενδιαφέρει αυτό το πράγμα. Δεν γουστάρουν να επενδύσουν. Να τα βγάλουν από πάνω τους τους νοιάζει μόνο, να τα ξεφορτωθούν.
Να φανταστείτε το τραγελαφικό της κατάστασης... οι υπάλληλοι για να σου δώσουν ένα δέμα στο έδιναν με τριπλάσια διαδικασία από το box now ας πούμε. Σκάναραν, αλλά ταυτόχρονα έκαναν και χειρονακτική παράδοση! Και τα δύο μαζί! Ενώ αν τύχαινε να πληρώσεις αντικαταβολή ήταν σαν να βρισκόσουν, με χρονοκάψουλα, στη δεκαετία του ’70.
Τα άφησαν να σαπίσουν τα ΕΛΤΑ, και τώρα απλώς τα πετάνε στα σκουπίδια.

31/10/2025
Όσοι και όσες δεν έχουν αγοράσει ακόμη το βιβλίο μου «Ροκ, Ελληνικό Ροκ, Κοινωνία & Πολιτική...» (Χίππις, Γούντστοκ κτλ.), σκέφτονται να το κάνουν και κινούνται στο... τριεθνές, στα σύνορα Καισαριανής, Βύρωνα και Παγκρατίου, υπάρχει στο βιβλιοπωλείο Βιβλιοχώρα, στην Φορμίωνος 66. Ο Χριστόφορος θα σας εξυπηρετήσει...

31/10/2025
«των Ελλήνων οι κοινότητες φτιάχνουν άλλο γαλαξία»
[φυσικά είχε υπάρξει μεγάλη θεωρητική μόχλευση, πριν τραγουδηθεί το θέμα από τον Σαββόπουλο]
[να μη σας πω από πού είναι αυτό, γιατί θα μου την πέσετε... ]

30/10/2025
Ψάχνω να δω ποιοι ήταν αυτοί που είπαν για πρώτη φορά «Νιόνιο» τον Σαββόπουλο.
Πολύ πριν από τους φιλελέδες, ακροκεντρώους κτλ. που χρησιμοποίησαν το «Νιόνιος» χαϊδευτικά τα πιο πρόσφατα χρόνια, μαρκάροντάς τον για δικό τους άνθρωπο, οι πρώτοι που τον είπαν έτσι ήταν σίγουρα κάποιοι της Αριστεράς, για να τον μειώσουν – επηρεασμένοι από τον Νιόνιο ή Σιόρ Διονύσιο του Καραγκιόζη κατά πάσα πιθανότητα.
Το αποκλείω να τον είπαν έτσι οι Κουκουέδες, γιατί είναι σοβαροί και δεν κοροϊδεύουν, κάνουν πολιτική κριτική, άμα θέλουν, αλλιώς άμα δεν θέλουν, διαγράφουν (κάνουν κάνσελ, εννοώ, και ξεμπερδεύουν) και είμαι 100% βέβαιος (έχω στοιχεία δηλαδή) πως «Νιόνιο» τον είπαν οι «αναθεωρητές», οι «εσωτερικάκηδες», στην εποχή της νεο-ορθοδοξίας, στην εποχή του «Τραπεζάκια Έξω».
Αυτοί το έπαιζαν πάντα έξυπνοι και απελευθερωμένοι δήθεν-τάχα και αμόλαγαν διάφορα. Σίγουρα δεν ήσαν σ’ αυτά εξυπνότεροι από τους αναρχοαυτόνομους (από την καζούρα των οποίων υπέφεραν) – αλλά, και ψάχνοντας όσο μπορούσα, δεν βρήκα πουθενά σε έντυπα του «χώρου» να αποκαλείται «Νιόνιος» ο Σαββόπουλος, τουλάχιστον πριν αρχίσουν να τον κοροϊδεύουν οι του «Εσωτερικού». Από ’κει και έως τα πιο πρόσφατα βρισίδια των συριζαίων (των κληρονόμων του «Εσ.») η απόσταση είναι μικρή φυσικά. Αυτά.
[έκλεισα τα σχόλια, γιατί κουράστηκα - άμα τα διαβάσετε θα κουραστείτε κι εσείς]

29/10/2025
Από παλιό κείμενο, που είχα γράψει για το LiFO. gr. Όποιος-α δεν βαριέται διαβάζει...
(...) Το 1982-83 ο Θ. Μικρούτσικος βάλει κατά του νεολαϊκού, του νεορεμπέτικου, του αναβιωμένου ρεμπέτικου, των λαϊκών πανηγυριών στον Λυκαβηττό (συναυλίες με τον Πάνο Γαβαλά, τον Μανώλη Αγγελόπουλο κ.ά.) και μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο δηλώνει στην εφημερίδα «Τα Νέα» (24 Οκτ. 1983) πως «τα στάδια και τα ντέφια δεν είναι πολιτιστική πρακτική», επεξηγώντας:
«Στην Ελλάδα σήμερα το τραγούδι και η μουσική έχει υποκατασταθεί από τον ήχο Αναψυκτήριο-Λυκαβηττός ’83. Λούμπεν τραγούδια, νεορεμπέτικα, ινδικά, αραβικά, επαναλήψεις ρεμπέτικων συχνά κακόηχες. Και το συμπέρασμα: ένα κοινό που κάποτε μετείχε σε μια ποιοτική πολιτιστικά διαδικασία τώρα λυσσομανά με το ντέφι και το τσιφτετέλι. Αυτή για μένα είναι η λαίλαπα της Αραπιάς. Εγώ έχω το κουράγιο στην άχαρα εποχή μας να χτυπηθώ μαζί τους. Δεν έχω καμιά αμφιβολία ότι το μοτίβο θα έχει αλλάξει σε 2-3 χρόνια και οι νυν θεωρητικοί της Αραπιάς και της Γυφτιάς θα ψάχνουν να βρουν επιχειρήματα για να υιοθετήσουν το νέο πρόσωπο του λαϊκισμού – αυτής της χαμαιλεόντιας ιδεολογίας».
Λέγοντας «Γυφτιά» και «Αραπιά» ο Μικρούτσικος αναφέρεται στην έκρηξη του νεολαϊκού και νεορεμπέτικου τραγουδιού, η αρχή του οποίου τοποθετείται το 1978 με το άλμπουμ των Νίκου Ξυδάκη-Μανώλη Ρασούλη «Η Εκδίκηση της Γυφτιάς» [Lyra, 1978]. Κατά βάση υπάρχει κόντρα του Μικρούτσικου με ένα ιδεολογικό ρεύμα της εποχής, την νεο-ορθοδοξία, βασικός εκφραστής της οποίας είναι τότε και ο Διονύσης Σαββόπουλος.
Η κόντρα Μικρούτσικου-Σαββόπουλου μπορεί να ξεκινάει στην αρχή της Μεταπολίτευσης, μπορεί να παίρνει σχήμα στο τέλος της δεκαετίας του '70, όταν ο Σαββόπουλος σε συνέντευξή του στον Γιώργο Πηλιχό (για την εφημερίδα «Τα Νέα») δηλώνει πως «η Ραφαέλα Καρά είναι καλύτερη από τον Μικρούτσικο, κι αυτό το ξέρουν και τα μικρά παιδιά», αλλά κεφαλαιώνεται στην αρχή του '80, όταν ο Μικρούτσικος καταφέρεται κατά της «Γυφτιάς» (παραγωγός στον δίσκο των Ξυδάκη-Ρασούλη ήταν ο Σαββόπουλος ως γνωστόν) και της «Αραπιάς» (το τραγούδι του Γιώργου Μητσάκη «Στη μαγεμένη Αραπιά» ακουγόταν πολύ, τότε, από την Οπισθοδρομική Κομπανία, που είχε την εμπιστοσύνη του Σαββόπουλου), αφήνοντας σαφείς υπαινιγμούς (ο Μικρούτσικος) περί «σταδίων» (ο Σαββόπουλος είχε τραγουδήσει στο νέο τότε Ολυμπιακό Στάδιο της Αθήνας, στην Καλογρέζα, στις 19 Σεπτ. 1983) και περί «ντεφιών» (υπονοώντας και το περιοδικό «Ντέφι», στην επιτροπή του οποίου, ανάμεσα σε άλλους, ήταν και ο Τάσος Φαληρέας, συνομιλητής του Σαββόπουλου, από τους βασικούς υποστηρικτές της στροφής προς το λαϊκό τραγούδι, με την παράλληλη άρνηση του «προτεσταντικού ροκ»).
Αν η άποψη, η φιλοσοφία που κουβαλούσε το νεολαϊκό, το νεορεμπέτικο κ.λπ. ήταν και πρακτικά, μα και θεωρητικά εναρμονισμένη με την ντόπια παράδοση (που περιλάμβανε, ως βασικό άξονά της και την ορθόδοξη πίστη), έτσι όπως εκείνη αποκαλυπτόταν, για παράδειγμα, μέσα από τις «Μελέτες» του Ζήσιμου Λορεντζάτου («την παράδοση μπορείς να την καταλάβεις μονάχα με τη ζωή σου ή με τη μεταφυσική πράξη, διαφορετικά απομένει και αυτή μόνο φιλοσοφία ή φιλοσοφικό σύστημα και το σπουδαιότερο χάνει τότε τη θεϊκιά της προέλευση»), από την άλλη μεριά η καταφυγή σε δυτικά πρότυπα «πατούσε» σε ιδεολογικά κενά, τα οποία δεν μπορούσε, εύκολα να σχηματοποιηθούν, θεωρητικά και πρακτικά, μέσα στο περιβάλλον της κομμουνιστικής αριστεράς. Οι αισθητικές επιλογές, θέλω να πω, τότε, του Μικρούτσικου, έμοιαζαν (δεν λέω ήταν) σχεδόν ξεκρέμαστες.
Ο ίδιος, μάλιστα, λίγο καιρό αργότερα θα ερχόταν σε σύγκρουση με τον χώρο του και αυτή τη φάση την περιγράφει γλαφυρά ο αείμνηστος συνθέτης στην «Αυτοβιογραφία» του. Ένα μικρό απόσπασμα:
«Μπαίνοντας στο 1983, θα ξεκινήσω με την πολιτική διάσταση των πραγμάτων. Έχουν περάσει βέβαια δύο χρόνια από την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία, εγώ είμαι ακόμη στο ΚΚΕ, έχοντας σοβαρές διαφωνίες με την επίσημη άποψη του Κόμματος, για τα θέματα του πολιτισμού κυρίως, αλλά και γενικότερα, για ιδεολογικά ζητήματα. Υπήρχαν καθημερινές, μικρές ή μεγάλες αφορμές, για να αναδειχτούν αυτές οι διαφωνίες και να γίνουν αντιπαραθέσεις.(...) Λίγες μέρες αργότερα κάναμε μία συνέντευξη στον Ριζοσπάστη με τον Δημήτρη Δανίκα, όπου έλεγα “ναι στον Φρανκ Ζάππα, όχι στην εμπορευματοποιημένη αμερικάνικη μουσική, που προσπαθεί να επιβάλλει έναν μητροπολιτικό ήχο”. Αν αυτή η άποψη ακούγεται αυτονόητη σήμερα, σε διαβεβαιώ (σ.σ. μιλάει στον Οδυσσέα Ιωάννου) πως τότε δεν ήταν καθόλου αυτονόητη».
Στους πρώτους μήνες του 1984 ο Μικρούτσικος θα διαγραφόταν από το ΚΚΕ.. (…)
Το ιδεολογικό κενό, πάντως, δεν θα μπορούσε να γεφυρωθεί ούτε στο «Εμπάργκο», μέσω της... ποιητικής επίθεσης στον Σαββόπουλο, δια χειρός Άλκη Αλκαίου («τώρα ανακάλυψες με μιας / σαράντα αιώνες μοναξιάς / παραμυθάκι μου ακριβό / βαλκανικά σε χαιρετώ»), όταν από την άλλη μεριά ολάκερο το άλμπουμ είναι αφιερωμένο σε μια σημαντική προσωπικότητα της κομμουνιστικής αριστεράς, μα και του νεο-ορθόδοξου ρεύματος της εποχής, τον Κωστή Μοσκώφ (1939-1998). (…)
Βεβαίως ο Μοσκώφ θεωρούσε πως δεν βρισκόταν από την ίδια πλευρά της νεο-ορθοδοξίας με τον Διονύση Σαββόπουλο ή τον Στέλιο Ράμφο. Υπήρχαν τάσεις κι εκεί, και όχι μόνο δύο, που άπτονταν και πολιτικών-ιδεολογικών ζητημάτων, μα και θεωρητικών-πρακτικών σε σχέση με την «ανάγνωση» της ορθόδοξης πίστης και ζωής. Πάντως ο Μοσκώφ είχε εκφράσει την επιθυμία να φέρει κοντά τους Σαββόπουλο και Μικρούτσικο, χωρίς μάλλον να το καταφέρει. Σε μία συνέντευξή του στο περιοδικό «Σχολιαστής» (τεύχος #5, Αύγουστος 1983) διαβάζουμε:
«Ο Σαββόπουλος επηρεάζεται πράγματι από το Ράμφο, αλλά ελπίζω να τον κερδίσουμε εμείς. Το μεγάλο μου όραμα είναι να φέρω σ’ επαφή τους φίλους μου αυτούς, το Διονύση με τον Μικρούτσικο και να σταματήσουν αυτή την εχθρότητα, μια και νομίζω ότι μετά το Μίκη, είναι οι δυο μεγαλύτεροι μουσικοί. Θα τους φέρω σε επαφή σε κάτι εκπομπές που θα κάνω στο Τρίτο Πρόγραμμα, καλώντας τους να μιλήσουν. Πάντως ο Σαββόπουλος δεν έχει ξεπεράσει την επιρροή του Ράμφου».
Στο επόμενο τεύχος του «Σχολιαστή» (#6, Σεπτέμβριος 1983) ο Σαββόπουλος, σε συνέντευξή του, είχε αρνηθεί την τοποθέτησή του από τον Μοσκώφ, στην «συντηρητική» πλευρά του νεο-ορθόδοξου ρεύματος, πλέκοντας παράλληλα τον ύμνο του ροκ (εκείνου της αντικουλτούρας), εκφράζοντας την άποψη πως μόνο αν συναντιόταν το ροκ με μια μεγάλη παράδοση της Ανατολής, θα εύρισκε ξανά το νόημά του (κάτι παντελώς αμφίβολο, φυσικά, για να μην πούμε αδύνατο), ενώ «τα χώνει», συγχρόνως, στον «προτεστάντη» Bob Dylan (σε κοινή γραμμή με τον Φαληρέα του περιοδικού «Ντέφι»). (...)

29/10/2025
>>Ο Σαββόπουλος είχε συγκεκριμένη άποψη, για την ένταξη του Τζίμη στο ροκ σώου του Κυττάρου. Στο ίδιο τεύχος των «Επικαίρων» λέει κάτι πολύ ωραίο:
«Τους πεχλιβάνηδες, τους παλαιστές, τον Τζίμη τον Τίγρη, τους έβαλα, γιατί τ’ αγαπώ αυτά από μικρός. Αυτοί οι άνθρωποι ολοκληρώνονται μέσα από την διαπόμπευσή τους. Η δουλειά τους είναι να φορτωθούν την αγριότητα αυτού του κόσμου (σ.σ. τους παρουσιάζει σαν... Χριστούς!). Είναι εκεί για να δεχτούν τις ειρωνείες μας και το θαυμασμό μας. Τους ειρωνευόμαστε γιατί είμαστε πλαστικοί (σ.σ. οι “plastic people” του Frank Zappa και των Mothers of Invention). Υποκαθιστούν τον χαμένο ήρωα. Δεν είναι αυτοί που θα θέλαμε (σ.σ. οι μεγάλοι ήρωες), αλλά το υποκατάστατό τους. Τους θαυμάζουμε λόγω της μεγάλης αντοχής τους στον χλευασμό μας. Γιατί μπορούν να “δέρνουν” (σ.σ. μεταφορικά και κυριολεκτικά) τον εαυτό τους».<<
[Ένα απόσπασμα από το νέο βιβλίο μου, που τώρα κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία]

29/10/2025
>>Το να κατηγορείς την κυβέρνηση Μητσοτάκη για αυταρχισμό παραείναι γελοίο. Εδώ δεν καταφέρνει να καταργήσει τα τσαντίρια. Φοράει βελούδινα γάντια. (...) Η αντιμετώπιση των ζητημάτων της ευταξίας χρειάζεται γενικότερη διαπαιδαγώγηση και τήρηση των νόμων με συνέπεια, χωρίς εξαιρέσεις.<<
Δεν υπάρχει ούτε ίχνος οράματος, πλέον, σ’ αυτά τα άτομα.
Το μόνο που τους νοιάζει πια είναι μια χουντικού τύπου «τήρηση της τάξεως» (ακόμη και ο Μητσοτάκης τους φαίνεται λίγος), που να αφορά όχι μόνο τον περιβάλλοντα χώρο (μνημεία κτλ.) –θα είχαν ξεκινήσει ακόμη και αντι-γόπιν εκστρατεία, αν δεν φοβόντουσαν την καζούρα της συσχέτισης με τον Παττακό–, αλλά και τη συμμόρφωση της αριστεράς γύρω από το «ορθώς συμπεριφέρεσθε» ακόμη και δια της βίας.
Τώρα γιατί -για όσους τολμούν να εκφράζουν εναλλακτικές προτάσεις διαχείρισης της ιστορικής μνήμης και της συσχέτισής της με τα προβλήματα του σήμερα- δεν επισείουν ακόμη και την αναμόρφωση σε ξερονήσια, ως μια προσπάθεια διαφύλαξης της καθημερινής αισθητικής (όπως την εννοούν) και της ευρυθμίας, είναι γιατί η... αστική ευπρέπειά τους δεν τους επιτρέπει να απεμπολήσουν και το τελευταίο φύλλο συκής (το λέω, γιατί άλλου τύπου εμπόδια, ιδεολογικά να πούμε, δεν υφίστανται).

PRINS OBI το νέο άλμπουμ του διαθέτει concept, που παραπέμπει στα βρετανικά late sixties

Στο blog θα βρείτε κριτικές και για τα πέντε προηγούμενα άλμπουμ του Prins Obi – που τώρα θα γίνουν έξι (οι κριτικές), καθώς θα γράψουμε και για το πλέον πρόσφατο, που αποκαλείται The Secret Life of Mara Gibb [Same Difference Music, 2025].
Όπως διαβάζουμε στο booklet του CD... Mara Gibb είναι ένα άτομο από τον πλανήτη Bendex που εργάζεται στα ορυχεία βενδριλίου(;) – μια δουλειά την οποία κληρονόμησε από τους γονείς του. Κάποια μέρα, το άτομο αυτό δείχνει πως είναι δυσαρεστημένο με τη ζωή του. Πηδά σ’ ένα διαγαλαξιακό φορτηγό πλοίο και περιπλανιέται στον γαλαξία αναζητώντας ηρεμία, στιγμές διαύγειας, νέες εμπειρίες, το δικό του μονοπάτι (παρά τις προσδοκίες των άλλων), πνευματική φώτιση, επανασύνδεση με το «παιδί μέσα του», όπως και με τις απλές απολαύσεις της ζωής.
Αυτό πάνω-κάτω είναι το στόρι και το concept του δίσκου, η προσπέλαση στον οποίον (δίσκο) επιτυγχάνεται και μέσω του 24σέλιδου πολύχρωμου κόμικ (διαστάσεων 25,5Χ18), που συνοδεύει την έκδοση και το οποίο είναι σχεδιασμένο από τον Kostas Pantoulas (με κείμενο και ιστορία από τους Nikolai Hamel και Prins Obi).
Το άκουσμα του The Secret Life of Mara Gibb, που διαθέτει κάποια τραγούδια, αρκετά αφηγηματικά μέρη και κομμάτια με φωνές γενικά, είναι οπωσδήποτε ευχάριστο.
Ο Prins Obi με τους συνεργάτες του έχει κάνει πολύ καλή δουλειά, και το νεο-ψυχεδελικό οργανικό αφήγημά του, δεν μπορεί παρά να μας πηγαίνει πολύ πίσω στο χρόνο, στη βάση αυτών όλων των θεμάτων, που είναι, πρώτον, το LP των Nirvana (UK) “The Story of Simon Simopath” [Island, 1967] –μάλιστα το concept των Patrick Campbell-Lyons/Alex Spyropoulos έχει και αυτό διαστημικές άκρες, ενώ κι εκεί υπάρχει η φυγή του ατόμου και η αναζήτηση ενός καλύτερου κόσμου–, και, δεύτερον, το ανάλογο LP των Pretty Things S.F. Sorrow” [Columbia, 1968], εκεί όπου, ξανά, ένα νεαρό άτομο αναζητά κάτι που να δίνει αληθινό νόημα στη ζωή του.
Υπάρχει λοιπόν αυτός ο παραδοσιακός καμβάς, πάνω στον οποίον έρχεται ο Prins Obi να προσθέσει τη δική του εκδοχή, η οποία –τηρουμένων όσων αναλογιών θέλετε– έχει το δικό της, αυτοδύναμο και ξεχωριστό ενδιαφέρον. Εννοώ πως η διάρθρωση της δικής του ηχητικής ιστορίας είναι προσεγμένη, τόσο από ηχητικής πλευράς, όσο και από στιχουργικής και ευρύτερα καλλιτεχνικής.
Οι παλιοί ακροατές, που ξέρουν και αγαπάνε τα κλασικά βρετανικά άλμπουμ που προανέφερα, είμαι σίγουρος πως θα βρουν πολύ ενδιαφέρον το The Secret Life of Mara Gibb”. Τώρα, για τους νεότερους, δεν παίρνω όρκο...
Επαφή: https://prinsobi-innerear.bandcamp.com/album/the-secret-life-of-mara-gibb

Παρασκευή 31 Οκτωβρίου 2025

BETHNAL GREENER πεδίο

Ο Kostis Kilymis είναι ένας από τους πιο γνωστούς έλληνες πειραματιστές, την τελευταία 20ετία, ο οποίος τώρα εδρεύει στο Bristol (όπως διαβάζω στο discogs). Στο δισκορυχείον υπάρχουν διάφορες αναφορές σ’ αυτόν (αν τον ψάξεις ως «Κηλύμη»), με την πιο νέα (δηλαδή την παρούσα) να παίρνει αφορμή από το πιο πρόσφατο LP του, που κυκλοφορεί τώρα (2025) από την Same Difference Music. Το άλμπουμ αποκαλείται «Πεδίο» και υπογράφεται από τον Bethnal Greener (που είναι ο Κηλύμης με άλλο όνομα).

Το άλμπουμ, που είναι αγγλόφωνο (να μην παραπλανά ο τίτλος του) ανοίγει με το “Revery”, ένα αργό, βαρύ, τελετουργικό και ποιητικό (όσον αφορά τα λόγια) track, που έχει ωραία μπάσα (Haris Neilas, Constantine Blintzios) και που δεν απογειώνεται λόγω της φωνής, που ακούγεται άχρωμη, δίχως να δένει με την ατμόσφαιρα που αναπτύσσεται.
Αργό, απογυμνωμένο, και κάπως αποστασιοποιημένο, αλλά κάπως καλύτερο σε σχέση με τη φωνή, ακούγεται το “Cemetery of mornings”, που μοιάζει με «χαλί», πάνω στο οποίο ακουμπούν περίεργοι στίχοι, κάπως ποιητικοί, που δεν μπορείς να αντιληφθείς εύκολα τι βαθύτερο θέλουν να πουν –αν θέλουν να πουν κάτι δηλαδή–, ενώ συνολικά, και σαν σύνθεση, το εν λόγω κομμάτι, κυλάει μονότονα και δίχως αλλαγές, παρά τις όποιες προσθήκες (Savvas Metaxas κιθάρα).
Ακόμη πιο στοιχειώδες, και με μια κρουστότητα να συνοδεύει το ηλεκτρονικό περιβάλλον, είναι το “Flipping myths”, που ελίσσεται αργά χωρίς να προσφέρει, και αυτό, κάποια ιδιαίτερη συγκίνηση. Το βάρος πέφτει στα λόγια, στην σχεδόν απαγγελία, που εξακολουθούν να παραμένουν στριφνά, με πάντα μια εμφανή διάθεση ποιητικότητας.
Η Side B ανοίγει με ένα ακόμη στοιχειώδες track, πάντα αργό, αλλά με σωστή ανάπτυξη της ατμόσφαιρας, που τιτλοφορείται “Trespassing flowers” και που στo instro τμήμα του λειτουργεί περισσότερο καλά. Τα λόγια και εδώ δημιουργούν ένα κλίμα, μιας κάπως ζωντανής ωραιότητας, επηρεασμένα από το βιβλίο της Ann QuinThree” (1966), όπως διαβάζουμε στο innersleeve (και σε σχέση με το βιβλίο, όπως διαβάζουμε στο δίκτυο: «Μια νεαρή γυναίκα, που διαμένει στην οικογένεια της Ρουθ και του Λέοναρντ, η Σ., εξαφανίζεται υπό συνθήκες που υποδηλώνουν αυτοκτονία. Καθώς το ζευγάρι ξεφυλλίζει το ημερολόγιό της, ακούει τις κασέτες ήχου και βλέπει τις ταινίες της, η εμμονή του με την αινιγματική νεαρή κοπέλα καταλαμβάνει την μεταξύ τους σχέση. Το “Three” συνδυάζει τον λακωνικό διάλογο με τον ποιητικό ιμπρεσιονισμό σε μια διεισδυτική εξερεύνηση των κρυφών συναισθημάτων και των σεξουαλικών υποκείμενων ρευμάτων της βρετανικής μεσαίας τάξης»).
Το “Something like your arms είναι το καλύτερο κομμάτι του δίσκου του Bethnal Greener, ένα τραγούδι με υπαρξιακούς στίχους, ωραίο πέρασμα της φωνής και ταιριαστή ηλεκτρονική συνοδεία (η Maria Sideri είναι στη φωνή και ο Alexandros Martigopoulos στην κιθάρα).
Το LP «Πεδίο» [του Άρεως] θα ολοκληρωθεί με το φερώνυμο track, που είναι πιο καθημερινό στο λόγο του, περισσότερο ανθρώπινο και με τη φωνή (όταν δεν τραγουδάει) να δένει ωραία, παρά το πάντα στοιχειώδες υπόβαθρο και την προσθήκη του μπάσου (Haris Neilas).
Σε δύσκολα και απαιτητικά, από τη φύση τους, περιβάλλοντα διάλεξε να περιπλανηθεί ο Bethnal Greener, με το αποτέλεσμα να είναι αυτό το οποίο αντιληφθήκατε με τα όσα παραπάνω.
Επαφή: https://bethnal-greener.bandcamp.com/album/-

Πέμπτη 30 Οκτωβρίου 2025

δεν ισχύει η διεύθυνση για promos

Επειδή το υπερταμείο κλείνει τα ΕΛΤΑ Καισαριανής (αύριο είναι η τελευταία μέρα λειτουργίας τους) η διεύθυνση στην οποία λαμβάνω πρόμο (στο post restante των ΕΛΤΑ Καισαριανής) παύει να ισχύει.
Θα παρακαλούσα δισκογραφικές εταιρείες, εκδοτικούς οίκους και μεμονωμένους τραγουδοποιούς και μουσικούς που στέλνουν πρόμο για τις σχετικές κριτικές να αναστείλουν τις αποστολές τους, μέχρι να δω τι θα γίνει.
Θέλω να πω πως δεν ξέρω αν θα μπορέσω να συνεχίσω τη δουλειά ή αν θα την διακόψω (γιατί παίζει και αυτό).
Προσωπικά δεν με εξυπηρετούν ούτε κούριερ, ούτε box-now, ούτε τίποτα απ’ όλα αυτά. Μόνο το poste restante των ΕΛΤΑ με εξυπηρετεί, επειδή παρέχεται δωρεάν για τον παραλήπτη και επειδή κρατάει τις αποστολές σας έως και 20 μέρες (και άρα μπορώ να ελέγχω τη ροή της δουλειάς και να την προγραμματίζω).
[Ευχαριστώ πολύ όλες και όλους για την έως τώρα συνεργασία]
[Για οτιδήποτε νεότερο θα υπάρξει από εδώ ενημέρωση]

Τετάρτη 29 Οκτωβρίου 2025

THE BLACK CAT’S EYE σύγχρονο prog από την Φρανκφούρτη

Οι Black Cats Eye προέρχονται από την Φρανκφούρτη, σχηματίστηκαν το 2018, κάνοντας πολύ καλή εντύπωση με το ντεμπούτο τους “The Empty Space Between A Seamount and Shock-Headed Julia” [Tonzonen Records, 2023], που τους έφερε με φόρα στο σύγχρονο progressive προσκήνιο (δες και τη σχετική κριτική στο blog). Δύο χρόνια αργότερα το γερμανικό γκρουπ επανέρχεται στα πράγματα, με το νέο LP, CD και digital “Decrypting Dreams of Weird Animals and Strange Objects” [Tonzonen Records, 2025], ένα εξίσου συναρπαστικό ροκ άλμπουμ, το οποίο φέρουν εις πέρας οι Christian Blaser κιθάρες, πλήκτρα, Wolfgang Schönecker κιθάρες, Steffen Ahrens κιθάρες, Jens Cappel μπάσο, πλήκτρα, φωνή και Stefan Schulz-Anker ντραμς, κρουστά. Κατά βάση λέμε για μια μπάντα που παίζει instrumental rock, καθώς από τα έξι κομμάτια του δίσκου τους μόνον ένα διαθέτει φωνή.
Το άνοιγμα με το σκληρό δεκάλεπτο και φουριόζο progHell Bent For Sæther” (έτσι μπορεί να έπαιζαν σήμερα οι T2) δεν ξέρω αν πρέπει να παρασύρει. Το κομμάτι αν και πολύ καλό δεν είναι 100% χαρακτηριστικό του ήχου των Black Cats Eye, ο οποίος γρήγορα μεταπίπτει προς κάτι περισσότερο μετα-Barrett-ικό Floyd-ικό (“The wall of crystal keep”), για να κλείσει η πρώτη πλευρά με το επικό “Unicorn”, που στηρίζεται στην ωραία μελωδική γραμμή (την περασμένη στην κιθάρα), τα δυναμικά riffs και το τρανταχτό ρυθμικό τμήμα. Όμως και η δεύτερη πλευρά δεν φείδεται σκληρών proggy συγκινήσεων, με το “Sternenfels space gate” να ανοίγει τον χορό (θυμηθείτε τους Epitaph ας πούμε) και με το επίσης 10λεπτο “Everywhere I rest my head the ground is shifting” να κυριαρχεί, εκεί στο κέντρο προσφέροντας ένα hard-space παρανάλωμα.
Το Decrypting Dreams of Weird Animals and Strange Objects” των Black Cats Eye θα ολοκληρωθεί με το 6λεπτο “The magic balloon”, το μοναδικό κομμάτι του δίσκου, που διαθέτει φωνή και που επιβεβαιώνει, με εμφατικό τρόπο, την άνεση των Γερμανών να διερευνούν ευρεία κιθαριστικά progressive περιβάλλοντα.
Επαφή: www.theblackcatseye.com, www.tonzonen.de

Τρίτη 28 Οκτωβρίου 2025

ΓΙΩΡΓΟΣ ΖΑΜΠΕΤΑΣ 50 χρόνια από τα κατοχικά «Ντοκουμέντα» - πέντε σπάνιας δύναμης τραγούδια με θέμα την Κατοχή, που τα καταπλάκωσε η μεταπολίτευση

Το άλμπουμ «Ντοκουμέντα» [Olympic] από το 1975 είναι ένα από τα πιο άγνωστα και υποτιμημένα του λαϊκού βάρδου Γιώργο Ζαμπέτα (1925-1992), όμως την ιστορία θα πρέπει να την πιάσουμε από λίγο πιο πίσω – και όχι από το ’75.
Ο Ζαμπέτας σαν καλλιτέχνης-τραγουδοποιός ήταν παντός καιρού, τουλάχιστον μέχρι την πτώση της δικτατορίας και την έναρξη της μεταπολίτευσης – με τις επιτυχίες του να είναι πολλές και μεγάλες και στην αρχή του ’70, στο λαϊκό και ελαφρολαϊκό κύκλωμα που τότε βρισκόταν στις δόξες του. Μερικά από τα γνωστότερα τραγούδια του εκείνων των ετών ήταν τα «Αυτοί που φεύγουν κι αυτοί που μένουν» (1970) (στίχοι Αλέκος Καγιάντας) με τον Γιάννη Πουλόπουλο, «Ρωμιός αγάπησε Ρωμιά» (1971) (στίχοι Ξενοφών Φιλέρης) με τον Σταμάτη Κόκοτα, «Νύχτα ονειρομάνα» (1971) (στίχοι Φιλέρης) με τον Γιάννη Ντουνιά (πολλά χρόνια μετά θα το έλεγε και η Μαριάνθη Κεφάλα), «Αλήτη», «Το αδιέξοδο», «Το γράμμα και η φωτογραφία» (όλα από το 1971), όλα σε στίχους Καγιάντα, όλα με τη Βίκυ Μοσχολιού (συγκλονιστική τριάδα αυτή!), «Το θέμα είναι να την βρω» (1972) (στίχοι Φιλέρης) ξανά με τον Κόκοτα, «Η Μαρίνα η Σαλονικιά» (1973) (στίχοι Ζαμπέτας) ξανά με τον Πουλόπουλο, ενώ επίσης μεγάλη επιτυχία έκαναν και τα «Ο πενηντάρης» (1971) (στίχοι Ναπολέων Ελευθερίου), «Ο Τζακ» (1972) (στίχοι Θεοδόσης Άθας) και «Μάλιστα κύριε» (1973) (στίχοι Καγιάντας), τα οποία ερμηνεύονταν από τον ίδιο τον Ζαμπέτα, με το γνωστό θεατράλε στυλ του (που ήταν και αυθεντικό και μοναδικό).
Με τη μεταπολίτευση, όμως, πατιέται φρένο – κάποιοι το πατάνε τέλος πάντων. Ο Ζαμπέτας έχει συνδεθεί μ’ έναν τύπο διασκέδασης, που φέρνει άλλα στη μνήμη των ανθρώπων και ειδικότερα των νεοτέρων (λέμε για το νυχτερινό ξεφάντωμα επί δικτατορίας, με τους αξιωματούχους του καθεστώτος, τους εφοπλιστές, τους λεφτάδες, και με την αστική τάξη να «τα σπάει» δίχως αύριο), με αποτέλεσμα να μην του επιφυλαχθεί ένας ρόλος σαν εκείνον του Βασίλη Τσιτσάνη και της Σωτηρίας Μπέλλου, για παράδειγμα – τους οποίους ο Τάσος Φαληρέας είχε χρίσει, τότε, αντιπροσώπους του «ελληνικού
underground». Ο Ζαμπέτας ήταν πολύ... overground για τα γούστα των πρώην ροκάδων, που μεταμορφώνονταν σε τοποτηρητές του «χαμένου κέντρου», ενώ και ο ίδιος θα ένοιωθε ριγμένος, από το συνολικότερο κύκλωμα του τραγουδιού – κάτι που θα επιβεβαιωνόταν όταν θα κυκλοφορούσαν τα «Ντοκουμέντα» του, τον Μάρτιο του ’75, πενήντα χρόνια και κάτι μήνες πριν από τώρα. Όπως θα έλεγε και ο ίδιος (από το γνωστό βιβλίο της Ιωάννας Κλειάσιου «Γιώργος Ζαμπέτας Βίος & Πολιτεία / “και η βρόχα έπιπτε... στρέιτ θρου”», στις εκδόσεις ντέφι, το 1997):
«Άλλος στιχουργός που συνεργαστήκαμε πολύ ήταν κι ο Φώντας ο Φιλέρης. Ο Ξενοφώντας ο Φιλέρης ήτανε με τη Μάρθα Βούρτση και κάνανε παραγωγή ταινιών. Σε μια ταινία γνωρίστηκα έτσι με το Φιλέρη που είχε το σενάριο και στίχους. Κάναμε καλά τραγούδια με το Φώντα, κοινωνικά και πολιτικά στο είδος τους. Κάναμε τα “Ντοκουμέντα” το 1972-73, με τραγούδια πραγματικά ντοκουμέντα της Κατοχής. Αλλά ούτε η εταιρία τα προώθησε, ούτε κανείς έπιασε το νόημα. Όλοι τους ήτανε στο Θεοδωράκη. Μεταπολίτευση Θεοδωράκης. Αντιπολίτευση, οξωπολίτευση, παραπολίτευση, ξεπολίτευση, κάργα πολίτευση, να ο Θεοδωράκης πάλι! Ήτανε ο ειδικός στα πολιτικά αυτός, στα αντιστασιακά. Να ο Θεοδωράκης, να ο Θεοδωράκης, να η Μερκούρη, να ο Θεοδωράκης, να ’σου κι ο Νταλάρας, να ο Θεοδωράκης. Τελείωσε, αυτό ισχύει μόνο, εκεί τ’ αρχίσαμε, εκεί τ’ αφήσαμε. Ποιος θα κοιτάξει αν γράφεται τίποτα άλλο...».
Και λίγο πιο κάτω από το ίδιο βιβλίο:
«Κάνω αργότερα και τα “Ντοκουμέντα”, ένα δίσκο καταπληκτικό σε στίχους του Φιλέρη. Ένα δίσκο ντοκουμέντο για τη γερμανική Κατοχή. Αλλά δεν πήγε αυτός, δεν καταλάβανε το δίσκο οι άσχετοι στην εταιρία, να τον προωθήσουνε. Άλλα υποστηρίζανε».
 
Η συνέχεια εδώ...
https://www.lifo.gr/culture/music/giorgos-zampetas-50-hronia-apo-ta-katohika-ntokoymenta

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 679

27/10/2025
«Μάνα μου όλα περνούνε / και όλα γίνονται ξανά
όμως τούτη η θητεία / δε σταματάει πουθενά»

Ποπάυ, κλάση ’75

27/10/2025
Πάντως, κι εδώ που τα λέμε, ο Σαββόπουλος δεν έγραψε ούτε ένα τραγούδι για τους φιλελέδες.
Ακόμη και αυτά που λέει στους «Κωλοέλληνες» και στο «μητσοτάκ» τα έλεγαν όλοι τότε και πρώτα-πρώτα οι εκδότες, ο Τεγόπουλος, ο Λαμπράκης, ο Μπόμπολας κ.λπ., αυτοί που ρίξανε και τον Κοσκωτά δηλαδή (είχαν τους λόγους τους), και τους οποίους δεν θα μπορούσες με τίποτα να τους αποκαλέσεις απολογητές τους «μητσοτακισμού».
Αλλά και αργότερα στα ταραγμένα βαλκανικά 90s ο Σαββόπουλος με το «Πρεσθλάβες» και τις συναυλίες στο Βουκουρέστι, στη Σόφια κ.λπ. ήταν πολύ πιο κοντά στον ΚΚΕδικο εθνοπατριωτισμό (έχοντας αντι-νατοϊκές και αντι-αμερικανικές νύξεις στα τραγούδια του), παρά στους «σαμαρικούς» και πολύ περισσότερο στους φιλελέδες και σε κάτι περιτρίμματα της ανανεωτικής αριστεράς, που υποστήριζαν τους νατοϊκούς και τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας.
Και φυσικά στη φάση του «Τραπεζάκια Έξω» ο Σαββόπουλος της νέο-ορθοδοξίας έφτυνε την υποτέλεια στη Δύση και τον ανεξέλεγκτο ευρωπαϊσμό. Εξάλλου η νέο-ορθοδοξία ήταν κομμάτι του ιδεολογικού τοτέμ «μαρξισμός και ορθοδοξία», δεν είχε καμιά σχέση με τη Θάτσερ και το Ρήγκαν.
Πλάκα-πλάκα οι φιλελέδες αν εξαιρέσεις τη «Συννεφούλα», που την ακούγανε στα αποκριάτικα πάρτυ, στα ιδιωτικά νηπιαγωγεία που πηγαίνανε, δεν έχουν ουδεμία επαφή με το έργο του Σαββόπουλου – το οποίο βασικά δεν τους αφορά.
Σόρι μάγκες μου, αλλά έτσι είναι. Μόνον άσχετους μπορείτε να πείσετε μ’ αυτά που γράφετε.
---------------
update
και αυτό που ξεχάστηκε
>>«Και το ’79 είχα προβλήματα στο Σκορπιό (...) Αυτό το «δεν είμαι Πασόκα δεν είμαι ούτε ΚΚΕ». Η δε η άλλη άρρωστη, η Νέα Δημοκρατία, ενόμιζε ότι το τραγούδι την ευνοούσε, επειδή δεν αναφέρονταν»<<
[Στη Φλέσσα, 7 Ιουνίου 2013]

27/10/2025
 (...)Τη χειμερινή σεζόν 1969-70 ο Διονύσης Σαββόπουλος με τα Μπουρμπούλια του εμφανίζονται και πάλι στο Rodeo, το οποίο έχει αλλάξει δραστικά, μέσα από τη δουλειά του αρχιτέκτονα και ζωγράφου Ηλία Παπαγιαννόπουλου (1939-1998). Το υπόγειο κλαμπ της Πλατείας Βικτωρίας (σ.σ. η είσοδός του φαίνεται στη φωτογραφία) αρχίζει να αποκτά φήμη, από στόμα σε στόμα, καθώς στο πρόγραμμα παίρνουν μέρος οι τραγουδίστριες Μαρίζα Κωχ και Ρενάτα Καπερνάρου, μαζί με τον ταχυδακτυλουργό Μπαμπού, ενώ αργότερα, και πάντα στην ίδια σεζόν (πρώτοι μήνες του 1970), θα εμφανίζονταν εκεί η Δέσποινα Γλέζου, η Λήδα και κάποιοι Γουώρεν Δύο, όπως φαίνεται σε διαφήμιση της εποχής. (Όταν θα ρωτούσα τον Βαγγέλη Γερμανό, αν Γουώρεν Δύο αποκαλούνταν εκείνος και ο φίλος του Λευτέρης Καββαδάτος –ένα ντούο πριν από τους Διόσκουρους– θα μου απαντούσε πως ήταν κάποια στιγμή στο Rodeo οι δυο τους, αλλά αυτό το όνομα δεν του έλεγε τίποτα).(...)
Ένα απόσπασμα από το "Ροκ, Ελληνικό Ροκ, Κοινωνία & Πολιτική στη Μακρά Δεκαετία του '60 (μία αντι-ανάγνωση)" [Όγδοο, 2025], που τώρα κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία.

26/10/2025
Συνεχίζουμε ακάθεκτοι...
Θεωρώ πως ο Κουτσούμπας είναι πιο πιθανό να τιμήσει τη Βανδή στη νέα μεγάλη λαϊκή συναυλία του κόμματος, παρά τον Σαββόπουλο.
Εγώ αν ήμουνα Κουτσούμπας θα έπιανα 20 σημερινούς καλλιτέχνες, θα τους χαρτζιλίκωνα βέβαια (το κόμμα έχει λεφτά) και θα τους έλεγα... θέλω 20 διασκευές του «Σχολίου». Θα κάνω μια συναυλία μόνο μ’ αυτό το κομμάτι και θέλω να το πούμε 20 φορές.
Σύντροφε γραμματέα, άμα δεν ανατριχιάζεις και σήμερα με τους στίχους «Ξέρω ανθρώπους σαν κι εσάς / που μου λεν “μην τα ρωτάς / γύρω στο ’48 πέρασα από ’κει κι εγώ / ήταν μέρες φοβερές η Μακρόνησο που λες”» καλύτερα ν’ αλλάξεις κόμμα. Πήγαινε, ξέρω ’γω, με τη Νέα Αριστερά...

26/10/2025
Υπάρχουν κάποιοι φίλοι (και... εχθροί), που μου λένε ότι κόλλησα με το Σαββόπουλο και πως πρέπει να πούμε και κάτι άλλο.
Το λένε αυτό σ’ εμένα –εντελώς απερίσκεπτα–, που έχω γράψει τα άντερά μου (από εκατό φορές) τα τελευταία 30 χρόνια, και όπως να το κάνεις μου προξενεί ένα μειδίαμα αυτό, αλλά ας είναι. Δεν τρέχει τίποτα. Είναι κριτική την οποία αποδέχομαι.
Εγώ θα συνεχίσω, πάντως, να γράφω για το Σαββόπουλο, όπως θα συνεχίσω να γράφω και για τον Χατζιδάκι, και για τον Θεοδωράκη, και για τον Ξαρχάκο κ.λπ. Εννοώ θα κάνω ποστ, κείμενα, και ό,τι άλλο μπορώ είτε με διάφορες αφορμές είτε και χωρίς αφορμές. Αν δεν μιλάμε σ’ αυτή τη χώρα για τα μεγέθη του μουσικού πολιτισμού μας, τότε για τι θα μιλάμε;
Γράφω συνεχώς για νέες δουλειές και για νέους δημιουργούς και θέλω να συνεχίσω να το κάνω (αν και προβλέπονται ζόρια στο πολύ άμεσο μέλλον, γιατί τα ΕΛΤΑ Καισαριανής, εκεί όπου λαμβάνω όλο το υλικό, απειλούνται με κλείσιμο από το υπερταμείο – και αν συμβεί αυτό τελικά δεν ξέρω τι θα κάνω), αλλά αυτές οι μέρες φίλοι μου είναι οι μέρες του Διονύση και για μένα δεν επιτρέπεται ουδεμία παράκαμψη.
Επίσης να πω πως εγώ δεν ετεροκαθορίζομαι σε σχέση με τον Σαββόπουλο (και σε σχέση με τίποτα δηλαδή). Δεν μ’ ενδιαφέρει, εννοώ, αν αυτό που λέω και γράφω μπορεί να αποτελεί ύλη για τους μητσοτακικούς, τους φιλελέδες ή ό,τι άλλο. Εγώ δεν είμαι πολιτικός, για να λαβαίνω τα μέτρα μου. Δεν είμαι σαν τον άλλον της «νέο-αριστεράς», που δεν πήγε στη μητρόπολη γιατί δεν ήθελε να είναι δίπλα στον Άδωνι και στον ΠΘ (έτσι είπε).
Εγώ πήγα στη μητρόπολη, ήμουνα απ’ έξω με τον κόσμο και παρακολούθησα την τελετή. Θα μπορούσε και ο άλλος της «νέο-αριστεράς» να είναι απ’ έξω ή και μέσα ακόμη –γιατί όχι;– και να παρακολουθήσει τη λειτουργία της κηδείας. Εκκλησία είναι. Εδώ είναι στον ίδιο χώρο (στη Βουλή) με όλους αυτούς, που λέει ότι δεν ήθελε να είναι δίπλα τους στην εκκλησία, και δεν έχει πρόβλημα. Και αν δεν ήθελε να είναι δίπλα στον Άδωνι, ας καθόταν κάπου αλλού. Δηλαδή βλέπετε τώρα τι γίνεται... εντελώς ασόβαροι άνθρωποι. Που θέλουν κάτι να πούνε, που θέλουν να μπαλώσουν τη μ@λακία που κάνανε και που λένε άλλες κι άλλες σαχλαμάρες.
Η αριστερά στην Ελλάδα είναι για τα πανηγύρια. Κι όλοι εμείς που θεωρούμε τον εαυτό μας αριστερό θα έχουμε τεράστιο πρόβλημα στις επόμενες εκλογές. Ποιον και για ποιο λόγο να τον ψηφίσουμε. Είναι χάλια όλοι ή περίπου όλοι (σπάνια ν΄ ακούσεις μια σοβαρή κουβέντα). Παρ’ τον έναν και χτύπα τον άλλον είναι άπαντες. Λυπάμαι που το λέω.

26/10/2025
 «Κωλοέλληνες»

26/10/2025
Τα Συριζόπανα (τα λέω έτσι γιατί ένας συριζαίος σχολιαστής μου έτσι υπογράφει) βρίζουν το Σαββόπουλο, που τέλος πάντων ό,τι κι αν έλεγε ήταν κουβέντες δικές του, απόψεις δικές του, οι οποίες, είτε συμφωνούσες είτε διαφωνούσες, δεν άλλαζαν τη ζωή σου. Πολίτης ήτανε, όχι παγαπόντης πολιτικός.
Αντιθέτως όλα αυτά τα πανιά αντί να βρίζουν τον Τσίπρα τον υμνούν και ετοιμάζονται να τον ξαναϋμνήσουν, επειδή μετέτρεψε το ΟΧΙ σε ναι, επειδή επέβαλε τρίτο δυσβάσταχτο μνημόνιο, αντί να το σκίσει με ένα άρθρο, επειδή διέλυσε τις συντάξεις και τα ασφαλιστικά ταμεία με τον νόμο Κατρούγκαλου, επειδή έφτιαξε το υπερταμείο (βγάζοντας στο σφυρί τη δημόσια περιουσία), επειδή παρέδωσε τη ΔΕΗ στους κερδοσκόπους (το άμεσο έγκλημα του αιώνα, που το νοιώθουμε κάθε μήνα στις τσέπες μας), επειδή ψήφισε την τραμπική-νατοϊκή συμφωνία των Πρεσπών (η όποια αξία της οποίας, αν υπάρχει τέτοια, φαίνεται και θα φανεί στο μέλλον) και επειδή άφησε «γεμάτα ταμεία», όχι για να αποκαταστήσει μέρος των αδικιών, που επέβαλε στο λαό, αλλά για να εξευμενίσει τους εγκληματίες δανειστές.
Τραβάτε ρε βάλτε τις κεφάλες σας κάτω από το κρύο νερό μπας και συνέλθετε...

Δευτέρα 27 Οκτωβρίου 2025

ΚΩΣΤΑΣ ΜΑΝΔΗΛΑΣ για τα περάσματα που δεν βρέθηκαν ποτέ / Η ιστορία του περιοδικού «Ανοιχτή Πόλη»

 Πριν από λίγο καιρό (Φθινόπωρο 2025) κυκλοφόρησε ένα αρκετά ενδιαφέρον βιβλίο από τις Εκδόσεις στο Περιθώριο, το οποίο υπογράφει ο Κώστας Μανδηλάς. Το βιβλίο έχει τίτλο «Για τα περάσματα που δεν βρέθηκαν ποτέ / Η ιστορία του περιοδικού “Ανοιχτή Πόλη”» και είναι γραμμένο από έναν άνθρωπο, που έζησε από τα μέσα τη διαδρομή τού συγκεκριμένου εντύπου. Ο Μανδηλάς, μαζί με τον αείμνηστο Βλάση Ρασσιά (1959-2019) και τους Δημήτρη Μουστάκη και Στέλιο Παπαθανασόπουλο ήταν εκείνοι που θα ξεκινούσαν την «Ανοιχτή Πόλη», τυπώνοντας ένα πρώτο τεύχος τον Οκτώβριο του 1980, δημιουργώντας από την αρχή εντύπωση (βασικά στο υποψιασμένο κοινό εκείνων των ετών).
Τι ακριβώς έντυπο ήταν η «Ανοιχτή Πόλη» το γνωρίζουν καλά όσοι έχουν πιάσει τα παλιά και ξεχασμένα τεύχη του στα χέρια τους (ξεχασμένα μεν, ζωντανεμένα εκ νέου δε – με αφορμή την παρούσα έκδοση), τα οποία θα κυκλοφορούσαν για δεκατρία χρόνια (αν και με ένα κενό ανάμεσα, από το καλοκαίρι του ’81 έως και τον Απρίλη του ’86), αριθμώντας, συνολικώς, 32 τεύχη (το τελευταίο ήταν το #32-33, από το καλοκαίρι του ’93).
«Υποψιασμένο κοινό» έγραψα πιο πάνω. Ναι, γιατί η «Ανοιχτή Πόλη» σε όλες τις φάσεις της επιχειρούσε να αρθρώσει (μέσα από πρωτότυπα κείμενα και μεταφράσεις) έναν λόγο εναλλακτικό, επηρεασμένη (ως έντυπο) κυρίως από τα υπόγεια / underground αμερικάνικα και ευρωπαϊκά ανάλογα περιοδικά (ακανόνιστης περιοδικότητας), που κυκλοφορούσαν ήδη από τα σίξτις και τα σέβεντις – και μια τέτοια θεματολογία θα μπορούσε να προσελκύσει μόνον όσους και όσες είχαν κάποια πιο ειδικά ενδιαφέροντα (όσους και όσες είχαν καλλιεργήσει μέσα τους ή και έξω τους την αμφισβήτηση). Για παράδειγμα τέτοιοι ήταν όσοι ψάχνονταν με το ροκ (και που το άκουγαν όχι μόνο για εκτόνωση), οι άλλοι που διάβαζαν beat ποίηση ή οι τρίτοι που είχαν ψυλλιαστεί τον ρόλο κάποιων πιο υπόγειων κοινωνικών κινημάτων, τα οποία μάλλον περιφρονούνταν από τη λεγόμενη «παραδοσιακή αριστερά» ή και από τους αριστεριστές ακόμη.
Θα πουν κάποιοι... και τα περιοδικά του Λεωνίδα Χρηστάκη (ο «Κούρος», το «Panderma», το «Ιδεοδρόμιο») δεν επιχειρούσαν το ίδιο; Βασικά το «Ιδεοδρόμιο», εδώ, θα μπορούσε να μας ενδιαφέρει, επειδή ήταν σύγχρονο της «Ανοιχτής Πόλης», όχι τα υπόλοιπα (που δρούσαν σε άλλες εποχές). Ναι, συνυπήρχαν η «Ανοιχτή Πόλη» με το «Ιδεοδρόμιο», αλλά σαν έντυπο, το πρώτο, ήταν πιο επικεντρωμένο στα θέματα που το ενδιέφεραν και κυρίως με πιο εμπεριστατωμένα κείμενα (και λόγο). Βασικά δούλευε πολύ καλύτερα το... μεταφραστικό τμήμα της «Ανοιχτής Πόλης», και βεβαίως οι διασυνδέσεις του, τις οποίες είχε ήδη αναπτύξει ο Ρασσιάς με τα σχετικά κέντρα του εξωτερικού, που βρίσκονταν πολύ πιο μπροστά από εμάς, στη θεματολογία και τη διαχείριση της εναλλακτικής πληροφορίας. Προσωπικά, πάντα μ’ ενδιέφερε η «Ανοιχτή Πόλη» περισσότερο από το «Ιδεοδρόμιο».
Ήταν ένα underground έντυπο η «Ανοιχτή Πόλη»; Εναλλακτικό θα το χαρακτήριζα. Και τέτοιος ήταν και ο ορισμός αυτού του τύπου των εντύπων εκείνη την εποχή. Εξάλλου και το Underground Press Syndicate (που είχε ιδρυθεί το 1966) θα μετονομαζόταν και αυτό σε Alternative Press Syndicate – μέλος του οποίου από το τεύχος #4 (καλοκαίρι ’81) θα γινόταν και η «Ανοιχτή Πόλη».
Η «Ανοιχτή Πόλη» δεν ήταν ένα τραχύ πολιτικό έντυπο, όπως ήταν πολλά αριστερά, ακροαριστερά ή και ελευθεριακά (ας μείνουμε σ’ αυτά) περιοδικά κι εφημερίδες εκείνων των ετών (των 80s ας πούμε). Η θεματολογία της ξεπερνούσε τα βασικά εγχώρια πολιτικά μοτίβα της εποχής, και απ’ αυτή την άποψη η «Ανοιχτή Πόλη» άνοιξε δρόμους και σηματοδότησε... περάσματα που δεν βρέθηκαν ποτέ (όπως έλεγε και το μότο της). Και η αφήγηση του Μανδηλά, που αναπτύσσεται τεύχος με τεύχος, πληροφορεί αναλυτικά για το περιεχόμενο καθενός εξ αυτών.
Ενδεικτική θεματογραφία της Ανοιχτής Πόλης; Κέντρα εναλλακτικής κουλτούρας, Harold Norse, Abbie Hoffman-Yippies, Marshall McLuhan, βουδισμός-οικολογία-βιοτοπισμός, κοινωνική οικολογία, William S. Burroughs, underground comics, Phil Ochs, David Cooper, Paul Krassner, Gary Snyder, Henry Rollins, οι ειδωλολατρικές ρίζες του χριστιανισμού, Aleister Crowley, Genesis P-Orridge, χριστιανισμός και γυναίκα, σαμανισμός, Charles Bukowski, Hawkwind, ασιντικά όνειρα: η CIA το LSD και το απόκρυφο, Noam Chomsky: ολοκληρωτισμός και media και δεκάδες άλλα.
Ένα βασικό, που θίγεται και στο βιβλίο φυσικά με τον τρόπο του Μανδηλά, είναι αυτή η... μεταστροφή, που συμβαίνει με το πρώτο τεύχος της δεύτερης εποχής της «Ανοιχτής Πόλης», δηλαδή με το υπ’ αριθμόν #5 (από τον Απρίλιο του ’86), που έχει να κάνει με τη σύνδεση της εναλλακτικής κουλτούρας (κάποιας κατεύθυνσής της τέλος πάντων) με τον νεοπαγανισμό – την μαγική, σαμανική, ελευθεριακή και οικολογική παράδοση. Σημειώνεται, δηλαδή, μία στροφή στα ενδιαφέροντα του περιοδικού, που υπήρξε καθοριστική σε όλο το επόμενο διάστημα. Ένα τέτοιο οριακό κείμενο (γραμμένο από τον Ρασσιά) είναι εκείνο του 5ου τεύχους, που τιτλοφορείται «Επιστροφή των Μαγισσών» και στο οποίο διαβάζουμε:
«Για τους φανατικούς καλόγερους των διαφόρων ταγμάτων του Κρατιστικού Χριστιανισμού που υποφέρανε από την πλήρη στέρηση του ερωτισμού (κάτω από τον παρανοϊκό και αφύσικο νόμο περί αγαμίας των κληρικών και του αναθεματισμού της αυτοϊκανοποίησης), η γυναικεία ύπαρξη έπρεπε να τσακιστεί κάτω από τη βία των βασανιστηρίων και της πυράς, γιατί σ’ έναν καιρό καθολικής υποταγής, σε ένα απάνθρωπο θεοκρατικό σύστημα, τολμούσε να εκπροσωπεί ακόμα την διεκδίκηση της αυτονομίας, της εκτροπής και της παραβίασης όλων των εξουσιαστικών απαγορεύσεων. (Ομαδικές πράξεις αυτοϊκανοποίησης και λεσβιακός ερωτισμός στις μυστικές συνάξεις των “μαγισσών”)».
Βεβαίως, ο Μανδηλάς, εδώ στο βιβλίο του, μας πληροφορεί από νωρίς, από τις πρώτες σελίδες του εννοώ, για μια τάση που εκδηλωνόταν και σ’ εκείνον, από την αρχή των 80s ακόμη, σε σχέση με μια πιο φυσιοκρατική αντίληψη της κοινωνικής πραγματικότητας, επηρεασμένος από κάποια διαβάσματά του. Τούτο συμβαίνει όταν ανακαλύπτει το παλαιό-παλαιό (από το τέλος του 19ου αιώνα) περιοδικό «Άρδην» του Πλάτωνος Δρακούλη (1858-1942;), ενός πρωτοπόρου σοσιαλιστή, αλλά με παράξενες, στην πορεία, απόψεις, επηρεασμένες βασικά από τους αγγλικούς αριστοκρατικούς κύκλους, που συνδύαζαν προοδευτικό λόγο, με τη μελέτη της θεοσοφίας, του αποκρυφισμού, μαζί με χορτοφαγία, επαφή με τη φύση και άλλες διάφορες εξεζητημένες, για την εποχή, αναζητήσεις. Κάτω απ’ αυτό το σκεπτικό εμφανίζονται στην «Ανοιχτή Πόλη» τα πρώτα κείμενα για τους προχριστιανικούς πολιτισμούς και κυρίως για την Αρχαία Ελλάδα. Όπως γράφει και ο Μανδηλάς:
«Οι προχριστιανικοί πολιτισμοί προσέφεραν ό,τι εμείς ζητούσαμε: ένα δυνατό άλλοθι στην περίφημη εναλλακτικότητά μας. Χρόνο με το χρόνο ψηλαφώντας τα αρχαία κείμενα, αλλά και τα τελετουργικά προχριστιανικών πολιτισμών, βρίσκαμε τα στοιχεία εκείνα που μας έδειχναν έναν άλλο κόσμο, εντελώς διαφορετικό απ’ αυτόν που ζούσαμε και είχαμε μεγαλώσει. Τα στοιχεία αυτά ανιχνεύονται από τα πρώτα τεύχη του περιοδικού και κορυφώνονται στο τεύχος 10 (σ.σ. άνοιξη του ’87) με την περίφημη συνέντευξη από μια μαθητευόμενη μάγισσα.(…) Όλα αυτά ταίριαζαν απόλυτα με τον ριζοσπαστικό νεορομαντισμό των yippie και zippie, που συνεχώς και διαρκώς παρουσιάζαμε. Στα εναλλακτικά κοινόβια και στις διάφορες αντιεξουσιαστικές συλλογικότητες βρίσκαμε πολλά κοινά στοιχεία με τις αρχές και τις αξίες εκείνων των εγκαταλελειμμένων, αλλά και διωγμένων κόσμων».
Οι κίνδυνοι πάντως καιροφυλακτούσαν. Ο Μανδηλάς στο βιβλίο δεν μιλάει γι’ αυτούς (μάλλον γιατί ξεφεύγουν των ορίων της «Ανοιχτής Πόλης»), αλλά εγώ είχα γράψει κάτι σχετικό στο κείμενο που είχε ανεβεί για τον αείμνηστο Βλάση Ρασσιά, το 2019, στο LiFO.gr. Και αναφέρομαι βασικά στον «Ιό» της «Ελευθεροτυπίας» (περιοδικό «Ε»), δηλαδή τους Τάσο Κωστόπουλο, Δημήτρη Τρίμη, Αγγελική Ψαρρά και Δημήτρη Ψαρρά, οι οποίοι σε μια έρευνά τους υπό τον τίτλο «Οι Αρχαιολάτρες Πολιτεύονται» (7 Φεβρουαρίου 1999) είχαν εμφανίσει τον Βλάση Ρασσιά, και άλλους, ως... συνομιλητές του επίσης αρχαιολάτρη δικηγόρου Κώστα Πλεύρη, γνωστού ακροδεξιού πολιτευτή και προπαγανδιστή φασιστικών και ναζιστικών απόψεων, στο διήμερο Συμπόσιο, στο Πολεμικό Μουσείο, υπό τον τίτλο «Η Αρχαιοελληνική Παράδοση στην Τρίτη Χιλιετία» (23-24 Ιανουαρίου 1999). Θα ακολουθούσε μήνυση του Ρασσιά και του συγγραφέα Μάριου Βερέττα κατά της Ελευθεροτυπίας. Όπως διαβάζουμε από το σάιτ του Ρασσιά:
«Ενώ με το 113068 / 99 κλητήριο θέσπισμα οι “Ιοί” παραπέμφθηκαν κανονικά να δικαστούν ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, στις 2 Σεπτεμβρίου 1999, για συκοφαντική δυσφήμιση κατά συναυτουργία, κατά συρροή και κατ’ εξακολούθηση δια του Τύπου, έπειτα από προσφυγές τους εξεδόθη στα μέσα του καλοκαιριού το αθωωτικό Βούλευμα 3607 / 2. 7. 1999 του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών».
Ο «Ιός» αθωώνεται εν ολίγοις, ενώ παράλληλα στο Βούλευμα υπάρχει και «κάτι» για τους Ρασσιά και Βερέττα, που τους δικαιώνει και αυτούς, αναφορικά με τη συσχέτιση που επιχειρήθηκε με τον ακροδεξιό χώρο. Δηλαδή:
«…στο Συμπόσιο μίλησαν και οι εγκαλούντες που είναι εκδότες-συγγραφείς που ασχολούνται ως ερευνητές με την αρχαιοελληνική παράδοση. Είναι γνωστοί στον χώρο των πνευματικών ανθρώπων ως άτομα με δημοκρατικό ήθος και αντι-ολοκληρωτικές ιδεολογίες. Στο Συμπόσιο εγκωμίασαν την άμεση δημοκρατία και διαχώρισαν την θέση τους από τον φασισμό και τον ναζισμό…».
Υπήρχαν λοιπόν αυτοί οι κίνδυνοι, οι οποίοι στη δεκαετία του ’80 (βασική δεκαετία της έκδοσης της «Ανοιχτής Πόλης») ήταν ακόμη κάπως εν υπνώσει.
Το βιβλίο του Κώστα Μανδηλά «Για τα περάσματα που δεν βρέθηκαν ποτέ / Η ιστορία του περιοδικού «Ανοιχτή Πόλη» είναι ένα πολύ ενδιαφέρον «ημερολόγιο», της εκδοτικής διαδρομής της «Ανοιχτής Πόλης», το ξαναγράφω, με πολλά επιμέρους γεγονότα και πολλές επιμέρους καταγραφές συμβάντων, που δίνει με καθαρές γραμμές την ιστορία αυτού του εντύπου – ίσως του πιο σημαντικού εναλλακτικού περιοδικού, που θα κυκλοφορούσε ποτέ στην Ελλάδα.
Επαφή: ekdstoper@gmail.com, www.facebook.com/EkdoseisStoPerithorio