Τετάρτη 12 Φεβρουαρίου 2025

ARMAGOS το ταξίδι της ζωής

Κλεισμένο σε μια θήκη DVD το νέο άλμπουμ του Armagos –συνθέτης πιανίστας κ.λπ. για άλμπουμ του οποίου έχουμε γράψει κι άλλες φορές στο παρελθόν– έχει τίτλο The Journey of Life [cdbaby, 2025] και αποτελείται από δώδεκα ορχηστρικά tracks, που αποτελούν προφανώς δικές του συνθέσεις.
Η ορχηστρική μουσική είναι μια διαφορετική οντότητα από το τραγούδι. Άλλοτε πιο «εύκολη» και άλλοτε πιο «δύσκολη». Το τραγούδι δεν είναι εύκολο πράγμα, γιατί συνδυάζει μουσική, στίχο, ενορχήστρωση και ερμηνεία, ενώ το καλό τραγούδι είναι ακόμη πιο δύσκολο ως συνθήκη. Αντιθέτως η (σκέτη) μουσική δεν έχει λόγο (μπορεί να έχει φωνή, αλλά όχι λόγο) και ερμηνεία, οπότε φαινομενικά είναι πιο «εύκολη». Ο συνθέτης έχει να αντιμετωπίσει μόνον τον εαυτό του. Φυσικά, ειδικότερες δυσκολίες υπάρχουν. Θα πρέπει η μουσική να έχει μια ροή, να δημιουργεί συναισθήματα, «εικόνες», να μπορεί να σε ταξιδεύει ή να σε διασκεδάζει ή να σε προκαλεί. Να σε κάνει να ονειροπολείς ή και να σκέφτεσαι. Και σε κάθε περίπτωση δεν είναι «εύκολο» να γράφεις μουσική, που να λειτουργεί, καίρια, μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο.
Ο Armagos είναι ένας συνθέτης που γνωρίζει το θέμα (σκέτη) μουσική, και ξέρει πώς να το αντιμετωπίσει χρονικά και χωρικά. Εννοώ και ως προς την διάρκειά του, αλλά και ως προς τους χώρους που καταλαμβάνει. Και εδώ, στο “The Journey of Life” οι αναφορές του Armagos είναι πολλές και ποικίλες – από το rock μέχρι την βυζαντινή μουσική, και από τις μουσικές με τις... οθωμανικές επιρροές, έως το κρητικό μέλος. Υπάρχουν βεβαίως και τα ανάλογα όργανα, που ακούγονται εδώ (λύρα από την Πόλη, λύρα από την Κρήτη, παραδοσιακό φλάουτο, κλαρίνο, μαζί με κιθάρα, μπάσο, ντραμς, σύνθια και τζουρά), αλλά κυρίως υπάρχει η ενότητα ενός έργου, που ακούγεται από την αρχή έως το τέλος του, χωρίς σκαμπανεβάσματα.
Επαφή: www.armagosmusic.com

Τρίτη 11 Φεβρουαρίου 2025

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 627

11/2/2025
Από την αντιπαραβολή της ταινίας του Ντίνου Κατσουρίδη "Έγκλημα στα Παρασκήνια" (1960) με το ομώνυμο βιβλίο του Γιάννη Μαρή... "Cult Όψεις του Ελληνικού Κινηματογράφου" [LiFO Books, 2024] 

10/2/2025
Νομίζω το 2029 θα εμφανισθεί και βίντεο με Τζων Λέννον-Γιόκο Όνο, από το Αλάτι και Πιπέρι του Φρέντυ Γερμανού το 1969...

10/2/2025
Είναι ένα απ' τα τραγούδια της ζωής μου. Το ακούω συνεχώς πάνω από μισό αιώνα...
https://www.youtube.com/watch?v=o9WbetNsVQs

10/2/2025
Νίκος Μαμαγκάκης - Σαν μιλάς φοβεροί σεισμοί
https://www.youtube.com/watch?v=wo49-_5Ww7w

8/2/2025
Αυτό το μήνα συμπληρώνονται 50 χρόνια από τα «10 Χρόνια Κομμάτια» του Διονύση. Δεν ξέρω αν θα κάνω κείμενο, όπως έχω κάνει για Φορτηγό, Περιβόλι, Μπάλλο και Βρώμικο Ψωμί. Κανονικά πρέπει, αλλά με απασχολούν και άλλα μαζί κι έχω μπλέξει. Ίσως κάνω αργότερα, άλλο μήνα, δεν ξέρω... Έχω πολλά στο κεφάλι μου, και αυτά τα άρθρα θέλουν καθαρό μυαλό. Δεν είναι για προχειρογραψίματα.
Επειδή έβγαλα το βινύλιο και το άκουσα απόψε για πολλοστή φορά θα πω κι αυτό σε σχέση με τα «10 Χρόνια Κομμάτια». Είπα και στο προηγούμενο ποστ για την Μπέλλου.
Μάγκες μου η στροφή του Χριστιανόπουλου «Τι να τα κάνω τα τραγούδια σας / ποτέ δε λένε την αλήθεια / ο κόσμος υποφέρει και πονά / κι εσείς τα ίδια παραμύθια» είναι απλά συγκλονιστική. Τι έγραψε ο άνθρωπος! Και τι θάρρος χρειάζεται ένας τραγουδοποιός που το κάνει τραγούδι αυτό το πράμα, ακυρώνοντας ταυτοχρόνως τον εαυτό του.
Κανονικά μετά από ένα τέτοιο τραγούδι θα έπρεπε όλοι οι τραγουδοποιοί να πήγαιναν, μαζικά, και να έκαιγαν τα μπλοκάκια τους (της εφορίας εννοώ).

8/2/2025
Αν δεν αποκαλούσε o Τάσος Φαληρέας (λανθασμένα για μένα) την Σωτηρία Μπέλλου underground, στη «Μουσική Γενιά» το ’72, δεν υπήρχε περίπτωση να τη βάλει ο Σαββόπουλος να τραγουδήσει το «Ζεϊμπέκικο» (μ' αεροπλάνα και βαπόρια) στα «10 Χρόνια Κομμάτια».
Η δική μου γνώμη είναι πως η Μπέλλου το καταστρέφει το τραγούδι (και όταν είπε μετά από την ηχογράφηση... αχ ρε Διονύση μ’ έβαλες και τραγουδάω ποπ... ήξερε τι έλεγε, ήξερε ότι ήταν έξω από τα νερά της – αρκεί να δεις την έκφρασή της για να καταλάβεις).
Τέλος πάντων, η εκτέλεση από ’κει δεν συγκρίνεται με τίποτα με την εκτέλεση του Διονύση από το «Βρώμικο Ψωμί». Η νύχτα με τη μέρα. Η Μπέλλου ήταν μεγάλη τραγουδίστρια, αλλά η καλύτερη στιγμή της στη Μεταπολίτευση δεν ήταν ούτε ο Σαββό, ούτε ο Μούτσης. Ήταν ο Ηλίας Ανδριόπουλος στα «Λαϊκά Προάστια». Εκεί ήταν συγκλονιστική. «Ζεϊμπέκικο» ακούμε μόνο από «Το Βρώμικο Ψωμί».
[Τάσος – Διονύσης – Σωτηρία στη φωτό]

8/2/2025
Βασικά τρέμει ο κwλος τους μη γίνει τίποτα στο νησί και αποκαλύψει η φύση πολεοδομικά εγκλήματα. Και τότε, μόνο, θα τρέχουνε δήθεν-τάχα για να βρούνε τα πώς και τα γιατί, επιρρίπτοντας ευθύνες σε... σταθμάρχες.

7/2/2025
Πριν από δυο μέρες πέθανε ο Mike Ratledge, στα 81 του, πιανίστας, κιμπορντίστας και βασικός συνθέτης των Soft Machine, στην καλύτερη περίοδο του γκρουπ, εκεί στην αρχή της δεκαετίας του ’70. Το γράψανε διάφοροι φίλοι εδώ μέσα, έβαλα λάικ, όπου έβλεπα ανάλογο ποστ και... ξεμπέρδεψα.
Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του ’80 είχα αγοράσει όλους τους δίσκους των Soft Machine (ακόμη και το χειρότερο όλων, το “Land of Cockayne” του 1981), ενώ στη δεκαετία του ’90 θα αγόραζα και όλα σχεδόν τα CD με τις ανέκδοτες ηχογραφήσεις τους (είχα κάνει κι ένα πολύ καλό άρθρο στο Jazz & Τζαζ γι’ αυτά). Στους περισσότερους από εκείνους τους δίσκους η παρουσία του Ratledge ήταν καθοριστική.
Έχουν περάσει τα χρόνια, και μου φαίνονται όλα, πια, τόσο απομακρυσμένα. Πρέπει να έχω να βάλω το “Third” και το “Fourth” στο πικάπ πάνω από 30 χρόνια. Συγκροτήματα, για τα οποία κάποτε έκανα σαν τρελός, τώρα δεν μου λένε απολύτως τίποτα. Δεν ξέρω γιατί. Αλλάζουν τα γούστα μας μέσα στα χρόνια; Ακούσαμε τα δύσκολα όταν ήμασταν παιδιά, και για χρόνια μετά, και τώρα θέλουμε κάτι πιο άμεσο, πιο βατό και πιο κατανοητό; Ίσως...
Σίγουρα ο Ratledge δεν έφτιαχνε τέτοια μουσική. Ήταν βαρβάτος συνθέτης, πολύ διαβασμένος, και από τους ελάχιστους, που μπορούσαν να γράψουν ταυτόχρονα συνθέσεις που να μην είναι ούτε ροκ, ούτε τζαζ, ούτε αβανγκάρντ, αλλά ένας εντελώς προσωπικός συνδυασμός τους. Γι’ αυτό τους Soft Machine τους ακούγανε πολλοί και από διαφορετικά στρατόπεδα. Γιατί ήταν επηρεασμένοι απ’ όλα αυτά, δίχως να αντιγράφουν τίποτα, φτιάχνοντας τη δική τους μοναδική μουσική. Ήταν πιο ρηξικέλευθοι, για μένα, απ’ όλους. Και από τον Miles Davis και από τον Frank Zappa. Και ο Ratledge, σ’ αυτή την ομάδα (με Hopper, Wyatt και Dean) ήταν αυτός που κινούσε πρώτος τα νήματα.
Σκέφτομαι πως αν ήμουν, τώρα, 30 χρονών θα έγραφα σεντόνια για τους Softs, με αφορμή τον χαμό του Mike Ratledge. Έχω και βιβλία και περιοδικά και βεβαίως τους δίσκους, που θα μπορούσα να τα χρησιμοποιήσω, για να γράψω κάτι δυνατό –για κείνη τη φάση τους, του “Third” και του “Fourth” βασικά–, αλλά πια δεν έχω το κουράγιο. Δεν είμαι σ’ αυτή τη διάθεση. Μου φαίνονται όλα μακρινά – σαν να μην με αφορούν πια.
Δεν... ξέρω, αλλά όταν ξαναγίνω 25, γιατί θα ξαναγίνω, –τώρα ας πούμε είμαι... 15 και γι’ αυτό ακούω ξανά Σαββόπουλο και Σταύρο Ζώρα– θα ήθελα να επανέλθω στα παλιά μου ακούσματα, και να περάσω άλλη μια ζωή με Mike Ratledge και Soft Machine. Θέλω να δω αν θα τα καταφέρω...

7/2/2025
Το εκδοτικό γεγονός της χρονιάς, στο χώρο μας, στο χώρο του πολιτισμού, να το πούμε έτσι, είναι η κυκλοφορία της αυτοβιογραφίας του Σαββόπουλου. Μπήκα σήμερα στο σάιτ της Πολιτείας, για να δω πώς πάμε και διαπίστωσα ότι το βιβλίο του Σαββό είναι παντού πρώτο, σε 2μηνο, 6μηνο και 12μηνο, που σημαίνει, πρακτικά, πως όλοι τρώμε τη σκόνη του. Και σωστά δηλαδή. Αναμενόμενο. Και έτσι έπρεπε και πρέπει.
Για να πάμε όμως και στα δικά μας. Στις «Cult Όψεις του Ελληνικού Κινηματογράφου» [LiFO Books, Οκτ. 2024] και στο «Ραντεβού στο Κύτταρο» [Όγδοο, Απρ. 2024], που συμπληρώνουν τέσσερις και δέκα μήνες κυκλοφορίας αυτές τις μέρες, αντιστοίχως.
Στις πωλήσεις 2μήνου, 6μήνου και 12μήνου οι «Cult Όψεις...» βρίσκονται στις θέσεις 25, 14 και 42, ενώ το «Ραντεβού...» στις αντίστοιχες χρονικές περιόδους είναι στις θέσεις 64, 61 και 8.
Το «Ραντεβού...» έχει κάνει τον κύκλο του, είναι σχεδόν εξαντλημένο στην πηγή, ενώ και οι «Cult Όψεις...» μετά από τέσσερις σχεδόν μήνες κυκλοφορίας πουλάνε καλά και σταθερά.
Να δώσουμε στα βιβλία μία ακόμη ώθηση – και ιδίως στις «Cult Όψεις...». Είναι καλά βιβλία κι έχουν πράγματα να πούνε σε όλους τους μουσικόφιλους και τους κινηματογραφόφιλους.
Σας ευχαριστώ πολύ.

6/2/2025
Ο Σαββόπουλος είχε ακούσει τραυλό ραδιοπειρατή και γι’ αυτό είχε γράψει τότε, παλιά, το «Κολλάω και τραυλίζω, αν είναι να στο πω» (το «κολλάω και τραυλίζω» δεν το έλεγε ο Σαββό για τον εαυτό του, το έλεγε ο πειρατής). Δεν το διαβάζεις στο βιβλίο αυτό, εδώ το λέμε τώρα... Aπό τα κορυφαία τραγούδια της Ρεζέρβας. Ωραία ροκιά, ευχάριστη, σε τελειωμένες ροκ εποχές. 
https://www.youtube.com/watch?v=yztirfPRqFI

6/2/2025
Η Danielle Loder στην ταινία "Αναζήτησις..." (1972) του Ερρίκου Ανδρέου. "Cult Όψεις του Ελληνικού Κινηματογράφου" [LiFO Books, 2024]

5/2/2025
Πριν από κάτι χρόνια, τον Μάιο του 2019, είχα γράψει ένα κείμενο σχετικό με τον Διονύση Σαββόπουλο και την ταινία “Le Casse” (1971) του Ανρί Βερνέιγ ή μάλλον (σχετικό) με τα γυρίσματά της. Το κείμενο εκείνο είχε τίτλο «ΔIΟΝΥΣΗΣ ΣΑΒΒΟΠΟΥΛΟΣ το σνομπάρισμα σε Ζαν-Πολ Μπελμοντό και Ομάρ Σαρίφ, στο Rodeo του 1971» και στηριζόταν σε μια φωτογραφία – αυτήν που βλέπετε κι εδώ.
Οι ηθοποιοί της ταινίας (όπως τους βλέπουμε καθιστούς στη φωτό), δηλαδή ο Ομάρ Σαρίφ, η Νικόλ Καλφάν, μια άγνωστη ενζενί ανάμεσά τους, ο Ρομπέρ Οσέν και ο Ζαν-Πολ Μπελμοντό (ονοματάρες τώρα, όχι αστεία) είχαν πάει στο Rodeo, για ν’ ακούσουν το «Ντιρλαντά», που χάλαγε κόσμο τότε στη Γαλλία (και σε «όλο τον κόσμο»), απ’ αυτόν που θα το έκανε παγκόσμια επιτυχία, τον πρώτο διδάξαντα να πούμε, τον Διονύση Σαββόπουλο. Όμως ο Σαββό τους σνόμπαρε και δεν έπαιξε το κομμάτι. Πιθανώς να είχε τα δίκια του. Να ήταν στενοχωρημένος από την απίθανη τροπή που είχε πάρει το θέμα με τον απίστευτο καλύμνιο καπετάνιο (τους ενός τραγουδιού), που τον έσερνε άδικα στα δικαστήρια, αλλά το τραγούδι θα έπρεπε να το πει προς χάριν των υψηλών πελατών του. Τελικά η ξένη κουστωδία θα πήγαινε στο Stork, για να το ακούσει από την Μαρινέλλα.
Όταν θα έγραφα εκείνο το κείμενο κάποιοι φίλοι «σαββοπουλικοί» θα διάβαζαν τον τίτλο και θα μ’ έπαιρναν τηλέφωνο λέγοντάς μου πως η λέξη «σνομπάρισμα» ήταν υπερβολική και πως δεν θα έπρεπε να την γράψω. Ότι προσέδιδα στον Σαββόπουλο, τέλος πάντων, μια ιδιότητα, που δεν την είχε αναγκαστικά, και πως σε κάθε περίπτωση χτυπούσε άσχημα. Δεν μάσησα. Την άφησα στο μπλογκ...
Διαβάζω τώρα την αυτοβιογραφία του Διονύση Σαββόπουλου «Γιατί τα χρόνια τρέχουν χύμα». Την έχω ήδη διαβάσει δύο φορές στα πεταχτά, ενώ τώρα την διαβάζω και πιο προσεκτικά – κρατώντας και κάποιες σημειώσεις. Ίσως φανούν χρήσιμες στο μέλλον, αλλά μπορεί και όχι. Δεν έχει σημασία. Σημασία έχει αυτό που θα πω τώρα.
Ο Σαββόπουλος στο βιβλίο «ξεγυμνώνεται» για διάφορα ζητήματα. Λέει πολλά πράγματα που έχουν ενδιαφέρον και για τα καλλιτεχνικά ζητήματα και για άλλα θέματα. Εντάξει, εγώ τα οικογενειακά του δεν θέλω να τα σχολιάσω –είμαι της παλιάς άποψης τού «τα εν οίκω μη εν δήμω»–, αλλά δεν μπορώ να μην αναγνωρίσω το θάρρος του, για πολλά απ’ αυτά που λέει. Λέει λοιπόν, ανάμεσα σε άλλα πολλά, πως υπήρξε σνομπ και απόμακρος σε διάφορες φάσεις στη ζωή του και πως έχει μετανιώσει γι’ αυτό.
Αυτό το επεισόδιο που διηγείται με την Βέμπο και τον Τραϊφόρο π.χ. στο Rodeo του ’70 δεν είμαι σίγουρος αν το είχα ξαναδιαβάσει – το λέω, γιατί πολλά από τα επεισόδια είναι γνωστά από τις πάμπολλες συνεντεύξεις και αφηγήσεις του Σαββό μέσα στα χρόνια. Τέλος πάντων είχαν πάει οι 60χρονοι, τότε, καλλιτέχνες στο κλαμπ, με τον Σαββόπουλο να αδιαφορεί επιδεικτικά για την παρουσία τους («ήμουν ολόκληρος μια αστάθεια, μια αβεβαιότητα, είχα ανάγκη κάποιας επιβεβαίωσης... τους σνόμπαρα – μόνο τους φίλους μου ήθελα»).
Όχι, για τη φάση με τους ηθοποιούς από την ταινία “Le Casse”, στον ίδιο χώρο, δεν λέει κάτι στο βιβλίο. Απλώς, επειδή ευλογούμε και τα γένια μας εδώ πέρα, αισθάνθηκα κάπως δικαιωμένος για ’κείνο το «σνομπάρισμα», που είχα γράψει το 2019, δεχόμενος την μήνιν των φίλων μου.

5/2/2025
Λίγες μέρες μετά το σεισμό του ’81 (24 Φλεβάρη) ο Ρασούλης έχει έτοιμο το στίχο, ο Νικολόπουλος βάζει τη μουσική και ο Νταλάρας τραγουδάει:
«Πες τε να ’ρθουν σεισμολόγοι είναι σοβαροί οι λόγοι / γιατί μπήκες στην καρδιά μου θα συμβεί σεισμός βαθιά μου». 
Ο μέγας Ρασούλης φτιάχνει έτσι στο τσακ-μπαμ ένα καταπληκτικό στίχο, κάπως σαν topical song, ξορκίζοντας το κακό, με τρόπο μοναδικό. Μετατρέπει, δηλαδή, τον πανικό του μεγάλου σεισμού, σε κάτι προσωπικό, εσωτερικό του καθενός, που συνδέεται με τον έρωτα, και που βγάζει μόνον ελπιδοφόρα συναισθήματα.
Αυτό σημαίνει καλλιτέχνης, Να μετατρέπεις το σκοτάδι σε φως – και το αντίθετο καμιά φορά. Εντάξει, και ο Νικολόπουλος τεράστιος, και ο Νταλάρας «μια χαρά». Είναι ένα τραγούδι θέλω να πω, το «Οι κυβερνήσεις πέφτουνε μα η αγάπη μένει», που με καθόρισε σαν έφηβο. Πήγαινα και σε πάρτυ από 13 χρονών, αλλά μόνο όταν βγήκε το κομμάτι αυτό ένοιωσα ότι αληθινά διασκέδαζα, ξέδινα, μεταμορφωνόμουνα στις ταβέρνες και τα ρεμπετάδικα της εποχής.
Δεν ξέρω αν είμαι ο πιο αντικειμενικός κριτής γι’ αυτό το δίσκο, αλλά ακόμη και το εξώφυλλο, που πρέπει να ήταν ιδέα του Ρασούλη, το θεωρώ μεγαλειώδες – με τη Βουλή να μπατέρνει και να γίνεται κάπως σαν τον Πύργο της Πίζας, θες από τον Εγκέλαδο, θες από τα σιχτίρια του κόσμου – γιατί ήμασταν ακόμη επί δεξιάς, όταν βγήκε ο δίσκος και ο κόσμος ήταν ακόμη στριμωγμένος. Ούτε «Ελευθεροτυπία» δεν μπορούσες να κουβαλήσεις στο σχολείο –στην έπαιρνε ο λυκειάρχης–, ενώ και ο περιπτεράς που στην πουλούσε, σε κοίταγε με μισό μάτι.

5/2/2025
Ευχαριστώ πολύ τον Νίκο Σαραντάκο, ο οποίος, με αφορμή τον πρόσφατο θάνατο του Δημήτρη Κολλάτου, γράφει στο μπλογκ του «Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία» για τις «Cult Όψεις του Ελληνικού Κινηματογράφου» [LiFO Books, 2024].
https://sarantakos.wordpress.com/2025/02/05/kollatos/

4/2/2025
Εν τω μεταξύ η γελοιότητα της κατάστασης με τους επιστήμονες δεν παλεύεται. Αντί να βγει ένας επίσημος κρατικός επιστημονικός φορέας και να βγάλει μια ανακοίνωση για το θέμα –και να είναι αυτή– έχουμε το θλιβερό φαινόμενο να λέει ο καθένας τα δικά του. Βέβαια και οι κρατικοί φορείς δεν ξέρω πόσο αξιόπιστοι μπορεί να είναι (ο κόσμος έχει χάσει την εμπιστοσύνη του για τα πάντα, και λόγω Τεμπών, και λόγω αμέτρητων άλλων στο παρελθόν), αλλά εν πάση περιπτώσει, ρε φίλε, ας μαζευτούνε οι κορυφαίοι σεισμολόγοι της χώρας και να βγάλουνε μια ανακοίνωση. Εδώ πέρα έχουμε τον καθένα με το μαγαζάκι του και όποιον πάρει ο χάρος... Τι να πεις...

4/2/2025
Θυμηθήκανε και τον Παντελή Ζερβό, που έχασε, λέει, τη 12χρονη κόρη του στο σεισμό του '56, στη Σαντορίνη, και χρόνια μετά κατάλαβαν ότι τη θάψανε ζωντανή (λέει). Εν τω μεταξύ τίποτα, κανένα ντοκουμέντο πουθενά. Καμία δήλωση σε πρώτο χρόνο, κάτι. Και όχι δεν πρόκειται να το κάνω εγώ. Δεν μ’ ενδιαφέρει καθόλου το θέμα, αλλά αυτοί που τα γράφουνε αυτά τα πράματα δεν ντρέπονται λιγάκι... έτσι όπως τα γράφουνε; Μπααα....

KEIJI HAINO / NATSUKI TAMURA αναπάντεχη συνεργασία

Να εδώ μια τελείως αναπάντεχη ή έστω κάπως αναπάντεχη συνεργασία ανάμεσα σε δύο ιάπωνες μουσικούς, που, ο καθένας στο χώρο του, είναι κάτι πολύ μεγάλο. Λέμε για τον κιθαρίστα Keiji Haino και για τον τρομπετίστα και μαζί percussion player Natsuki Tamura.
Η συνεύρεσή τους συνέβη στο φεστιβάλ Aremo Koremo, που έλαβε χώρα στο Pit Inn, στην Shinjuku του Tokyo, τον Ιανουάριο του 2024 και είναι αυτή ακριβώς η ζωντανή συνεργασία, που καταγράφηκε σε τούτο το περιποιημένο CD (περιποιημένα, με obi, ένθετα κτλ., είναι όλα τα CD της Libra Records), κάτω από την ονομασία What Happened There?” (2025). Βασικά λέμε για ένα track (με τίτλο ίδιο με εκείνον του δίσκου) διάρκειας τριάντα έξι περίπου λεπτών (στο CD, όταν το τοποθετείς στο player ξεχωρίζουν τέσσερα tracks), στο οποίο ακούς κιθάρα, τρομπέτα, φωνές και κρουστά.
Το παράξενο εδώ είναι πως πριν απ’ αυτό το live δεν είχαν παίξει ποτέ μαζί οι Haino και Tamura, και πως για πρώτη φορά θα δοκίμαζαν να συνυπάρξουν πάνω στη σκηνή του Pit Inn, σ’ ένα μαραθώνιο φεστιβάλ προχωρημένης μουσικής, που είχε υπό την επίβλεψή του το γνωστό ζευγάρι Fujii-Tamura.
Συνέβη λοιπόν, και είναι αυτό που ακούμε στο “What Happened There?”... και αν αναρωτιέστε, κι εσείς, τι ακριβώς συνέβη ή τι περίπου συνέβη σ’ εκείνο το live, μας το περιγράφουν, εδώ, οι Haino και Tamura, όσο πιο καλά μπορούν.
Μουσική ελεύθερη βεβαίως, αυθόρμητη και αυτοσχεδιαστική, γεμάτη από τις εμπειρίες στα πάλκα και τα στούντιο των δύο μουσικών – που μπορεί, εκ πρώτης, να φαίνονται αταίριαστοι, αλλά, στην πράξη, έχουν πολλά κοινά σημεία. Το λέμε, επειδή και οι δύο παίζουν πάνω στις κόψεις των ξυραφιών, «παντρεύοντας» rock, jazz, avant-garde, free-improv, experimental και abstract μουσική και άλλα διάφορα βεβαίως, με πρώτο όλων την «ιαπωνικότητα» –δεν είναι άσχετο αυτού το γεγονός πως εδώ ακούμε πολύ ιαπωνικό λόγο, και από τους δύο performers, κάτι που, ασυζητητί, τους φέρνει ακόμη πιο κοντά– προτείνοντας αμφότεροι μία παράσταση, ένα ακρόαμα τέλος πάντων καθηλωτικό, στη μεγαλύτερη διάρκειά του, με στιγμές αληθινά απογειωτικές, που μπορεί να σε φέρνουν μέχρι και στα όριά σου σαν ακροατή.
Ξέρουν οι Ιάπωνες απ’ αυτά, όσο ελάχιστοι άλλοι στον κόσμο.
Επαφή: www.natsukitamura.com  

Δευτέρα 10 Φεβρουαρίου 2025

ΧΡΗΣΤΟΣ ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ - ΝΙΚΟΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ τα απρόοπτα / κύκλος Β

Είχα καιρό ν’ ακούσω ελληνικό «έντεχνο» δίσκο, που να μου κρατήσει τόσο καλή συντροφιά, όπως συνέβη με τα δεύτερα «Απρόοπτα» [Όγδοο, 2024] των Χρήστου Νικολόπουλου-Νίκου Αναγνωστάκη. Τα λέω «δεύτερα», γιατί έχουν προηγηθεί τα «πρώτα», το 2021, για τα οποία επίσης είχα γράψει καλά λόγια εκείνη την εποχή. Μάλλον τώρα θα γράψω ακόμη καλύτερα, γιατί ακούγοντας πέντε φορές σερί τον δίσκο διαπιστώνω πως αυτός γίνεται πιο μεστός από ακρόαση σε ακρόαση – χωρίς «κενά», χωρίς κομμάτια υποδεέστερα άλλων, με όλα τα τραγούδια να κινούνται σε υψηλό επίπεδο, σε κάθε διάστασή τους. Συνθετικά, στιχουργικά, ερμηνευτικά, ενορχηστρωτικά, ηχητικά (σε σχέση με την παραγωγή) κ.λπ. Τούτο δείχνει κάτι. Πως ακόμη υπάρχουν δυνάμεις στο καθημερινό ελληνικό τραγούδι, οι οποίες, αν συνασπιστούν, μπορούν να κάνουν την διαφορά.
Υπάρχει ένας δονκιχωτισμός στην έκδοση αυτή του Όγδοου, που δεν την συναντάς κάθε μέρα. Οι άνθρωποι εκεί κάνουν τα πάντα, κάνουν το καλύτερο δυνατό, προκειμένου να δώσουν την απαιτούμενη επιπρόσθετη αξία στη δουλειά τους. Αυτό το αντιλαμβάνεσαι αμέσως αν δεις τις έξτρα περιποιημένες εκδόσεις των δεύτερων «απρόοπτων». Το βινύλιο με το προστατευτικό μαύρο inner-sleeve και το 8σέλιδο LP-sized ένθετο. (Λέμε, κατ’ αρχάς για την έκδοση του βινυλίου, με τα 200 αριθμημένα και υπογεγραμμένα από τους δημιουργούς, αντίτυπα). Όμως το ίδιο μεράκι συναντάς και στην CD-έκδοση, το CD-book, με το hardback εξώφυλλο και με το πλούσιο πολυσέλιδο ένθετο, με τις πληροφορίες και τις φωτογραφίες. Δυνατά τα εξώφυλλα και στις δύο εκδόσεις, σχεδιασμένα από τον φίλτατο (και συνεργάτη στο «Jazz & Τζαζ», στην καλύτερη τελευταία εποχή του) Κυριάκο Κουτσογιαννόπουλο.
Εντάξει, όλοι λέμε πως η δισκογραφία έχει... πεθάνει. Και είναι αλήθεια αυτό. Πως οι φυσικές μορφές (LP, CD, MC) δεν πουλάνε πια, υπό την έννοια πως πουλιούνται λίγες εκατοντάδες κομμάτια, στην καλύτερη των περιπτώσεων. Δυστυχώς, εκεί φθάσανε τα πράγματα, αλλά και ευτυχώς, από μιαν άλλη μεριά, γιατί υπάρχουν και οι δονκιχώτες, που επιχειρούν σ’ αυτούς τους διαφορετικούς καιρούς να επενδύσουν στην υλική μορφή, υπενθυμίζοντας στους παλαιότερους και γνωρίζοντας στους νεότερους τι σήμαινε, κάποτε, δισκογραφία. Και τώρα δηλαδή.
Μια παραγωγή λοιπόν «άλλης εποχής» είναι τα «Τα Απρόοπτα / Κύκλος Β» των Νικολόπουλου-Αναγνωστάκη – και δεν θα κάναμε λόγο, για όλα τα προηγούμενα, αν είχαμε μόνο... απ’ έξω εμφάνιση και από μέσα κάτι της σειράς. Όχι. Τα τραγούδια των Νικολόπουλου-Αναγνωστάκη είναι πολύ καλά –όλα είναι πολύ καλά– έχοντας μετρήσιμα πλεονεκτήματα.
Κατ’ αρχάς είναι τραγούδια που ακούγονται με άνεση. Και τα έντεκα. Το λέω, γιατί αυτό δεν το διαπιστώνεις συχνά στο σύγχρονο «έντεχνο». Ακούς, εννοώ, καλά τραγούδια από ’δω κι από ’κει, αλλά, πολύ σπάνια, συναντάς δίσκους, στους οποίους όλα τα τραγούδια τους να «φεύγουν». Κάποια «κολλάνε» θέλω να πω. Ε, εδώ δεν συμβαίνει αυτό. Όλα τα τραγούδια κυλάνε «νεράκι» και όλα μπορούν να περάσουν, μετά από τις πρώτες ακροάσεις, από τα χείλια σου.
Ο Νικολόπουλος, αν κρίνω απ’ ό,τι ακούω εδώ, είναι σε μεγάλη φόρμα. Δεν ξέρω ποια νεότητα περνάει ο άνθρωπος –την τρίτη, την τέταρτη, την πέμπτη, αληθινά δεν ξέρω–, όμως, όπως το είχα γράψει και πιο παλιά, για έναν τραγουδοποιό που έδωσε για πρώτη φορά τραγούδια του στη δεκαετία του ’60, είναι αδιανόητη μια συνεχής παραγωγή αυτού του υψηλού επιπέδου. Και, μάλιστα, με διάθεση να αναζητήσει ηχοχρώματα, ρυθμούς και μελωδίες, έξω από το βασικό γήπεδό του, το κλασικό λαϊκό, το νεολαϊκό των έιτις ή το «έντεχνο» των νεότερων χρόνων, καθώς εδώ ο Νικολόπουλος μπορεί να πειραματίζεται ακόμη και με την jazz, το rock και βεβαίως με την μπαλάντα. Και είναι συγκινητικό να τον ακούς να τραγουδάει, κιόλας, σε κομμάτια σαν το «Όπως παίζει το μπουζούκι», που φέρνει στη μνήμη μου τα κορυφαία, ιστορικά άλμπουμ του από το πρώτο μισό της δεκαετίας του ’80 (ναι, εκείνα με τον Μανώλη Ρασούλη).
Δίπλα στον Νικολόπουλο στέκεται ο Νίκος Αναγνωστάκης με τους στίχους του. Πρόκειται για τον άνθρωπο που προφανώς κινητοποιεί τον Νικολόπουλο, για να συνθέσει. Ο Αναγνωστάκης έχει ένα ύφος που αποτελεί συνισταμένη διαφόρων στιχουργικών θεματικών. Το γράψιμό του είναι βασικά λαϊκό, αλλά μέσα του θα βρεις ψήγματα και από τη στιχουργία του Λευτέρη Παπαδόπουλου (με τις πιο λυρικές αποτυπώσεις), αλλά και πιο «έντεχνων» στιχουργών, όπως είναι ο Θοδωρής Γκόνης ας πούμε. Ο Αναγνωστάκης «μιλάει» με απλές μεταφορές, ο λόγος του είναι σφιχτός, καθώς χρησιμοποιεί μόνον ό,τι είναι δυνατόν να τραγουδηθεί, τα λόγια του διαπνέονται από μια νοσταλγική αύρα, ενώ φιλοσοφεί μ’ έναν τρόπο συχνά συγκινητικό, που σε πάει πίσω σε πιο απλές εποχές, και καταστάσεις, όταν το τραγούδι αναδεικνυόταν μέσα από τη διάχυσή του στις παρέες και τα γλέντια (σπιτικά ή μη).
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, που κινούνται ο συνθέτης με τον στιχουργό, έρχονται οι τραγουδιστές, επιλεγμένοι, ο καθένας και η καθεμία, για να πουν συγκεκριμένου τύπου τραγούδια – που να ταιριάζουν όχι μόνο στη φωνή τους, αλλά και στην γενικότερη κυρίαρχη εικόνα τους. Οι Μίλτος Πασχαλίδης, Βιολέτα Ίκαρη, Σταμάτης Κραουνάκης, Δημήτρης Ζερβουδάκης, Μελίνα Ασλανίδου, Αντώνης Ρέμος, Βασίλης Σκουλάς, Χρήστος Θηβαίος και Μιρέλα Πάχου αναλαμβάνουν, λοιπόν, το ερμηνευτικό κομμάτι.
Περαιτέρω, είναι οι ενορχηστρώσεις του Θύμιου Παπαδόπουλου που δίνουν στα τραγούδια τη συγκεκριμένη όψη –οι γραμμές των πνευστών, επί των οποίων ειδικεύεται, δεκαετίες τώρα, ο Παπαδόπουλος, είναι από τα μεγάλα ατού του δίσκου– και όποιος θέλει να δει τι ακριβώς εννοώ ας ακούσει το «Και τι έγινε τι» με την Μελίνα Ασλανίδου, η οποία αποδίδει (και) ένα από τα ωραιότερα τραγούδια του δίσκου. Ακόμη και ο Ρέμος μού φαίνεται ενδιαφέρων εδώ, στο «Τα όνειρα σε ξεγελούν», ένας πολύ καλός τραγουδιστής τεχνικά αλλά απρόσωπος χρωματικά, ενώ στα πρώτης τάξεως άσματα θα συμπεριλάμβανα σίγουρα το «Μη φοβάσαι σε θυμάμαι» με τον Πασχαλίδη, το «Έλα τώρα στ’ όνειρό μου» με την Ίκαρη, τον πάντα παιγνιώδη Κραουνάκη στη «Γάτα», και βασικά τα δύο τραγούδια που λέει μόνος του ο Νικολόπουλος («Ρεμπέτικο και τζαζ στο ίδιο το ποτήρι», «Όπως παίζει το μπουζούκι»), δίχως να υστερεί κανένα από τα υπόλοιπα.
Ένας «έντεχνος» δίσκος, λοιπόν, για να τον ακούσεις από την αρχή έως το τέλος του, που προφέρει λαϊκότητα υψηλή και μετρημένη.
Επαφή: https://ogdooshop.gr/aproopta_kuklos_b

Κυριακή 9 Φεβρουαρίου 2025

Ένα πολυπόστ για τις απώλειες του τελευταίου καιρού, μαζί με ιδέες για δίσκους, βιβλία, ταινίες κ.λπ. – Διονύσης Σαββόπουλος, Μίμης Δομάζος, Marianne Faithfull, Μίκης Θεοδωράκης, David Lynch, Sigma Fay κ.ά.

1
Ψάχνοντας κάτι άλλο έπεσα, τυχαία, πάνω σε μια συνέντευξη του Μίμη Δομάζου (22 Ιαν. 1942-24 Ιαν. 2025). Η συνέντευξη δεν ήταν παμπάλαια. Προερχόταν από την αρχή της δεκαετίας του ’90 και μου έκανε μεγάλη εντύπωση. Μπορεί να φαινόταν κάπως υπερφίαλος ο Δομάζος από τις απαντήσεις του, αλλά όταν μιλάει ο... στρατηγός κάθεσαι κι ακούς. Δεν μένει χρόνος για απορίες του στυλ... γιατί το είπε αυτό... σιγά τώρα... και τέτοια. Άμα είσαι ποδοσφαιρόφιλος και ξέρεις τι σημαίνει Δομάζος, όλα τα δικαιολογείς και όλα τα αντιλαμβάνεσαι.
Θυμάμαι τον Δομάζο σαν ποδοσφαιριστή και από τα γήπεδα και από την τιβί. Ο Δομάζος δεν έπεφτε εύκολα κάτω. Μετρίου αναστήματος, με χαμηλό κέντρο βάρους... δεν μπορούσες ούτε να τον τζαρτζάρεις. Ο Δομάζος ήξερε να κρατάει την μπάλα (μεγάλο πράγμα αυτό). Ήξερε να οργανώνει και ήξερε να σκοράρει. Τα ήξερε όλα. Ήταν ηγέτης. Σε κάθε κατεβασιά του ΠΑΟ η μπάλα θα περνούσε υποχρεωτικά από τα πόδια του. Ακόμη και αν δεν περνούσε, θα πήγαινε αυτός να την πάρει με το ζόρι από τους συμπαίκτες του. Δεν νοείτο επίθεση του ΠΑΟ, που να μην ήταν σχεδιασμένη από τον Δομάζο. Στρατηγός με τα όλα του.
Έλεγε πολλά σ’ εκείνη τη συνέντευξη ο Δομάζος, αλλά ένα μου άρεσε ιδιαιτέρως. Σε κάποια στιγμή τον ρωτάει ο δημοσιογράφος τι σημαίνει «ηγέτης» και λέει ο Δομάζος πως ηγέτης είναι εκείνος που ξέρει να ομορφαίνει το παιγνίδι, αλλά που ξέρει και να το χαλάει όταν πρέπει. Και πως βασικά είναι ο άνθρωπος που μέσα στο γήπεδο δεν λογαριάζει κανέναν. Μου άρεσε πολύ αυτό το τελευταίο. Πράσινος δεν ήμουν ποτέ, αλλά... προσκυνώ Μίμη Δομάζο.
Εδώ με τη Βίκυ Μοσχολιού και τις κόρες τους, στο σπίτι τους, τον Δεκέμβριο του 1971...
 
Η συνέχεια εδώ...
https://www.lifo.gr/culture/music/ena-polypost-gia-tis-apoleies-toy-teleytaioy-kairoy-mazi-me-idees-gia-diskoys-biblia

Σάββατο 8 Φεβρουαρίου 2025

ΚΩΣΤΑΣ ΒΛΑΧΑΣ electro-ambient σκηνικό

Ο Κώστας Βλάχας (Kostas Vlahas) μας είναι γνωστός ως βασικό μέλος των MENTA, χειριζόμενος εκεί κιθάρες, σύνθια και μπάσο. Για τους MENTA έχουμε γράψει αρκετές φορές στο παρελθόν εκθειάζοντας γενικώς εκείνο το synth-pop ιδίωμά τους, όμως εδώ στην περίπτωση του Wavevcrushers[Same Difference Music, 2025], πρώτου προσωπικού άλμπουμ του Βλάχα, έχουμε κάτι διαφορετικό. Υπάρχουν βεβαίως και κάποιες κοινές αναφορές –βασικά λέμε γι’ αυτήν την ρετρο-λαγνεία, την οποία συμβολίζουν τα αναλογικά σύνθια, τα reel to reel tape recorders κ.λπ.– όμως στην πράξη το άκουσμα, εδώ, είναι διαφορετικό.
Κατ’ αρχάς να πούμε πως ο Βλάχας, που χειρίζεται moog one, minimoog, κιθάρα, μπάσο, συν ήχους από διάφορα άλλα σύνθια, δεν είναι μόνος του σ’ αυτή την ηχογράφηση, αφού στο “Wavevcrushers” συμμετέχουν επίσης οι Voúdris (πιάνο, κλαρίνο, φλάουτο, τρομπέτα, τρομπόνι, Yamaha YC-45, Uher SG560 tape recorder), Καλλιόπη Μητροπούλου βιολί, βιόλα και Wera Kijewska τσέλο.
Επίσης εκείνο που έχει σημασία, στην περίπτωσή μας, να ειπωθεί είναι πως υπάρχει μια ιδιαιτερότητα στην τελική εγγραφή. Αν κατάλαβα καλά, αλλά μπορεί και όχι, υπάρχουν οι αρχικές ηχογραφήσεις, οι οποίες μετά παίζονται σε συγκεκριμένους χώρους, με τις ανάλογες αντηχήσεις τους (διαβάζουμε: Diskex Building, Geitonas School Gym, Davelis Cave), επανηχογραφούνται, και αυτή η επανηχογραφημένη μορφή τους είναι εκείνη που αποτυπώνεται, εν τέλει, στο 180άρι βινύλιο.
Το ότι το άκουσμα των μουσικών του Βλάχα είναι ιδιαίτερο, με ξεχωριστό βάθος και με το reverb να λειτουργεί με το δικό του τρόπο, το αντιλαμβάνεσαι αμέσως, με τα πρώτα λεπτά της ακρόασης αυτού του σχεδόν εντελώς χαμηλόφωνου δίσκου, που στήνει ένα καταφανώς electro-ambient σκηνικό.
Η μουσική, χωρίς να είναι υποτονική, διατηρεί καθ’ όλη τη διάρκεια της ακρόασης μια φυσική άπλα, είναι μελωδική οπωσδήποτε, αλλά με τις μελωδίες να «ανοίγουν» πολύ, καθώς διαχέονται σε κοσμικά περιβάλλοντα, με το τσέλο (ένα κρυφό σύμβολο του kraut), το βιολί και τη βιόλα να συνδράμουν σ’ αυτόν τον διαλογιστικό ήχο, που οφείλει πολλά στα σύνθια, προφανώς, και που κινείται, γλιστρώντας, ανάμεσα σε όλα τούτα τα genres (kraut, ambient, new age, meditation music κ.λπ.) δημιουργώντας πειστικές καταστάσεις.
Επαφή: https://kostasvlahas.bandcamp.com/album/wavecrushers

Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου 2025

SATOKO FUJII GEN σε υψόμετρο 1100 μέτρα

Ένα ξεχωριστό άλμπουμ για τα δισκογραφικά δεδομένα της ιαπωνίδας πιανίστριας, συνθέτριας και αυτοσχεδιάστριας Satoko Fujii έχουμε εδώ. Αποκαλείται Altitude 1100 Meters [Libra Records, 2025] και συνετέθη λίγο πριν από τα 65α γενέθλιά της, τον Ιούλιο και τον Αύγουστο του 2023. Το «ξεχωριστό» της παρούσης ηχογράφησης έχει να κάνει με το γεγονός πως, για πρώτη φορά, η Fujii συνθέτει για έγχορδα – καθώς στο εξαμελές σχήμα GEN, μέσω του οποίου, μας παρουσιάζει τούτη τη νέα δουλειά της, ακούγονται τέσσερα έγχορδα, μαζί με πιάνο και ντραμς. Το έργο αυτό δημιουργήθηκε στα υψίπεδα του Nagano (τόπος διαμονής των γονιών της συνθέτριας), σε 1100 μέτρα πάνω από τη θάλασσα, κοντά ή μέσα στη φύση τέλος πάντων, και αυτό, οπωσδήποτε, επηρέασε την Fujii καθ’ όλη την διάρκεια της σύνθεσης. Το άλμπουμ βεβαίως ηχογραφήθηκε στο Tokyo (στο χώρο Koendori Classics, στην περιοχή Shibuya, τον Μάρτιο του 2024), αλλά αυτό δεν σημαίνει πως δεν «κουβαλά» τις συνθήκες κάτω από τις οποίες δημιουργήθηκε.
Ενδιαφέρον έχει επίσης το σχήμα, με το οποίο παρουσιάζει η Fujii το “Altitude 1100 Meters”. Λέμε για ένα σεξτέτο, λοιπόν, αποτελούμενο από τέσσερις γυναίκες, τις Yuriko Mukoujima βιολί, Ayako Kato βιολί, Atsuko Hatano βιόλα, ηλεκτρονικά και Satoko Fujii πιάνο, συν τους Hiroshi Yoshino μπάσο και Akira Horikoshi ντραμς.
Τώρα, τα πέντε tracks, που έχουν μέσες και μεγάλες διάρκειες (από 7:49 έως 19:49) έχουν... φυσικούς και κάπως προγραμματικούς τίτλους, σαν τους “Morning haze”, “Morning sun”, “Early afternoon”, “Light rain” και “Twilight”, και θα μπορούσε να υποστηρίξει κάποιος πως απεικονίζουν συγκεκριμένες συναισθηματικές, ψυχολογικές και φυσικές καταστάσεις. Εννοώ πως έχοντας στο νου σου τις συνθήκες κάτω από τις οποίες γράφτηκαν όλα αυτά τα tracks, μπορείς να παρακολουθήσεις πιο εύκολα την ηχογραφημένη ανάπτυξή τους – και αυτό συμβαίνει, εν ολίγοις, εδώ. Είναι χαρακτηριστικά, με άλλα λόγια, τα glissandi, στα βιολιά στην εισαγωγή του “Morning haze”, τα ούλτρα δυναμικά και ελεύθερα στοιχεία στο “Morning sun”, που αποδίδουν κατά κάποιον τρόπο την κυριαρχία του ζωογόνου ήλιου επί της καθημερινότητας, η άγρια κινητικότητα και η ζωντάνια του “Early afternoon”, που «πιάνει» κάτι ή και συμβολίζει μια αιχμή της παραγωγικότητας, με τα δύο τελευταία συνθέματα (“Light rain”, “Twilight”) να συνεισφέρουν με τις πιο παραδοσιακές νύξεις τους σε καταστάσεις, που μπορεί να αφορούν ακόμη και ένα διαλογιστικό περιβάλλον.
Όλα αυτά τα ωραία... είναι ωραία, όχι, βεβαίως, όταν τα περιγράφεις, αλλά όταν τα ακούς να αναπτύσσονται, έχοντας κατά νου τον τόπο, τον χώρο, τον χρόνο και τους ανθρώπους.
Ένα σπουδαίο άλμπουμ σύγχρονης μουσικής!
Επαφή: www.satokofujii.com

Πέμπτη 6 Φεβρουαρίου 2025

BROM, BEIERBACH / RODER / MARIEN, TWIRLS δύο άλμπουμ δημιουργικής jazz από την Γερμανία

BROM, BEIERBACH / RODER / MARIEN: A Night and 43 Seconds [Tiger Moon Records, 2024]
Η Tiger Moon Records είναι μια ανεξάρτητη εταιρεία της δημιουργικής jazz, που έχει την έδρα της στο Βερολίνο, και η οποία οδηγείται από τον Alexander Beierbach και την Almut Schlichting (και ο Alexander και η Almut χειρίζονται σαξόφωνα). Τυπώνει, δε, CD από το 2014, και έως σήμερα έχει στον κατάλογό της δεκατέσσερις κυκλοφορίες. Η τελευταία εξ αυτών έχει να κάνει με τους BROM, δηλαδή τους Alexander Beierbach (Β) τενόρο σαξόφωνο, Jan Roder (RO) μπάσο και Christian Marien (M) ντραμς, έχει τίτλο “A Night and 43 Seconds” και αφορά ένα session έξι συνθέσεων του Beierbach, το οποίον έλαβε χώρα τον Ιούνιο του ’23. Τα κομμάτια, που ακούγονται εδώ, είναι μεγάλης και μεσαίας διάρκειας. Υπάρχουν ανάμεσα ένα 16λεπτο κι ένα 15λεπτο, με τα υπόλοιπα τέσσερα να κινούνται μεταξύ των πέντε και των επτά λεπτών.
Κατ’ αρχάς να πούμε πως πρόκειται για το τρίτο άλμπουμ των BROM, μετά τα “There” (2013) και “Cardboard Sea” (2018), ενώ και το γεγονός πως για δέκα και πλέον χρόνια το τρίο αυτό παραμένει ενεργό, και βεβαίως ίδιο και απαράλλακτο στη σύνθεσή του, δεν είναι άμοιρο όσων, τελικώς, φθάνουν στ’ αυτιά μας. Το λέμε τούτο, επειδή οι Beierbach, Roder και Marien είναι «δεμένοι» σαν τριπλέτα, εμφανίζοντας πολύ καλή στουντιακή επικοινωνία –κάτι που προϋποθέτει και μια εξίσου δοκιμασμένη επικοινωνία στο «ζωντανό» επίπεδο–, κτίζοντας σταδιακώς όλες τις προϋποθέσεις, προκειμένου να δημιουργηθεί ένα σετ με τους προσήκοντες βαθμούς ελευθερίας.
Είναι, λοιπόν, η επικοινωνία των τριών οργανοπαικτών, οι χώροι που ανοίγονται, οι αφορμές που δίνονται, προκειμένου να αναπτυχθούν τα σόλι και οι «συνομιλίες», και βεβαίως είναι τα πλαίσια που οριοθετούνται – εντός των οποίων διαλύονται και επανασυνδέονται όλα τα επιμέρους τμήματα, αποκτώντας συνεχώς νέες μορφές. Το ακούς αυτό σε κομμάτια σαν το «ατμοσφαιρικό» “Glimmer” ή σαν το γιγαντιαίο τέταρτο track, με τους τρεις τίτλους (“Mysterious west”, “A retrograde supreme”, “Pendelnd”), εκεί όπου πέφτεις «πάνω» (και) σ’ ένα έντονα ρυθμικό παιγνίδι, με το μπάσο και τα ντραμς να στρώνουν έντονα ενεργητικά περιβάλλοντα, με διαρκή «δολιοφθορά» από το τενόρο.
Ούτε το πάθος, ούτε η φαντασία λείπει από το “A Night and 43 Seconds” των BROM.
Επαφή: https://tigermoonrecords.bandcamp.com/album/a-night-and-43-seconds
TWIRLS: Tides & Shadows [Tiger Moon Records, 2023]
Κάτω από την ονομασία Twirls αναγνωρίζονται, εν προκειμένω, δύο σχήματα. Το πρώτο, το Twirls Duo, καταλαμβάνει το πρώτο CD, το “Tides”, ενώ το δεύτερο, το Twirls Quartet, καταλαμβάνει το δεύτερο CD, το “Shadows”. Πρόκειται λοιπόν για ένα double CD ηχογραφημένο τον Μάιο του 2022, στα Emil Berliner Studios, από δύο διαφορετικά σχήματα.
Στο πρώτο σχήμα, στο Twirls Duo, συμμετέχουν ο τενόρο-σοπράνο σαξοφωνίστας Alexander Beierbach και ο πιανίστας Nicolas Schulze. Αυτοί οι δύο μουσικοί βασικά αυτοσχεδιάζουν (και στα οκτώ κομμάτια του CD), μ’ έναν τρόπο, που προσιδιάζει περισσότερο σε συνθέσεις. Θέλουμε να πούμε πως τα κομμάτια των Beierbach-Schulze δεν ακούγονται καθόλου εικονοκλαστικά και πως αποπνέουν έναν ιδιότυπο λυρισμό, ο οποίος έχει τις άκρες του σε πολύ παλαιές αναφορές (που θα μπορούσε να κινούνται, χρονικώς, έως και στα όρια του μπαρόκ). Το μελωδικό χάρισμα, των κοινών κομματιών των δύο γερμανών μουσικών, είναι εκ των ων ουκ άνευ – και τούτο, όχι ως αίσθηση, αλλά ως βεβαιότητα, απλώνεται σε κάθε διάσταση αυτού του οπωσδήποτε ξεχωριστού CD, που ακούγεται κάπως και σαν... τζαζ-δωματίου.
Τα πράγματα αλλάζουν άρδην στο δεύτερο μέρος του άλμπουμ, το “Shadows”, εκεί όπου καταγράφεται το Twirls Quartet – δηλαδή οι Alexander Beierbach τενόρο & σοπράνο σαξόφωνα, Nicolas Schulze πιάνο, Meinrad Kneer μπάσο και Yorgos Dimitriadis ντραμς (η συμμετοχή του γνωστού έλληνα μουσικού της δημιουργικής jazz, που ζει και εργάζεται στο Βερολίνο, απλώς πιστοποιεί, για ακόμη μία φορά, τη σημασία της παρουσίας του, για την τοπική σκηνή).
Οι δυνατότητες και οι διαδρομές που μπορεί να «ανοίξει» ένα κουαρτέτο είναι προφανώς άλλης δυναμικής από τις ανάλογες που μπορεί να «ανοίξει» ένα ντούο. Και αυτό το προφανές, εν πολλοίς, θα γίνει για ακόμη μια φορά κατανοητό μέσω των επτά κομματιών του “Shadows” – κομματιών που φέρουν την δημιουργική σφραγίδα και των τεσσάρων μουσικών.
Είναι λοιπόν οι Beierbach, Schulze, Kneer και Dimitriadis, που συνεργάζονται και συνδιαλέγονται εδώ, προτείνοντας μια jazz ισχυρής αλληλεπίδρασης, που επηρεάζει τα κομμάτια τόσο μελωδικά, όσο και αρμονικά και ρυθμικά. Η επικοινωνία των τεσσάρων είναι διαρκής και κυρίως στιβαρή, χωρίς «κενά» και με συνεχή διερεύνηση των εκφραστικών μέσων, με δυναμικά κρεσέντι, μα και με στιγμές περισσότερο χαμηλότονες και «εσωτερικές», που καταλήγουν πάντα σε κάτι εντυπωσιακό και συγκεκριμένο.
Απαιτητική improvised music, με διαρκείς εκπλήξεις, που θα αφορά, σίγουρα, κάθε φίλη και φίλο του είδους.
Επαφή: https://tigermoonrecords.bandcamp.com/album/twirls-tides-shadows

Τετάρτη 5 Φεβρουαρίου 2025

FRODE KJEKSTAD TRIO, INGI BJARNI jazz από τον βορρά της Ευρώπης

FRODE KJEKSTAD TRIO: Jazz Detectives [Losen Records, 2025]
Κιθαρίστας με καλή και αναγνωρισμένη διαδρομή, ο Frode Kjekstad μας έχει απασχολήσει ξανά στο blog. Να θυμίσω πως έχουμε συναντήσει τον Kjekstad όχι μόνο σε προσωπικά άλμπουμ του, σαν τα “In Essence (2019) και “A Piece of the Apple” (2017), μα και σε εγγραφές του Erik Thormod Halvorsen Sextet, της τραγουδίστριας Aina Fridén κ.λπ. (πάντα για λογαριασμό της Losen Records).
Στο πιο νέο CD του, που γίνεται με το τρίο του, το Frode Kjekstad Trio, ο νορβηγός μουσικός συνεργάζεται με τους Roy Powell όργανο και Raciel Torres ντραμς, σε μια σειρά πρωτότυπων συνθέσεων (τέσσερις του Kjekstad και επτά του Powell) που κινούνται σε groovy διαδρομές. Ναι, το “Jazz Detectives” είναι ένα κλασικό soul-jazz άλμπουμ, κλασικό στο setting του, και κλασικό στον ήχο του, που από τη μια μεριά «σκάβει» κατά το κοινώς λεγόμενον, ενώ από την άλλη προσθέτει κάτι σ’ αυτό το αγέραστο οικοδόμημα, που εξακολουθεί να αναπτύσσεται καμιά 70αριά χρόνια τώρα.
Εντάξει, πολλοί μπορούν να πουν πως... αυτά τα έχουμε ξανακούσει, αλλά δεν είναι έτσι. Σε τελευταία ανάλυση... ποιο είναι εκείνο, που δεν έχουμε ξανακούσει; Το λέω, γιατί αν μείνουμε σε αυτό, τότε θα πρέπει να το κλείσουμε όλοι μαζί το μαγαζί (το ευρύτερο μαγαζί της δισκογραφίας εννοώ). Όταν νέοι, νεότεροι τέλος πάντων μουσικοί, σκύβουν με σύνεση και με γνώση πάνω στις παλιές ιδέες, δίνοντάς τους νέα credits, είναι κάτι (αυτό) που δεν μας παίρνει να το αγνοήσουμε. Και δεν μπορούμε να το κάνουμε, αν αναφερόμαστε στο τρίο του Frode Kjekstad – ένα σχήμα γεμάτο φωτιά και λαύρα, με πλήρη έλεγχο κινήσεων, και με μερικές καταπληκτικές συνθέσεις ανάμεσα, έτοιμες να πυρπολήσουν τις αισθήσεις. Γιατί, τέτοια είναι η φερώνυμη “Jazz detectives” ή η “The lizard” (αμφότερες του Roy Powell), με κάθε track, τέλος πάντων, να προδιαγράφει το καλύτερο, για τον δίσκο συνολικώς.
Το λέμε, γιατί οι Frode, Powell και Torres είναι παικταράδες, και έτοιμοι ανά πάσα στιγμή να εντυπωσιάσουν τον ακροατή με τα μεστά, γερά και γεμάτα ουσία παιξίματά τους.
Ασυζητητί ένα έξοχο άλμπουμ, που προτείνεται σε όλους τους fans της groovy jazz και τους λάτρεις του οργάνου (και της κιθάρας).
INGI BJARNI: Hope [Losen Records, 2025]
Ο ισλανδός πιανίστας και συνθέτης Ingi Bjarni Skúlason μας έχει απασχολήσει και στο παρελθόν, καθώς είχαμε γράψει παλαιότερα για το άλμπουμ του “Tenging” επίσης στην Losen, από το 2019. Στο πιο νέο CD του, ο Bjarni, συνεργάζεται με τους Hilmar Jensson κιθάρα, Anders Jormin μπάσο και Magnús Trygvason Eliassen ντραμς σε μια σειρά δικών του συνθέσεων (εννέα στον αριθμό), στις οποίες έδωσε τον γενικό τίτλο “Hope”. Όπως γράφει και ο ίδιος στις σχετικές liner notes:
«Καθώς κάθισα να γράψω αυτό το μικρό κείμενο, κοίταξα τη λίστα τραγουδιών του άλμπουμ. Παρατήρησα ότι επτά από τα εννέα κομμάτια γράφτηκαν το 2021, τη χρονιά που πέθανε η μητέρα μου. Μετά από λίγες σκέψεις, κατάλαβα ότι αυτά τα κομμάτια συνδέονταν, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, με τη διαδικασία του πένθους – του χαμού της μητέρας μου. Δεν ήταν κάτι που το σχεδίασα σκοπίμως, όταν επέλεγα τις συνθέσεις για αυτόν τον δίσκο, ή ακόμα και όταν συνέθετα τα κομμάτια. Είχα επικεντρωθεί μόνο στη μουσική, όχι απαραίτητα στο πώς εκείνη θα προέκυπτε. Αυτή λοιπόν η συνειδητοποίηση είναι λίγο ξεχωριστή για μένα. Προσφάτως, μάλιστα, παρατήρησα πως το υποσυνείδητό μου παίζει μεγάλο ρόλο τη ζωή μου – και κάπως έτσι άφησα την διαίσθησή μου να με οδηγήσει. Η μητέρα μου ασχολιόταν με την ποίηση και συχνά δημοσίευε μέρη από τα ακυκλοφόρητα ποιήματά της στα social media. Σε ένα απ’ αυτά έγραφε: “Είναι η ζωή πάντα ένα απαλό βαλς, που ανοίγεται σ’ ένα καθαρό μονοπάτι και δεν υπάρχουν προβλήματα μπροστά; Ο χειμώνας της ζωής μπορεί, πράγματι, να είναι μακρύς και σκληρός. Αλλά αγαπητέ μου φίλε, μπορείς να τα κάνεις όλα καλύτερα. Με την ελπίδα στην καρδιά σου, είσαι ικανός για όλα”. Είναι επιθυμία μου να εκφράσω ένα αίσθημα ελπίδας με αυτή τη μουσική – ελπίδα για ειρήνη, ελπίδα για συντροφικότητα και ελπίδα για ευτυχία. Άρα η Ελπίδα είναι η πιο κατάλληλη λέξη για να τιτλοφορήσω το άλμπουμ μου.(...)».
Απ’ αυτά τα λίγα λόγια όλοι και όλες αντιλαμβανόμαστε το κλίμα που επικρατεί στο “Hope” – ένα άλμπουμ αναγκαστικώς «βαρύ», που έχει όμως τον τρόπο να επικοινωνεί με τον ακροατή, από διάφορες κατευθύνσεις. Εννοώ πως, εδώ, δεν έχουμε μια «στενή» μινόρε κατασκευή, αλλά ένα λυρικό άλμπουμ έμπλεο συναισθημάτων και οπωσδήποτε μιας κάποιας τζαζ τελειότητας. Αυτό το τελευταίο το συνδέω, κυρίως με τα ονόματα των μουσικών, και βασικά με εκείνο του μεγάλου μπασίστα Anders Jormin, πάνω στο ακρογωνιαίο παίξιμο του οποίου στηρίζεται το “Hope”. Υπάρχουν στιγμές που ακούς κάτι πολύ κοντά στην αισθητική του Terje Rypdal, ιδίως σε κομμάτια με την ηλεκτρική κιθάρα μπροστά σαν το “April dreams”, αλλά υπάρχουν και tracks, εδώ, σαν τα λυρικά “Chant” και Hægur dans” ή σαν το πιο «προχωρημένο» “Continuation”, που δείχνουν την ικανότητα του Bjarni να κινείται σ’ ένα αναπτυγμένο φάσμα επιρροών και χρωματισμών, δημιουργώντας, εν προκειμένω, ένα πολύ ουσιαστικό και σίγουρα υψηλού επιπέδου (μέσα στην ευρύτητα της jazz) άκουσμα.
Επαφή: www.losenrecords.no

Τρίτη 4 Φεβρουαρίου 2025

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 626

4/2/2025
Ο Τζωρτζ Χάμιλτον και η Νόρα Βαλσάμη στην ταινία "Medusa" (1973) παραγωγής Θεόδωρου Ρουμπάνη. "Cult Όψεις του Ελληνικού Κινηματογράφου [LiFO Books, 2024].

4/2/2025
Γύρνα Χρήστο επειγόντως - με τα τραγούδια σου να "θάψεις" όσους σπέρνουν πανικούς...
https://www.youtube.com/watch?v=KvpfymuY7q4

3/2/2025
Θέλω να ρωτήσω τα παιδιά εκεί από την ΕΡΤ, που απ’ όσο είδα, στην εκπομπή τους με το Σαββόπουλο, προβάλλανε και φωτογραφίες του με τα Μπουρμπούλια από ένα παμπάλαιο Φαντάζιο –τις οποίες... τελείως συμπτωματικά είχα βάλει κι εγώ στο LiFO. gr πριν από δέκα χρόνια, το 2015– μήπως έχουν και αυτό το τεύχος, που έχει εξώφυλλο τον Ντόνοβαν και το οποίο ψάχνω από χρόνια (δεν κάνω πλάκα).
Αν το έχουν... θα με εξυπηρετήσουν. (γέλιο) Όπως τους εξυπηρέτησα κι εγώ...

3/2/2025
Ο φοβερός ορισμός του Βελλούδιου για τον ζεϊμπέκικο, που τον συνδέει με την κοινωνική και οικονομική καταπίεση, και με το ξέδομα που επιχειρείται μέσα από τη χορευτική διαδικασία, ώστε κάποιος να χαλαρώσει, να ηρεμήσει και να σκεφθεί αν πρέπει τελικά να βγει ή όχι με τα... σφυριά και τα δρεπάνια στους δρόμους.
Για να αντιληφθείτε, με απλά λόγια, γιατί τα ζεϊμπέκικα που χορεύονται απ’ όποιους να ‘ναι, όπου να ‘ναι, είναι για τα μπάζα...
«Αυτός ο χορός, ή μάλλον η όρχησις – διότι είναι κατ' εξοχήν ανδρική όρχησις, αφού υπονοεί και ορισμένους αδένας του άρρενος εις την σύνθεσίν της και την ετυμολογία της. Διότι μόνον ένας άνδρας έχει το βάρος να χορέψει μόνος και εκ του εαυτού του για τον εαυτόν του. Είναι ένα είδος, ας πούμε, κινησιολογικής υπερβατικής μεταρσιώσεως. Και έτσι ο κατατρυχόμενος από διάφορα βάρη οικονομικά, οικογενειακά, οιασδήποτε κοινωνικής σειράς πηγαίνει σε μία ταβέρναν εις ένα κέντρον, σηκώνεται, και χωρίς να 'χει ανάγκην από συντροφιά γυναικός ή άλλου ατόμου αρχίζει και χορεύει μονήρης, σόλο, μίαν όρχησιν χαλαρώσεως που είναι ο Αρτοζήνας-Ζεϊμπέκικος. Δηλαδή αρχίζει και περιδινίζεται , περιστρέφεται, απλώνει τα χέρια του σαν φτερούγες και τα κινεί σαν να ήθελε να πετάξει. Και πράγματι φαντάζεται ότι στις ωμοπλάτες του έχει φτερά και αιωρείται μεταξύ ας πούμε χρόνου και διαστήματος χώρων. Αφού εκτελέσει αυτό το γύμνασμα αισθάνεται χαλαρωμένος και πάει και κάθεται στην καρέκλα του, εις το κουτούκι(...) χωρίς να έχει το μίσος της πάλης των τάξεων, που λένε».
[Θάνος Μούρραης-Βελλούδιος]

3/2/2025
Επανέρχομαι στο ζήτημα της ανάρτησης του περασμένου Σαββάτου, σε σχέση με την υφαρπαγή ντοκουμέντων, από την εκπομπή της κρατικής τηλεόρασης, Στούντιο 4 – τα οποία ντοκουμέντα είχα αναρτήσει πρώτος εγώ σε άρθρο μου σχετικό με το «Βρώμικο Ψωμί» του Σαββόπουλου (μα και σε άλλα), στο LiFO. gr.
Κατ’ αρχάς θέλω να ευχαριστήσω τον κόσμο (600 λάικ) για την ηθική συμπαράσταση. Γιατί, για μένα, το θέμα είναι ΜΟΝΟ ΗΘΙΚΟ και τίποτ’ άλλο. Δεν με ενδιαφέρει καθόλου η όποια νομική διάσταση του ζητήματος – και αν κάποιος σχολιάσει επ’ αυτού τα σχόλιά του θα τα σβήσω αμέσως. Θέλω να είμαι ξεκάθαρος.
Οι άνθρωποι αυτοί μπήκαν στο LiFO. gr και ξεκόλλησαν σκαναρισμένα ντοκουμέντα από τα κείμενά μου, για να τα χρησιμοποιήσουν στην εκπομπή τους. Τα ντοκουμέντα αυτά, βασικά σκαναρίσματα από παλιές (50ετίας) εφημερίδες και περιοδικά, αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της έρευνάς μου για το «Βρώμικο Ψωμί» (και για τον Σαββόπουλο γενικότερα), δεν είχαν αναδημοσιευτεί ποτέ πριν τα αναδημοσιεύσω εγώ και βεβαίως πριν τα επεξεργαστώ. Έξω από τα κείμενά μου, θέλω να πω, δεν έχουν κανένα απολύτως νόημα.
Βεβαίως οι άσχετοι της ΕΡΤ αυτό δεν το καταλαβαίνουν. Έχουν μαύρα μεσάνυχτα γι’ αυτά τα θέματα, τα οποία ανακατεύουν με διάφορα άλλα της επικαιρότητας, στο στυλ... όλα τα σφάζω όλα τα μαχαιρώνω.
Φυσικά, για να εμπλουτίσουν την εκπομπή τους με τον Σαββόπουλο, θα μπορούσε να πάρουν φωτογραφίες από τους δίσκους του, και με αυτές και μόνο να πλαισιώσουν τη συνέντευξή τους – και θα ήταν μια χαρά.
Τόσους δίσκους έχει βγάλει ο Σαββό, τόσο φωτογραφικό υλικό υπάρχει μέσα σ’ αυτούς. Όχι... δεν θέλανε να δείξουν τον «Μπάλλο» ή το εξώφυλλο του “Happy Day” ή όλες αυτές τις κοινές φωτογραφίες του Σαββό που κυκλοφορούν παντού, ήθελαν να πάρουν τις δικές μου – εννοώ αυτές από τα κείμενά μου. Γιατί; Γιατί τους φάνηκαν μπάνικες, γιατί ακόμη και με το πτωχό τους μυαλό είδαν πως δεν πρόκειται για κάτι τετριμμένο, και θέλησαν να το παίξουν «ερευνητές» πάνω στην πλάτη μου. Ξεδόντιασαν δηλαδή τα κείμενά μου –γιατί κείμενα και φωτογραφίες είναι ένα πράγμα–, κάνοντάς τα φύλλο και φτερό, ακυρώνοντας κατά βάση τα ντοκουμέντα (με τον τρόπο που τα παρουσίασαν στην εκπομπή τους).
Γιατί, τι νόημα είχε να βάλλουν το απόκομμα από τη «Μουσική Γενιά» στην τηλεόραση; Το απόκομμα αυτό μπήκε στο κείμενό μου για να τεκμηριώσει κάτι που ακουγόταν από δω κι από κει, πως ο Σαββόπουλος είχε απευθυνθεί στην τύχη για να βρει μουσικούς για το Βρώμικο Ψωμί. Γιατί υπήρχαν θέματα με τα Μπουρμπούλια κι έψαχνε να βρει αντικαταστάτες τους. Γι’ αυτό μπήκε το απόκομμα. Το οποίο έτσι όπως είναι δημοσιευμένο και επεξεργασμένο στο LiFO. gr αποτυπώνει και τη δική μου δουλειά πάνω σ’ αυτό (στο απόκομμα εννοώ). Όποιος έχει τη «Μουσική Γενιά» και δει το συγκεκριμένο σημείο θα αντιληφθεί αμέσως τι δουλειά έχω κάνει εκεί. Θέλω να πω πως το απόκομμα αυτό έχει επάνω δέκα αόρατα «υδατόσημα», που αποδεικνύουν τη δουλειά μου.
Θέλανε, λοιπόν, οι λεβέντες αυτοί να δείξουν «γράμματα». Δεν τους έκαναν μόνον κάποιες κοινές φωτό του Σαββό (που θα ήταν μια χαρά –το ξαναλέω– για την εκπομπή τους), θέλανε να το παίξουνε και ερευνητές, υφαρπάζοντας ξένες έρευνες. Και το έκαναν αυτό, επεμβαίνοντας επί των κειμένων μου (διαχωρίζοντας τα αδιαχώριστα), επειδή εγώ γι’ αυτούς είμαι ένας «τίποτας», ένας «άγνωστος».
Είμαι δε σίγουρος, πως αν ήμουν δημοσιοσχεσίτης, αν τριγύριζα σε διαδρόμους, και αν πήγαινα όπου με καλούν να πάω, και εμφανιζόμουνα στα ραδιόφωνα και τις τηλεοράσεις τους, θα μου συμπεριφέρονταν αλλιώς. Το γεγονός ότι με απαξιώνουν, μετά από 30 επαγγελματικά χρόνια στην αρθρογραφία, είναι κάτι που μπορεί να μ’ ενοχλεί σ’ ένα μικρό βαθμό (βασικά χέστηκα, για τη γνώμη τους για μένα), αλλά κυρίως αυτό δείχνει το θράσος τους και την ασχετοσύνη τους.
Για κάθε ντοκουμέντο που υφάρπαξαν από τα κείμενά μου ισχύουν αυτά που έγραψα. Όπως ισχύουν και για το διαφημιστικό με τους ρεμπέτες από το Κύτταρο του ’73, που δεν είχε καμία σχέση με την εκπομπή τους, και μ’ αυτά που λέγανε με το Σαββόπουλο. Εκείνο όμως το φτωχό διαφημιστικούλι, που επίσης φάνηκε για πρώτη φορά στο άρθρο μου στο LiFO. gr, είχε τη δική του σημασία, για την ιστορία που ανέπτυσσα εκεί.
Αυτά τα ολίγα.

1/2/2025
Θες ν' ακούσεις μια δυνατή κουβέντα για το ελληνικό ροκ, στην οποία μιλάω για Σαββόπουλο, Πουλικάκο-Εξαδάκτυλο, Πελόμα Μποκιού, Σιδηρόπουλο-Σπυριδούλα, Τζίμη Πανούση, Φατμέ-Πορτοκάλογλου και άλλα πολλά; Εδώ με τον Ανδρέα Σταματόπουλο...
https://www.youtube.com/watch?v=TKSpPy4nh4U

1/2/2025
Και για την ταινία «Μοναστηράκι» (1964) του ποιητή Τάσου Δενέγρη, με τη μουσική του Σταύρου Ξαρχάκου, και για την ταινία «Τετράγωνο» (1964) των Γιάννη Κοκκόλη, Στέλιου Τζάκσον-Νίκου Οικονόμου, Κώστα Τοσίου και Πάνου Κατέρη, ξανά με μουσική του Ξαρχάκου, θα διαβάσετε στις «Cult Όψεις του Ελληνικού Κινηματογράφου» [LiFO Books, 2024]…

1/2/2025
Μου τα βούτηξαν όλα. Με έγδυσαν κανονικά. Νοιώθω σαν να μου πήραν τα υπάρχοντά μου. Όλα όσα με κόπο έχω μαζέψει, για να τα χρησιμοποιήσω στη δουλειά μου, γίνονται φύλλο και φτερό, και τα βλέπω παντού – σε σχετικούς και άσχετους. Ιδίως στους δεύτερους.
Μου πήρανε τις φωτογραφίες από τη «Μουσική Γενιά», από το «Φαντάζιο», από τα «Επίκαιρα», μου τα πήραν όλα. Μπήκαν στα κείμενά μου, στο LiFO. Gr, και τα ξεκόλλησαν ένα-ένα για να τα βάλουν στις εκπομπές τους. Γιατί οι ίδιοι είναι ανίκανοι να παρουσιάσουν κάτι δικό τους, κάτι πρωτότυπο, κάτι που να έχει τον κάματο της κ@βλας και της γνώσης μαζί.
Γιατί εμένα είναι η ζωή μου όλα αυτά τα πράγματα, και αυτή δεν την σέβονται. Είναι ο πολύτιμος χρόνος μου, οι ώρες που έχω ρίξει πίσω από κάθε επεξεργασμένη φωτογραφία, ώστε να την φέρω σ’ ένα σημείο «άλφα» (από ’κείνα τα παλιόχαρτα, που τα έχουν μετρημένοι στα δάκτυλα), ώστε να μπορεί να δημοσιευθεί.
Είναι τα λεφτά μου, που τα δίνω από δω κι από κει, για να βρω μετά κόπου όλα αυτά τα ντοκουμέντα, ώστε να στοιχειοθετήσω τα κείμενά μου – τα καλύτερα και πιο ουσιαστικά κείμενα που έχουν γραφτεί ποτέ για το «Περιβόλι του Τρελλού», για τον «Μπάλλο» και «Το Βρώμικο Ψωμί». Κείμενα γεμάτα ουσία, γνώσεις και πληροφορίες, που γίνονται βορά για τον κάθε τυχάρπαστο.
Λυπάμαι πολύ αλλά κάτι τέτοιες κινήσεις με φέρνουν στα όριά μου. Θα ήθελα να εξαφανιστώ. Να μην ξαναδημοσιεύσω ποτέ τίποτα. Να κάνω ένα κλειστό blog για 100 ανθρώπους, που να με αγαπάνε και να σέβονται τον κόπο μου.
[μιλάω για την εκπομπή της ΕΡΤ1 Στούντιο 4, που στηρίχθηκε φωτογραφικά σε μεγάλο βαθμό στη δουλειά μου, χωρίς να με ρωτήσει– ντροπή της]

31/1/2025
Έχω διάφορους φίλους, που όταν πάνε στο Λονδίνο, θέλουν να φωτογραφίζονται στην Abbey Road, σαν τους Beatles. (Ρε να προσέχετε, γιατί οι Εγγλέζοι οδηγάνε ανάποδα... μη σας πατήσουνε...). Εν τω μεταξύ κανείς τους δεν σκέφτηκε ποτέ να φωτογραφηθεί στην Ηρώδου Αττικού -δεν περνάνε και αυτοκίνητα από εκεί, συχνά- σαν τον Magic Alex...

31/1/2025
Ξέρετε πολλά ελληνικά τραγούδια, με ελληνικό στίχο, με σαφές γκέι περιεχόμενο, που να είναι ταυτοχρόνως και σπουδαία τραγούδια; Να έχουν δηλαδή φοβερές μουσικές, ερμηνείες... τα πάντα; Εγώ ξέρω ελάχιστα. Ξέρω επίσης πως ένα από τα καλύτερα, που το έλεγε ο Χρήστος Λεττονός, είχε ακουστεί στο κυνηγημένο θεατρικό του Κολλάτου «Ένας Έλληνας Σήμερα», το 1975. Τόσο παλιά. Γι’ αυτό το τραγούδι είχα γράψει το 2020 ένα κείμενο στο LiFO. gr.
Δείτε το κείμενο και ακούστε και το τραγούδι στα link γιατί έχουν λίγο γυμνό οι φωτογραφίες και θα μας τα κόψουν οι τζαναμπέτηδες...