Πέμπτη 4 Μαρτίου 2021

ΘΑΝΟΣ ΜΙΚΡΟΥΤΣΙΚΟΣ χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία

Δεν έχω πολύ συχνά την ευκαιρία, σαν κριτικός ή σαν μουσικογραφιάς (αν δεν σας αρέσει η πρώτη λέξη), να γράφω για καινούριους δίσκους, γνωρίζοντας, και μάλιστα από χρόνια, όλο το υλικό που είναι καταγραμμένο σε αυτούς. Εύκολη δουλειά... θα μπορούσε να πουν ορισμένοι. Δεν θα το ’λεγα. Μάλλον δύσκολη είναι. Γιατί θα πρέπει να επανατοποθετήσεις κάτι παλαιό, ή και κλασικό ενδεχομένως, στη σημερινή πραγματικότητα. Να βρεις το... πώς λειτουργεί, μέσα στις νέες συνθήκες. Ποιο είναι εκείνο, που διαφοροποιεί το παλαιό και καταξιωμένο υλικό με τη νεότερη εκδοχή του και λοιπά. Πολλά «λοιπά». Αυτά σκέφτομαι, βλέποντας απλώς και μόνον, χωρίς να έχω ακούσει ούτε μια νότα ακόμη, το νέο (μεταθανάτιο) άλμπουμ (2CD) του Θάνου Μικρούτσικου, υπό τον πλήρη τίτλο «Χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία / Σταυρός του Νότου, Γραμμές των Οριζόντων, ποίηση Νίκος Καββαδίας / 3 φωνές, πιάνα και πνευστά / Live από το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών» [Ogdoo Music Group, 2020].
Το άλμπουμ αποτελεί, λοιπόν, την αποτύπωση μιας συναυλίας ή μάλλον δύο (το λογικό είναι να υποθέσεις πως πάρθηκε υλικό και από τις δύο μέρες) τού αείμνηστου συνθέτη και τραγουδοποιού στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, στις 11 και 15 Μαΐου 2019. Δύο CD λοιπόν με δέκα εννέα συνολικώς tracks (έντεκα στο πρώτο CD και οκτώ στο δεύτερο), τα οποία αποδίδουν τρεις ερμηνευτές, συνδεμένοι φυσικά μέσα στα χρόνια με το έργο του Θ. Μικρούτσικου – οι Χρήστος Θηβαίος, Κώστας Θωμαΐδης και Ρίτα Αντωνοπούλου.
Η πρώτη πρωτοτυπία τής συγκεκριμένης ηχογράφησης είναι πάντως η ενορχήστρωσή της, για τρία πιάνα και πνευστά (πέραν των φωνών), που ακούγονται ταυτοχρόνως. Τα πνευστά (πότε φλάουτο, πότε κλαρινέτο, πότε σοπράνο και πότε άλτο σαξόφωνο) παίζει ο Θύμιος Παπαδόπουλος, ενώ μπροστά από τα τρία πιάνα κάθονται οι Μάξιμος Δράκος, Θοδωρής Οικονόμου και Θάνος Μικρούτσικος.
Όπως αντιλαμβάνεστε ένα τέτοιο setting προσφέρεται για «πειραματισμό». Δεν είναι μόνον οι προσαρμογές των μελωδιών, είναι και οι εισαγωγές ορισμένων θεμάτων, είναι και οι αυτοσχεδιασμοί, τα breaks από τα όργανα, τα σόλι, οι απόπειρες επαναδιατύπωσης του κλασικού με άλλους όρους – κάθε τι που προσιδιάζει σε μια ζωντανή παράσταση, η οποία θα πρέπει να αποδώσει εν τη γεννέσει της, και όχι κατόπιν εορτής. Κάθε τι, τέλος πάντων, που έρχεται να προστεθεί σε όσα από το παλαιό «οπλοστάσιο» παραμένουν εν ισχύι, προσβλέποντας σε μιαν άλλη διατύπωση.
Ο αείμνηστος Θ. Μικρούτσικος είχε ένα «κόλλημα» (με τη θετική έννοια) με τον «Σταυρό του Νότου», με την ποίηση τού Νίκου Καββαδία να το πούμε καλύτερα (γνωστό τοις πάσι), γι’ αυτό και την επαναπροσδιόριζε μέσα στα χρόνια. Πέραν από την κλασική, και με διαφορά ωραιότερη, εκδοχή από το 1979, υπάρχουν και οι «απόψεις» από το 1991 και το 2005 – οπότε τούτη εδώ, του 2019 / 2020, είναι η τέταρτη και δυστυχώς (αφού ο συνθέτης-τραγουδοποιός δεν βρίσκεται πια στη ζωή) η τελευταία.
Το άλμπουμ έχει οπωσδήποτε ενδιαφέρον, βασικά και κύρια για την ενορχηστρωτική προσέγγισή του και οπωσδήποτε για την συνύπαρξη των τριών πιάνων, που δεν είναι κάτι σύνηθες. Ίσως, μάλιστα, μόνο με τα τρία πιάνα το αποτέλεσμα να ήταν ακόμη πιο συμπαγές και πιο ιδιαίτερο – από την στιγμή, κατά την οποία στο setting δεν υπάρχει μπάσο και ντραμς.
Οι ερμηνείες, από την άλλη, έχουν κάτι το υπερβολικό – τις πιο πολλές φορές. Οι τραγουδιστές «φωνάζουν» ή ερμηνεύουν κάπως θεατρικά. Ίσως, κάπου, να είναι αναπόφευκτο αυτό, επειδή οι απαιτήσεις τού live είναι διαφορετικές από εκείνες του στούντιο, καθώς υπάρχει κοινό από κάτω που «σπρώχνει» προς μια κατεύθυνση. Υποθέτω δηλαδή – καθόσον δεν γνωρίζω, από πρώτο χέρι, τις οδηγίες και τις απαιτήσεις του συνθέτη. Αν ήθελε, δηλαδή, να προσδώσει κάποιες συγκεκριμένες διαστάσεις στα λόγια, οι οποίες να αιτιολογούν αυτού του τύπου την τραγουδιστική προσέγγιση.
Υπάρχουν κομμάτια που μου άρεσαν αρκετά, σ’ αυτές τις εκδοχές τους, έτσι όπως παρουσιάζονται εδώ, στο «Χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία», κι ένα εξ αυτών ήταν το “Kuro siwo”, με τον Κώστα Θωμαΐδη, που είναι, με διαφορά, ο πιο πειστικός ερμηνευτής από τους τρεις –έτσι τουλάχιστον τον νοιώθω εγώ, καθότι είναι και ο παλαιότερος εξάλλου–, αν και η κορυφαία στιγμή του δίσκου είναι ακριβώς στο τέλος του, η 12λεπτη version τού «Εφτά νάνοι στο S/S Cyrenia» από τον ίδιον τον Θάνο Μικρούτσικο σε πιάνο-φωνή.
Όλοι ξέρουν πόσο αγαπημένο ήταν αυτό το ποίημα-τραγούδι για τον συνθέτη, και όλοι γνωρίζουν πώς το απέδιδε, με τι παθιασμένη κατάνυξη, στα live και τις ηχογραφήσεις. Νοιώθεις, λοιπόν, πως σ’ αυτό το τραγούδι, ποίηση, μουσική-πιάνο και ερμηνεία είναι «ένα». Πως δεν υπάρχουν κενά, χαραμάδες... Το μόνο που υπάρχει είναι το δέσιμο των πάντων σ’ ένα σώμα, για την επίτευξη ενός τελικού, εξαιρετικού αποτελέσματος – καθώς η πολύ καλή ηχογράφηση βοηθάει, και αυτή από την μεριά της, στην επίτευξη του επιθυμητού.
Συνολικώς, θα λέγαμε πως η έκδοση τού Ogdoo music group είναι πολύ ωραία από αισθητικής πλευράς (ωραία χρώματα και χαρτιά), συν το 24σέλιδο booklet, με τους στίχους, τα κείμενα και τις φωτογραφίες και πως κλείνει, μ’ έναν σίγουρο συγκινητικό τρόπο, αφού πρόκειται για την τελευταία, δισκογραφημένη, ζωντανή παράσταση τού σημαντικότατου συνθέτη, έναν καλλιτεχνικό και κυρίως έναν βιο-ιστορικό κύκλο. 
Επαφή: www.ogdoomusicgroup.gr

1 σχόλιο:

  1. Συμφωνώ με τα γραφόμενα 100%, θα ήθελα όμως να προσθέσω κάτι. Η ζωή των ναυτικών έχει αλλάξει πάρα πολύ από αυτήν που περιγράφει ο ποιητής Νίκος Καββαδίας. Έχει γίνει καλύτερη και συνεπώς λιγότερο ποιητική. Τα πλοία είναι καλύτερα και ασφαλέστερα, επίσης γρηγορότερα και έχουν μειώσει τους χρόνους εν πλω. Οι χρόνοι φορτωσης εκφορτωσης στα λιμάνια μικροί και δεν υπάρχει χρόνος για νυκτοπερπατηματα. Η επικοινωνία με την Ελλάδα από το ταχυδρομείο έχει φτάσει πλέον στα δορυφορικά τηλέφωνα και στις εφαρμογές του internet. Τέλος τα Μπάρκα είναι πλέον μικρά, περί το εξάμηνο. Αυτά βέβαια δεν αφαιρούν την ευχαρίστηση όταν ακούμε τα τραγούδια αυτα..

    ΑπάντησηΔιαγραφή