Συμπληρώνουν οσονούπω 30 χρόνια στη σκηνή τα Υπόγεια
Ρεύματα, μια επιτυχημένη (και εμπορικώς) μπάντα του «ελληνικού ροκ». Μέσα σ’
αυτά τα χρόνια, τα πολλά χρόνια, έχουν υπάρξει αλλαγές φυσικά, όχι μόνον στην line-up του συγκροτήματος, που σήμερα το
αποτελούν οι Γρηγόρης Κλιούμης κιθάρες, τραγούδι, Νίκος Γιούσεφ μπάσο,
ηλεκτρικό πριόνι, κιθάρες και Τάσος Πέππας ντραμς, πλήκτρα, μα και στο ύφος και
τον ήχο τους, χωρίς πάντως οι αλλαγές αυτές να είναι έξω από αυτό που θα
αποκαλούσαμε «φυσιολογική εξέλιξη».
Το πιο νέο άλμπουμ τού συγκροτήματος Υπόγεια Ρεύματα έχει τίτλο «Η Γη που Αφήνω», κυκλοφόρησε στο τέλος του 2020 από το Ogdoo Music Group και περιλαμβάνει δώδεκα τραγούδια, όλα γραμμένα από το συγκρότημα πλην ενός («Με παραχαραγμένη τη ζωή μας»), που είναι συντεθειμένο από τον Κυριάκο Σφέτσα (σε ποίηση Ανέστη Ευαγγέλου). Επίσης υπάρχουν ακόμη δύο τραγούδια, που δεν έχουν στίχους των μελών του συγκροτήματος – το ένα είναι το «Του Κόλια (Νίκος Καββαδίας)» σε στίχους Δημήτρη Μητσοτάκη και το άλλο το «Γκρεμιστής» (σε ποίηση Κωστή Παλαμά).
Μια γενική παρατήρηση, σε σχέση με το άλμπουμ, έχει να κάνει με την δουλειά που έχει γίνει στο στούντιο, σε τεχνικό επίπεδο. Αν ακούσεις τον πρώτο δίσκο του γκρουπ π.χ. και «καπάκι» αυτόν, τον τελευταίο του, θα διαπιστώσεις πως ανάμεσα στους δύο η διαφορά είναι... η νύχτα με τη μέρα (για τα τεχνικά θέματα συζητάμε). Αυτό οπωσδήποτε έχει τις θετικές και πολύ θετικές πλευρές του, γιατί η πιστότητα μιας ηχογραφικής αποτύπωσης και παραγωγής αξίζει και πρέπει να είναι «τέλεια», όμως, κάπου, μπορεί να παραμονεύει και κάτι αρνητικό – να καθίσταται το στούντιο ένα υπερ-όργανο, δια του οποίου να καλύπτονται έτερες αδυναμίες, που να έχουν να κάνουν με την ουσία των τραγουδιών, τις μουσικές και τα λόγια τους. Συμβαίνει αυτό εδώ; Ναι, μερικές φορές συμβαίνει. Για παράδειγμα στο πρώτο τραγούδι τού άλμπουμ, το «Του Κόλια (Νίκος Καββαδίας)», που έχει στίχους φτιαχτούς, κυριευμένους από έναν ενοχλητικό αισθητισμό και που, σαν σύνθεση-τραγούδι είναι πολύ μέτριο. Διαθέτει, όμως, και αυτό το τραγούδι πολύ καλή δουλειά στο στούντιο, όπως και το επόμενο εξάλλου, το «Η γη που αφήνω», όπως και κάθε άλλο στην διαδρομή.
Από τα τέσσερα πρώτα κομμάτια του CD, τα τρία δεν με ικανοποιούν προσωπικώς (δεν με ικανοποιεί ούτε το «Το σκατό του φιδιού», που διαθέτει και ραπάρισμα – το βρίσκω πολύ κραυγαλέο από κάθε άποψη), ενώ αρκετά καλό είναι το τρίτο στη σειρά «Μέρα μπαίνει-μέρα βγαίνει», που είναι πιο χαμηλών τόνων και ταιριάζει με το κλίμα του ελληνικού ροκ, που διαμορφώνει το συγκρότημα όλα αυτά τα χρόνια.
Ενώ λοιπόν η εισαγωγή, ας το πούμε έτσι, του άλμπουμ, τα πρώτα τέσσερα κομμάτια του, με αφήνουν γενικώς «παγωμένο», «κουμπωμένο» κ.λπ. από το πέμπτο track («Ώρες») και κάτω, το πράγμα αλλάζει, και αλλάζει προς το καλύτερο, προς το πολύ καλύτερο.
Όλα τα τραγούδια από το υπ’ αριθμόν 5 και μετά είναι πάρα πολύ καλά, ενώ κάποια εξ αυτών θα τα χαρακτήριζα ακόμη και «φοβερά», όπως το «Μισή ζωή» ή τα «Ανασαίνω» και «Λυπήσου με» εκεί στο τέλος, πράγμα που δείχνει το σοβαρότερο όλων, πως τα Υπόγεια Ρεύματα, τριάντα σχεδόν χρόνια μετά από το ξεκίνημά τους, δεν έχουν χάσει τον τρόπο, τη δύναμη, να παράγουν καινούρια σπουδαία τραγούδια – κι αυτό είναι ό,τι πιο σημαντικό μπορείς να ζητήσεις από μουσικούς με τέτοια (πολύχρονη) διαδρομή. Πέραν του ότι, τα συγκεκριμένα τραγούδια, τις περισσότερες τουλάχιστον φορές, δεν πατάνε πάνω στις δικές τους γνωστές συνταγές, δεν αναπαράγουν δηλαδή τον επιτυχημένο εαυτό τους, αλλά προσπαθούν με νέους, μέσα στο ροκ πλαίσιο, τρόπους, να καταγράψουν τα σημερινά δεδομένα. Και όχι μόνον από αισθητικής πλευράς, προτείνοντας ένα όλο ζωντάνια rock, με θαυμάσιες μελωδικές διατυπώσεις και με πολύ πειστικές ερμηνείες από τον Κλιούμη, αλλά και από στιχουργικής (πλευράς) με λόγια κοινωνικού περιεχομένου (δεν λείπουν και τα «σχόλια» για την ίωση covid-19, τα «κοινωνικά δίκτυα», την ανάλγητη καθημερινότητα κ.λπ.), ωραία διατυπωμένα και άψογα ερμηνευμένα.
Πολύ καλή, επίσης, η μελοποίηση τού «Γκρεμιστή» (του Κωστή Παλαμά), που τον ακούσαμε μελοποιημένον, εσχάτως, και από την Σοφία Λαμπροπούλου και χωρίς ζητήματα, περαιτέρω, η ένταξη στο σετ τού τραγουδιού τού Κυριάκου Σφέτσα σε ποίηση Α. Ευαγγέλου (στο οποίο συμμετέχουν οι τζαζίστες Ανδρέας Πολυζωγόπουλος και Τηλέμαχος Μούσας, συν τον Πέτρο Πετρόπουλο).
Για την ηχογράφηση και την παραγωγή τα είπαμε και στην αρχή... οπότε το γενικό συμπέρασμα.
Παρά την μάλλον αδιάφορη αρχή, το «Η Γη που Αφήνω» γρήγορα αλλάζει ρότα, για να εξελιχθεί στην διαδρομή προς ένα εξαιρετικό CD.
Επαφή: www.ogdoomusicgroup.gr
Το πιο νέο άλμπουμ τού συγκροτήματος Υπόγεια Ρεύματα έχει τίτλο «Η Γη που Αφήνω», κυκλοφόρησε στο τέλος του 2020 από το Ogdoo Music Group και περιλαμβάνει δώδεκα τραγούδια, όλα γραμμένα από το συγκρότημα πλην ενός («Με παραχαραγμένη τη ζωή μας»), που είναι συντεθειμένο από τον Κυριάκο Σφέτσα (σε ποίηση Ανέστη Ευαγγέλου). Επίσης υπάρχουν ακόμη δύο τραγούδια, που δεν έχουν στίχους των μελών του συγκροτήματος – το ένα είναι το «Του Κόλια (Νίκος Καββαδίας)» σε στίχους Δημήτρη Μητσοτάκη και το άλλο το «Γκρεμιστής» (σε ποίηση Κωστή Παλαμά).
Μια γενική παρατήρηση, σε σχέση με το άλμπουμ, έχει να κάνει με την δουλειά που έχει γίνει στο στούντιο, σε τεχνικό επίπεδο. Αν ακούσεις τον πρώτο δίσκο του γκρουπ π.χ. και «καπάκι» αυτόν, τον τελευταίο του, θα διαπιστώσεις πως ανάμεσα στους δύο η διαφορά είναι... η νύχτα με τη μέρα (για τα τεχνικά θέματα συζητάμε). Αυτό οπωσδήποτε έχει τις θετικές και πολύ θετικές πλευρές του, γιατί η πιστότητα μιας ηχογραφικής αποτύπωσης και παραγωγής αξίζει και πρέπει να είναι «τέλεια», όμως, κάπου, μπορεί να παραμονεύει και κάτι αρνητικό – να καθίσταται το στούντιο ένα υπερ-όργανο, δια του οποίου να καλύπτονται έτερες αδυναμίες, που να έχουν να κάνουν με την ουσία των τραγουδιών, τις μουσικές και τα λόγια τους. Συμβαίνει αυτό εδώ; Ναι, μερικές φορές συμβαίνει. Για παράδειγμα στο πρώτο τραγούδι τού άλμπουμ, το «Του Κόλια (Νίκος Καββαδίας)», που έχει στίχους φτιαχτούς, κυριευμένους από έναν ενοχλητικό αισθητισμό και που, σαν σύνθεση-τραγούδι είναι πολύ μέτριο. Διαθέτει, όμως, και αυτό το τραγούδι πολύ καλή δουλειά στο στούντιο, όπως και το επόμενο εξάλλου, το «Η γη που αφήνω», όπως και κάθε άλλο στην διαδρομή.
Από τα τέσσερα πρώτα κομμάτια του CD, τα τρία δεν με ικανοποιούν προσωπικώς (δεν με ικανοποιεί ούτε το «Το σκατό του φιδιού», που διαθέτει και ραπάρισμα – το βρίσκω πολύ κραυγαλέο από κάθε άποψη), ενώ αρκετά καλό είναι το τρίτο στη σειρά «Μέρα μπαίνει-μέρα βγαίνει», που είναι πιο χαμηλών τόνων και ταιριάζει με το κλίμα του ελληνικού ροκ, που διαμορφώνει το συγκρότημα όλα αυτά τα χρόνια.
Ενώ λοιπόν η εισαγωγή, ας το πούμε έτσι, του άλμπουμ, τα πρώτα τέσσερα κομμάτια του, με αφήνουν γενικώς «παγωμένο», «κουμπωμένο» κ.λπ. από το πέμπτο track («Ώρες») και κάτω, το πράγμα αλλάζει, και αλλάζει προς το καλύτερο, προς το πολύ καλύτερο.
Όλα τα τραγούδια από το υπ’ αριθμόν 5 και μετά είναι πάρα πολύ καλά, ενώ κάποια εξ αυτών θα τα χαρακτήριζα ακόμη και «φοβερά», όπως το «Μισή ζωή» ή τα «Ανασαίνω» και «Λυπήσου με» εκεί στο τέλος, πράγμα που δείχνει το σοβαρότερο όλων, πως τα Υπόγεια Ρεύματα, τριάντα σχεδόν χρόνια μετά από το ξεκίνημά τους, δεν έχουν χάσει τον τρόπο, τη δύναμη, να παράγουν καινούρια σπουδαία τραγούδια – κι αυτό είναι ό,τι πιο σημαντικό μπορείς να ζητήσεις από μουσικούς με τέτοια (πολύχρονη) διαδρομή. Πέραν του ότι, τα συγκεκριμένα τραγούδια, τις περισσότερες τουλάχιστον φορές, δεν πατάνε πάνω στις δικές τους γνωστές συνταγές, δεν αναπαράγουν δηλαδή τον επιτυχημένο εαυτό τους, αλλά προσπαθούν με νέους, μέσα στο ροκ πλαίσιο, τρόπους, να καταγράψουν τα σημερινά δεδομένα. Και όχι μόνον από αισθητικής πλευράς, προτείνοντας ένα όλο ζωντάνια rock, με θαυμάσιες μελωδικές διατυπώσεις και με πολύ πειστικές ερμηνείες από τον Κλιούμη, αλλά και από στιχουργικής (πλευράς) με λόγια κοινωνικού περιεχομένου (δεν λείπουν και τα «σχόλια» για την ίωση covid-19, τα «κοινωνικά δίκτυα», την ανάλγητη καθημερινότητα κ.λπ.), ωραία διατυπωμένα και άψογα ερμηνευμένα.
Πολύ καλή, επίσης, η μελοποίηση τού «Γκρεμιστή» (του Κωστή Παλαμά), που τον ακούσαμε μελοποιημένον, εσχάτως, και από την Σοφία Λαμπροπούλου και χωρίς ζητήματα, περαιτέρω, η ένταξη στο σετ τού τραγουδιού τού Κυριάκου Σφέτσα σε ποίηση Α. Ευαγγέλου (στο οποίο συμμετέχουν οι τζαζίστες Ανδρέας Πολυζωγόπουλος και Τηλέμαχος Μούσας, συν τον Πέτρο Πετρόπουλο).
Για την ηχογράφηση και την παραγωγή τα είπαμε και στην αρχή... οπότε το γενικό συμπέρασμα.
Παρά την μάλλον αδιάφορη αρχή, το «Η Γη που Αφήνω» γρήγορα αλλάζει ρότα, για να εξελιχθεί στην διαδρομή προς ένα εξαιρετικό CD.
Επαφή: www.ogdoomusicgroup.gr
Σχόλιο από το fb...
ΑπάντησηΔιαγραφήPanagiotis Kourliouros
Θετικό στοιχείο παροτι έχουν γίνει τριο είναι η ηχητική ένταση και η ένταξη στιχουργικά στο σήμερα. Αρνητικό στοιχειο η στάθμη του μπάσου που καλύπτει αλλα όργανα και καποιες φορές τη φωνή ενώ και η κιθάρα δεν ακούγεται το ίδιο δυνατά όπως και στα live τους.