Ο Noah Haidu
(γενν. 1972) είναι ένας πιανίστας, που παρότι πλησιάζει τα 50 θεωρείται
ανερχόμενος. Δεν είναι κακό αυτό. Με καλές σπουδές, και βασικά δίπλα στον Kenny Barron, ο Haidu έκανε αισθητή την παρουσία του
μόλις την τελευταία δεκαετία, προτείνοντας ενδιαφέροντα CD – για ένα εκ των οποίων, το
προτελευταίο του, έχουμε γράψει και στο blog (λέμε για το περυσινό “Doctone”, που ήταν αφιερωμένο στον πιανίστα της jazz και της pop Kenny Kirkland).
Στο πιο νέο άλμπουμ του, που έχει τίτλο “Slowly: Song for Keith Jarrett” [Sunnyside Communications, 2021] και που αποτελεί ένα κλασικό piano-trio, ο Noah Haidu συνεργάζεται με δύο ζωντανούς θρύλους της jazz, τον κοντραμπασίστα Buster Williams (γενν. 1942) και τον ντράμερ Billy Hart (γενν. 1940). Και κάπως έτσι δύο διαφορετικές γενιές μουσικών βρίσκονται μαζί για να αποτιμήσουν, με τον δικό τους τρόπο, την προσφορά ενός άλλου ζωντανού-θρύλου, του συνθέτη και πιανίστα Keith Jarrett.
Το άλμπουμ δεν είναι, βεβαίως, ένα τυπικό tribute. Κατ’ αρχάς δεν περιέχει μόνον συνθέσεις του Jarrett. Από τα οκτώ tracks του CD μόνον ένα είναι σύνθεση του Jarrett (“Rainbow”), το οποίον μάλιστα ενώνεται με το “Keith Jarrett”, το οποίον αποτελεί σύνθεση του Haidu, ενώ τα υπόλοιπα επτά ανήκουν ένα στον Buster Williams, δύο στον Billy Hart, ένα στον Noah Haidu, ένα στην Maria Grever (παλαιά μεξικάνα συνθέτρια), ενώ δύο αποτελούν στάνταρντ (το “Georgia” του Hoagy Carmichael και το “But beautiful” του Jimmy Van Heusen).
Έπειτα, το “Slowly: Song for Keith Jarrett” δεν είναι ένα CD «τζαρετικής» τεχνοτροπίας στην ολότητά του.
Βασικά, πρόκειται για μιαν «ανάγνωση» του Haidu, με όρους πολύ προσωπικούς – και κάπως έτσι εξηγείται και το ωραίο κείμενό του στο μέσα μέρος του digipak, εκεί όπου αναφέρεται με λεπτομέρειες στον τρόπο γνωριμίας του με το «τζαρετικό» έργο, μέσω του πατέρα του κ.λπ.
Πάντως το κλασικό piano-trio τού Keith Jarrett (με Gary Peacock και Jack DeJohnette) δεν μπορεί παρά να αποτελεί ένα «φάρο» εδώ, αν και δεν είναι καθόλου σίγουρο αν είχαν αυτό στο νου τους οι Williams και Hart, όταν ετοίμαζαν τις δικές τους συνθέσεις.
Πιο πολύ «τζαρετικές», θέλουμε να πούμε, είναι οι προσαρμογές που επιχειρούνται στα στάνταρντ – και αυτό δεν είναι παράξενο, αν αναλογιστούμε το πόσο επένδυε και ο ίδιος ο Keith Jarrett στο συγκεκριμένο υλικό (στα στάνταρντ), πόσο πολύ το δούλευε και πόσο πολύ βασιζόταν σ’ αυτό, εντάσσοντάς το συνεχώς στις παραστάσεις ή και στα άλμπουμ του.
Όπως σημειώνει και ο ίδιος ο Noah Haidu:
«Ποτέ δεν σκέφτηκα τον εαυτό μου ως έναν πιανίστα, που παίζει σαν τον Keith Jarrett. Ωστόσο, η δουλειά του με επηρεάζει όλο και περισσότερο στην προσέγγιση με το τρίο μου, τα τελευταία χρόνια. Γυρνώ πίσω και παίζω μπαλάντες και στάνταρντ όλο και πιο πολύ, βρίσκοντας τη δική μου φωνή μέσω του εν λόγω ρεπερτορίου. Αυτό το κόνσεπτ είναι εμπνευσμένο από τον Jarrett, ο οποίος παίζει τα στάνταρντ με απόλυτη αυθεντικότητα, έτσι όπως ποτέ δεν μπορεί να ακουστεί άλλος σ’ αυτήν τη μουσική».
Επαφή: www.noahhaidu.com
Στο πιο νέο άλμπουμ του, που έχει τίτλο “Slowly: Song for Keith Jarrett” [Sunnyside Communications, 2021] και που αποτελεί ένα κλασικό piano-trio, ο Noah Haidu συνεργάζεται με δύο ζωντανούς θρύλους της jazz, τον κοντραμπασίστα Buster Williams (γενν. 1942) και τον ντράμερ Billy Hart (γενν. 1940). Και κάπως έτσι δύο διαφορετικές γενιές μουσικών βρίσκονται μαζί για να αποτιμήσουν, με τον δικό τους τρόπο, την προσφορά ενός άλλου ζωντανού-θρύλου, του συνθέτη και πιανίστα Keith Jarrett.
Το άλμπουμ δεν είναι, βεβαίως, ένα τυπικό tribute. Κατ’ αρχάς δεν περιέχει μόνον συνθέσεις του Jarrett. Από τα οκτώ tracks του CD μόνον ένα είναι σύνθεση του Jarrett (“Rainbow”), το οποίον μάλιστα ενώνεται με το “Keith Jarrett”, το οποίον αποτελεί σύνθεση του Haidu, ενώ τα υπόλοιπα επτά ανήκουν ένα στον Buster Williams, δύο στον Billy Hart, ένα στον Noah Haidu, ένα στην Maria Grever (παλαιά μεξικάνα συνθέτρια), ενώ δύο αποτελούν στάνταρντ (το “Georgia” του Hoagy Carmichael και το “But beautiful” του Jimmy Van Heusen).
Έπειτα, το “Slowly: Song for Keith Jarrett” δεν είναι ένα CD «τζαρετικής» τεχνοτροπίας στην ολότητά του.
Βασικά, πρόκειται για μιαν «ανάγνωση» του Haidu, με όρους πολύ προσωπικούς – και κάπως έτσι εξηγείται και το ωραίο κείμενό του στο μέσα μέρος του digipak, εκεί όπου αναφέρεται με λεπτομέρειες στον τρόπο γνωριμίας του με το «τζαρετικό» έργο, μέσω του πατέρα του κ.λπ.
Πάντως το κλασικό piano-trio τού Keith Jarrett (με Gary Peacock και Jack DeJohnette) δεν μπορεί παρά να αποτελεί ένα «φάρο» εδώ, αν και δεν είναι καθόλου σίγουρο αν είχαν αυτό στο νου τους οι Williams και Hart, όταν ετοίμαζαν τις δικές τους συνθέσεις.
Πιο πολύ «τζαρετικές», θέλουμε να πούμε, είναι οι προσαρμογές που επιχειρούνται στα στάνταρντ – και αυτό δεν είναι παράξενο, αν αναλογιστούμε το πόσο επένδυε και ο ίδιος ο Keith Jarrett στο συγκεκριμένο υλικό (στα στάνταρντ), πόσο πολύ το δούλευε και πόσο πολύ βασιζόταν σ’ αυτό, εντάσσοντάς το συνεχώς στις παραστάσεις ή και στα άλμπουμ του.
Όπως σημειώνει και ο ίδιος ο Noah Haidu:
«Ποτέ δεν σκέφτηκα τον εαυτό μου ως έναν πιανίστα, που παίζει σαν τον Keith Jarrett. Ωστόσο, η δουλειά του με επηρεάζει όλο και περισσότερο στην προσέγγιση με το τρίο μου, τα τελευταία χρόνια. Γυρνώ πίσω και παίζω μπαλάντες και στάνταρντ όλο και πιο πολύ, βρίσκοντας τη δική μου φωνή μέσω του εν λόγω ρεπερτορίου. Αυτό το κόνσεπτ είναι εμπνευσμένο από τον Jarrett, ο οποίος παίζει τα στάνταρντ με απόλυτη αυθεντικότητα, έτσι όπως ποτέ δεν μπορεί να ακουστεί άλλος σ’ αυτήν τη μουσική».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου