Είναι το τρίτο άλμπουμ με ηλεκτρονικά, ως βασική ηχητική
πηγή, που κυκλοφορεί τα τελευταία δώδεκα χρόνια, επιχειρώντας να δώσει μιαν
«άλλη» διάσταση στην ποίηση του σημαντικού ποιητή, που έζησε πολλά χρόνια στην
Πάτρα –άρα μπορούμε να τον αποκαλέσουμε και Πατρινό– Χρίστου Λάσκαρη
(1931-2008).
Έχουν προηγηθεί το CD «Το Ποτάμι» [Low Impedance Recordings, 2009] του Γιάννη Μουρτζόπουλου και το LP “Untitled” [Granny Records, 2013] του Epavlis Pavlakis, με το νεότερο long play «Ταξιδεύεις Ακόμα» [Same Difference Music, 2021] να το υπογράφει ο Γιώργος Μπότης (γνωστός κυρίως ως παραγωγός των Electric Litany, Valia Calda κ.ά.). Επίσης προσφάτως ακούσαμε τον Μανώλη Αγγελάκη να τοποθετεί μουσική και ήχους πάνω στην ποίηση του Χ. Λάσκαρη, σ’ ένα track της συλλογής “INNσόμνια” [Inner Ear, 2021], πράγμα που σημαίνει πως ο λόγος του Χρίστου Λάσκαρη παραμένει πάντα παρών, δεκατρία χρόνια μετά τον θάνατό του –μάλιστα, θα λέγαμε, πως είναι περισσότερο παρών τώρα, παρά ποτέ– εξακολουθώντας να εμπνέει νεότερους μουσικούς, με τα βαθιά, εσωτερικά και κατά βάση οδυνηρά μηνύματά του.
Όπως είχαμε σημειώσει και παλαιότερα (14 Οκτ. 2013):
Ας πούμε από την αρχή, προκειμένου να γίνουν πιο κατανοητά τα πράγματα, πως η ποίηση του Χρίστου Λάσκαρη είναι λιτή. Λίγες λέξεις, λίγοι στίχοι, χωρίς περιττά «στολίδια», με την μόνιμη αίσθηση της θλίψης, της νοσταλγίας και του δράματος να επιτείνεται από την τρεμάμενη, «σπασμένη» προφορική αφήγηση τού ιδίου του ποιητή (σημ. σε μια ιστορική θα πρέπει να την αποκαλούμε πλέον ηχογράφησή του από τον πανεπιστημιακό Γιάννη Μουρτζόπουλο). Σκέψεις, αναμνήσεις, βιώματα καταγράφονται «ξερά», αλλά με τεράστια ψυχική ένταση. Λέξεις απλές, καθημερινές, που καθώς τις λέμε εμείς δεν σημαίνουν τίποτα, ή σημαίνουν «κάτι», στο στόμα (και τη γραφίδα) του Λάσκαρη αποκτούν άλλην αξία.
Έτσι, το πρόβλημα του συνθέτη, που θα θελήσει να «τοποθετήσει» ήχους πάνω στους στίχους τού συγκεκριμένου ποιητή, είναι ιδιαίτερο. Γιατί, έτσι όπως είναι ολιγόλογα τα ποιήματα, η μουσική, ανά πάσα στιγμή, μπορεί να περισσεύει, να χάσκει.
Πόσο μπορεί να διαρκεί ένα ποίημα καθώς τούτο απαγγέλλεται; Ελάχιστα. Τι να επενδύσεις λοιπόν; Θα οδηγηθείς να δημιουργήσεις 30 διαφορετικά κομμάτια φερ’ ειπείν, καθένα από τα οποία θα διαρκεί 10 δευτερόλεπτα. Τι μουσική αξία θα έχει αυτό, ως καταγραφή; Ποιαν αίσθηση ενότητας και κλίματος θα κατακρατεί ένας υποτιθέμενος δίσκος; Κανένα και τίποτα.
Αυτές οι σκέψεις, που είχαν καταγραφεί εδώ στο blog πριν από οκτώ χρόνια, εξακολουθούν να μας συνέχουν. Και μας φαίνονται χρήσιμες περαιτέρω, καθώς τοποθετούμε στο πλατώ, την νέα δουλειά του Γιώργου Μπότη, που, οπωσδήποτε, και αυτή, έχει σαν στόχο να τιμήσει τον σημαντικό ποιητή, επανατοποθετώντας τον λόγο του μέσα σ’ ένα νέο ηχητικό περιβάλλον. Ένα περιβάλλον εν πολλοίς ηλεκτρονικό (ο ίδιος ο Γ. Μπότης χειρίζεται πιάνο, συνθεσάιζερ, ηλεκτρονικά και κλαρινέτο, προγραμματίζοντας κιόλας), με αναφορές –όπως ο ίδιος ο μουσικός τις καταγράφει στο bandcamp του– σε Hiroshi Yoshimura, The Blue Nile, Daniel Lanois, Ry Cooder, Aphex Twin, Brian Eno, Tom Waits (Closing Time) και Vangelis. Προσωπικώς θα τοποθετούσα τον Vangelis πολύ ψηλά και όχι τελευταίον, στις επιρροές του Γ. Μπότη (άκου π.χ. το «Ταξιδεύεις ακόμα»), αλλά αυτό δεν έχει και τόσο σημασία. Σημασία έχει η δουλειά που έχει γίνει εδώ, πάνω στην ποίηση του Χ. Λάσκαρη – να προσδιοριστεί, κοντολογίς, αυτό το αργά εξελισσόμενο αφήγημα ήχου και λόγου, που έχει τον τρόπο να κρατά το ενδιαφέρον του ακροατή έως το τέλος.
Να πούμε κατ’ αρχάς πως τα
ποιήματα, που απαγγέλλονται από τον ίδιο τον Χρίστο Λάσκαρη, ακούγονται ολάκερα,
ενώ πολύ συχνά, επαναλαμβάνονται τεχνηέντως κάποιοι στίχοι, κάποιες φράσεις εν
είδει διδαγμάτων. Δι’ αυτού του τρόπου «γεμίζει» με λόγο και ο μουσικός χρόνος.
Υπάρχει track με εκτεταμένη εισαγωγή, «πειραγμένη» φωνή, μα και με κάπως γρήγορο ηχητικό υπόστρωμα, όπως το «Απ’ το φεγγάρι» (ένα από τα πιο ενδιαφέροντα του LP), ενώ αλλού («Ο ξενιτεμένος») η φωνή του ποιητή ακούγεται από το ξεκίνημα, συμπληρωμένη με εφφέ, όπως και με άλλα όργανα (κλαρίνο).
Περαιτέρω, και στην δεύτερη πλέον
πλευρά του δίσκου, νέα όργανα, όπως η lap steel κιθάρα και το φλικόρνο του Ανδρέα Πολυζωγόπουλου προσθέτουν
στο ακρόαμα πινελιές ήχου-ECM, με το ποίημα «Για να φτάσω ως
εσένα» να επαναλαμβάνεται στο τέλος, επειδή είναι μικρής έκτασης.
Κιθάρες (lap steel,
ακουστική, ηλεκτρική) πρωταγωνιστούν και στο επόμενο track, που αφορά στο ποίημα «Μόνο στα
όνειρα», ένα από τα πιο βαριά και πνιγηρά του Χ. Λάσκαρη, με την απαγγελία να
υποβάλλει και με τα ηλεκτρονικά να δημιουργούν «από κάτω» ένα θορυβώδες «χαλί».
Στο προτελευταίο κομμάτι του LP, την «Εγκατάλειψη», συνωθούνται επαναληπτικά στοιχεία (λούπα φωνής), με ήχους από κρουστά, σαξόφωνο, συν έγχορδα (βιολί, βιόλα, τσέλο) και σαν πρόταση, η συγκεκριμένη, είναι σίγουρα από τις πιο σύνθετες τού «Ταξιδεύεις Ακόμα».
Το τελευταίο track του άλμπουμ, που είναι και το πιο σύντομο στο χρόνο, καθώς διαρκεί μόλις 1:52, στηρίζεται σε μια πιανιστική εισαγωγή, με ήχους τύπου field recordings να παρεμβάλλονται και με την φωνή του ποιητή να ακούγεται, παραμορφωμένη, σαν από μακριά και σαν από τηλεβόα. Απλό στη σύλληψή του και σίγουρα λειτουργικό σαν κλείσιμο.
Επαφή: https://georgebotis.bandcamp.com/album/-
Έχουν προηγηθεί το CD «Το Ποτάμι» [Low Impedance Recordings, 2009] του Γιάννη Μουρτζόπουλου και το LP “Untitled” [Granny Records, 2013] του Epavlis Pavlakis, με το νεότερο long play «Ταξιδεύεις Ακόμα» [Same Difference Music, 2021] να το υπογράφει ο Γιώργος Μπότης (γνωστός κυρίως ως παραγωγός των Electric Litany, Valia Calda κ.ά.). Επίσης προσφάτως ακούσαμε τον Μανώλη Αγγελάκη να τοποθετεί μουσική και ήχους πάνω στην ποίηση του Χ. Λάσκαρη, σ’ ένα track της συλλογής “INNσόμνια” [Inner Ear, 2021], πράγμα που σημαίνει πως ο λόγος του Χρίστου Λάσκαρη παραμένει πάντα παρών, δεκατρία χρόνια μετά τον θάνατό του –μάλιστα, θα λέγαμε, πως είναι περισσότερο παρών τώρα, παρά ποτέ– εξακολουθώντας να εμπνέει νεότερους μουσικούς, με τα βαθιά, εσωτερικά και κατά βάση οδυνηρά μηνύματά του.
Όπως είχαμε σημειώσει και παλαιότερα (14 Οκτ. 2013):
Ας πούμε από την αρχή, προκειμένου να γίνουν πιο κατανοητά τα πράγματα, πως η ποίηση του Χρίστου Λάσκαρη είναι λιτή. Λίγες λέξεις, λίγοι στίχοι, χωρίς περιττά «στολίδια», με την μόνιμη αίσθηση της θλίψης, της νοσταλγίας και του δράματος να επιτείνεται από την τρεμάμενη, «σπασμένη» προφορική αφήγηση τού ιδίου του ποιητή (σημ. σε μια ιστορική θα πρέπει να την αποκαλούμε πλέον ηχογράφησή του από τον πανεπιστημιακό Γιάννη Μουρτζόπουλο). Σκέψεις, αναμνήσεις, βιώματα καταγράφονται «ξερά», αλλά με τεράστια ψυχική ένταση. Λέξεις απλές, καθημερινές, που καθώς τις λέμε εμείς δεν σημαίνουν τίποτα, ή σημαίνουν «κάτι», στο στόμα (και τη γραφίδα) του Λάσκαρη αποκτούν άλλην αξία.
Έτσι, το πρόβλημα του συνθέτη, που θα θελήσει να «τοποθετήσει» ήχους πάνω στους στίχους τού συγκεκριμένου ποιητή, είναι ιδιαίτερο. Γιατί, έτσι όπως είναι ολιγόλογα τα ποιήματα, η μουσική, ανά πάσα στιγμή, μπορεί να περισσεύει, να χάσκει.
Πόσο μπορεί να διαρκεί ένα ποίημα καθώς τούτο απαγγέλλεται; Ελάχιστα. Τι να επενδύσεις λοιπόν; Θα οδηγηθείς να δημιουργήσεις 30 διαφορετικά κομμάτια φερ’ ειπείν, καθένα από τα οποία θα διαρκεί 10 δευτερόλεπτα. Τι μουσική αξία θα έχει αυτό, ως καταγραφή; Ποιαν αίσθηση ενότητας και κλίματος θα κατακρατεί ένας υποτιθέμενος δίσκος; Κανένα και τίποτα.
Αυτές οι σκέψεις, που είχαν καταγραφεί εδώ στο blog πριν από οκτώ χρόνια, εξακολουθούν να μας συνέχουν. Και μας φαίνονται χρήσιμες περαιτέρω, καθώς τοποθετούμε στο πλατώ, την νέα δουλειά του Γιώργου Μπότη, που, οπωσδήποτε, και αυτή, έχει σαν στόχο να τιμήσει τον σημαντικό ποιητή, επανατοποθετώντας τον λόγο του μέσα σ’ ένα νέο ηχητικό περιβάλλον. Ένα περιβάλλον εν πολλοίς ηλεκτρονικό (ο ίδιος ο Γ. Μπότης χειρίζεται πιάνο, συνθεσάιζερ, ηλεκτρονικά και κλαρινέτο, προγραμματίζοντας κιόλας), με αναφορές –όπως ο ίδιος ο μουσικός τις καταγράφει στο bandcamp του– σε Hiroshi Yoshimura, The Blue Nile, Daniel Lanois, Ry Cooder, Aphex Twin, Brian Eno, Tom Waits (Closing Time) και Vangelis. Προσωπικώς θα τοποθετούσα τον Vangelis πολύ ψηλά και όχι τελευταίον, στις επιρροές του Γ. Μπότη (άκου π.χ. το «Ταξιδεύεις ακόμα»), αλλά αυτό δεν έχει και τόσο σημασία. Σημασία έχει η δουλειά που έχει γίνει εδώ, πάνω στην ποίηση του Χ. Λάσκαρη – να προσδιοριστεί, κοντολογίς, αυτό το αργά εξελισσόμενο αφήγημα ήχου και λόγου, που έχει τον τρόπο να κρατά το ενδιαφέρον του ακροατή έως το τέλος.
Υπάρχει track με εκτεταμένη εισαγωγή, «πειραγμένη» φωνή, μα και με κάπως γρήγορο ηχητικό υπόστρωμα, όπως το «Απ’ το φεγγάρι» (ένα από τα πιο ενδιαφέροντα του LP), ενώ αλλού («Ο ξενιτεμένος») η φωνή του ποιητή ακούγεται από το ξεκίνημα, συμπληρωμένη με εφφέ, όπως και με άλλα όργανα (κλαρίνο).
Στο προτελευταίο κομμάτι του LP, την «Εγκατάλειψη», συνωθούνται επαναληπτικά στοιχεία (λούπα φωνής), με ήχους από κρουστά, σαξόφωνο, συν έγχορδα (βιολί, βιόλα, τσέλο) και σαν πρόταση, η συγκεκριμένη, είναι σίγουρα από τις πιο σύνθετες τού «Ταξιδεύεις Ακόμα».
Το τελευταίο track του άλμπουμ, που είναι και το πιο σύντομο στο χρόνο, καθώς διαρκεί μόλις 1:52, στηρίζεται σε μια πιανιστική εισαγωγή, με ήχους τύπου field recordings να παρεμβάλλονται και με την φωνή του ποιητή να ακούγεται, παραμορφωμένη, σαν από μακριά και σαν από τηλεβόα. Απλό στη σύλληψή του και σίγουρα λειτουργικό σαν κλείσιμο.
Επαφή: https://georgebotis.bandcamp.com/album/-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου