Έχει συνεργαστεί με τους Antony and The Johnsons, Gregory Porter,
Anthony Braxton,
Rufus Wainwright, Kanye West και
με διάφορες προσωπικότητες του «κλασικού» κυκλώματος, έχει υπάρξει μέλος σχημάτων
όπως της Tri-Centric Orchestra, έχει σχεδόν
20χρονη επαγγελματική διαδρομή, αλλά μόλις τώρα κατορθώνει να κάνει ένα προσωπικό
CD, και μάλιστα σόλο, εξαιτίας
των περιορισμών λόγω covid-19.
Λέμε για την αρπίστρια Jacqueline Kerrod, μία από τις σημαντικότερες αβαντ-γκαρντίστριες οργανοπαίκτριες του καιρού μας, που τυγχάνει και χειρίστρια ενός τόσο απαιτητικού και «σημαδεμένου» από μεγάλες μορφές, μέσα στα χρόνια, οργάνου.
Το άλμπουμ αποκαλείται “17 Days in December” [Orenda Records, 2021] και είναι ηχογραφημένο τον προηγούμενο Δεκέμβριο (2020), για να κυκλοφορήσει πριν από λίγες μόλις μέρες, από την εταιρεία Orenda Records, που εδρεύει στο Los Angeles.
Το “17 Days in December” περιέχει 17 tracks. Δηλαδή 17 αυτοσχεδιασμούς για ακουστική ή ηλεκτρική άρπα, ηχογραφημένους εκείνες τις 17 ημέρες του Δεκέμβρη (ένας αυτοσχεδιασμός ανά ημέρα).
Η Jacqueline Kerrod είναι μόνη της προφανώς στο προσωπικό της στούντιο –άρα έχουμε να κάνουμε, συγχρόνως, και με μια homemade εγγραφή–, και χωρίς να χρησιμοποιεί overdubs, λούπες κτλ. ή κάνοντας κάποιου είδους «προετοιμασία» στα όργανά της, με μοναδικά παραφερνάλια ορισμένα πετάλια (distortion / overdrive) όταν χρησιμοποιεί την ηλεκτρική άρπα της, συν κάποια αντικείμενα με τα οποία κρούει τις χορδές της άρπας της (κάτι που μοιάζει με κατσαβίδι, ένα γυάλινο μπολ, ένα δοξάρι βιόλας) επιχειρεί να παράγει σε πρώτο χρόνο ήχους, που λίγες φορές θυμίζουν... τον κλασικό ήχο της άρπας.
Υπάρχει, λοιπόν, μία εφευρετικότητα, που όμως δεν είναι αυτοσκοπός. Και αυτό είναι το πιο μεγάλο προσόν αυτού του καταπληκτικού CD – γιατί, και θα πρέπει να το πούμε αυτό, εδώ έχουμε να κάνουμε με μία εκ των πιο σημαντικών ηχογραφήσεων της χρονιάς, που έφθασαν στ’ αυτιά μας.
Όχι ήχοι ό,τι να ’ναι, με στόχο έναν αβαθή εντυπωσιασμό, όχι παράξενα timbre, για να διερευνηθούν απλώς και μόνον οι δυνατότητες των οργάνων (ακουστική και ηλεκτρική άρπα ξαναλέμε), κάτι που μπορεί να το διακριβώσει ένας βιρτουόζος οργανοπαίκτης, μόνος του, στην ώρα της μελέτης του, δίχως την «σώνει και καλά» συμμετοχή του ακροατή, όχι ξερή επίδειξη τεχνικών και τρόπου χειρισμού, αλλά πάνω απ’ όλα και πρώτον απ’ όλα Μουσική (με το «Μ» κεφαλαίο).
Αρκεί ν’ ακούσει κάποιος μόνον τα δύο πιο μεγάλα στο χρόνο tracks αυτού του εκπληκτικού CD, του περίπου 8λεπτου “Glassy fingers” και του λίγο πάνω από τα εννέα λεπτά “Rust on bow”, για να αντιληφθεί τις τεράστιες αυτοσχεδιαστικές / συνθετικές δυνατότητες της Jacqueline Kerrod, την ικανότητά της δηλαδή να παράγει μια μουσική σύγχρονη, έμπλεη αισθημάτων, καινοτόμα, ριζοσπαστική και την ίδιαν ώρα απολύτως λαϊκής, δηλαδή ευρείας, αποδοχής.
Επαφή: www.jacquelinekerrod.com
Λέμε για την αρπίστρια Jacqueline Kerrod, μία από τις σημαντικότερες αβαντ-γκαρντίστριες οργανοπαίκτριες του καιρού μας, που τυγχάνει και χειρίστρια ενός τόσο απαιτητικού και «σημαδεμένου» από μεγάλες μορφές, μέσα στα χρόνια, οργάνου.
Το άλμπουμ αποκαλείται “17 Days in December” [Orenda Records, 2021] και είναι ηχογραφημένο τον προηγούμενο Δεκέμβριο (2020), για να κυκλοφορήσει πριν από λίγες μόλις μέρες, από την εταιρεία Orenda Records, που εδρεύει στο Los Angeles.
Το “17 Days in December” περιέχει 17 tracks. Δηλαδή 17 αυτοσχεδιασμούς για ακουστική ή ηλεκτρική άρπα, ηχογραφημένους εκείνες τις 17 ημέρες του Δεκέμβρη (ένας αυτοσχεδιασμός ανά ημέρα).
Η Jacqueline Kerrod είναι μόνη της προφανώς στο προσωπικό της στούντιο –άρα έχουμε να κάνουμε, συγχρόνως, και με μια homemade εγγραφή–, και χωρίς να χρησιμοποιεί overdubs, λούπες κτλ. ή κάνοντας κάποιου είδους «προετοιμασία» στα όργανά της, με μοναδικά παραφερνάλια ορισμένα πετάλια (distortion / overdrive) όταν χρησιμοποιεί την ηλεκτρική άρπα της, συν κάποια αντικείμενα με τα οποία κρούει τις χορδές της άρπας της (κάτι που μοιάζει με κατσαβίδι, ένα γυάλινο μπολ, ένα δοξάρι βιόλας) επιχειρεί να παράγει σε πρώτο χρόνο ήχους, που λίγες φορές θυμίζουν... τον κλασικό ήχο της άρπας.
Υπάρχει, λοιπόν, μία εφευρετικότητα, που όμως δεν είναι αυτοσκοπός. Και αυτό είναι το πιο μεγάλο προσόν αυτού του καταπληκτικού CD – γιατί, και θα πρέπει να το πούμε αυτό, εδώ έχουμε να κάνουμε με μία εκ των πιο σημαντικών ηχογραφήσεων της χρονιάς, που έφθασαν στ’ αυτιά μας.
Όχι ήχοι ό,τι να ’ναι, με στόχο έναν αβαθή εντυπωσιασμό, όχι παράξενα timbre, για να διερευνηθούν απλώς και μόνον οι δυνατότητες των οργάνων (ακουστική και ηλεκτρική άρπα ξαναλέμε), κάτι που μπορεί να το διακριβώσει ένας βιρτουόζος οργανοπαίκτης, μόνος του, στην ώρα της μελέτης του, δίχως την «σώνει και καλά» συμμετοχή του ακροατή, όχι ξερή επίδειξη τεχνικών και τρόπου χειρισμού, αλλά πάνω απ’ όλα και πρώτον απ’ όλα Μουσική (με το «Μ» κεφαλαίο).
Αρκεί ν’ ακούσει κάποιος μόνον τα δύο πιο μεγάλα στο χρόνο tracks αυτού του εκπληκτικού CD, του περίπου 8λεπτου “Glassy fingers” και του λίγο πάνω από τα εννέα λεπτά “Rust on bow”, για να αντιληφθεί τις τεράστιες αυτοσχεδιαστικές / συνθετικές δυνατότητες της Jacqueline Kerrod, την ικανότητά της δηλαδή να παράγει μια μουσική σύγχρονη, έμπλεη αισθημάτων, καινοτόμα, ριζοσπαστική και την ίδιαν ώρα απολύτως λαϊκής, δηλαδή ευρείας, αποδοχής.
Επαφή: www.jacquelinekerrod.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου