Δύο δημιουργοί της νεότερης γενιάς, ο συνθέτης και
ενορχηστρωτής εδώ Νίκος Γύρας, και ο στιχουργός (εδώ) Δημήτρης Καρράς
συνεργάζονται παρουσιάζοντας ένα project, που τιμά, κατά πρώτον, τον συγγραφέα, λαογράφο και άλλα
πολλά Ηλία Πετρόπουλο (1928-2003) και εν συνεχεία το σύγχρονο λαϊκό τραγούδι.
Το project αποκαλείται «Ένα Ρεμπέτικο Παραμύθι και τα Τραγούδια του / “Kαημομπούρια”» [Ogdoo Music Group, 2021], αναπτύσσεται σε 62
σελίδες κειμένων, όπως και σ’ ένα CD, με 16 tracks
(τραγούδια και αφηγήσεις) – με τα «κείμενα», τώρα, να αποτελούνται από ένα
θεατρικό (χωρισμένο σε πράξεις φυσικά), όπως και από τους στίχους των
τραγουδιών. Στο τέλος του εν λόγω CD-book
διαβάζουμε:
«Ο κινητήριος μοχλός για τα “καημομπούρια” υπήρξε η μελέτη του Δημήτρη Καρρά στο έργο του Ηλία Πετρόπουλου. Έτσι, μέσα από την έντονη γραφή και προσωπικότητα του σημαντικού και διαχρονικού συγγραφέα / λαογράφου, γεννήθηκαν συναισθήματα και ιδέες, που οδήγησαν στην δημιουργία της συγκεκριμένης δουλειάς».
Μια περίληψη, τώρα, του «ρεμπέτικου παραμυθιού» την διαβάζουμε στο οπισθόφυλλο της έκδοσης και από ’κει την μεταφέρουμε στο blog:
«Ο Κωστής και η Όλγα γνωρίζονται από μικρά παιδιά. Οι πατεράδες τους ασκούν το επάγγελμα του μουσικού. Ο Ζώης, πατέρας του Κωστή, και ο Τάσος, πατέρας της Όλγας, δουλεύουν με την κομπανία τους στο μαγαζί του Καλλού. Μαζί τους τραγουδάει η Νίκη. Οι τρεις αυτές ζωές ενώνονται και μέσα από επαγγελματικές αλλαγές, ερωτικά μπερδέματα, χωρισμούς, θανάτους και επανασυνδέσεις, διαμορφώνονται οι ανατρεπτικές καταστάσεις της ιστορίας. Η μητέρα του Κωστή προσπαθεί να κρατήσει την οικογένειά της ενωμένη από τον άστατο χαρακτήρα του Ζώη. Ο υπεράνω υποψίας Τάσος απιστεί και χωρίζει με τη γυναίκα του. Οι δύο μικροί μας φίλοι, Όλγα και Κωστής, κάνουν να ειδωθούν χρόνια. Μια απόπειρα δολοφονίας κάνει τον Τάσο να μπαρκάρει. Ένα τραγικό γεγονός αλλάζει τις ζωές της Νίκης και του Ζώη. Μία κατηγορία κατά της Όλγας στέκεται η αφορμή να ξαναβρεθούν και να ερωτευθούν με τον Κωστή».
Στα «Καλιαρντά» λοιπόν –«Ήτοι, το γλωσσικόν ιδίωμα των κιναίδων, όπερ παρ’ αυτοίς είναι γνωστόν και ως καλιαρντή ή καλιάρντω, και ως τζιναβωτά, και ως λιάρντω ή ντούρα λιάρντα, και ως λατινικά ή βαθιά λατινικά, ή, απλώς, ετρούσκα, και ως λουμπινίστικα ή φραγκολουμπινίστικα»– βιβλίο που τυπώθηκε για πρώτη φορά το 1971 (Δίγαμμα), διαβάζουμε πως «καημομπούρια» είναι τα «ρεμπέτικα τραγούδια», μία λέξη που «απαντάται στον πληθυντικό». Η λέξη είναι σύνθετη, καθώς αποτελείται «από το κοινό καημός + μπουριάρι». Τώρα, για το τι είναι το «μπουριάρι» μας πληροφορεί παρακάτω ο Ηλίας Πετρόπουλος πως πρόκειται για το «τραγούδι» (λέξη άγνωστης ετυμολογίας).
Μπαίνουμε έτσι στο νόημα – με την ακρόαση να γίνεται... ευκολότερη.
Λαϊκά τραγούδια έχουμε εδώ, ή μάλλον νεο-λαϊκά, και ουχί... νεο-ρεμπέτικα, αλλά αυτό δεν είναι πρόβλημα, από τη στιγμή που οι πενιές κεντάνε και τα τραγούδια είναι το ένα ωραιότερο του άλλου. Τέλος πάντων, υπάρχουν αρκετά ωραία τραγούδια εδώ, καινούρια τραγούδια, τραγούδια της μαγκιάς, εκείνης που μας έχει απομείνει, μετά τις απανωτές κατραπακιές (σαν κοινωνία αρχικά).
Οι λέξεις του Καρρά δεν είναι διαλεγμένες επί τούτου, για να κάνουν κίβδηλη εντύπωση. Έχουν νόημα και ουσία, εννοούμε, περιγράφοντας αυθεντικές... καταστάσεις ή μάλλον εντυπώσεις, μέσα από την ενασχόλησή του με το έργο του Η. Πετρόπουλου, δίχως να επιχειρείται δια του αισθητισμού η άλωση του αληθινού αισθήματος – το οποίον αγέρωχο, διαπερνά απ’ άκρη σ’ άκρη αυτό το άψογο δισκάκι.
Επιτυχία όμως δεν διακρίνεται μόνο στα λόγια, μα και στο μέλος, εκεί όπου ο Νίκος Γύρας έχει κάνει πολύ καλή δουλειά, ανασταίνοντας ένα είδος λαϊκού τραγουδιού, που κάπου το έχουμε ξεχάσει. Και αναφερόμαστε βασικά στα λαϊκά τραγούδια των τελών της δεκαετίας του ’70, και τα ξυδακικά-ρασουλικά («Η εκδίκηση της Γυφτιάς», «Τα Δήθεν»), μα και κάποια του Χρήστου Νικολόπουλου ή και άλλων λαϊκών δημιουργών ή σχημάτων (Αθηναϊκή Κομπανία για παράδειγμα).
Αυτά τα τραγούδια, τώρα, περιπλέκονται με κάποιες αφηγήσεις, ευτυχώς σύντομες (και καίριες συνάμα), μονόλεπτης διάρκειας ή λίγων δευτερολέπτων. Αφηγήσεις του ιδίου του Ηλία Πετρόπουλου, μα και της ηθοποιού Βίκυς Παπαδοπούλου (σχετικές με το θέμα μας βεβαίως), που ταιριάζουν εννοείται με το κλίμα των τραγουδιών, δίχως να τα κάνουν ν’ ακούγονται ξεθυμασμένα – καθότι το γλέντι οφείλει να είναι συμπαγές και απρόσκοπτο.
Σχεδόν όλα τα τραγούδια, που ακούγονται στα «Kαημομπούρια», είναι πολύ καλά, με τους τραγουδιστές, γνωστούς και λιγότερο γνωστούς, να δίνουν τον καλύτερο εαυτό τους. Πολύς ο κόσμος: Φώτης Βεργόπουλος, Νίκος Γύρας, Γιάννης Διονυσίου, Κώστας Δουμουλιάκας, Ιουλία Καραπατάκη, Ανατολή Μαργιόλα, Θοδωρής Μέρμηγκας, Σοφία Παπάζογλου, Σωτήρης Παπατραγιάννης, Φώτης Σιώτας και ο Παντελής Καναράκης.
Μια πολύ καλή προσπάθεια δυναμικού λαϊκού / νεο-λαϊκού τραγουδιού έχουμε εδώ –μια τίμια και ουσιαστική δουλειά, με τραγούδια που έχουν ζουμί και που δύσκολα γράφονται, πια, από νέους ανθρώπους.
Επαφή: www.ogdoomusicgroup.gr
«Ο κινητήριος μοχλός για τα “καημομπούρια” υπήρξε η μελέτη του Δημήτρη Καρρά στο έργο του Ηλία Πετρόπουλου. Έτσι, μέσα από την έντονη γραφή και προσωπικότητα του σημαντικού και διαχρονικού συγγραφέα / λαογράφου, γεννήθηκαν συναισθήματα και ιδέες, που οδήγησαν στην δημιουργία της συγκεκριμένης δουλειάς».
Μια περίληψη, τώρα, του «ρεμπέτικου παραμυθιού» την διαβάζουμε στο οπισθόφυλλο της έκδοσης και από ’κει την μεταφέρουμε στο blog:
«Ο Κωστής και η Όλγα γνωρίζονται από μικρά παιδιά. Οι πατεράδες τους ασκούν το επάγγελμα του μουσικού. Ο Ζώης, πατέρας του Κωστή, και ο Τάσος, πατέρας της Όλγας, δουλεύουν με την κομπανία τους στο μαγαζί του Καλλού. Μαζί τους τραγουδάει η Νίκη. Οι τρεις αυτές ζωές ενώνονται και μέσα από επαγγελματικές αλλαγές, ερωτικά μπερδέματα, χωρισμούς, θανάτους και επανασυνδέσεις, διαμορφώνονται οι ανατρεπτικές καταστάσεις της ιστορίας. Η μητέρα του Κωστή προσπαθεί να κρατήσει την οικογένειά της ενωμένη από τον άστατο χαρακτήρα του Ζώη. Ο υπεράνω υποψίας Τάσος απιστεί και χωρίζει με τη γυναίκα του. Οι δύο μικροί μας φίλοι, Όλγα και Κωστής, κάνουν να ειδωθούν χρόνια. Μια απόπειρα δολοφονίας κάνει τον Τάσο να μπαρκάρει. Ένα τραγικό γεγονός αλλάζει τις ζωές της Νίκης και του Ζώη. Μία κατηγορία κατά της Όλγας στέκεται η αφορμή να ξαναβρεθούν και να ερωτευθούν με τον Κωστή».
Στα «Καλιαρντά» λοιπόν –«Ήτοι, το γλωσσικόν ιδίωμα των κιναίδων, όπερ παρ’ αυτοίς είναι γνωστόν και ως καλιαρντή ή καλιάρντω, και ως τζιναβωτά, και ως λιάρντω ή ντούρα λιάρντα, και ως λατινικά ή βαθιά λατινικά, ή, απλώς, ετρούσκα, και ως λουμπινίστικα ή φραγκολουμπινίστικα»– βιβλίο που τυπώθηκε για πρώτη φορά το 1971 (Δίγαμμα), διαβάζουμε πως «καημομπούρια» είναι τα «ρεμπέτικα τραγούδια», μία λέξη που «απαντάται στον πληθυντικό». Η λέξη είναι σύνθετη, καθώς αποτελείται «από το κοινό καημός + μπουριάρι». Τώρα, για το τι είναι το «μπουριάρι» μας πληροφορεί παρακάτω ο Ηλίας Πετρόπουλος πως πρόκειται για το «τραγούδι» (λέξη άγνωστης ετυμολογίας).
Μπαίνουμε έτσι στο νόημα – με την ακρόαση να γίνεται... ευκολότερη.
Λαϊκά τραγούδια έχουμε εδώ, ή μάλλον νεο-λαϊκά, και ουχί... νεο-ρεμπέτικα, αλλά αυτό δεν είναι πρόβλημα, από τη στιγμή που οι πενιές κεντάνε και τα τραγούδια είναι το ένα ωραιότερο του άλλου. Τέλος πάντων, υπάρχουν αρκετά ωραία τραγούδια εδώ, καινούρια τραγούδια, τραγούδια της μαγκιάς, εκείνης που μας έχει απομείνει, μετά τις απανωτές κατραπακιές (σαν κοινωνία αρχικά).
Οι λέξεις του Καρρά δεν είναι διαλεγμένες επί τούτου, για να κάνουν κίβδηλη εντύπωση. Έχουν νόημα και ουσία, εννοούμε, περιγράφοντας αυθεντικές... καταστάσεις ή μάλλον εντυπώσεις, μέσα από την ενασχόλησή του με το έργο του Η. Πετρόπουλου, δίχως να επιχειρείται δια του αισθητισμού η άλωση του αληθινού αισθήματος – το οποίον αγέρωχο, διαπερνά απ’ άκρη σ’ άκρη αυτό το άψογο δισκάκι.
Επιτυχία όμως δεν διακρίνεται μόνο στα λόγια, μα και στο μέλος, εκεί όπου ο Νίκος Γύρας έχει κάνει πολύ καλή δουλειά, ανασταίνοντας ένα είδος λαϊκού τραγουδιού, που κάπου το έχουμε ξεχάσει. Και αναφερόμαστε βασικά στα λαϊκά τραγούδια των τελών της δεκαετίας του ’70, και τα ξυδακικά-ρασουλικά («Η εκδίκηση της Γυφτιάς», «Τα Δήθεν»), μα και κάποια του Χρήστου Νικολόπουλου ή και άλλων λαϊκών δημιουργών ή σχημάτων (Αθηναϊκή Κομπανία για παράδειγμα).
Αυτά τα τραγούδια, τώρα, περιπλέκονται με κάποιες αφηγήσεις, ευτυχώς σύντομες (και καίριες συνάμα), μονόλεπτης διάρκειας ή λίγων δευτερολέπτων. Αφηγήσεις του ιδίου του Ηλία Πετρόπουλου, μα και της ηθοποιού Βίκυς Παπαδοπούλου (σχετικές με το θέμα μας βεβαίως), που ταιριάζουν εννοείται με το κλίμα των τραγουδιών, δίχως να τα κάνουν ν’ ακούγονται ξεθυμασμένα – καθότι το γλέντι οφείλει να είναι συμπαγές και απρόσκοπτο.
Σχεδόν όλα τα τραγούδια, που ακούγονται στα «Kαημομπούρια», είναι πολύ καλά, με τους τραγουδιστές, γνωστούς και λιγότερο γνωστούς, να δίνουν τον καλύτερο εαυτό τους. Πολύς ο κόσμος: Φώτης Βεργόπουλος, Νίκος Γύρας, Γιάννης Διονυσίου, Κώστας Δουμουλιάκας, Ιουλία Καραπατάκη, Ανατολή Μαργιόλα, Θοδωρής Μέρμηγκας, Σοφία Παπάζογλου, Σωτήρης Παπατραγιάννης, Φώτης Σιώτας και ο Παντελής Καναράκης.
Μια πολύ καλή προσπάθεια δυναμικού λαϊκού / νεο-λαϊκού τραγουδιού έχουμε εδώ –μια τίμια και ουσιαστική δουλειά, με τραγούδια που έχουν ζουμί και που δύσκολα γράφονται, πια, από νέους ανθρώπους.
Επαφή: www.ogdoomusicgroup.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου