Δεν είμαι σίγουρος αν το “Live In 65” [ESP 4045] των Holy Modal Rounders είχε ξανακυκλοφορήσει στο παρελθόν (πιθανόν ως bootleg). Η ESP πάντως έδωσε πρόπερσι την πρώτη επίσημη, digitally remastered, έκδοση μιας πράγματι εξαιρετικής συνάντησης ενός duo (Peter Stampfel βιολί, μπάντζο, φωνή, Steve Weber κιθάρα, φωνή), το οποίο duo, σε... συνδυασμό με τους Fugs, όρισε (όρισαν) το freak-folk στα μέσα του ’60. «Μόνιμοι κάτοικοι» του Lower East Side, οι Rounders σχηματίστηκαν το 1963, για να ξεκινήσουν επισήμως την καριέρα τους μέσα στο ’64 ηχογραφώντας μέχρι το τέλος της χρονιάς (με αρχές του ’65) δύο άλμπουμ για την Prestige. Μετά την ολοκλήρωση του δεύτερου, οι Stampfel και Weber θα ενωθούν με τους ποιητές Ed Sanders και Tuli Kupferberg, καθώς και με τον ντράμερ Ken Weaver και όλοι μαζί, ως Virgin Fugs, θα δώσουν το ιστορικό πρώτο LP τους “Sing Ballads of Contemporary Protest, Point of Views, and General Dissatisfaction” στην Folkways/Broadside· ένα άλμπουμ το οποίον αποτέλεσε για τον Bernard Stollman (τον ιδιοκτήτη της ESP) την ισχυρότερη αισθητική βάση προκειμένου να ξανοιχθεί – ως ESP και κυρίως ως fan της Folkways – , και προς τη folk κατεύθυνση (θα πάρει τα δικαιώματα από τον Moses Asch και θα ξανατυπώσει το LP, ως γνωστόν, στην ετικέτα του). Το “Live In 65” είναι ηχογραφημένο στο club Chess Mate του Detroit και πιάνει τους Rounders στην πιο μεστή (πρώτη) εποχή τους. Tο υλικό τού set είναι σχεδόν όλο στηριγμένο σε παραδοσιακά θέματα, τα οποία οι δύο μουσικοί τ’ αποδίδουν με μία «μυστικιστική» μανία – δίχως ν’ απουσιάζει το χιούμορ και η επικοινωνία με τον κόσμο –, σαφώς επηρεασμένοι όχι μόνον από τις περίφημες Aνθολογίες, αλλά και από τον ίδιον τον Harry Smith, κινητήρια δύναμη πίσω (και) από τους Virgin Fugs. Οι ίδιοι βεβαίως αναφέρουν ως «φάρους» τον William Blake, τη λογοτέχνιδα του underground Antonia (Stampfel) και τους λευκούς bluesmen Uncle Dave Macon, Charlie Poole και Johnny Cash. Από τα τραγούδια, που αναπτύσσονται με ανατριχιαστική ευλάβεια, το “Monday morning” ξεχωρίζει, όπως και η freaky εκδοχή του χορευτικού σκοπού “Indian war whoop”, κομμάτι το οποίο πρωτοηχογράφησαν (μάλλον) οι Hoyt Mingand and His Pep-Steppers, ανθολογημένο και αυτό από τον Harry Smith. (Θα συμπεριληφθεί και στο top-selling soundtrack “O Brother, Where Art Thou?”, το 2000, σε εκτέλεση του John Hartford). “Indian War Whoop” ήταν όμως και ο τίτλος του τρίτου LP των Holy Modal Rounders από το 1967, το οποίο επανεκδόθηκε και αυτό πρόπερσι από την αμερικανική εταιρία [ESP 1068]. Πρόκειται, οπωσδήποτε, για μία ξεχωριστή στιγμή του αμερικανικού folk-psych των sixties, ένα άλμπουμ που έχει γράψει τη δική του ιστορία στο χώρο και το χρόνο. Οι Rounders εμφανίζονται τώρα ως κανονικό 4μελές γκρουπ αποτελούμενοι από τους Peter Stampfel ηλεκτρικό βιολί, φωνή, Steve Weber κιθάρες φωνή, Lee Crabtree πιάνο, όργανο και Sam Shepard ντραμς (ο γνωστός θεατρικός συγγραφέας, σεναρίστας και ηθοποιός). Ακόμη, τρεις κυρίες, η προαναφερόμενη Antonia, η Barbara και η Wendy θα έκαναν φωνητικά. Το ρεπερτόριο θα έλεγα πως είναι σχεδόν μοιρασμένο ανάμεσα στα παραδοσιακά και τις διασκευές, από τη μια μεριά, και τα originals από την άλλη. Οι Holy Modal Rounders δείχνει να έχουν κατακτήσει μία απολύτως προσωπική στάση έναντι του ήχου της περιόδου, στηριγμένοι στα ανορθόδοξα φωνητικά, με τις «παράξενες» αρμονίες, στο sampling (ναι) και το spoken word, στα εφέ και τη γενικότερη ψυχεδελική «τακτοποίηση», μιας πούρας «λευκής» παράδοσης, προσφέροντας – αν θέλετε, και βάσει των σημερινών δεδομένων – ένα μνημειώδες έργο ολοζώντανης americana. Περιττό να πω πως, για πρώτη φορά μέσω του CD της ESP, το “Indian War Whoop” μπορεί ν’ ακουστεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου