Δεν είμαι σίγουρος πότε άκουσα-διάβασα για πρώτη φορά το
όνομα των Καναδών Nihilist Spasm Band.
Μάλλον στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’90, όταν είχε πέσει στα χέρια μου η
περίφημη λίστα με τα «προχωρημένα» γκρουπ και τους καλλιτέχνες των Nurse with Wound (περιελάμβανε μόνον
ονόματα και όχι τίτλους δίσκων) και σίγουρα όταν μελέτησα μία επέκταση εκείνης
της λίστας από τους ανθρώπους που τύπωναν και κυκλοφορούσαν το βρετανικό
περιοδικό Audion, τους Steve και Alan Freeman την ίδιαν εποχή (early 90s). Οι Freemans είχαν
πάρει τη λίστα των NWW
κι είχαν προσθέσει τίτλους στα άλμπουμ, τους οποίους (τίτλους) υποτίθεται πως είχαν
κατά νου οι Steven Stapleton, John Fothergill και Heman Pathak όταν κατάρτιζαν
τον ιστορικό τους πίνακα. Εκεί, μεταξύ των σχεδόν 300 ονομάτων, μνημονεύονταν
και οι καναδοί πειραματιστές, με την… τρομερή υποσημείωση “These sleeve notes are dedicated to The Nihilist Spasm Band”. Δηλαδή ολάκερη η λίστα ήταν
αφιερωμένη στο παράξενο αυτό καναδικό συγκρότημα, το οποίο, αν και είχε
ξεκινήσει τη διαδρομή του στα μέσα του ’60 αφήνοντας έναν καθοριστικό δίσκο,
εξακολουθούσε να εμπνέει και να συναρπάζει. Φυσικά, αναφέρομαι στο LP “No Record” [Allied Record Corporation RECORD No.5] του 1968 – αν και δεν είναι
σίγουρο πως οι NWW
είχαν αυτό κατά νου, όταν ετοίμαζαν τη λίστα τους, και όχι το “Vol.2” [Music Gallery Editions MGE 13, 1979].
Στον Καναδά ήδη από τις αρχές των sixties αναπτυσσόταν
ένα μουσικό κίνημα πρωτοπορίας με
βασικούς εκπροσώπους τους Artists’
Jazz Band, μέλη των οποίων ήταν οι
Graham
Coughtry, Robert Markle, Gordon Rayner και
Michael Snow
(γνωστός στην Ελλάδα, αλλά και γενικότερα, κυρίως ως σκηνοθέτης πειραματικών
φιλμ – ο Albert Ayler με την παρέα του έγραψαν το soundtrack στην
ταινία του New York Eye and Ear Control το
1964). Με ισχυρές αναφορές στο new thing της jazz (Archie Shepp, Albert Ayler,
Don Cherry, Sonny Murray, Cecil Taylor…), βεβαίως στη σύγχρονη κλασική, στην ηλεκτρονική
μουσική μα και στην pop,
οι Artists’ Jazz Band ήταν
το σχήμα μέσω του οποίου έπαιρνε ακόμη πιο σαφή μορφή η καναδική μουσική πρωτοπορία
στα μέσα του ’60 – την εποχή δηλαδή που άρχιζε να απασχολεί τους σχετικούς
κύκλους η επικοινωνία των Τεχνών (μουσική, ζωγραφική, γλυπτική, κινηματογράφος,
εγκαταστάσεις…) μέσω πρωτόλειων ή, το αντίθετο, περισσότερο σύνθετων
καταστάσεων. Η Allied Record Corporation κατέγραψε αυτήν την προσπάθεια δίνοντας άλμπουμ των Intersystems (Blake Parker, Dik Zander, John Mills-Cockell, Michael Hayden), του ποιητή bpNichol, κάποιο LP ενός
γκρουπ που είχε οργανώσει ο κιμπορντίστας Peter Csanky και που δεν κατάφερα να εντοπίσω τον τίτλο του (η
πληροφορία από ένα κείμενο της Marjorie Harris
στο περιοδικό ArtsCanada,
τον Ιούνιο του 1968), προσθέτοντας στο ρόστερ της και μερικά από τα καλύτερα
ψυχεδελικά σχήματα της χώρας (Plastic Cloud,
Reign Ghost, Folklords…).
Το “No Record”
των Nihilist Spasm Band δεν ήταν εύκολο να το βρει κανείς και να το ακούσει στα
χρόνια του ’90. Κάποια στιγμή επανεκδόθηκε σε ιαπωνικό CD, αλλά η πιο σωστή επανέκδοση ήταν
εκείνη της αμερικανικής Cortical Foundation
[organ
of Corti
26] το 2000, σε βινύλιο 220(!) γραμμαρίων, με bonus CD και insert ένα 4σέλιδο από το ArtsCanada. Εκείνο είχα
αγοράσει, και τότε, το 2000, άκουσα για πρώτη φορά το “No Record”, ένα σχεδόν 50λεπτο
άλμπουμ που δύσκολα μπορείς να το χαρακτηρίσεις, αλλά όχι και τόσο δύσκολο να
το… απολαύσεις. Οι Nihilist Spasm Band ήταν μια ομάδα οκτώ ατόμων (Hugh McIntyre, Art Pratten, Archie Leitch, Murray Favro, John Clement, William Α. Exley, J.B. Boyle,
Greg Curnoe) τα μέλη της οποίας
χειρίζονταν συμβατικά, παράξενα ή ιδιοκατασκευασμένα όργανα (ηλεκτρικό μπάσο με
τρεισήμισι χορδές –είναι το όργανο που κρατά ο McIntyre στο εξώφυλλο του άλμπουμ–, kazoo, slide μπάσο
κλαρίνο, κιθάρα, ντραμς, κρουστά, θερεμίνη…). Το αποτέλεσμα ήταν ένας εντελώς
αυτοσχεδιαστικός, αναρχοκρατούμενος ηχητικός ποταμός (“the Nihilist Spasm Band is a practical example of anarcho-syndicalism”
αναφέρει ο Curnoe ανάμεσα
σε άλλα στο οπισθόφυλλο), ο οποίος θα μπορούσε να ενδιαφέρει (σήμερα ας πω) όσους γουστάρουν την
προχωρημένη jazz της ESP-Disk ή έστω το “Trout Mask Replica” του Captain Beefheart. Κλασικό θέμα για
το χώρο τής… απονενοημένης πρωτοπορίας το “Destroy the nations”, με τους Nihilist Spasm Band, ή μάλλον τον William Α.
Exley να κραυγάζει “Destroy the nations, destroy America,
England is dead…
Canada is already dead…”,
σε μιαν εποχή όπου οι καταστροφικές πολιτικές και πρακτικές των… εθνών ήταν ουκ
ολίγες.
Οι Nihilist Spasm Band χωρίς κατ’ ουσίαν να αποχωριστούν ποτέ, αλλά και χωρίς να
είναι πάντα μαζί, επανεμφανίστηκαν δισκογραφικώς σχεδόν μια δεκαετία αργότερα
(1979) μ’ ένα δεύτερο LP,
για να αποκτήσουν στα 80s,
τα 90s και τα 00s cult status, όχι μόνο εξ αιτίας
της παρουσίας τους στην NWW list,
αλλά και γιατί θεωρήθηκαν (δικαίως) προπάτορες ενός lo-fi/ noise/
experimental sound,
που θεοποιήθηκε στην Ιαπωνία… και αλλαχού τα πιο πρόσφατα χρόνια. Αντιλαμβάνεστε
λοιπόν πως η κυκλοφορία ενός πρωτότυπου ελληνικού βινυλίου αυτής της θρυλικής
–γιατί όχι;– μπάντας είναι κάτι που δεν μπορεί να περάσει (διεθνώς)
απαρατήρητο. Ο λόγος, φυσικά, για το “Breaking Wind”, που τύπωσε η REKEM Records τον
προηγούμενο μήνα –το label
που μας είχε δώσει πριν λίγο καιρό και το 2CD με τα ηλεκτρακουστικά έργα του Μιχάλη Αδάμη–, επ’ αφορμής των
τεσσαρακοστών γενεθλίων του ανθρώπου που βρίσκεται, ως παραγωγός, θιασώτης, promoter και
άλλα τινά, πίσω από κάθε τι ηχητικώς προχωρημένο
που συμβαίνει στην Ελλάδα τα τελευταία 20βάλε χρόνια, του Νικόλα Μαλεβίτση. Ηχογραφημένο
στην έδρα των Nihilist Spasm Band,
στο Λονδίνο του Ontario (Forest City Gallery)
το 2009 και με mastering
από τον Θεμιστοκλή Παντελόπουλο (Nokalypse, Triple Bath Records κ.λπ.), το “Breaking Wind”
είναι ένα άλμπουμ που θα ενθουσιάσει τους φίλους των καναδών πειραματιστών –
κάθε φίλο της «διαφορετικής» μουσικής.
Ρίχνοντας, κατ’ αρχάς, μια ματιά στην line-up παρατηρεί κανείς πως από τα χρόνια του
’60 εξακολουθούν να υπάρχουν στο γκρουπ ο John Boyle ντραμς, kazoo,
ο John
Clement μπάσο, ο
Bill Exley φωνή, ο Murray Favro κιθάρες, και ο Art Pratten… τα δικά του (πέντε
από τα οκτώ original
μέλη δηλαδή), ενώ την ομάδα συμπληρώνει η Ιαπωνίδα Aya Ohnishi ντραμς,
kazoo. Από την παλαιά
σειρά ο Hugh McIntyre
πέθανε το 2004, ο Greg Curnoe σκοτώθηκε σε δυστύχημα με ποδήλατο το 1992 (όπως διάβασα στη
Wikipedia), ενώ ο Archie Leitch αποσύρθηκε. Άρα, η
τρέχουσα line-up περικλείει σχεδόν όλο το
μύθο του παμπάλαιου σχήματος, μεταφέροντας στο τώρα σχεδόν 50 χρόνια improv και
noise vibes.
Το άλμπουμ της REKEM, να το πω, αποτελείται από τέσσερα κομμάτια (δύο ανά
πλευρά) με τίτλους “North”,
“South”, “East” και “West”. Από το πρώτο track φαίνεται η ισχυρή παρουσία της Ιαπωνίδας
στα ντραμς και βεβαίως ο ακρογωνιαίος ρόλος του μπασίστα John Clement. Πάνω σ’ αυτούς τους
δύο στηρίζεται όλη η μουσική ή, αν προτιμάτε, η… μη-μουσική των Nihilist Spasm Band. Εκείνο που είναι
εντυπωσιακό με το set των Καναδών είναι πως, ακούγοντάς το, δύσκολα μαντεύεις το
είδος των οργάνων που χρησιμοποιούν. Μπορείς να ανιχνεύσεις πρωτόλειες πνευστές
«γραμμές», οι οποίες προέρχονται από τα kazoo, κιθαριστικές παρασπονδίες (ήχοι πρώτου πλάνου ή από
αναδράσεις, που βαθαίνουν το θορυβώδες περιβάλλον) και βεβαίως πλήθος κρουστών
(ή κάποιων κρουστών τέλος πάντων), τα οποία συμβάλλουν από διαφορετικές μεριές
στην οριοθέτηση του τελικού ηχοχρώματος. Εκείνο που είναι ολοφάνερο είναι πως
δεν πρόκειται για μουσική… χωρίς αρχή και τέλος, ούτε για ήχους ξεκομμένους από
ένα ευρύτερο γίγνεσθαι. Το περιβάλλον μέσα στο οποίο δρουν οι έξι πειραματιστές
είναι απολύτως ρεαλιστικό, με τη μουσική τους να κατακρατεί έντονα ρυθμικά
στοιχεία από το πειραματικό rock
και την ελεύθερη jazz, συνδυασμένα εντός ενός πλαισίου
κανονικοποιημένου θορύβου που δεν ξενίζει. Τίποτα το εξωφρενικό, τίποτα το αυτάρεσκο,
τίποτα που ν’ ακούγεται απλώς για ν’ ακουστεί. Αυτή η λεπτολογία ενός δύσκολου και απονενοημένου, ενίοτε,
ηχητικού διαβήματος είναι το βασικό χαρακτηριστικό της μουσικής, ή μη μουσικής –να το ξαναγράψω– προσφοράς των
Nihilist Spasm Band·
ενός σχήματος που έχει μετατρέψει, χρόνια τώρα, το «αντιδημοφιλές» του πειράματος σε πλήρη ηχητική γιορτή.
Επαφή: www.rekemrecords.tumblr.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου