Τρίτη 31 Ιουλίου 2018

ARILD ANDERSEN / PAOLO VINACCIA / TOMMY SMITH μικρό σχήμα-μεγάλη μουσική

… και μεγάλοι μουσικοί, αν αναφερόμαστε στο νορβηγό κοντραμπασίστα Arild Andersen, τον ιταλό ντράμερ, που ζει όμως χρόνια στη Νορβηγία, Paolo Vinaccia και τον σκωτσέζο σαξοφωνίστα (τενόρο) Tommy Smith. Οι τρεις τους λοιπόν, που δεν βρίσκονται δισκογραφικά για πρώτη φορά (άκου το “Live at Belleville” του 2008 και το “Mira” του 2014) πιάνονται εδώ σ’ ένα live κάπου στην Αυστρία (29 Σεπτεμβρίου, 2016), το οποίο τώρα μετατρέπεται σε CD (και σε τι CD!), υπό τον τίτλο In-House Science [ECM / AN Music, 2018].
Να πούμε λοιπόν από την αρχή πως το “In-House Science” είναι ένα άλμπουμ εκπληκτικής jazz, απ’ όποια πλευρά και να το δεις. Κι ας είναι live… Γιατί τα live της ECM δεν διαφέρουν από τις στουντιακές καταγραφές της. Είναι προφανές θέλω να πω πως ο Manfred Eicher, από τα δεκάδες «ζωντανά» (και του συγκεκριμένου τρίο και του κάθε σχήματος), που μπορεί να φθάνουν στα χέρια του για… μελλοντικές κυκλοφορίες, θα επιλέξει για να δισκογραφήσει μόνον εκείνα που είναι «τέλεια» από κάθε άποψη. Κάτι που, εν πάση περιπτώσει, συμβαίνει και με το παρόν, που εντυπωσιάζει σφόδρα από το πρώτο κιόλας track, με τον παλμό, την έμπνευση και τη δύναμή του. Σπουδαίες συνθέσεις (όλες του Andersen), η μία καλύτερη από την άλλη, με υψηλότατης κλάσης παιξίματα (το τι κάνει π.χ. ο Νορβηγός στο “Science” δεν περιγράφεται), με τελείως απογειωτικές σκηνές μελωδιών (“Venice”), με αναπάντεχες εισαγωγές και θεϊκές αναπτύξεις θεμάτων (“North of the north wind”), με σπάνιας ταύτισης αυτοσχεδιαστικά μέρη, με παιξίματα από τους Vinaccia και Smith, που είναι σκέτο «ταξίδι», κοσμικό ή άλλο. Γράφω με ενθουσιασμό, πρώτα-πρώτα, για το “North of the north wind”, που είναι ένας… θρίαμβος ομορφιάς, τεχνικής και Τέχνης, όπως και για τα δύο τελευταία tracks (το “Blussy” και το “In-house”), που αποδείχνουν το προφανές από… αιώνες. Πως οι μεγάλοι μουσικοί είναι μεγάλοι, βασικά, γιατί έχουν μελετήσει την ιστορία, παίζοντάς την στα δάκτυλά τους.
Τούτο πράττουν εδώ οι Andersen, Vinaccia και Smith και γι’ αυτό αποθεώνονται!
 

Δευτέρα 30 Ιουλίου 2018

HEATHEN NATIVES τρεις διανομές μιας ελληνικής εταιρείας με πλούσιο κατάλογο για όλα τα γούστα

Η Heathen Natives υπάρχει από το 2012 έχοντας στον κατάλογό της δυνατά labels, που προβάλλον νέες soul, latin, funk, jazz, rock, soundtrack, world κ.λπ. παραγωγές ή ασχολούνται με το πιο απαιτητικό researching. Εντελώς ενδεικτικώς ν’ αναφέρουμε: Warp, Vampisoul, Thrill Jockey, Soundway, Sub Rosa, Sonorama, Mr Bongo, Erased Tapes, Finders Keepers, Habibi Funk, Daptone, Compost και λοιπά και λοιπά… Για τρεις από τις πιο πρόσφατες (διάβαζε μελλοντικές) διανομές τής εταιρείας γράφουμε τώρα…
GAYE SU AKYOL: İstikrarlı Hayal Hakikattir [Glitterbeat / DUNGANGA, 2018]
Είναι κάποιοι που παραλληλίζουν την Τουρκάλα (από την Κωνσταντινούπολη) Gaye Su Akyol με την Björk… και δεν ξέρω από τι ακριβώς κινούμενοι. Πάντως όχι λόγω της μουσικής της. Ίσως εξαιτίας τής εμφάνισής της. Επειδή είδα μερικές φωτογραφίες της στο δίκτυο το λέω, που παραπέμπουν κάπως στην «τρέλα» της Ισλανδής – σε κάποιες μάλιστα της ψιλομοιάζει κιόλας. Αν και περισσότερο η Akyol μοιάζει στη Monika… αλλά τέλος πάντων, αυτά δεν έχουν καθόλου σημασία. Σημασία έχει πως η Akyol είναι μια… Selda της εποχής μας. Αυτή είναι η σωστή αναλογία. Μια τραγουδοποιός, που επιχειρεί σ’ αυτό το κλασικό πεδίο πια του anadolu rock – να συνδυάσει δηλαδή ρυθμούς και μελωδίες της Ανατολίας (την αισθητική τους εννοώ, γιατί τα τραγούδια που λέει η Akyol δεν είναι παραδοσιακά) με το rock (διάφορα παρακλάδια του rock, από το οργανικό surf, το twang δηλαδή, μέχρι τις ψυχεδελικές προεκτάσεις του), το funk, το electro και το pop, εξερευνώντας… μυστικά περάσματα και προτείνοντας κάτι καινούριο.
Και στο “İstikrarlı Hayal Hakikattir”, που είναι το τρίτο άλμπουμ της (είχαν προηγηθεί το “Develerle Yaşıyorum” το 2014 και το “Hologram İmparatorluğu” το 2016) και που θα κυκλοφορήσει τον Οκτώβριο, η Gaye Su Akyol επιμένει με δύναμη και πάθος βαθαίνοντας εκείνο που ξεκίνησε... κι εκεί επάνω κατορθώνει να κάνει την έκπληξη με μερικά έξοχα τραγούδια (“Meftunum sana”, “Bir yaralı kuştum”, “Halimiz itten beter”). Αλλά δεν είναι τα… κάποια καλά τραγούδια, εδώ, που πλαισιώνουν όλα τα υπόλοιπα. Το άλμπουμ είναι εξαιρετικό, με το ένα κομμάτι να είναι καλύτερο από το άλλο, απλώς κάποια tracks είναι ακόμη πιο... καταπληκτικά.
Μεγάλο ταλέντο το κορίτσι. Αξίζει πολλές ευκαιρίες!
CHILLY GONZALES: Solo Piano III [Gentle Threat, 2018]
Το πιο πρόσφατο άλμπουμ τού καναδού πιανίστα, που… ζει και εργάζεται στην Κολωνία, Chilly Gonzales έχει τίτλο “Solo Piano III” κι έρχεται ως συνέχεια του “Solo Piano II”, που είχε κυκλοφορήσει το 2012 και του… σκέτο “Solo Piano” από το 2004. Ο Καναδός είναι γνωστός και καταξιωμένος μουσικός, έχοντας πολύ καλή πρόσβαση σ’ ένα ακροατήριο που ενδιαφέρεται και για τη σύγχρονη (ορχηστρική) μουσική – εκείνη τέλος πάντων που εμπεριέχει μπαρόκ, κλασικές, ρομαντικές έως και new age αναφορές. Φυσικά, ο Gonzales δεν γράφει μόνο piano music, γράφει «τα πάντα» (ακόμη και hip-hop), αν και φρονώ πως ως πιανίστας αφήνει το πιο ισχυρό στίγμα του, παρά ως κάτι άλλο.
Στο “Solo Piano III” ο Gonzales ανατέμνει βασικά τον Μπαχ. Και άλλους βεβαίως του μπαρόκ και της κλασικής era – αλλά ο Μπαχ δεν παύει να είναι μια καθοριστική επιρροή. Το άκουσμα είναι απλό και όμορφο (κάπως σαν τα… κάλαντα), αφού ο Gonzales δεν είναι τυχαίος μουσικός, και μάλιστα, χωρίς να είναι βαθυστόχαστο (το άκουσμα), διαθέτει μιαν ονειρική και ταξιδιάρικη αύρα. Προφανώς, επειδή οι αναφορές του Καναδού δεν είναι λίγες και κυρίως δεν είναι περιχαρακωμένες από στυλιστικές αγκυλώσεις.
Εξάλλου, εξηγεί όλα τα ντεσού της υπόθεσης και ο ίδιος στο έσχατο bonus track (της promotional copy) “The secrets of solo piano III”, για να μας βγάλει, μάλλον, από τη δύσκολη θέση…
STELLA CHIWESHE: Kasahwa: Early Singles [Glitterbeat, 2018]
Η 72χρονη Stella Chiweshe (γεννημένη στην παλαιά Ροδεσία και νυν Ζιμπάμπουε) είναι ένας ζωντανός θρύλος για την παραδοσιακή μουσική της χώρα της. Τούτο ο υπόλοιπος κόσμος θα το αντιληφθεί περί μέσα της δεκαετίας του ’80, όταν η Chiweshe θ’ αρχίσει να περιοδεύει σε Ευρώπη και Αμερική, δίνοντας εγγραφές της για δυτικά labels. Θα εμφανισθεί φυσικά (και) σε διάφορα WOMADs, παίζοντας πάντα την mbira της (αυτό το παράξενο… φορητό thumb-πιάνο) και τραγουδώντας για κοινωνικά και άλλα θέματα. Δεν ήταν, όμως, πάντα, εύκολα τα πράγματα για την Chiweshe, ιδίως στη δεκαετία του ’70 (επί… Ροδεσίας ακόμη), όταν έπρεπε, ως μαύρη γυναίκα, που δεν ασχολείτο μάλιστα με κάποιο είδος δυτικής μουσικής, αλλά με τοπική παραδοσιακή, να διατρανώσει το ρόλο της, με τις ηχογραφήσεις της να τυπώνονται με δυσκολία στις 45 στροφές, μένοντας στην αφάνεια λόγω μηδαμινής προώθησης από την εταιρεία της (TEAL). Μια σειρά από τέτοια σπανιότατα δισκάκια που «κόπηκαν» ανάμεσα στα χρόνια 1974-1983 (λέμε για οκτώ tracks συνολικώς) μαζεύονται τώρα από την Glitterbeat, προκειμένου να κυκλοφορήσουν τον Σεπτέμβρη σε digital, CD και βινύλιο.
Το άκουσμα έχει φυσικά το χρώμα της εποχής (να μην ξεχνάμε πως μιλάμε για εγγραφές από μια αφρικανική χώρα με πολύ συγκεκριμένες υποδομές, πόσω μάλλον όταν θα έπρεπε να ηχογραφηθούν όργανα όπως η mbira) και την αξία του ντοκουμέντου. 

Κυριακή 29 Ιουλίου 2018

η κρίση του κράτους

Το πιο εύκολο, απ’ όσα ακούω, βλέπω και διαβάζω αυτές τις μέρες είναι να τα χώσεις στον Τσίπρα, στον Καμμένο και στην κυβέρνηση των Συριζανέλ, ώστε να εισπράξεις και αναγνωσιμότητα και likes και shares κτλ. (και κάνω την αυτοκριτική μου εδώ, επειδή κι εγώ έγραψα τα σχετικά), αλλά το πρόβλημα είναι βαθύτερο και επί της ουσίας έχει να κάνει με την ίδια την κρίση τού Κράτους (του καπιταλιστικού κράτους εννοούμε). Ορισμένους τους βολεύει να ξεχνάνε, θέλω να πω, πως το καλοκαίρι του 2003, στη Γαλλία, πέθαναν από τον καύσωνα πάνω από 14 χιλιάδες άνθρωποι, ενώ δεκάδες είναι και οι νεκροί από πλημμύρες στη Γερμανία, μέσα στα χρόνια κ.λπ.
Τα προβλήματα που σχετίζονται με τη σήψη και τη διαφθορά τού Κράτους στον καπιταλιστικό κόσμο τα είχε μελετήσει εκτενώς ο Νίκος Πουλαντζάς στα σέβεντις. Στο κλασικό βιβλίο Η Κρίση του Κράτους [Παπαζήσης, 1978], στο οποίο εκτός από συγγραφέας είχε υπάρξει και επιμελητής, ο Πουλαντζάς επιχειρούσε να συνοψίσει σ’ ένα δεκάλογο όλα εκείνα τα νέα στοιχεία που όξυναν, στην εποχή του, τη συγκεκριμένη κρίση. Κι ενώ γράφει για την υπερσυγκέντρωση και το γιγαντισμό της εκτελεστικής εξουσίας, για τη σύγχυση των τριών εξουσιών, για τη συρρίκνωση των πολιτικών ελευθεριών απέναντι στην κρατική αυθαιρεσία κ.λπ. καταλήγει σ’ έναν ακόμη λόγο, που φωτογράφιζε την εν λόγω κρίση όσο λίγοι άλλοι. Πρόκειται για την… «εκπληκτική και χαρακτηριστική ασυνέπεια της σημερινής πολιτικής του κράτους, που ολοένα υποβιβάζεται σε σπασμωδικές μικροπολιτικές ενέργειες, συχνά αντανακλαστικές και αντιφατικές μεταξύ τους – αυτό που κοντολογίς αποκαλείται “οδήγημα μέχρι εκεί όπου φθάνει η ορατότητα” ή, πιο ευγενικά, απουσία ολοκληρωμένου κοινωνικού σχεδιασμού εκ μέρους του κράτους και των διαφόρων κυβερνητικών πλειοψηφιών. Χαρακτηριστικά της κρατικής πολιτικής ως προς τον συνασπισμό εξουσίας και τις υποτελείς τάξεις είναι οι σύγχρονες μορφές ζευγαρώματος “μεταρρύθμισης-καταπίεσης”, που σημαδεύουν την πολιτική των δυτικών καπιταλιστικών κρατών».
Γραμμένα τη δεκαετία του ’70 είναι αυτά, το ξαναλέω, όχι σήμερα…

Σάββατο 28 Ιουλίου 2018

φοβισμένος και απών

Η απέχθεια και το μίσος που διαχέονται κατά κύματα προς τον Τσίπρα και την κυβέρνησή του δεν νομίζω να έχει προηγούμενο. Δεν ξέρω, θέλω να πω, αν σιχτιρίστηκαν τόσο οι ΓΑΠηδες, οι Παπαδήμοι και οι Σαμαροβενιζέλοι – τα πολιτικά εκτρώματα δηλαδή, που κατέστρεψαν τη μεταπολιτευτική Ελλάδα.
Μεγάλο κομμάτι του κόσμου, που υπέστη την πίεση και την εξαθλίωση των πρώτων δύο μνημονίων, αδυνατεί να κουμαντάρει το γεγονός πως εξαπατήθηκε από τους «οπορτουνιστές» δύο τουλάχιστον φορές (εκλογές Γενάρη ’15, δημοψήφισμα), ενώ πιάστηκε στον ύπνο μία τρίτη (εκλογές Σεπτέμβρη ’15), με αποτέλεσμα η διάθεση και η θέληση για τιμωρία-εκδίκηση, σε συνδυασμό με τη διαρκή και επιδεινούμενη φτωχοποίηση τού μισού τουλάχιστον πληθυσμού, λόγω των παλαιών και άλλων νεότερων και περισσότερων επιπρόσθετων ακόμη μέτρων, που υλοποιεί κατ’ απαίτηση των δανειστών η μνημονιακή «αριστερά», να χτυπάει ταβάνι.
Η δική μου αίσθηση είναι πως η κυβέρνηση Τσίπρα δεν μπορεί να κρατηθεί πλέον ούτε λεπτό. Μετά το έγκλημα στο Μάτι (η δυστοπική αύρα του οποίου, θα διαχέεται για καιρό) και τις εξωφρενικά απαράδεκτες και θανάσιμα προσβλητικές, ακόμη και για την πιο στοιχειώδη νοημοσύνη, δύο εμφανίσεις της στην τηλεόραση, έχει χαθεί και το τελευταίο σοβαρό λαϊκό έρεισμά της.
Δεν ξέρω αν θα σώσει την κυβέρνηση ο επερχόμενος «κενός περιεχομένου» Αύγουστος –νομίζω πως όχι– και δεν ξέρω αν υπάρχει έστω και η παραμικρή, η ελαχιστότατη δυνατότητα για μια ουσιαστική αναστροφή τού εις βάρος της κλίματος μέσω κάποιων παροχών, που θα μπορούσε να δράσουν κάπως πυροσβεστικά το επερχόμενο διάστημα (ούτε αυτό είναι εύκολο να συμβεί). Στην «αναστροφή κλίματος» δεν βάζω φυσικά τις όποιες ενδεχόμενες παραιτήσεις ή αντικαταστάσεις στελεχών της κρατικής μηχανής – αν συμβεί κάτι τέτοιο, κατόπιν εορτής πια, το σιχτίρισμα θα είναι πολλαπλάσιο.
Οπότε; Οπότε οι εξελίξεις προβλέπονται άμεσες, για τις αρχές φθινοπώρου… μήπως προληφθεί (για τούτη τη μοιραία κυβέρνηση) και κάποια επόμενη καταστροφή. 

Ο Τσίπρας είναι ένας απίστευτα φοβισμένος πρωθυπουργός. Μάλλον ο πιο φοβισμένος της Μεταπολίτευσης. Αυτή είναι η δική μου αίσθηση, για να μην πω η βεβαιότητα – αν κρίνω (και) από το γεγονός πως η Ηρώδου Αττικού είναι είτε μονίμως κλειστή είτε μερικώς προσπελάσιμη (με παραταγμένα εμπόδια για τα περισσότερα ρεύματα κυκλοφορίας) και πάντως ποτέ ή σχεδόν ποτέ εντελώς ανοιχτή. Κάτι που δεν συνέβαινε, στο βαθμό που συμβαίνει τώρα, με κανέναν άλλο μνημονιακό πρωθυπουργό (για να μείνουμε σ’ αυτούς, που είχαν, περισσότερο από τους προ-μνημονιακούς, την ανάγκη να… προφυλαχθούν). Κι αυτό το θυμάμαι πολύ καλά (γι’ αυτό μιλάω και για «βεβαιότητα»), γιατί ανεβοκατεβαίνω τακτικότατα τη Βασιλίσσης Σοφίας και το παρατηρώ. Κι εν πάση περιπτώσει προκαλώ οποιονδήποτε άλλον έχει διαφορετική εικόνα, να σχολιάσει τα δικά του εδώ και τώρα…
Είναι ντροπή και απαράδεκτο για τα πολιτικά-πρωθυπουργικά ήθη (αν υπάρχουν τέτοια) ο Τσίπρας να μην έχει επισκεφθεί τα καμένα – το μαρτυρικό Μάτι. Κι έπρεπε να είναι εκεί από την πρώτη στιγμή και δυο και τρεις φορές, πεζή, και μάλιστα με την ελάχιστη δυνατή συνοδεία, και χωρίς κάμερες και τυμπανοκρουσίες, ώστε να δεχθεί στα ίσια και πρόσωπο με πρόσωπο την αγανάκτηση και την κριτική του κόσμου. Ακόμη και την ύβρη ή το… πέταγμα της ντομάτας από τους πιο θερμόαιμους και πιο απηυδισμένους. Τιμή του θα ήταν. Πρέπει να το νοιώθεις σαν τιμή, ακόμη και όταν θα σε προπηλακίσουν μετά από μια τέτοια καταστροφή. Αλλά πού; Δεν υπάρχει αξιοπρέπεια, μα και ανδροπρέπεια και παλικαριά μαζί. Μόνον ανθρωπάκια, που φυλάγονται και από τον ίσκιο τους.
Βέβαια υπάρχει και το χειρότερο. Να πετάξεις πάνω από τα καμένα με το ελικόπτερο (όσο πιο ψηλά από τον πόνο των ανθρώπων τόσο πιο καλά...), αλλά ευτυχώς, αυτό, δεν το είδαμε ακόμη. Το λέω, γιατί ορισμένες φορές ούτε στην ξεφτίλα υπάρχει όριο.