Δευτέρα 14 Οκτωβρίου 2024

ο ΒΛΑΣΣΗΣ ΜΠΟΝΑΤΣΟΣ πέθανε σαν σήμερα πριν από 20 χρόνια: Η «Επικίνδυνη Ισορροπία» ήταν ο κορυφαίος δίσκος του – ένα διαφορετικό άλμπουμ, που πέρασε απαρατήρητο στην εποχή του πολιτικού τραγουδιού, των «έντεχνων» και των αντάρτικων

Ο Βλάσσης Μπονάτσος, που θα έφευγε από τη ζωή πριν από 20 χρόνια, στις 14 Οκτωβρίου 2004, υπήρξε μια μεγάλη pop icon –βασικά από τη δεκαετία του ’90 και μετά και έως τον πρόωρο θάνατό του– εξαιτίας της παρουσίας του στην ιδιωτική τηλεόραση. Χοντρικά θα έλεγα πως ο Μπονάτσος ήταν ένας ρόκερ στα 70s, ένας ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου στα 80s και μια δημοφιλέστατη τηλεοπτική περσόνα από τα 90s και έως το τέλος.
Ως ηθοποιό τον έχω δει λίγο και δεν μπορώ να πω πως με συνάρπαζε (απ’ όσα έχω δει). Βασικά, ο άνθρωπος υποδυόταν τον εαυτό του, εκείνο που ήταν, αλλά το να υποδύεσαι τον εαυτό σου δεν σε καθιστά αυτομάτως και ηθοποιό. Ως τηλεοπτικό αστέρα, δε, τον είχα δει μόνο ως μέλος της κριτικής επιτροπής στο τρίτο «Να η Ευκαιρία» –ένα talent show, που προβαλλόταν από το MEGA στο διάστημα 2001-2003–, καθώς παρακολουθούσα την εκπομπή (τακτικά και όχι ανελλιπώς) λόγω μουσικού ενδιαφέροντος. Από ’κει λοιπόν έχω σχηματίσει την όποια γνώμη έχω, σαν άνθρωπο, για τον Βλάσση Μπονάτσο.
Κοντολογίς, θα έγραφα για έναν πολύ θετικό χαρακτήρα, καλόκαρδο, ακομπλεξάριστο, αληθινά και όχι υποκριτικά άνετο, ανεπιτήδευτο, γνώστη που δεν ενδιαφερόταν να το δείξει, πάντα καλής προαίρεσης – απ’ αυτούς τέλος πάντων, που έβλεπαν το ποτήρι μισογεμάτο, όπως λέμε, και όχι μισοάδειο. Εξέπεμπε μία θετική αύρα αυτός ο άνθρωπος, η οποία συνυπήρχε κάπου-κάπου και με μια αδιόρατη θλίψη, που είχε να κάνει προφανώς με την πάλη που συνέβαινε μέσα του, με τις δικές του αγωνίες και τα ζόρια.
Εν κατακλείδι θα σημείωνα πως επρόκειτο για έναν άνθρωπο που πάλευε να βρει ένα σημείο επικοινωνίας ανάμεσα στη δημόσια τηλε-εικόνα του και το προσωπικό του βάδισμα – μια... επικίνδυνη ισορροπία οπωσδήποτε. Κι έτσι, όταν κάποια στιγμή αυτά τα δύο θα συμπορεύονταν η ισορροπία θα πήγαινε περίπατο και το ένα (η τηλε-εικόνα) θα κατασπάραζε το άλλο. Δεν ξέρω αν χρειάζεται να πω πως, μέσα στα χρόνια, προσωπικά, με ενδιάφερε περισσότερο ο μουσικός Βλάσσης Μπονάτσος – και σχεδόν καθόλου όλες οι υπόλοιπες περσόνες του. Αυτόν παρακολουθούσα και αυτόν πάντα απολάμβανα, επιχειρώντας κάθε φορά να τον «τοποθετήσω» στο ευρύτερο μουσικό περίγραμμα. 
Φυσικά αν μιλάμε για τον Βλάσση Μπονάτσο, σε σχέση με τη μουσική, το πρώτο που έρχεται στο νου όλων μας είναι οι Πελόμα Μποκιού. Είναι ο τρόπος που τραγούδησε ο Μπονάτσος σε κείνο τον δίσκο του 1972 (
Lyra), τον κορυφαίο, μάλλον, δίσκο στην ιστορία του ελληνικού ροκ (αν εξαιρέσεις τον «Μπάλλο» και «Το Βρώμικο Ψωμί» του Σαββόπουλου, που ήταν ροκ, μα και πολλά άλλα ταυτοχρόνως). Οι ερμηνείες του σε τραγούδια όπως τα «Πυρετός 42», «Ανατριχίλα», «Το φυλαχτό», «Ύμνος στη ζωή», «Κάποιος πεθαίνει» κ.λπ. (σε κάποια εξ αυτών ο Μπονάτσος ήταν και συν-δημιουργός) είναι ανεπανάληπτες – ερμηνείες που τον τοποθετούν, ασυζητητί, στην κορυφή των τραγουδιστών του ελληνικού ροκ.
Ο Μπονάτσος, ως γνωστόν θα πω(;), δεν είχε ξεκινήσει την πορεία του στο τραγούδι με τους Πελόμα Μποκιού – καθώς από τη δεκαετία του ’60 ήδη συμμετείχε σε διάφορα συγκροτήματα. Τα κυριότερα ήταν δύο... Πρώτα οι Darks, την περίοδο 1966-67 και λίγο πιο μετά οι Loubogg – μια τελευταία μορφή τους, χωρίς τον Γιάννη Κιουρκτσόγλου, με μέλη μόνο ένα από τα πρωταρχικά και όλους τους Darks (βασικά ήταν οι Darks με άλλο όνομα).
Στο ξεκίνημα της φάσης με τους Πελόμα Μποκιού τοποθετείται και η συνύπαρξη του Βλάσση Μπονάτσου με τον Σταύρο Ξαρχάκο στο περιώνυμο «Κοντσέρτο 70», στο Θέατρο Κοτοπούλη (Rex), στις 29 Μαΐου 1970, εκεί όπου θα τραγουδούσε και η Φλέρυ (Παπαδαντωνάκη) Νταντωνάκη. Μια σχεδόν ροκ συνεργασία.
Η φάση του Βλάσση με τους Πελόμα Μποκιού, από την άνοιξη-καλοκαίρι του ’70 έως και το καλοκαίρι του ’73, είναι σχετικά καλά ντοκουμενταρισμένη, αλλά το μετά παραμένει κάπως σκοτεινό. Εν τάχει... Γύρω στον Σεπτέμβριο του ’73, και μετά την διάλυση των Πελόμα Μποκιού, ο Βλάσσης Μπονάτσος φεύγει από την Ελλάδα. Βρισκόμαστε δύο μήνες πριν από το Πολυτεχνείο και η εποχή αρχίζει να μην σηκώνει το ροκ. Στην Πλάκα κυριαρχούν πλέον τα τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη, ενώ, τη σεζόν 1973-74, ο Γιάννης Μαρκόπουλος στη Λήδρα συγκινεί περισσότερο τη νεολαία από τον Διονύση Σαββόπουλο στο Κύτταρο. Το ροκ... ψιλοπεθαίνει.
 
Η συνέχεια εδώ...
https://www.lifo.gr/culture/music/epikindyni-isorropia-o-koryfaios-diskos-toy-blassi-mponatsoy

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου