Το τρίτο LP
των Chickn, μετά το
φερώνυμο του 2016 και το “Wowsers!”
του 2018, αποκαλείται “Bel Esprit” (2019) και
είναι, και αυτό, τυπωμένο για την Inner Ear. Σε τούτο το άλμπουμ Chickn είναι οι Άγγελος Κράλλης φωνή, κιθάρες, πλήκτρα, synth, drum machine, μπάσο, Παντελής
Καρασεβδάς ντραμς, κρουστά, drum machine,
Άξιος Ζαφειράκος μπάσο, φωνή, Χρήστος Μπεκίρης κιθάρες, synth, μπάσο, φωνή και Ντον Σταυρινός
κρουστά, τρομπέτα. Το άλμπουμ περιέχει εννέα tracks, πέντε στην πρώτη πλευρά και τέσσερα στη δεύτερη. Στίχους
βασικά γράφει ο Κράλλης, ενώ οι μουσικές και οι ενοργανώσεις γίνονται από όλα
τα μέλη του γκρουπ.
Το “Bel Esprit”
ακούγεται σαν μια συνέχεια του “Wowsers!”,
του προηγούμενου άλμπουμ των Chickn (αφήνω κατά μέρος το “Chickn”, που παραμένει κάτι άλλο), αλλά μάλλον κατώτερη.
Βρήκα
ελάχιστα κομμάτια εδώ που να με ταρακουνήσουν, που να με πείσουν πως όντως στο “Bel Esprit” συμβαίνει κάτι
διαφορετικό – κάτι που να ξεπερνά έστω εκείνο το δεύτερο LP τους, για το οποίον είχα γράψει πως
δεν ήταν και τόσο ενδιαφέρον και πως το στίγμα του ήταν «θολό».
Φοβάμαι πως τα
ίδια θα γράψω και για το “Bel Esprit”
– ένα άλμπουμ χωρίς μιαν αρχή κι ένα τέλος, που παραπαίει, ηχητικώς, γύρω από μιαν
εποχή του rock, χοντρικώς
παρακμιακή, όπως ήταν τα μέσα του ’70. Εντάξει, μπορεί και τότε να έβγαιναν
κάποιοι καλοί δίσκοι, μπορεί να υπήρχε ο Brian Eno, που έκανε αληθινά ενδιαφέρουσα pop και pop-rock (στα τραγουδιστικά άλμπουμ του), αλλά, βασικά, λέμε για μιαν
εποχή ροκ-τέλματος, πέραν των όποιων καλών προθέσεων (από τα συγκροτήματα και
τους καλλιτέχνες). Γιατί καλές προθέσεις μπορεί να έχουν και οι Chickn, στο “Bel Esprit”, αλλά το συνολικό
άθροισμα... δεν βγαίνει.
Το άλμπουμ ξεκινάει μάλλον αδιάφορα (“Bel esprit”), ανεβάζει στροφές με
το “Sweet Geneva”,
τείνει προς πιο χορευτικές καταστάσεις μέσω του “Infrared Panda Club” (εκεί όπου κάποιοι
«ζαππισμοί» ανακατεύονται με σχήματα oriental, προς ένα απροσδιόριστο αποτέλεσμα), συνεχίζει με την
ευχάριστη μπαλάντα “Candle fly”,
για να ολοκληρωθεί η πρώτη πλευρά με το βαρυφορτωμένο και επιτηδευμένο, στα
δικά μου αυτιά, “Evening primrose”.
Οι Chickn κινούνται κάπου ανάμεσα σε Sweet, Be-Bop Deluxe και ύστερους Marc Bolan & T.Rex. Παίζουν glam βασικά, με τις όποιες από ’δω κι από ’κει παρασπονδίες,
χωρίς όμως ιδιαίτερη επιτυχία. Δεν ξέρω πόσο «συνετό» είναι το να παίζεις
σήμερα glam, έστω και
ιδιότροπο, αλλά τέλος πάντων δικό τους θέμα είναι (των Chickn εννοώ), και επ’ αυτού δεν μπορεί
να γίνει κουβέντα – καθώς ο καθένας, σήμερα, μπορεί να παίζει ό,τι γουστάρει,
αφού δεν υπάρχει ουδεμία κατεύθυνση στο rock. Το ζητούμενο είναι, εκείνο που γουστάρει, να το παίζει δημιουργικά
και με έμπνευση...
Η δεύτερη πλευρά ξεκινά χωρίς κάποια ισχυρή έκπληξη, για να
συνεχίσει καλύτερα, με το “Moon underwater”
και να φθάσει κάπου, σ’ ένα ύψος, στο προτελευταίο και ωραιότερο κομμάτι του LP, το “Die to make a living (reprise)”, που ανακάλεσε στη μνήμη μου
κάτι από το φοβερό “King’s lead hat” του Brian Eno (από το “Before and After Science”). Αρκετά καλό, δε,
είναι και το κλείσιμο του LP,
με το ισπανόφωνο “Chickn tribe
(slight return)”,
που έχει έναν tropical
αέρα (με δημιουργικούς υπαινιγμούς ξανά από Eno).
Η δεύτερη πλευρά είναι, ασυζητητί, καλύτερη από την
πρώτη, αλλά συνολικώς το “Bel Esprit”
είναι ένα άλμπουμ το οποίον, εγώ, το βρίσκω «μπερδεμένο» και χωρίς πολλή ουσία.
Επαφή: www.inner-ear.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου