METTE HENRIETTE: Drifting [ECM Records, 2022]
Στις 25 Νοε. 2019 είχαμε γράψει για το πρώτο φερώνυμο άλμπουμ τής νορβηγίδας σαξοφωνίστριας και συνθέτριας Mette Henriette, που είχε κυκλοφορήσει στην ECM το 2015. (Το 2019 το πρώτο εκείνο 2CD της είχε επανεκδοθεί σε μονό LP, και γι’ αυτό είχαμε προβεί σ’ εκείνο το κείμενο). Τώρα, επτά χρόνια αργότερα (γιατί πρόκειται για έκδοση του 2022), ένα επόμενο άλμπουμ τής Mette Henriette τυπώνεται για την ECM – ένα άλμπουμ απαιτητικό και «δύσκολο», που ταιριάζει, φυσικά, στο προφίλ της εταιρείας. Ο τίτλος του; “Drifting”.
Δεν μπορώ να πω πως αντιλαμβάνομαι πλήρως έναν τέτοιον τίτλο (που συμπαραδηλώνει, βεβαίως, άλλου τύπου μουσικές), όμως, και σε κάθε περίπτωση, την… περιπέτειά του την έχει το εν λόγω CD – μια περιπέτεια «δύσκολη», το ξαναλέμε, που προϋποθέτει και γνώσεις και ταλέντο, για να την φθάσεις έως το τέρμα.
Ας πούμε λοιπόν πως το “Drifting” περιλαμβάνει δεκαπέντε tracks, με διάρκειες από 0:42 έως 6:17, εκ των οποίων τα δεκατέσσερα είναι συνθέσεις της Henriette (το άλλο το συνυπογράφει με τον πιανίστα της).
Ποιοι είναι, όμως, αυτοί που βρίσκονται δίπλα στην νορβηγίδα μουσικό, η οποία χειρίζεται, στο “Drifting”, μόνο τενόρο σαξόφωνο; Δύο μόλις συνάδελφοί της. Ο πιανίστας Johan Lindvall και η βιολοντσελίστρια Judith Hamann.
Τρία όργανα, με άλλα λόγια, ένα τενόρο, ένα πιάνο κι ένα τσέλο, που επιχειρούν σε... σύγχρονες κλασικότροπες «δωματίου» διαδρομές, με άξονα τις μελωδίες τής Henriette, που είναι συνεχείς, αναβλύζοντας με πάθος από το σαξόφωνό της.
Σίγουρα, αυτά που ακούμε στο “Drifting” δεν είναι jazz με την στενή έννοια, μα ούτε και με την πλατιά. Είναι περισσότερο «σύγχρονη» «δωματίου» μουσική, κάπως ποιητική και κάπως ασαφής, σαν να περιγράφει το άφατο – έναν βαθύ κόσμο συναισθημάτων, τα οποία (συναισθήματα) ανιχνεύονται όχι μέσα από εκρηκτικές εξωτερικεύσεις, μα από ήπιες «εσωτερικές» επεμβάσεις.
Κάπως σαν οι μουσικοί να είναι ακίνητοι, εκτελώντας, χωρίς κραδασμούς και μορφασμούς, μια λιτή και αρχετυπική παρτιτούρα.
STEPHAN MICUS: Thunder [ECM Records, 2023]
O γερμανός μουσικός και συνθέτης Stephan Micus έγινε 70 ετών πριν από λίγο καιρό (στις 19 Ιανουαρίου). Έτσι, εκείνη ακριβώς την ημέρα των γενεθλίων του η ECM θα εξέδιδε, για να τον τιμήσει, το 25ο σόλο άλμπουμ του εκεί, υπό τον τίτλο “Thunder”, που δεν μπορεί παρά να αποτελεί, και αυτό, μία ξεχωριστή και ιδιάζουσα ηχογραφική περίπτωση – όπως κάθε άλμπουμ του Stephan Micus εξάλλου.
Σ’ αυτό το CD o τελείως ξεχωριστός αυτός μουσικός ασχολείται, βασικά, μ’ ένα θιβετιανό, μοναστηριακό όργανο, την τετράμετρη(!) τρομπέτα dung chen.
Ο Micus έχει επισκεφθεί πολλές φορές την ευρύτερη περιοχή – με τις μουσικές των Ιμαλαΐων να τον έχουν επηρεάσει και σε άλλους δίσκους του, μέσα στις δεκαετίες. Τώρα, όμως, το πράγμα το πήγε ακόμη πιο μακριά, αφού ενδιαφέρθηκε, για πρώτη φορά, να σπουδάσει το συγκεκριμένο όργανο σ’ ένα μοναστήρι του Κατμαντού (κάτι όχι εύκολο), νοιώθοντας στην πορεία πως θα μπορούσε να το χρησιμοποιήσει και σε ηχογραφήσεις.
Επιστρέφοντας στην Γερμανία ένα θέμα απασχολούσε τον Stephan Micus, κυρίως. Με τι ακριβώς όργανα θα συνόδευε αυτό το εντελώς παράξενο και ανοικονόμητο πνευστό, που μπορούσε να ηχεί και σαν... καταιγίδα (από ’κει και ο τίτλος του δίσκου). Βρήκε λοιπόν ένα πνευστό όργανο από την ανατολική Σιβηρία, το ki un ki, όπως κι ένα μικρό ιαπωνικό φλάουτο, το nohkan, προκειμένου να δημιουργήσει βοηθητικά ηχητικά περιβάλλοντα, τα οποία θα πλούτιζε στην διαδρομή και με άλλα παράξενα όργανα.
Όπως βλέπουμε στις αναλυτικές σημειώσεις του booklet, o Micus δεν χρησιμοποιεί σε πολλά tracks το dung chen. Από τα εννέα κομμάτια του CD, το dung chen ακούγεται μόλις σε τρία (στο 1, στο 5 και 9) και μάλιστα με πολλαπλές εγγραφές, προκειμένου να πετύχει το ποθούμενο αποτέλεσμα (φερ’ ειπείν στο “A song for Thor” ακούγονται τρεις «στρώσεις» dung chen και όχι η μία πάνω στην άλλη, ενώ στο “A song for Perun” τέσσερις).
Πολλαπλές εγγραφές υπάρχουν και για πολλά από τα υπόλοιπα όργανα, που δεν είναι τρία, μα έντεκα, με όλα να τα χειρίζεται όπως πάντα ο Micus. Και δεν είναι μόνον πνευστά, μα και έγχορδα (η δυτικοαφρικανική άρπα sinding ας πούμε ή το λαούτο από την νήσο Βόρνεο sapeh), όπως και κρουστά (ποικίλα frame drums κ.λπ.).
Το “Thunder” δεν διαφέρει από άλλα, σπουδαία, άλμπουμ του Stephan Micus, καθώς είναι και αυτό εντυπωσιακό, με φοβερή διαλογιστική και ιεροτελεστική αύρα.
ANDRÁS SCHIFF: J.S. Bach Clavichord [ECM New Series, 2022]
Ο γεννημένος στην Βουδαπέστη το 1953, αλλά πολιτογραφημένος Βρετανός, πιανίστας και διευθυντής ορχήστρας András Schiff, αποτελεί ένα από τα μεγάλα ονόματα, σήμερα, της λεγόμενης «κλασικής μουσικής» (και το μπαρόκ εντός).
Ευρισκόμενος αρκετά
χρόνια στο ρόστερ της ECM
(πάνω από είκοσι) o Schiff έχει ηχογραφήσει πάμπολλα άλμπουμ
εκεί, αποδίδοντας Mozart,
Schubert, Janáček, Schumann, Bach, Beethoven κ.ά.
Στο δισκορυχείον υπάρχουν μικρές αναφορές στα άλμπουμ 1. András Schiff / Orchestra of The Age of Enlightenment: Johannes Brahms Piano Concertos [ECM New Series, 2021] και 2. András Schiff / Jörg Widmann: Johannes Brahms Clarinet Sonatas [ECM New Series, 2020], ενώ τώρα γνωστοποιούμε και την κυκλοφορία του 2CD “J.S. Bach Clavichord”, που περιλαμβάνει εκτελέσεις του András Schiff, στο κλαβίχορδο, των έργων του γερμανού κάντορα “Capriccio BWV 992”, “Inventions BWV 772-786”, “Four Duets BWV 802-805”, “Ricercar à 3 from Das Musikalische Opfer BWV 1079, “Sinfonias BWV787-801” και “Chromatic Fantasia and Fugue BWV 903”.
Το κλαβίχορδο, όπως διαβάζουμε, υπήρξε για τον J.S. Bach το όργανο που προτιμούσε να συνθέτει –ένα παράξενο
πληκτροφόρο, που έχει περάσει από διάφορα στάδια, και όπου, μέσα στα χρόνια,
έχει εκτιμηθεί από μεγάλους πιανίστες–, ενώ στο αναλυτικό 44σέλιδο ένθετο, που
συνοδεύει την έκδοση, διαβάζουμε, ανάμεσα σε άλλα, και για την σχέση του András Schiff με το κλαβίχορδο, που
πάει πολύ πίσω στο χρόνο, στο 1965, όταν είχε προσκληθεί από την ουγγρική
τηλεόραση να αποδώσει, τότε (νεαρός φοιτητής), ένα έργο του Daniel Gottlob
Türk.
Ηχογράφηση από τον Ιούλιο του 2018, που βρίσκει τώρα την έξοδο προς την δισκογραφία, σε παραγωγή του Manfred Eicher φυσικά.
Στις 25 Νοε. 2019 είχαμε γράψει για το πρώτο φερώνυμο άλμπουμ τής νορβηγίδας σαξοφωνίστριας και συνθέτριας Mette Henriette, που είχε κυκλοφορήσει στην ECM το 2015. (Το 2019 το πρώτο εκείνο 2CD της είχε επανεκδοθεί σε μονό LP, και γι’ αυτό είχαμε προβεί σ’ εκείνο το κείμενο). Τώρα, επτά χρόνια αργότερα (γιατί πρόκειται για έκδοση του 2022), ένα επόμενο άλμπουμ τής Mette Henriette τυπώνεται για την ECM – ένα άλμπουμ απαιτητικό και «δύσκολο», που ταιριάζει, φυσικά, στο προφίλ της εταιρείας. Ο τίτλος του; “Drifting”.
Δεν μπορώ να πω πως αντιλαμβάνομαι πλήρως έναν τέτοιον τίτλο (που συμπαραδηλώνει, βεβαίως, άλλου τύπου μουσικές), όμως, και σε κάθε περίπτωση, την… περιπέτειά του την έχει το εν λόγω CD – μια περιπέτεια «δύσκολη», το ξαναλέμε, που προϋποθέτει και γνώσεις και ταλέντο, για να την φθάσεις έως το τέρμα.
Ας πούμε λοιπόν πως το “Drifting” περιλαμβάνει δεκαπέντε tracks, με διάρκειες από 0:42 έως 6:17, εκ των οποίων τα δεκατέσσερα είναι συνθέσεις της Henriette (το άλλο το συνυπογράφει με τον πιανίστα της).
Ποιοι είναι, όμως, αυτοί που βρίσκονται δίπλα στην νορβηγίδα μουσικό, η οποία χειρίζεται, στο “Drifting”, μόνο τενόρο σαξόφωνο; Δύο μόλις συνάδελφοί της. Ο πιανίστας Johan Lindvall και η βιολοντσελίστρια Judith Hamann.
Τρία όργανα, με άλλα λόγια, ένα τενόρο, ένα πιάνο κι ένα τσέλο, που επιχειρούν σε... σύγχρονες κλασικότροπες «δωματίου» διαδρομές, με άξονα τις μελωδίες τής Henriette, που είναι συνεχείς, αναβλύζοντας με πάθος από το σαξόφωνό της.
Σίγουρα, αυτά που ακούμε στο “Drifting” δεν είναι jazz με την στενή έννοια, μα ούτε και με την πλατιά. Είναι περισσότερο «σύγχρονη» «δωματίου» μουσική, κάπως ποιητική και κάπως ασαφής, σαν να περιγράφει το άφατο – έναν βαθύ κόσμο συναισθημάτων, τα οποία (συναισθήματα) ανιχνεύονται όχι μέσα από εκρηκτικές εξωτερικεύσεις, μα από ήπιες «εσωτερικές» επεμβάσεις.
Κάπως σαν οι μουσικοί να είναι ακίνητοι, εκτελώντας, χωρίς κραδασμούς και μορφασμούς, μια λιτή και αρχετυπική παρτιτούρα.
STEPHAN MICUS: Thunder [ECM Records, 2023]
O γερμανός μουσικός και συνθέτης Stephan Micus έγινε 70 ετών πριν από λίγο καιρό (στις 19 Ιανουαρίου). Έτσι, εκείνη ακριβώς την ημέρα των γενεθλίων του η ECM θα εξέδιδε, για να τον τιμήσει, το 25ο σόλο άλμπουμ του εκεί, υπό τον τίτλο “Thunder”, που δεν μπορεί παρά να αποτελεί, και αυτό, μία ξεχωριστή και ιδιάζουσα ηχογραφική περίπτωση – όπως κάθε άλμπουμ του Stephan Micus εξάλλου.
Σ’ αυτό το CD o τελείως ξεχωριστός αυτός μουσικός ασχολείται, βασικά, μ’ ένα θιβετιανό, μοναστηριακό όργανο, την τετράμετρη(!) τρομπέτα dung chen.
Ο Micus έχει επισκεφθεί πολλές φορές την ευρύτερη περιοχή – με τις μουσικές των Ιμαλαΐων να τον έχουν επηρεάσει και σε άλλους δίσκους του, μέσα στις δεκαετίες. Τώρα, όμως, το πράγμα το πήγε ακόμη πιο μακριά, αφού ενδιαφέρθηκε, για πρώτη φορά, να σπουδάσει το συγκεκριμένο όργανο σ’ ένα μοναστήρι του Κατμαντού (κάτι όχι εύκολο), νοιώθοντας στην πορεία πως θα μπορούσε να το χρησιμοποιήσει και σε ηχογραφήσεις.
Επιστρέφοντας στην Γερμανία ένα θέμα απασχολούσε τον Stephan Micus, κυρίως. Με τι ακριβώς όργανα θα συνόδευε αυτό το εντελώς παράξενο και ανοικονόμητο πνευστό, που μπορούσε να ηχεί και σαν... καταιγίδα (από ’κει και ο τίτλος του δίσκου). Βρήκε λοιπόν ένα πνευστό όργανο από την ανατολική Σιβηρία, το ki un ki, όπως κι ένα μικρό ιαπωνικό φλάουτο, το nohkan, προκειμένου να δημιουργήσει βοηθητικά ηχητικά περιβάλλοντα, τα οποία θα πλούτιζε στην διαδρομή και με άλλα παράξενα όργανα.
Όπως βλέπουμε στις αναλυτικές σημειώσεις του booklet, o Micus δεν χρησιμοποιεί σε πολλά tracks το dung chen. Από τα εννέα κομμάτια του CD, το dung chen ακούγεται μόλις σε τρία (στο 1, στο 5 και 9) και μάλιστα με πολλαπλές εγγραφές, προκειμένου να πετύχει το ποθούμενο αποτέλεσμα (φερ’ ειπείν στο “A song for Thor” ακούγονται τρεις «στρώσεις» dung chen και όχι η μία πάνω στην άλλη, ενώ στο “A song for Perun” τέσσερις).
Πολλαπλές εγγραφές υπάρχουν και για πολλά από τα υπόλοιπα όργανα, που δεν είναι τρία, μα έντεκα, με όλα να τα χειρίζεται όπως πάντα ο Micus. Και δεν είναι μόνον πνευστά, μα και έγχορδα (η δυτικοαφρικανική άρπα sinding ας πούμε ή το λαούτο από την νήσο Βόρνεο sapeh), όπως και κρουστά (ποικίλα frame drums κ.λπ.).
Το “Thunder” δεν διαφέρει από άλλα, σπουδαία, άλμπουμ του Stephan Micus, καθώς είναι και αυτό εντυπωσιακό, με φοβερή διαλογιστική και ιεροτελεστική αύρα.
ANDRÁS SCHIFF: J.S. Bach Clavichord [ECM New Series, 2022]
Ο γεννημένος στην Βουδαπέστη το 1953, αλλά πολιτογραφημένος Βρετανός, πιανίστας και διευθυντής ορχήστρας András Schiff, αποτελεί ένα από τα μεγάλα ονόματα, σήμερα, της λεγόμενης «κλασικής μουσικής» (και το μπαρόκ εντός).
Στο δισκορυχείον υπάρχουν μικρές αναφορές στα άλμπουμ 1. András Schiff / Orchestra of The Age of Enlightenment: Johannes Brahms Piano Concertos [ECM New Series, 2021] και 2. András Schiff / Jörg Widmann: Johannes Brahms Clarinet Sonatas [ECM New Series, 2020], ενώ τώρα γνωστοποιούμε και την κυκλοφορία του 2CD “J.S. Bach Clavichord”, που περιλαμβάνει εκτελέσεις του András Schiff, στο κλαβίχορδο, των έργων του γερμανού κάντορα “Capriccio BWV 992”, “Inventions BWV 772-786”, “Four Duets BWV 802-805”, “Ricercar à 3 from Das Musikalische Opfer BWV 1079, “Sinfonias BWV787-801” και “Chromatic Fantasia and Fugue BWV 903”.
Ηχογράφηση από τον Ιούλιο του 2018, που βρίσκει τώρα την έξοδο προς την δισκογραφία, σε παραγωγή του Manfred Eicher φυσικά.
Οι ECM Records και ECM New Series εισάγονται από την AN Music