Κυριακή 11 Αυγούστου 2024

TOUMANI DIABATÉ ένας μεγάλος μουσικός από το Μαλί, που πέθανε πριν από λίγες μέρες – συνέβαλε, με τους δίσκους και τις συνεργασίες του, όσο λίγοι στην έκρηξη της world music στα 80s και τα 90s

Μία από τις μεγαλύτερες μουσικές «επαναστάσεις», που ζήσαμε, όσοι θυμόμαστε καλά τα έιτις, ήταν η έκρηξη του world και του ethnic – στο δεύτερο μισό εκείνης της δεκαετίας. Η ποπ, το ροκ, η τζαζ, το blues και τα λοιπά, μπορεί να ακολουθούσαν την πορεία τους, αλλά συνάμα σαν ακροατής, ο καθένας και η καθεμία από εμάς, ένοιωθε, πως «τα πάντα» είχαν τελειώσει και πως ό,τι άκουγες, από ’κει και πέρα, ήταν απλώς αναμασήματα. Ευχάριστα και ωραία, που μπορεί να σου κρατούσαν καλή παρέα, στα κλαμπ και τα μπαρ, αλλά, εν πάση περιπτώσει, αναμασήματα.
Ήταν προφανές, θέλω να πω, πως το διαφορετικό δεν θα μπορούσε να προέλθει, πλέον, από τη Δύση, και από τα γνωστά κέντρα της ποπ, και πως θα έπρεπε, αυτά ακριβώς τα κέντρα, κάποιο μέρος τους τέλος πάντων, να την ψάξει προς άλλες κατευθύνσεις, αν ήθελε η μουσική να κάνει ένα βήμα παρακάτω.
Οι πολιτικές του απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική ήταν μια πολύ βασική αιτία, που έσπρωξε κάποιους ευαισθητοποιημένους και οπωσδήποτε υποψιασμένους μουσικούς της εποχής να ανοίξουν τη βεντάλια των επιρροών τους προς άλλες κατευθύνσεις. Ο πρώτος εξ αυτών (τουλάχιστον από τα μεγάλα ονόματα) ήταν ο Peter Gabriel, ο οποίος το 1980 τραγουδά το “Biko” (κομμάτι επηρεασμένο από τον θάνατο του νοτιοαφρικανού ακτιβιστή των πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων Steve Biko το 1977), κάνοντας ποπ με afro στοιχεία, συνιδρύοντας το 1982 το φεστιβάλ WOMAD, πριν έλθει η ώρα να βάλει στα σκαριά και την Real World Records το 1989.
Ο δεύτερος ήταν ο Paul Simon, ο οποίος το 1986 κυκλοφορεί το πολύ επιτυχημένο LP “Graceland”, συνεργαζόμενος και με νοτιοαφρικανούς μουσικούς, δείχνοντας πως ο δρόμος δεν είναι άλλος από αυτόν του ανακατέματος δυτικών και αφρικανικών (εν προκειμένω) επιρροών, έτσι ώστε να μπουν οι βάσεις για ένα νέο είδος μουσικής, που δεν θα άφηνε ανεπηρέαστη και την ποπ. Να μην ξεχνάμε πως το 1988 ο Eddy Grant θα έσπαγε τα κοντέρ με το “Gimme hope Jo'anna”, δηλαδή μ’ ένα ακόμη τραγούδι κατά του απαρτχάιντ, κάτι που θα έκανε (από την μεριά του afro) και ο Mory Kanté από την Γουινέα με το “Yé ké yé ké” του την προηγούμενη χρονιά (1987).
Το 1986 δημιουργείται στο Λονδίνο η World Circuit Records, η οποία μέχρι το τέλος της δεκαετίας θα τυπώσει απίστευτους δίσκους των Kanté Manfila, Ali Farka Toure, Jali Musa Jawara, Abdel Gadir Salim, Orchestra Baobab κ.ά., πριν ο Nick Gold, μαζί με τον Ry Cooder, προκαλέσουν σεισμό, λίγο μετά το μέσο των 90s, με τους περίφημους Buena Vista Social Club (1997).
Ένας άλλος πολύ σημαντικός παραγωγός της εποχής –λέμε πάντα για την δεκαετία του ’80– ήταν ο Αμερικανός Joe Boyd, τον οποίο ο κόσμος θα τον ήξερε ως «Βρετανό», αφού από τα σίξτις ήδη ήταν εγκατεστημένος στο Λονδίνο, δουλεύοντας στην πορεία με τους Pink Floyd, τους Fairport Convention, τους Incredible String Band, τον Nick Drake, την Vashti Bunyan, τις καναδές αδελφές McGarrigle κ.ά. Το 1980 ο Boyd θα ιδρύσει την περιώνυμη Hannibal Records αρχίζοντας, σταδιακά, να ηχογραφεί και καλλιτέχνες από την ανατολική Ευρώπη, τον «τρίτο κόσμο» και από αλλού, ή τέλος πάντων να κυκλοφορεί δίσκους τους, επιχειρώντας και αυτός τη δική του μεγάλη παρέμβαση.
Έτσι, το 1986, ο Boyd θα βγάλει άλμπουμ του Αιθίοπα Mahmoud Ahmed, έτη φωτός μπροστά από τις συλλογές “Éthiopiques”, που θα ξεκινούσαν το 1998, θα ηχογραφήσει τους Ούγγρους Muzsikás και την Márta Sebestyén, θα κυκλοφορήσει LP του Κουβανού Silvio Rodriguez, των Trio Bulgarka, των Ισπανών Ketama και Pata Negra και ήταν τότε, εκείνη την εποχή, όταν θα τύπωνε και το περίφημο LP Kaira” (1988) το πρώτο αυστηρά προσωπικό άλμπουμ του Μαλινέζου Toumani Diabaté στη Δύση (και όπου αλλού) σε παραγωγή της Lucy Durán. Γι’ αυτό τον μεγάλο μουσικό, που θα έφευγε από τη ζωή στις 19 Ιουλίου, στα 59 χρόνια του, θα πούμε πολλά στη συνέχεια.
Θυμάμαι τον αείμνηστο φίλο Γιάννη Αδαλόπουλο συνεργάτη και στο περιοδικό «
Jazz & Τζαζ» να μου λέει από εκείνη ήδη την εποχή, στο τέλος των έιτις, πως... το ροκ έχει πλέον τελειώσει και πως η νέα μουσική ήταν αυτή της Hannibal του Joe Boyd και όλων των άλλων παραγωγών, με ήχους από τους ξεχασμένους κόσμους. Το έβλεπα, το άκουγα, αλλά... Πάντα πίστευα στην απελευθερωτική δύναμη του ροκ, και τότε και σήμερα ακόμη (κάτι που είναι πλέον ψευδαίσθηση), αλλά εκείνα τα χρόνια μού φαινόταν κάπως βαρύ να το αποδεχθώ. Ο Γιάννης όμως επέμενε – και κάτω από το δικό του μουσικό ψηστήρι, να το πω έτσι, θα αγόραζα τελικά, τότε, το άλμπουμ “Songhai” [Hannibal, 1988] με τους Ketama, τον Toumani Diabaté και τον άσσο μπασίστα Danny Thompson (από Pentagle κ.λπ.), το οποίο έχω ακόμη στη δισκοθήκη μου, και εξακολουθώ να το απολαμβάνω, όπως και την πρώτη φορά.
Ο Γιάννης, που πίστεψε από νωρίς στους ήχους από τα πέρατα του κόσμου, όπως και στα αναρίθμητα crossovers που θα ακολουθούσαν, θα συναντούσε τον Toumani Diabaté σ’ ένα από τα ταξίδια του στο Αμπιτζάν της Ακτής Ελεφαντοστού, σε κάποιο φεστιβάλ world music, θα συζητούσε μαζί του, και τον Ιούλιο του 2000 εκείνη τη συζήτηση θα την μετέφερε και στο «Jazz & Τζαζ» (τεύχος #88). Είναι ό,τι ακολουθεί (με τα λόγια του Diabaté):
 
Η συνέχεια εδώ...
https://www.lifo.gr/culture/music/toumani-diabate-enas-megalos-moysikos-apo-mali-poy-pethane-prin-apo-liges-meres

2 σχόλια:

  1. Σχόλια από το fb...

    Mitsi Zogo
    εξαιρετικό άρθρο 🙏

    Kostas Konstantinidis
    Η χώρα είναι Μάλι πάντως και όχι Μαλί.

    Φώντας Τρούσας
    Ως γαλλόφωνη εγώ τη λέω Μαλί και την πρωτεύουσα Μπαμακό.

    ΑπάντησηΔιαγραφή